Τα τυριά και τα κασέρια
“Σοβαροί άνθρωποι είμαστε, γιατί να μην τα βάλουμε κάτω να βγάλουμε μια άκρη;”. Αφενός γιατί δεν είναι ακριβώς σίγουρο ότι βγαίνει κι αφετέρου γιατί έχει πλάκα ως “διαχωρισμός” για να επιβεβαιώνουμε τις ρίζες μας από τον τόπο που μεγαλώσαμε…
Προτού ξεκινήσει αυτή η συζήτηση και αρχίσει να ξετυλίγεται το νήμα της για να καταλήξει κουβάρι αντιθέσεων, καλούμαστε να αφήσουμε στην είσοδό της κάθε προκατάληψη. Αλλά έτσι δε θα είχε πολλή πλάκα. Και άλλωστε θα ήταν πολύ πιο εύκολο να αφήσουμε, μαζί με τα υπόλοιπα προσωπικά μας αντικείμενα, την ελπίδα συνεννόησης κι ομοφωνίας. Μπορούμε τουλάχιστον να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε την άλλη πλευρά -όχι δια της εφόδου- ακόμα κι αν δεν πρόκειται να μας βρει ποτέ συμφωνους.
“Ναι αλλά σοβαροί μαρξιστές άνθρωποι είμαστε, γιατί να μην τα βάλουμε κάτω και να βγάλουμε μια άκρη κι ένα συμπέρασμα;” μπορεί να αναρωτηθεί κανείς. Νομίζω γιατί ο διαχωρισμός κι η “κόντρα” αυτή είναι χρήσιμη, κατά μία έννοια, είτε για να επιβεβαιώνουμε τις ρίζες και την -πραγματική ή φανταστική- ταυτότητά μας, είτε απλώς γιατί έχει γούστο, όπως προείπαμε. Κι αυτό εξηγεί γιατί δεν έχουν συνήθως θέση οι ψύχραιμες κι αντικειμενικές προσεγγίσεις στο θέμα, του τύπου “οι νότιοι έχουν δίκιο για τα τυριά κι οι βόρειοι για τα σουβλάκια”, η οποία φαντάζει σαν καθαρός “χυδαίος” κεντρισμός ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα που έχουν σχηματιστεί. Και τα οποία δεν έχουν κανένα σοβαρό λόγο ύπαρξης, αλλά -καθαρά ασόβαρα μιλώντας- έχουν πολύ περισσότερες διαφορές από ό,τι μπορεί να γίνει αντιληπτό με μια πρώτη ματιά -και δεν εννοώ το μανό και την όζα ή πράγματα που δε θα μας απασχολήσουν σε αυτό εδώ το (και με τις δύο έννοιες) τραπέζι και σε αυτή τη σειρά αναρτήσεων.
Η οποία θα ξεκινήσει με το θεωρητικά αδύναμο σημείο ημών των βορείων, δηλαδή τα τυριά και τα κασέρια, που επιλέχθηκε ως τίτλος για να παραπέμπει στα “κορμιά και τα μαχαίρια” της Αρβανιτάκη.
Οι Βόρειοι λένε τυρί και εννοούν αποκλειστικά τη φέτα. Στην καλύτερη συμπεριλαμβάνουν σε αυτήν την έννοια άλλα λευκά είδη τυριού, ενώ όλα τα κιτρινωπής απόχρωσης τα θεωρούν κασέρια, που ‘ναι κι αυτό ένα είδος τυριού κι όχι γενική έννοια. Συνεπώς κάνουν λάθος, κάτι που αποδεικνύεται περίτρανα από παραδείγματα, όπως η πίτσα “τέσσερα τυριά” -γιατί είναι πολλά κι όχι μόνο ένα, σαν το Κόμμα- ή το τριμμένο τυρί στα μακαρόνια και την ποικιλία τυριών. Σωστά;
Ναι, αλλά όχι ακριβώς. Γιατί όταν λέμε πχ μακαρόνια με τυρί, εννοούμε οπωσδήποτε με φέτα κι όχι το τριμμένο κεφαλοτύρι. Και υπάρχουν και κάποια άλλα παραδείγματα από την ακριβώς αντίθετη σκοπιά. Η τυρόπιτα έχει αυτονόητα ως υλικό γέμισης τη φέτα. Αν είχε κασέρι, θα ήταν κασερόπιτα. Κι αν η κασερόπιτά μας αποκτήσει και κάποιο αλλαντικό, τότε θα λέγεται ζαμπονοκασερόπιτα και δεν είναι λογικό να της αλλάξουμε όνομα και να την λέμε ξαφνικά ζαμπονοτυρόπιτα. Αλλά αν ήταν συνεπείς με τον εαυτό τους και τη λογική τους οι νότιοι, τότε θα έπρεπε να έχουν και “φετόπιτα”, που προσωπικά νομίζω πως την έχω πετύχει κάπου στον Πειραιά, αλλά δεν είχα κινητό να απαθανατίσω αυτήν την οριακή στιγμή. Το ίδιο περίπου σκεπτικό ισχύει για τις κασεροκροκέτες και τις τυροκροκέτες, που έχουν άλλα υλικά γέμισης, για την τυροσαλάτα ή τυροκαυτερή (σε εμάς νομίζω όλες καυτερές είναι) που δεν τις λέμε φετοσαλάτα και φετοκαυτερή αντίστοιχα, κοκ.
Τώρα που βάλαμε κάτω τα “διαλεκτικά” μας επιχειρήματα, σαν καλοί πρωτοετείς που μαθαίνουν τον (έξω) κόσμο και τα έθιμα των άλλων, ας πάμε και στην ουσία του πράγματος. Η βασική διαφωνία μας, όπως έχω καταλήξει δια της εμπειρίας, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του ΕΦΕΤ για να ορίσουμε με ακρίβεια το είδος και το γένος, αλλά στη γλώσσα και τη δυνατότητά μας να την χρησιμοποιούμε ως εργαλείο, για να συνεννοούμαστε.
Το πρόβλημα ενός βόρειου που ταξιδεύει στα νότια δεν είναι η από μέρους του μονοθεματική χρήση της έννοιας “τυρί”, που μπερδεύει τους υπόλοιπους. Το πρόβλημα γι’ αυτόν, όπως το βιώνει, είναι ότι οι νότιοι συμπατριώτες του, όταν αυτός λέει τυρί, καταλαβαίνουν κατά κανόνα οτιδήποτε άλλο εκτός από τη φέτα. Δεν του ζητούν δηλαδή να διευκρινίσει ποιο ακριβώς τυρί εννοεί, εφόσον υπάρχουν πολλά είδη, τα οποία προκαλούν συγχύσεις. Καταλαβαίνουν αυτομάτως και αναμφιβόλως κάτι άλλο, από αυτά που οι βόρειοι ονομάζουν “κασέρια”. Λανθασμένα ίσως, αλλά με τρόπο ώστε να συνεννοούνται τουλάχιστον.
Θα μπορούσαμε να συζητήσουμε με τις ώρες αν έχει νόημα, από γευστική πάντα άποψη, η εμπειρική κατηγοριοποίηση μεταξύ άσπρων και κίτρινων τυριών, αλλά δεν είναι αυτή η ουσία.
Θα μπορούσαμε επίσης να σκεφτούμε, με βάση τα ελληνικά δεδομένα, όπου η φέτα είναι κατοχυρωμένα προϊόν και σήμα κατατεθέν, μαζί με το τζατζίκι και το μουσακά για τους τουρίστες -δε λέω σουβλάκι, για να το πιάσουμε σε επόμενη ανάρτηση- τι είναι λογικό. Αν βρισκόμαστε λοιπόν στην Ελλάδα, συζητάμε για τυρί, αλλά κάποιος καταλαβαίνει κάτι διαφορετικό και όχι τη φέτα, είναι σα να κανονίζουμε μεταξύ μας να πάμε για μπάλα και να έρχεται κάποιος στο ραντεβού με μια ρακέτα τένις ή του πινγκ-πονγκ, γιατί αυτό κατάλαβε. Από τα παραπάνω δεν προκύπτει πως η μόνη μπάλα που υπάρχει είναι η ποδοσφαιρική και όλες οι άλλες είναι κάτι άλλο -πχ κασέρια. Προκύπτει ωστόσο πως είναι η κυρίαρχη και την λέμε έτσι, “μπάλα”, χάριν συνεννόησης, κάτι που γίνεται αντιληπτό από όλους.
Και πάλι όμως, δεν είναι αυτό το ζητούμενό μας. Το θέμα είναι να παραμείνει κανείς συνεπής με τα κριτήρια που βάζει, ώστε να βγαίνει μια συνεννόηση.
Αν παραγγέλνεις κρέπα πχ και στα υποψήφια υλικά συνυπάρχει ένταμ, γκούντα ή κάτι άλλο κιτρινωπό με τη φέτα, θα έπρεπε να σε ρωτάει ο υπάλληλος ποιο τυρί εννοείς και όχι να καταλαβαίνει αυτομάτως το κίτρινο -χωρίς να γνωρίζεις μάλιστα ποιο ακριβώς είναι.
Αν υπάρχουν κρύα σάντουιτς -τα Στεργίου-Panini που παίρναμε πχ στο στρατό- με φέτα και με κάτι κιτρινωπό, θα έπρεπε να σε ρωτάνε πχ ποιο τυρί εννοείς, γιατί έχουμε πολλών λογιών κι όχι μόνο ένα.
Κι αν πηγαίνεις πχ στο σούπερ-μάρκετ, στον πάγκο με τα τυροκομικά, και δεις τις ταμπέλες που σε ενημερώνουν πως υπάρχει ένας πάγκος για τα τυριά και ένας άλλος, διαφορετικός τομέας για τη φέτα… τότε χάνεις κάθε ελπίδα συνεννόησης. Την οποία θα βρεις σύντομα όμως, στην έξοδο από αυτήν τη συζήτηση, μαζί με τα άλλα προσωπικά σου αντικείμενα, για να συνεννοηθούμε για πιο σοβαρά ζητήματα -μακάρι αυτά να ήταν που μας χωρίζουν. (Άλλωστε αφορμή για την ανάρτηση ήταν το μπάσιμο γνωστής βόρειας αλυσίδας στην πρωτεύουσα, που είναι από μόνο του ένα ενδιαφέρον ζήτημα για τις εξελίξεις στον κλάδο, αναλώθηκε όμως στο πώς θα συνεννοούνται πελάτες κι υπάλληλοι στον πάγκο των τυροκομικών).
Κάθε ασόβαρος, χαβαλετζίδικος, πλην κόσμιος αντίλογος, δεκτός.