Αμπέμπε Μπικίλα – Πού πας ξιπόλυτος στα αγκάθια;
Ο ξιπόλυτος Ολυμπιονίκης μας έδωσε έναν από τους πιο δυνατούς συμβολισμούς στην ιστορία του αθλητισμού.
Η παροιμία για αυτούς που τρέχουν ξιπόλυτοι στα αγκάθια, είναι ασφαλώς μεταφορική, απέκτησε όμως σχεδόν κυριολεκτική σημασία στην περίπτωση του Αιθίοπα Αμπέμπε Μπικίλα, που έτρεχε ξιπόλυτος στους πλακόστρωτους δρόμους της Ρώμης, καταφέρνοντας παρόλα αυτά να νικήσει στο Μαραθώνιο αγώνα δρόμου και να πάρει το χρυσό στους Ολυμπιακούς Αγώνες της “αιώνιας πόλης”, σε έναν πολύ δυνατό συμβολισμό για το τι μπορεί να πετύχει η ήπειρός του, η Αφρική, παρά τα φτωχά μέσα που διαθέτει.
Ο ίδιος βέβαια είχε απορρίψει τα παπούτσια, γιατί τον στένευαν και γιατί είχε συνηθίσει να τρέχει ξιπόλυτος στις προπονήσεις, παρά την προσπάθεια του προπονητή του να τον πείσει να τα βάλει, για να μη γίνει ρεζίλι η χώρα του. Οι δημοσιογράφοι που κάλπυταν τον αγώνα, δε θεώρησαν πως αξίζει να ασχοληθούν ιδιαίτερα με τον “παρακατιανό” δρομέα. Αυτός με τη σειρά του θα τους διέψευδε και θα τους ανάγκαζε να ασχολούνται μαζί του για μια δεκαετία σχεδόν κι ας ξεκίνησε σε μεγάλη σχετικά ηλικία να τρέχει σε επαγγελματικό επίπεδο.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, πήρε το χρυσό μετάλλιο και στους αγώνες του Τόκιο, αυτή τη φορά φορώντας αθλητικά παπούτσια, με το δεύτερο αθλητή να μπαίνει στο στάδιο τέσσερα λεπτά αργότερα, ενώ ο ίδιος κάθε άλλο παρά εξαντλημένος ένιωθε, έχοντας όρεξη για διατάσεις και μια επιπρόσθετη διαδρμοή. Κι αυτό, παρόλο που είχε χάσει ένα μεγάλο μέρος της προετοιμασίας, λόγω εγχείρισης σκωληκοειδίτιδας.
Η ξιπολυσιά του Μπικίλα δεν ήταν η μόνη ιδιαίτερη πρωτιά που είχε. Το βασικό ήταν πως έγινε ο πρώτος μαύρος Αφρικανός που έπαιρνε χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο, εκφράζοντας συμβολικά -κι άθελά του ίσως- την αφύπνιση της ηπείρου του, σε μια δεκαετία που σημαδεύτηκε από το ισχυρό αντι-αποικιοκρατικό κίνημα και τη συγκρότηση πολλών ανεξάρτητων κρατών. Το 64′ στο Τόκιο έγινε μάλιστα ο πρώτος που κατακτά δύο ολυμπιακές νίκες σε αυτό το αγώνισμα, σφραγίζοντας την κυριαρχία του.
Ο Μαραθώνιος ήταν το στοιχείο του. Γεννήθηκε άλλωστε ανήμερα της διεξαγωγής του αγωνίσματος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 1932. Μεγάλωσε ως βοσκός στα περίχωρα της Αντίς Αμπέμπα, σε μεγάλο υψόμετρο, μαθαίνοντας από μικρός να διανύει μαζί με το κοπάδι του μεγάλες αποστάσεις και να διαχειρίζεται τη σχετική έλλειψη οξυγόνου. Μπήκε στην Αυτοκρατορική Φρουρά του Σελασιέ αλλά αρχικά καταπιάστηκε με άλλα αθλήματα (όπως το χόκεϊ επί χόρτου), μέχρι να ανακαλύψει το ταλέντο του ο προπονητής του και να τον κατευθύνει στο Μαραθώνιο. Μολονότι ξεκίνησε σχετικά μεγάλος, σύντομα αναδείχτηκε κορυφαίος δρομέας της χώρας του, ενώ κατάπιε και το παγκόσμιο ρεκόρ του Ζάτοπεκ, για να έρθει η καταξίωση στους αγώνες της Ρώμης, όπου βρέθηκε σχεδόν τυχαία, αντικαθιστώντας ένα δρομέα που τραυματίστηκε. Τα επόμενα χρόνια κέρδισε διάφορους διεθνείς αγώνες, μεταξύ άλλων και την κλασική διαδρομή στην Αθήνα, αλλά δεν κατάφερε να τριτώσει το καλό στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Πόλης του Μεξικού το 68′, καθώς τραυματίστηκε στη διάρκεια του αγώνα κι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει.
Οι συμπατριώτες του τον υποδέχτηκαν υμνώντας το όνομά του -όπως διαβάζουμε στο Ριζοσπάστη.
Αμπέμπε, είσαι – πραγματικός ήρωας.
Αμπέμπε, είσαι – η δόξα της Αιθιοπίας.
Αμπέμπε, είσαι – το χαμόγελο της χώρας.
Αμπέμπε, είσαι – το αγαπημένο παιδί της πατρίδας.
Αμπέμπε, είσαι – λουλούδι που άνθισε.
Ο αυτοκράτορας τον γέμισε ακριβά δώρα, για να τον συλλάβει όμως μετά από ένα αποτυχημένο πραξικόπημα της φρουράς εναντίον του -ο ίδιος ήταν μέλος του σώματος, χωρίς να έχει όμως άμεση συμμετοχή στα γεγονότα. Τελικά οι… υπηρεσίες του προς την πατρίδα -δηλαδή τα μετάλλιά του- του εξασφάλισαν χάρη και του γλίτωσαν τη ζωή.
Το 69′ όμως ένα τροχαίο ατύχημα -όπου κάποιες πηγές αναφέρουν ότι έπεσε σε χαντάκι, προσπαθώντας να αποφύγει διαδηλωτές…- τον άφησε παράλυτο από τη μέση και κάτω, τερματίζοντας πρόωρα την αθλητική του πορεία, αν και συμμετείχε, συμβολικά περισσότερο, στο αγώνισμα της τοξοβολίας, στους Ολυμπιακούς του Μονάχου το 72′.
Ένα χρόνο αργότερα, στις 25 Οκτώβρη του 1973 μα εσωτερική αιμοραγία θα έκοβε πρόωρα το νήμα της ζωής του, αφήνοντας ωστόσο πίσω μια αξεπέραστη φήμη κι έναν από τους πιο δυνατούς συμβολισμούς, που μόνο ο αθλητισμός μπορεί να χαρίσει.