Λεονίντ Ίλιτς Μπρέζνιεφ – Ο Λεωνίδας φιλούσε υπέροχα
Σηματοδότησε το αποκορύφωμα και το τέλος συνάμα της σοβιετικής “μπελ επόκ”, αδυνατώντας να ανακόψει το ρεύμα που οδηγούσε με αργά, “μπρεζνιεφικά” βήματα στον εκτροχιασμό της ΕΣΣΔ προς αντεπαναστατική κατεύθυνση λίγα χρόνια μετά το θάνατό του.
Είναι γνωστό ότι στις έρευνες κοινής γνώμης στη σημερινή Ρωσία, οι θετικές απόψεις για την ΕΣΣΔ κυμαίνονται σταθερά και διαχρονικά σε πάνω από 50%, αγγίζοντας «σταλινικά» ποσοστά σε ανθρώπους που έζησαν κάποια χρόνια της εφηβικής ή ενήλικης ζωής τους στη μεγάλη σοβιετική πατρίδα. Ως επί το πλείστον οι θετικές αυτές αναμνήσεις εμπίπτουν χρονικά στην περίοδο της διακυβέρνησης του Λεονίντ Μπρέζνιεφ, αρκετά μακροχρόνια και χαρακτηριστική ώστε να λάβει το επίθετο «μπρεζνιεφική». Ο όρος βέβαια συνήθως παραπέμπει –κι όχι μόνο μεταξύ των βαμμένων αντισοβιετικών- σε ένα κράμα ιδεολογικών αγκυλώσεων, διαφθοράς, γραφειοκρατικής βαβέλ, και εμφανών πλέον προβλημάτων στη σοβιετική οικονομία. Πολλές φορές αυτός ο συνδυασμός παραγόντων αποδίδεται ως «μπρεζνιεφική στασιμότητα», η οποία όμως εκ των υστέρων τουλάχιστον δημιουργεί και συνειρμούς μιας γλυκιάς νωχέλειας μπροστά στην καταιγίδα που ερχόταν.
Ο Λεονίντ Ίλιτς Μπρέζνιεφ γεννήθηκε στις 19 Δεκέμβρη 1906 στο Καμένσκογιε της Ουκρανίας και ήταν γιος μεταλλεργάτη, που άρχισε να δουλεύει στα 15 του χρόνια. H πορεία του ήταν ενδεικτική των ευκαιριών που πρόσφερε η μετεπαναστατική Ρωσία σε νεαρούς εργάτες να βελτιώσουν το μορφωτικό και επαγγελματικό τους επίπεδο, κατορθώνοντας με βραδινές σπουδές και παράλληλη εργασία να αποφοιτήσει ως μεταλλειολόγος το 1935.
Μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος από το 1931, ανήλθε στην πολιτική ιεραρχία στα τέλη της δεκαετίας του ’30, με την αστική ιστοριογραφία να τον παρουσιάζει ως «ευνοούμενο» των κομματικών εκκαθαρίσεων της περιόδου, που κατέληξαν στην ανάδειξη μιας νέας γενιάς στελεχών στο κόμμα.
Υπηρέτησε ως πολιτικός επίτροπος στη διάρκεια του Παγκοσμίου Πολέμου και συνέχισε να υπηρετεί ένα διάστημα ως διοικητής στο Λβοφ μετά τον πόλεμο. Οι πολεμικές του εμπειρίες έγιναν βάση για το έργο του «Μικρή Γη», μέρος μιας αυτοβιογραφικής τριλογίας (Μικρή Γη, Αναγέννηση, Παρθένα Γη) που πήρε το βραβείο Λένιν και μετά τις ανατροπές αποδόθηκε σε ομάδα δημοσιογράφων στο περιβάλλον του Σοβιετικού ηγέτη. Το λογοτεχνικό ταλέντο του ηγέτη (ή των σκιωδών συγγραφέων του) έγινε στόχος πολυάριθμων ανεκδότων εντός κι εκτός ΕΣΣΔ, όπως και ο ίδιος ο Μπρέζνιεφ εξάλλου. Επί Περεστρόικα, το 1987, η τριλογία απομακρύνθηκε από τα βιβλιοπωλεία και πολτοποιήθηκε. Το 1950 έγινε μέλος του Ανώτατου Σοβιέτ και συνέχισε την ανοδική του πορεία, ως έμπιστος του Χρουτσόφ και στήριγμά του στην πολιτική «αποσταλινοποίησης» της ΕΣΣΔ. Ως γραμματέας της ΚΕ από το 1963, ο Μπρέζνιεφ προαλειφόταν ήδη ως επόμενος ηγέτης, η διαδικασία διαδοχής επισπεύστηκε ωστόσο με την ανατροπή του Χρουτσόφ το 1964. Δεν είναι ακριβώς εξακριβωμένο πότε μυήθηκε στα σχέδια αυτά ο Μπρέζνιεφ ή αν ήταν εγκέφαλος της ανατροπής του προκατόχου του, βέβαιο είναι πως σύντομα κατόρθωσε να σταθεροποιήσει τη θέση του ενάντια σε άλλους πιθανούς διεκδικητές όπως τον Κοσίγκιν και το Μικογιάν, κατηγορώντας το Χρουτσόφ για αμετροέπεια, παραμερισμό της συλλογικής καθοδήγησης στο κόμμα και οικονομικές αποτυχίες.
Ο Μπρέζνιεφ κατηγορήθηκε από τους αστούς για «νεοσταλινισμό» στην εσωτερική του πολιτική, λόγω της επανεισαγωγής του τίτλου του «Γενικού Γραμματέα του ΚΚΣΕ» (κι όχι πρώτου γραμματέα όπως επί Χρουτσόφ), της ανάδειξης εμπίστων του σε θέσεις κλειδιά του κόμματος και του κράτους, τη σκληρότερη πολιτική έναντι των αντιφρονούντων, με διασημότερο το γνωστό φασίστα συγγραφέα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν. Ο όρος βέβαια, εκτός από αντιεπιστημονικός γενικά, μαρτυρά και πολιτικό αναλφαβητισμό. Στην πραγματικότητα ο Μπρέζνιεφ είχε πολύ περισσότερα κοινά με τον προκάτοχό του, παρά με το Στάλιν, κι αυτό γίνεται φανερό ιδίως στην οικονομική πολιτική, που συνέχισε κι ενέτεινε τις παρεκκλίσεις από βασικές αρχές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, με αποκορύφωμα τις διαβόητες μεταρρυθμίσεις Κοσίγκιν. Αλλά και σε ιδεολογικό επίπεδο, οι θεωρίες περί «παλλαϊκού κράτους» και «ειρηνικής συνύπαρξης» (η τελευταία διαστρεβλωμένη λενινιστική έννοια) , εντάσσονταν σαφέστατα στη χρουτσοφική κληρονομιά.
Στην εξωτερική πολιτική επικρίθηκε ιδιαίτερα για το φερώνυμο «Δόγμα Μπρέζνιεφ» , όπως ονομάστηκε στη δύση, που δεν ήταν βέβαια τίποτε άλλο παρά η προσπάθεια υπεράσπισης του σοσιαλιστικού στρατοπέδου από τις απόπειρες εσωτερικής κι εξωτερικής υπονόμευσής του, με γνωστότερο επεισόδιο βέβαια την επέμβαση των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία. Κατά μία ειρωνεία της ιστορίας, ο Ντούμπτσεκ είχε μάλλον ευνοηθεί κατά την ανάρρησή του στην εξουσία από το Μπρέζνιεφ, με τον οποίο λίγους μήνες πριν την καταστολή της Άνοιξης της Πράγας, οι δυο τους αντάλλαξαν το λιγότερο διάσημο (γιατί άραγε;) από τα δυο φιλιά του σοβιετικού ηγέτη.
Απέναντι στη Δύση πάντως η πολιτική του πόνταρε στο σταδιακό αφοπλισμό και την αποκλιμάκωση, άσχετα αν τελικά διαφάνηκε πως μακροπρόθεσμα οι πολυάριθμες σχετικές συμφωνίες εν τέλει ευνόησαν περισσότερο τη Δύση. Σε κάθε περίπτωση, κυρίως χάρη στις σοβιετικές πρωτουβουλίες και υποχωρήσεις, απομακρύνθηκε για καιρό, μέχρι και την άνοδο του Ρήγκαν στις ΗΠΑ, το φάσμα της πυρηνικής απειλής από τον πλανήτη.
Επί ημερών του η ΕΣΣΔ συνέχισε να παρέχει σημαντική διεθνιστική βοήθεια στον Τρίτο Κόσμο, σε αντιαποικιακά και απελευθερωτικά κινήματα, στην Κούβα, αλλά και σε άλλες χώρες του σοσιαλιστικού συνασπισμού. Ακόμα και η επέμβαση στο Αφγανιστάν που τόσο λοιδορήθηκε, δεν ήταν παρά μια προσπάθεια ανακοπής του κύματος ισλαμιστικού φονταμενταλισμού που τροφοδότησε και τροφοδοτεί η Δύση, με ολοένα και πιο ολέθριες συνέπειες ως σήμερα. Ο πόλεμος του Αφγανιστάν ήταν και αφορμή για το διαβόητο μποϊκοτάζ των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στους Ολυμπιακούς της Μόσχας (και την αντιστροφή του αποκλεισμού σε εκείνους του Λος Άντζελες 4 χρόνια μετά), μάλλον της ομορφότερης σελίδας στα 18 χρόνια μπρεζνιεφικής παρουσίας. Η θρυλική τελετή λήξης αναδρομικά μπορεί να ερμηνευτεί σχεδόν ως κύκνειο άσμα μιας εποχής που τελείωνε, χωρίς να τουποψιάζεται κανείς. Αποχαιρέτα τον το Μίσα που χάνεις…
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα, με απόφαση της κυβέρνησης ΝΔ δε συμμετείχε στο δυτικό μποϊκοτάζ, αντανακλώντας τις καλές σχέσεις που είχε μεταπολιτευτικά η χώρα με την ΕΣΣΔ. Αυτές βέβαια “απογειώθηκαν” επί ΠΑΣΟΚ και Ανδρέα Παπανδρέου, προσθέτοντας έναν ακόμα λόγο για τον οποίο η μερική συνωνυμία του Λεονίντ Ιλίτς Μπρέζνιεφ με τον ηγέτη της Οχτωβριανής παρέμενε σε λεκτικό επίπεδο. Κι όμως, μια αφοριστική απόρριψη του ίδιου και της θητείας του στην ηγεσία της ΕΣΣΔ είναι εξίσου ατελέσφορη με τους σχοινοτενείς επαίνους που του απηύθυνε το διεθνές κι εγχώριο κομμουνιστικό κίνημα κάποτε. Αντί άλλης φλυαρίας, συνίσταται η ανάγνωση ενός παλιότερο κειμένου του Σφυροδρέπανου, που συνοψίζει τι (δεν) ήταν και τι ήθελε ο σύντροφος Μπρέζνιεφ.
Ο Μπρέζνιεφ ταλανιζόταν τα τελευταία χρόνια από σοβαρά προβλήματα υγείας και έφυγε από ανακοπή καρδιάς στις 10 Νοέμβρη 1982. Θα τον διαδεχόταν ο “αδιάφθορος” ηγέτης της KGB Γιούρι Αντρόποφ, σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης των συμπτωμάτων, όχι όμως και της ασθένειας που συνέχιζε να υπονομεύει το σώμα της Σοβιετικής Ένωσης, μιας ασθένειας που επί χρόνια απάλυναν τα μπρεζνιεφικά αναλγητικά.