TV και κυρίαρχη ιδεολογία: η προτεινόμενη μαζική μάθηση στα νέα κοινωνικά δεδομένα
Η εργαλειοποίηση του πνεύματος και του σώματος κι η μεταφορά του κυρίαρχου πολιτικού-κοινωνικού πλαισίου είναι το μίγμα των αξιών που διαμορφώνουν τις προσωπικότητες του πιο ευάλωτου κοινού και ιδιαίτερα της νεολαίας. Αυτή είναι ουσιαστικά και η βασική λειτουργία της ιδεολογίας.
Αν και με μειωμένο ρόλο τα τελευταία χρόνια λόγω της εξάπλωσης του διαδικτύου, η τηλεόραση παραμένει σταθερά το κυρίαρχο ΜΜΕ επωμιζόμενη σε μεγάλο βαθμό και τον πολιτισμικό – ψυχαγωγικό τομέα και τη μαζική του διάχυση στην κοινωνία ως πρότυπο, ως παράδειγμα, ως νέα τάση. Ορισμένα προγράμματα, μάλιστα, μπορούν να χαρακτηριστούν υβριδικά, αφού είναι ευμετάβλητο το μείγμα ενημέρωσης – ψυχαγωγίας που διατείνονται πως παρέχουν, ενώ τα αμιγώς ψυχαγωγικά προγράμματα, από τη σκοπιά της διάχυσης κυρίαρχων ιδεών και ιδεολογίας, μπορούν να θεωρηθούν ως η ανάποδη πλευρά της ενημέρωσης· εκείνη η πλευρά που τεκμηριώνει στη μακρά διάρκεια και με τον πιο απτό καθημερινό τρόπο την ευμετάβλητη φύση της πολιτικής επικαιρότητας.
Αν θεωρήσουμε πως όλο το υλικό της τηλεόρασης μεταφέρει την κυρίαρχη ιδεολογία σε διαφορετική μορφή (ενημέρωση – ψυχαγωγία), από διαφορετικό φορέα (εκπομπή – κανάλι) και σε διαφορετική αναλογία (αποϊδεολογικοποίηση – προπαγάνδα), πρέπει να κάνουμε ορισμένες αρχικές παρατηρήσεις. Προσπερνώντας τη διαπλοκή, τα δάνεια των καναλιών, τον τρόπο με τον οποίο πάρθηκαν – παίρνονται οι άδειες κ.λπ. και στρεφόμενοι στον κανόνα της καπιταλιστικής αγοράς θα λέγαμε πως το τηλεοπτικό πρόγραμμα είναι ένα εμπόρευμα που ικανοποιεί μια ανάγκη (αξία χρήσης), πρέπει να βρει το μερίδιό του στην αγορά για να επιβιώσει (να καρπωθεί την ανταλλακτική αξία), ενώ παράλληλα να μεταφέρει την αστική ιδεολογία (ιδεολογικός μηχανισμός). Το τρίτο, το να μεταφέρει την αστική ιδεολογία, συνδέεται και με το πρώτο (αξία χρήσης) και με το δεύτερο (να καρπωθεί την ανταλλακτική αξία). Το πρόγραμμα, δηλαδή, καλείται να μεταφέρει ιδέες (πάντα συνυφασμένες, βέβαια, με την τεχνική του ποιότητα), οι οποίες θα βρίσκουν ανταπόκριση στην κοινωνία, έτσι ώστε να «αγοραστεί». Ταυτόχρονα, αυτές οι ιδέες πρέπει να εναρμονίζονται με την κυρίαρχη ιδεολογία καλύπτοντας το φάσμα της, αλλά επειδή αυτό είναι δύσκολο, τουλάχιστον να καλύπτουν ορισμένες πλευρές της.
Από τα παραπάνω προκύπτει η λογική των target groups: τα προγράμματα – εμπορεύματα απευθύνονται σε διαφορετικές ηλικιακές, πολιτισμικές ή πολιτικές ομάδες με στόχο να «αγοραστούν» μέσω της αγοράς των εμπορευμάτων – διαφημίσεων. Εκκινώντας πάλι από την αρχή, φτάνουμε στο σημείο να συμπεράνουμε τον φετιχισμό των εμπορευμάτων – διαφημίσεων· τα εμπορεύματα – διαφημίσεις συνδέονται εμμέσως με τις ιδέες της κυρίαρχης ιδεολογίας που μεταφέρουν τα εμπορεύματα – προγράμματα: όποιος είναι καλός δέκτης των συγκεκριμένων ιδεών που μεταφέρει το πρόγραμμα, πιθανώς θα είναι κι αυτός που πρέπει να απευθυνθούν τα εμπορεύματα που διαφημίζονται.
Χρειάζεται, επομένως, μια μορφή «πολιτισμικής έρευνας αγοράς» από τα πάνω για να διαπιστωθεί ποιοι ακριβώς είναι ευεπίφοροι και σε ποιες συγκεκριμένες ιδέες της κυρίαρχης ιδεολογίας. Κι αυτή η έρευνα, για να είναι επιτυχής, χρειάζεται να παίρνει υπόψη της όχι μόνο όλο το φάσμα ιδεών που κυκλοφορούν στην κοινωνία, αλλά όλο το φάσμα των νέων ιδεολογικών τάσεων που αναπτύσσονται ή είναι δυνατόν να αναπτυχθούν σε μια κοινωνία που διαχωρίζεται όχι ταξικά, αλλά με βάση τις καταναλωτικές της συνήθειες που είναι καθορισμένες οικονομικά (εισόδημα, ταξική θέση) και ιδεολογικά – πολιτισμικά.
Με το «ιδεολογικά», εννοούμε, το σε ποιο target group εντάσσεται ο καθένας με βάση το φύλο, την ηλικία, την πολιτική συνείδηση, την πολιτισμική ταυτότητα, το κοινωνικά διαμορφωμένο και συνεχώς διαμορφούμενο γούστο· γνωρίζοντας, βέβαια, πως όλα αυτά σε μικρό η μεγαλύτερο βαθμό συνδέονται εγγενώς μεταξύ τους. Επιστρέφοντας στην αρχική ιδέα, αυτή η «πολιτισμική έρευνα αγοράς» χρειάζεται, δηλαδή, να παίρνει υπόψη της τα ήδη ιδεολογικά σταθερά κεκτημένα και να δημιουργεί τις συνθήκες για να διασπείρει και παράλληλα να καρπωθεί τα ρευστά επόμενα: παραφράζοντας τον Vygotsky, έτσι δημιουργούνται οι ζώνες επικείμενης ή εγγύτερης ανάπτυξης της κυρίαρχης ιδεολογίας εντός της κοινωνίας.
Στο παραπάνω πλαίσιο εξηγείται η συνύπαρξη παλιών και νέων ιδεών σε προγράμματα της τηλεοπτικής παραγωγής που αναπαράγουν εντός τους τις βασικές τάσεις του παρελθόντος και του μέλλοντος, του παλιού και του νέου. Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε ορισμένα τέτοια δίπολα που συνυπάρχουν: εθνικισμός – κοσμοπολιτισμός, ρατσισμός – διαφορετικότητα, μαζικό (mainstream) – εναλλακτικό (alternative), παραδοσιακό – μοντέρνο, ανταγωνισμός – φιλία, επαγγελματισμός – κοινωνικά μηνύματα κ.λπ.
Παράλληλα με αυτήν τη συγχρονική συνύπαρξη των διαφορετικών μειγμάτων της κυρίαρχης ιδεολογίας στα ψυχαγωγικά τηλεοπτικά προγράμματα, μπορούμε να διακρίνουμε και την διαχρονική – (σύντομη) ιστορική πορεία τους διακρίνοντας τις βασικές τους τάσεις, οι οποίες καθορίζονται βέβαια από τις γενικότερες κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις και τις πολιτισμικές αλλαγές στο πεδίο της μαζικής κουλτούρας. Η βασική τάση, λοιπόν, των ψυχαγωγικών προγραμμάτων και ιδιαίτερα της προμετωπίδας αυτών – δηλαδή των ριάλιτι – είναι η εξής.
Διακρίνεται η με αυξανόμενη ένταση εργαλειοποίηση όχι μόνο του πνεύματος, αλλά κυρίως του σώματος του συμμετέχοντος με στόχο να μεταφερθούν με πιο απτό τρόπο οι κυρίαρχες αξίες στο τηλεοπτικό κοινό. Στο πνεύμα και στο σώμα του συμμετέχοντος αποκρυσταλλώνονται οι αξίες του προγράμματος, προσωποποιούνται και παραδίδονται στην ηθική κρίση του κοινού. Ένα σαφές παράδειγμα των παραπάνω αποτελεί η ίδια η εξέλιξη της θεματολογίας τους: τα σχεδόν απρόσωπα τηλεπαιχνίδια ξερών γενικών γνώσεων του πρώτου καιρού μετασχηματίστηκαν βαθμιαία και κλιμακωτά σε τηλεπαιχνίδια που βασικό ρόλο παίζει το τζογάρισμα και η τύχη αντί των γνώσεων και έπειτα σε προσωποποιημένα ριάλιτι που στοχεύουν στο να εκτεθεί η ίδια η ζωή και ο χαρακτήρας του συμμετέχοντος. Η πιο πρόσφατη εκδοχή των τελευταίων είναι να συνδυάζεται η έκθεση του χαρακτήρα και της ζωής του συμμετέχοντος με την επαγγελματική αποκατάσταση και καταξίωσή του. Πλέον, δηλαδή, ο χαρακτήρας και η ζωή – εν τέλει η ίδια η προσωπικότητα – του συμμετέχοντος δεν αιωρείται σε εντελώς α-κοινωνικό και α-πολιτικό πλαίσιο, αλλά μεταφέρεται ακριβώς το συγκεκριμένο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα αναδειχθεί και θα κριθεί η προσωπικότητα του συμμετέχοντος με βάση τις κυρίαρχες αστικές αξίες.
Ο τελικός συνδυασμός των τριών παραπάνω (εργαλειοποίηση πνεύματος – σώματος, μεταφορά πολιτικού – κοινωνικού πλαισίου, ανάδειξη και κρίση προσωπικότητας) αποτελεί αυτό το μείγμα που κάνει πολύ πιο απτές τις αξίες με τη μεταφορά των οποίων διαμορφώνονται και οι ίδιες οι προσωπικότητες του πιο ευάλωτου κοινού και ιδιαίτερα της νεολαίας. Ο συνδυασμός αυτός αποτελεί ουσιαστικά μια διαμεσολαβημένη μέσω της κυρίαρχης ιδεολογίας προσομοίωση του πώς αναμένεται από το σύστημα να δράσει κάποιος σήμερα· αποτελεί μια παραμορφωτική εικόνα της πραγματικότητας η οποία όμως βρίσκει πεδίο δράσης στην ίδια την πραγματικότητα. Αυτή είναι ουσιαστικά και η βασική λειτουργία της ιδεολογίας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο ενθαρρύνονται και οι συγκρούσεις αξιών μέσω των συγκρούσεων προσωπικοτήτων διαμορφώνοντας αξιακά δίπολα: έτσι, ενώ την ίδια ώρα μπορεί να κυριαρχεί η αξία του υπερανταγωνιστικού επαγγελματισμού της υπακοής στον εργοδότη ή πελάτη, παράλληλα ως αντίβαρο μεταφέρεται και η αξία της πάσης φύσεως διαφορετικότητας ή διάφορων άλλων κοινωνικών μηνυμάτων που φυσικά και δεν άπτονται καθόλου της φτώχειας, της εξαθλίωσης, της ταξικής διάρθρωσης των κοινωνιών και φυσικά των αιτίων τους. Ενώ την ίδια ώρα μπορεί να προβάλλεται ο καταμερισμός εργασίας της «βαριάς βιομηχανίας του τουρισμού» ως μια κάποια επαγγελματική διέξοδος του παίκτη που μέσω της συμμετοχής του ευελπιστεί να αναδειχθεί και να επιβιώσει στο συγκεκριμένο επαγγελματικό χώρο, παράλληλα μεταφέρεται και η αξία τελειομανίας αυτής της εργασίας, καθώς αυτή πρόκειται να απευθυνθεί στα υψηλότερα κλιμάκια της αστικής τάξης.
Το τελευταίο είναι τουλάχιστον καταπληκτικό. Την ώρα που ανορθολογισμός, στερεότυπα, θεωρίες συνωμοσίας, μαγγανείες κ.λπ. κυριαρχούν σε μια κοινωνία που ισχυρίζεται πως παρέχει παιδεία της καλλιέργειας κριτικής σκέψης, την ώρα που οι κοινωνικές – ανθρωπιστικές σπουδές αντιμετωπίζονται υποτιμητικά εντός του καπιταλισμού αφού σε μεγάλο βαθμό δεν αποφέρουν κέρδη, την ώρα που η προπαγάνδα στην ενημέρωση δεν περιορίζεται στην ερμηνεία της είδησης, αλλά και στην ίδια την είδηση (fake news)· την ώρα, δηλαδή, που στον σύγχρονο κόσμο χρειάζεται τέτοια ευρεία γνώσεων και όξυνση της κριτικής σκέψης για να ανταποκριθεί κάποιος τουλάχιστον ως πολίτης, αντ’ αυτού η κυρίαρχη ιδεολογία μεταφέρει αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «επιστημονικοποίηση του σερβιτόρου» μέσα από μια μπιχεβιοριστική κοινωνική άμεση μάθηση του συγκεκριμένου παραδείγματος.
Όλο το άνωθεν σκηνικό προσιδιάζει με μια βιομηχανία διαμόρφωσης προτύπων του νέου εργατικού δυναμικού ως υπηρετών του μεγάλου κεφαλαίου. Μέσω αυτής, το ανυποψίαστο κοινό εκπαιδεύεται να συναινεί στην κυριαρχία του και να προσαρμόζεται στις επιταγές του περιμένοντας τη δική του σειρά. Εκπαιδεύεται με τη μορφή ηθικών κρίσεων καλού ή κακού, δίκαιου ή άδικου να συμμετέχει νοερά σε μια διαδικασία ανάπτυξης και διάχυσης αστικών διλημμάτων όσον αφορά την ίδια την προσωπικότητα του ανθρώπου ως εργαζόμενου.
Στα ίδια κανάλια σε διαφορετική ώρα ή σε διαφορετικά κανάλια στην ίδια ώρα μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει οποιοδήποτε τέτοιο μείγμα αξιών ή συγκρούσεών τους επιθυμεί: το μυστικό της επιτυχίας και της αστικής δημοκρατίας και της κυρίαρχης ιδεολογίας είναι ότι δίνει επιλογές στο κοινό. Η «ελεύθερη αγορά» των ιδεολογικών αξιών υποτίθεται πως ανεβοκατεβαίνει εδώ σαν σε χρηματιστήριο με τα κλικ των κουμπιών του κοινού που υποτίθεται πως έχει τη δύναμη να απορρίψει και να επιβραβεύσει. Στην πραγματικότητα, όμως, ολόκληρη η παλέτα αυτών συνιστά την διάδοση της κυρίαρχης ιδεολογίας και η αλλαγή των κλικ δεν εκλαμβάνεται ως αποδοκιμασία των προβαλλόμενων ιδεών· εκλαμβάνεται ως αποτυχία του προγράμματος να τις μεταφέρει με ενδιαφέροντα κι αποτελεσματικό τρόπο. Και αυτό στην ελεύθερη αγορά μεταφράζεται πολύ απλά, πολύ καθαρά και εντελώς αναμενόμενα: αντικατάστασή του με ένα αποτελεσματικότερο.