I, Daniel Blake … «εγώ, ο καθένας από εμάς»
Ένα πολύ καλό φιλμ, ικανό να ευαισθητοποιήσει και να προβληματίσει, χωρίς υπερβολές ή ακραίες δραματοποιήσεις των φαινομένων, και χωρίς να τραβάει το συναίσθημα του θεατή από τα μαλλιά.
Αναζητώντας το νανουριστικό1 μου μερικές μέρες πριν, έπεσα πάνω σε μια «άγνωστη» ταινία της οποίας το σενάριο μου κίνησε το ενδιαφέρον, και, έχοντας δει σχεδόν οτιδήποτε άλλο έχει κυκλοφορήσει αυτόν τον καιρό, αποφάσισα να της δώσω μια ευκαιρία. Η ταινία όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν διόλου άγνωστη, απλά εγώ δεν είχα προσέξει το όνομα του σκηνοθέτη (Ken Loach), αν και κατά τη μέση της ταινίας μάντεψα –από τα συμφραζόμενα- ότι ήταν δική του.
Πρόκειται για την ταινία I, Daniel Blake που αφηγείται την ιστορία ενός 59χρονου μαραγκού οικοδομών, ο οποίος αναγκάστηκε να σταματήσει την δουλειά του εξαιτίας ενός εμφράγματος που υπέστη. Ο καθόλα αξιοπρεπής κύριος Blake, είναι ένας καθημερινός λαϊκός ήρωας, που, από τη στιγμή του εμφράγματος και πέρα μπαίνει σε ένα σωρό μπελάδες. Χωρίς να θέλω να αποκαλύψω πολλά για την ταινία, θα πω ότι βρίσκεται αντιμέτωπος με την βρετανική γραφειοκρατία, τις επιτροπές τεχνοκρατών, τον αντίστοιχο βρετανικό ΟΑΕΔ, κ.α. Όλα αυτά στην προσπάθεια του να πάρει είτε επίδομα ανεργίας είτε επίδομα αναπηρίας, αφού οι γιατροί του απαγορεύουν αυστηρά να επιστρέψει στην εργασία του. Ο ίδιος, αγαπάει την δουλειά του και ελπίζει ότι κάποια στιγμή θα ξαναγυρίσει, μάλιστα επισκέπτεται συχνά την οικοδομή και τους συναδέλφους του, αφού έχοντας χάσει τη γυναίκα του τους νιώθει κάτι σαν δεύτερη οικογένεια του.
Μεταξύ άλλων ο ξεροκέφαλος –και με το δίκιο του- Daniel, καλείται να αποδείξει στον ΟΑΕΔ ότι ψάχνει δουλειά (διαφορετικά επίδομα δεν έχει), να μάθει τη χρήση υπολογιστών για να στείλει μια ατελείωτη σειρά από αιτήσεις, και, όπως και ο ίδιος παραδέχεται «μπορώ να σου φτιάξω ένα σπίτι από την αρχή μέχρι το τέλος, αλλά δεν έχω ιδέα από αυτά τα μαραφέτια». Προσωπικά, γέλασα πολύ στη σκηνή που προσπαθεί να μάθει να χρησιμοποιεί το ποντίκι, αλλά δε θα σας πω περισσότερα.
Αν κάτι έχει αξία στην ταινία πέρα από την καλή σκηνοθεσία και την άριστη ηθοποιία, είναι το πόσο πιστά αποτυπώνονται οι επιπτώσεις της κρίσης στις λαϊκές γειτονιές των αγγλικών πόλεων. Κοινωνικά παντοπωλεία, ουρές για συσσίτια, ξενώνες αστέγων, ανεργία, τσαλάκωμα της αξιοπρέπειας, αδιέξοδα, και πάνω σε όλα αυτά ένα κράτος το οποίο μοιάζει να έχει σαν αποστολή του να κάνει τα δύσκολα δυσκολότερα. Το φιλμ σε κάνει να απορείς τι «αμαρτίες» πληρώνει ο βρετανικός λαός, και πόσο οι τιμωρίες για τις «αμαρτίες» αυτές μοιάζουν με τις δικές μας εδώ στην Ελλάδα. Μάλλον θα ήταν και αυτοί σπάταλοι, τεμπέληδες, κομπιναδόροι, όπως λένε και για εμάς τους Έλληνες διάφορα παπαγαλάκια. «Κρίση, ποια κρίση, γεμάτες οι καφετέριες…»
Η ταινία, εκτός του ότι μου άρεσε πάρα πολύ με συγκίνησε κιόλας. Σε αυτό συνέβαλαν οι άριστες ερμηνείες όλων των ηθοποιών σε μικρότερους και μεγαλύτερους ρόλους, η αλληλεπίδραση μεταξύ τους, η ταύτιση με τις περιγραφόμενες καταστάσεις που μπορεί να νιώσει ο καθένας που βιώνει την καπιταλιστική κρίση, και ο συμπαθητικός χαρακτήρας του πρωταγωνιστή (David Johns) που θα μπορούσε να ήταν ο παππούς, ο πατέρας ή ο αδερφός μας (ή και εμείς οι ίδιοι actually).
Όπως καταλάβατε, την ταινία σας την συνιστώ ανεπιφύλακτα, απλά θα ήθελα να σημειώσω δυο πράγματα ακόμα, προσπαθώντας να μην γίνω πολύ μαρτυριάρης (ή spoilerιάρης αν προτιμάτε). Ο Μαρξ λέει πως «οι φιλόσοφοι προσπαθούσαν να περιγράψουν τον κόσμο, εμείς θέλουμε να τον αλλάξουμε». Θα λέγαμε ότι το πρώτο σκέλος αυτής της δήλωσης ταιριάζει γάντι στο «I, Daniel Blake», αφού ο σκηνοθέτης, πέρα από το να δώσει με αριστοτεχνικό και ανθρώπινο τρόπο μια εικόνα για το πώς βιώνει ο απλός κόσμος την κρίση στην Αγγλία, δεν προχωράει καθόλου παραπέρα. Οι ήρωες μένουν κλεισμένοι στον εαυτό τους, ή, στην καλύτερη περίπτωση μοιράζονται τον πόνο τους με ένα μικρό κύκλο φίλων και συμπασχόντων. Απόγνωση, πείσμα, οργή, απάθεια, μάταια ξεσπάσματα, ντροπή, είναι μερικά από τα συναισθήματα που αποδίδουν αριστοτεχνικά οι ηθοποιοί στην οθόνη και σε αυτά μένουν παγιδευμένοι μέχρι το τέλος.
Προσωπικά, θα με ενδιέφερε περισσότερο αν η ταινία έδειχνε και προς κάποια διέξοδο από όλο αυτό το λαβύρινθο, όχι ατομική, διότι τι και αν σωθεί ένας οι υπόλοιποι θα μείνουν μετέωροι, αλλά συλλογική. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι ο σκηνοθέτης θα έπρεπε να εισάγει κάποιο όραμα στην ταινία, και να πάει ένα βήμα παραπέρα από το να περιγράψει τον κόσμο. Δεν του το χρεώνω αυτό του Loach, απλά εγώ θα ευχαριστιόμουν πολύ περισσότερο την ταινία αν εξερευνούσε και αυτήν την εκδοχή. Πάντως, ακόμη και έτσι, το I Daniel Blake, είναι ένα πολύ καλό φιλμ, ικανό να ευαισθητοποιήσει και να προβληματίσει, χωρίς υπερβολές ή ακραίες δραματοποιήσεις των φαινομένων, και χωρίς να τραβάει το συναίσθημα του θεατή από τα μαλλιά. Σε όλα αυτά, ας προστεθεί και μια νότα διακριτικού μαύρου χιούμορ που δένει απόλυτα με το υπόλοιπο μείγμα.
Λαγωνικάκης Φραγκίσκος (Poexania)
1 Μου αρέσει –ή πιο σωστά μου έχει γίνει συνήθεια- όταν πέφτω για ύπνο να βάζω να βλέπω κάποια ταινία ή κάποια σειρά για να νανουριστώ.