Το σύντομο καλοκαίρι του Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι
Πρωταγωνιστής του Ισπανικού Εμφυλίου, πέρασε ακόμα περισσότερο στη σφαίρα του θρύλου με τον μυστηριώδη θάνατό του σαν σήμερα το 1936.
«Εμείς είμαστε που χτίσαμε αυτές τις πόλεις και αυτά τα παλάτια – εδώ στην Ισπανία και στην Αμερική και παντού. Εμείς οι εργάτες μπορούμε να στήσουμε άλλες πόλεις και παλάτια στη θέση τους. Κι ακόμα καλύτερα. Δεν φοβόμαστε καθόλου τα ερείπια. Θα είμαστε οι κληρονόμοι αυτής της γης… Εδώ στην καρδιά μας, κουβαλάμε έναν νέο κόσμο. Τώρα, αυτή τη στιγμή, μεγαλώνει αυτός ο κόσμος».
Αυτά είναι μερικά από τα λόγια του Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι, του πιο διάσημου Ισπανού αναρχικού, σε μια χώρα με μεγάλη αναρχική παράδοση. Το όνομά του σημαίνει κάτι σαν «καλή περιπέτεια» και πράγματι η ζωή του ήταν γεμάτη περιπέτειες, όχι όμως πάντα ευχάριστες για τον ίδιο. Πρωταγωνιστής του Ισπανικού Εμφυλίου, πέρασε ακόμα περισσότερο στη σφαίρα του θρύλου με τον μυστηριώδη θάνατό του σαν σήμερα το 1936.
Γεννήθηκε στις 14 Ιούλη 1896 στη συντηρητική πόλη Λεόν. Ο πατέρας και τα επτά αδέρφια του ήταν σιδηροδρομικοί. Διακρίθηκε ως μαθητής, λαμβάνοντας βραβεία, ενώ επισκεπτόταν και το κατηχητικό των Καπουκίνων μοναχών. Στα 14 του άρχισε να εργάζεται ως μηχανικός και εργάτης σε χυτήριο, ενώ αργότερα δούλεψε κι ως κλειδαράς, παρακολουθώντας παράλληλα νυχτερινό σχολείο. Η επαφή του με εργάτες από την περιοχή των Αστουριών τον οδήγησε στο σοσιαλδημοκρατικό συνδικάτο και το 1917 συμμετείχε, μαθητευόμενος τότε στους βορειοισπανικούς σιδηροδρόμους στην απεργία της Γενικής Ένωσης Εργατών (UGT). Η απεργία καταπνίγηκε από το στρατό και ο ίδιος όπως και άλλοι απεργοί συνελήφθησαν. Στη συνέχεια συμμετείχε στο αναρχοσυνδικαλιστικό συνδικάτο CNT, στρατολογώντας αρκετά νέα μέλη, κάτι που τον έφερνε σε σύγκρουση με τους σοσιαλδημοκράτες που κυριαρχούσαν στην περιοχή των Αστουριών. Για να αποφύγει τη στρατιωτική θητεία, ο Ντουρούτι πήγε στη Γαλλία, μένοντας ως το 1920 στο Παρίσι, όπου κράτησε την επαφή του με αναρχοσυνδικαλιστές.
Το 1920 επέστρεψε στην Ισπανία και συνελήφθη αμέσως ως λιποτάκτης. Στη διάρκεια της υπηρεσίας του στο στρατό τραυματίστηκε σοβαρά και απολύθηκε. Πήγε στη Βαρκελώνη όπου έγινε μέλος αναρχοσυνδικαλιστικής πολιτοφυλακής, που είχε δημιουργηθεί ως απάντηση στη δολοφονία 33 αναρχοσυνδικαλιστών μετά το 1917 στην πόλη. Ο Ντουρούτι κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε πολλές ενέργειες πολιτικής βίας, όπως τη δολοφονία του αρχιεπισκόπου της Σαραγόσα το 1923.
Μαζί με τον ομοϊδεάτη του Φρανθίσκο Ασκάνο ίδρυσε την ένωση των «Δικαίων» (Λος Χουστιθεριόες), προδρόμων των «Αλληλέγγυων» (Λος Σολιδάριος). Η επιβολή της δικτατορίας του Πρίμο ντε Ριβέρα τον οδήγησε εξόριστο στο Παρίσι, όπου δούλεψε ως κλειδαράς στη Ρενώ.
Καταζητούμενος σε Γαλλία, Λατινική Αμερική και Ισπανία, πήγε το 1924 στην Κούβα, απ’όπου επίσης εκδιώχθηκε καταλήγοντας τελικά σε φυλακή του Παρισιού. Το 1927 γνώρισε τη σύντροφο της ζωής του Εμιλιέν Μορέν, με την οποία απέκτησαν το 1931 μια κόρη.
Μετά από περιπλάνηση στη Γερμανία και το Βέλγιο επέστρεψε το 1932 στην Ισπανία, όπου στο μεταξύ είχε αποκατασταθεί η κοινοβουλευτική δημοκρατία και είχε ανασυσταθεί η CNT. Ο ίδιος συμμετείχε την ίδια χρονιά σε εξέγερση στο Άλτο Γιομπρεγκάτ μετά την αποτυχία της οποίας συνελήφθη και εξορίστηκε στη Φουερτεβεντούρα. Επέστρεψε στη Βαρκελώνη μετά από γενική απεργία της CNT τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς κι έκτοτε πρωτοστάτησε σε εξεγέρσεις και απεργίες, ερχόμενος σε σφοδρή σύγκρουση με σοσιαλδημοκράτες και κομμουνιστές, για διαφορετικούς λόγους. Ο Ντουρούτι είχε ηγετικό ρόλο στη FAI, την Αναρχική Ομοσπονδία Ιβηρικής, επικρίνοντας όμως τη CNT για ό,τι εξελάμβανε ως «λεγκαλισμό» του τελευταίου, δηλαδή την προσκόλληση στην αστική νομιμότητα.
Μετά την άνοδο των δημοκρατικών στην εξουσία το 1936 η CNT – FAI εγκαθίδρυσαν για πρώτη φορά μια αναρχοσυνδικαλιστική αρχή στη Βαρκελώνη, μετά από ένοπλη πάλη. Μετά το πραξικόπημα του Φράνκο, ο Ντουρούτε έγινε οργανωτής και διοικητής της διάσημης Ταξιαρχίας Ντουρούτι, μιας αναρχικής πολιτοφυλακής που προσπάθησε μάταια να ανακτήσει τη Σαραγόσα από τους εθνικιστές που την είχαν καταλάβει.
Παρά την αδιαμφισβήτητη γενναιότητα των Ισπανών αναρχικών, η πολιτική τους αντικειμενικά δε βοήθησε στην απόκρουση της επίθεσης του Φράνκο. Η άρνησή τους να συντονιστούν με τις ενέργειες της κεντρικής Δημοκρατικής κυβέρνησης, τα οικονομικά προβλήματα που δημιούργησε η διαχείρισή τους στις περιοχές που ήλεγχαν και η μεγάλη έμφαση που έδιναν στην υπονόμευση των Ισπανών κομμουνιστών, που συναγωνίζονταν μόνο εκείνη των τροτσκιστών του POUM, έβαζαν σοβαρά εμπόδια. Εξάλλου ήδη από την εποχή της δικτατορίας του Ριβέρα, ο Ντουρούτι είχε δηλώσει πως προτιμά μια «δικτατορία της δεξιάς αστικής τάξης παρά τη δικτατορία των κομμουνιστών». Προφανώς η εχθρότητα αυτή ήταν αμφίδρομη, είναι όμως λογικό πως οι αναρχικοί είχαν κάθε λόγο να φοβούνται περισσότερο την ενίσχυση των κομμουνιστών, καθώς η ΕΣΣΔ ήταν η βασική αιμοδότης των Δημοκρατικών ενώ και η πειθαρχία των Ισπανών κομμουνιστών μεγάλωνε αλματωδώς την επιρροή τους στο λαό.
Δυο βδομάδες περίπου πριν το θάνατό του, στην τελευταία του δημόσια ομιλία στο ραδιόφωνο της Βαρκελώνης, ανήμερα της εισόδου τεσσάρων αναρχικών στην κυβέρνηση, ο Ντουρούτι ουσιαστικά επέκρινε την κίνηση αυτή ως υπονόμευση της επανάστασης στο όνομα της ενότητας της αντιφασιστικής πάλης . Το ακριβές κείμενο δεν παραδίδεται, καθώς η αναρχική «Εργατική Αλληλεγγύη» την επόμενη μέρα δημοσίευσε λογοκριμένη εκδοχή της ομιλίας, από την οποία πάντως διακρίνεται η αντίθεσή του στη στρατιωτικοποίηση των αναρχικών ενόπλων ομάδων. Επιπλέον, ο Ντουρούτι ήταν αρνητικός αρχικά στη μετάβαση της ταξιαρχίας του στην πολιορκημένη Μαδρίτη, αλλάζοντας γνώμη μετά από παρέμβαση του γγ της CNT και της αναρχικής υπουργού υγείας Φεδερίκα Μοντσένυ.
Παραμένοντας πάντα στην πρώτη γραμμή, ο Ντουρούτι δέχτηκε στις 19 Νοέμβρη 1936 μια πισώπλατη σφαίρα, στη διάρκεια της πολιορκίας της Μαδρίτης, υποκύπτοντας στα τραύματά του μια μέρα μετά. Για το θάνατό του ακούστηκαν πιθανά και απίθανα σενάρια, ενώ μέχρι σήμερα τα ακριβή αίτια παραμένουν αδιευκρίνιστα. Η επίσημη εκδοχή της CNT – FAI ήταν πως έφυγε από σφαίρα φασίστα, ενώ ο Σοβιετικός δημοσιογράφος και συνεργάτης της NKVD Μιχαήλ Κόλτσοφ, που αργότερα, το 1940, εκτελέστηκε ως τροτσκιστής, δημοσίευσε στην Πράβντα άρθρο με το οποίο επέρριπτε την ευθύνη του θανάτου στους συντρόφους του Ντουρούτι, λόγω προσχώρησής του υποτίθεται στους κομμουνιστές.
Σήμερα η πιθανότερη εκδοχή θεωρείται εκείνη του ατυχήματος πιθανόν από εκπυρσοκρότηση του δικού του όπλου ή κάποιου συντρόφου του. Η κηδεία του ήταν σχεδόν τόσο περιπετειώδης όσο και η ζωή του, καθώς το πτώμα του έπρεπε να μεταφερθεί από τη Μαδρίτη στη Βαρκελώνη εν μέσω μαχών. Την κηδεία του παρακολούθησε πάνω από μισό εκατομμύριο κόσμος, σε μια στιγμή που από πολλούς θεωρείται το τέλος της κλασικής εποχής της ισπανικής αναρχίας.