Εμείς δε θέλουμε παιδιά το βασιλιά… – Σημειώσεις για το δημοψήφισμα της 8ης Δεκέμβρη 1974
Ο λαός γκρέμισε με την ψήφο και τον αγώνα του τη μοναρχία και βγήκε στους δρόμους να πανηγυρίσει τη νίκη του -ενάντια στην… ουδετερότητα της εκλεγμένης κυβέρνησής του. Τα επόμενα χρόνια θα διαπίστωνε από την πείρα του πως ο εθχρός αλλάζει απλώς πιόνια και αξιωματικούς, παραμένοντας κραταιός και φορώντας ακόμα και το πράσινο χρώμα της ελπίδας, με κόκκινα συνθήματα, για ξεγελάσει και να ενσωματώσει κάθε ριζοσπαστική διάθεση.
Το δημοψήφισμα αυτό έγινε τρεις εβδομάδες μετά τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου -που με τη σειρά τους έγιναν πάνω στην πρώτη επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Η κοινή λογική θα όριζε μια αντίστροφη χρονική ακολουθία, να οριζόταν δηλαδή πρώτα η μορφή του πολιτεύματος και στη συνέχεια να διενεργούνταν εκλογές. Επικράτησε όμως η πολιτική σκοπιμότητα και οι υπολογισμοί του Καραμανλή, που δε θα συγκέντρωνε ποτέ το 54% των ψήφων στις εκλογές, αν είχε αναγκαστεί να πάρει θέση σε αυτό το ζήτημα -ή και αν αρνούνταν να πάρει θέση, όπως τελικά έγινε. Έτσι εξηγείται η αντίφαση πως ο ίδιος “κυρίαρχος λαός” που έδωσε αυτό το εντυπωσιακό ποσοστό στη ΝΔ, καταψήφισε ακόμα πιο μαζικά το θεσμό της βασιλείας, χωρίς αντίστοιχη γραμμή από το “λαοπρόβλητο εθνάρχη”. Κι αυτό λέει πολλά για το πόσο συγκυριακό ήταν το ποσοστό που πήρε η Δεξιά τότε, ως η παραδοσιακή στέγη των βασιλόφρονων και των χουντικών σταγονιδίων.
Ο Καραμανλής θέλησε να εμφανιστεί… “ενωτικός” όχι τόσο απέναντι στο έθνος (ως “εθνάρχης”) που έδειξε τι ήθελε, όσο κυρίως στην ίδια του την παράταξη, γιατί “είναι φυσικό ένα τόσο μεγάλο κόμμα να έχει οπαδούς και των δύο πολιτευμάτων”. Σκεφτείτε το δράμα αυτής της… “μεγάλης παράταξης”, τους χουντικούς ενάντια στους βασιλόφρονες, τον εσωτερικό της διχασμό. Αλλά και πόσο εύκολα τα ξεπέρασαν όλα, για να συνυπάρξουν ειρηνικά, με κινητήριο μοχλό τη συγκολλητική δύναμη της εξουσίας (το μέλι πάντα κολλάει). Φανταστείτε επίσης πόσο φαιδρό θα ήταν να συμβαίνει κάτι αντίστοιχ σε ένα άλλο κόμμα εξουσίας, πχ σε ένα Κομμουνιστικό Κόμμα της εποχής, για ένα τέτοιο θέμα: άλλοι να είναι πχ υπέρ της Λαϊκής Δημοκρατίας κι άλλοι υπέρ μιας “καθαρής, σκληρής” δικτατορίας του προλεταριάτου. Όχι. Τέτοιο γέλιο είναι προνόμιο των “Αρίστων” της αριστοκρατικής Δεξιάς.
Για να κρατήσει ισορροπίες, ο Καραμανλής αρνήθηκε να πάρει θέση και επέβαλε αυστηρή ουδετερότητα στους βουλευτές του. Πέτυχε όμως και την “αποκομματικοποίηση” του προεκλογικού αγώνα, κατά τον οποίο μιλούσαν μεν δημόσια διάφορες προσωπικότητες, όχι όμως με την πολιτική τους ιδιότητα.
Ο ίδιος είχε έρθει στο παρελθόν σε σύγκρουση με το Παλάτι, όταν διατύπωσε το περίφημο ρητορικό ερώτημα “ποιος κυβερνά επιτέλους αυτόν τον τόπο;”. Κάτι που δε φαινόταν να τον προβληματίζει όταν ήταν ο εκλεκτός του Παλατιού, για να διαδεχτεί τον Παπάγο, ενάντια στην “επετηρίδα” και την ιεραρχία του Συναγερμού. Αλλά το πιο σημαντικό για έναν αστό πολιτικό ηγέτη του βεληνεκούς του, που ξέφευγε από το “μικροκομματικό συμφέρον”, ήταν η ανανέωση του αστικού πολιτικού συστήματος, κι η ικανότητά του να ενσωματώνει τις λαϊκές, ριζοσπαστικές διαθέσεις. Δεν είναι τυχαίο πως όλα τα παλιά αστικά κόμματα έκλεισαν τον κύκλο τους με τη Μεταπολίτευση -κι αυτό ίσχυε ακόμα και για την ΕΔΑ, που αντιστοιχούσε προφανώς σε άλλες συνθήκες, με τελείως διαφορετικά δεδομένα (το ΚΚΕ στην παρανομία).
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, ο Γλύξμπουργκ δηλαδή για να συνεννοούμαστε, δεν είχε προβάλει την παραμικρή αντίσταση ενάντια στη χούντα των Συνταγματαρχών, πέραν του ότι δε χαμογελούσε πολύ στις φωτογραφίες μαζί τους, όταν ανέλαβαν την εξουσία. Πιθανότατα αυτό έγινε γιατί πρόλαβαν στη γωνία το δικό του πραξικόπημα, των Στρατηγών, παρακάμπτοντας την ιεραρχία στο στράτευμα. Και όταν εκδηλώθηκε τελικά και απέτυχε, τα έσπασε για αυτόν ακριβώς το λόγο με τη χούντα, που το 73′ με το δικό της δημοψήφισμα, καθιέρωσε την… αβασίλευτη δικτατορία -αν μπορεί να είναι πολιτικά δόκιμος αυτός ο όρος.
Κανένα πολιτικό κόμμα δεν αναγνώρισε αυτό το δημοψήφισμα -παρά το 78% που ήταν μάλλον γνήσιο κι αντιπροσωπευτικό. Το “ωραίο της υπόθεσης” πάντως είναι πως με τη Συντακτική Πράξη του Καραμανλή, επανήλθε σε ισχύ το Σύνταγμα του 52′, χωρίς τις επίμαχες διατάξεις του για το Πολίτευμα, κι έτσι προσωρινά, αρχηγός του κράτους φαινόταν ο Φαίδων Γκιζίκης, δηλαδή ο ΠτΔ (όπου το Δέλτα μπορεί να είναι-διαβαστεί κι ως δικτατορία) της χούντας!
Ένα προεκλογικό φυλλάδιο των φιλοβασιλικών ανέφερε τον Κωνσταντίνο Γλύξμπουργκ ως τον πρώτο αντιστασιακό κατά της χούντας και τους οπαδούς του βασιλιά ως την πλειοψηφία των θυμάτων της… Παράλληλα σημείωνε ως επιχείρημα την ευημερία σε χώρες όπως η Αγγλία και η Ολλανδία, που έχουν κρατήσει το θεσμό της βασιλείας, καθώς και ότι από τις υπόλοιπες δεκάδες χώρες, μόνο τέσσερις κυβερνούνται δημοκρατικά στην πραγματικότητα, χωρίς όμως να διευκρινίζει ποιες είναι αυτές. Χαριστική βολή στη νοημοσύνη μας ο ισχυρισμός πως το Παλάτι μπορεί να δράσει εξισορροπητικά σε κομματικές έριδες και να αποτρέψει στρατιωτικά κινήματα και πραξικοπήματα -όπως έδειξε στην πράξη η ιστορική πείρα…
Από την άλλη πλευρά, έχει μείνει στην ιστορία το εμβληματικό σκίτσο του Ορνεράκη με το ξεβράκωτο παιδάκι που κατουράει το Στέμμα. Μα εμείς τον θέλουμε παιδιά το βασιλιά (να πηγαίνει στο Παλάτι, να πουλάει Ριζοσπάστη και ό,τι άλλο τον διατάξει η εργατιά…)
Τα ψηφοδέλτια υπέρ της βασιλευόμενης δημοκρατίας ήταν καφέ, ενώ αυτά υπέρ της αβασίλευτης πράσινα, που θεωρούνταν το χρώμα της ελπίδας και προκάλεσε τις διαμαρτυρίες της αντίπαλης πλευράς…
Οι λογαριασμοί της Δεξιάς με το βασιλιά δεν έκλεισαν τόσο εύκολα. Το 88′ ο Μητσοτάκης έκανε στο εξωτερικό την περιβόητη δήλωση για το unfair του Δημοψηφίσματος, καθώς δεν επιτράπηκε στο Γλύξμπουργκ να επιστρέψει στην Ελλάδα για τον προεκλογικό του αγώνα, μολονότι του δόθηκε δημόσιο βήμα για δύο τηλεοπτικά διαγγέλματα. Η δήλωση δεν έπαιξε ποτέ αλλά το περιεχόμενό της διέρρευσε στις εφημερίδες, θεωρητικά ενάντια στη βούληση του τότε αρχηγού της ΝΔ. Πολύ πιθανό όμως να ήταν υπολογισμένη διαρροή για να συσπειρώσει ψήφους “απογοητευμένων” φιλοβασιλικών εν όψει των επικείμενων εκλογών.
Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε καμία αδικία ούτε κάτι που θα μπορούσε να αντιστρέψει το αποτέλεσμα. Το μόνο που υπήρχε ήταν ο ντροπαλός “φιλοβασιλισμός” της Δεξιάς, ακόμα και του Μητσοτάκη που θεωρητικά ήταν Κεντρώας προέλευσης, με καταγωγή από την Κρήτη, που έβγαλε την αβασίλευτη δημοκρατία με ποσοστά που έφταναν το 90% (το υψηλότερο ήταν στο νομό Ρεθύμνης με 94%). Στον αντίποδα, τα βασιλικά προπύργια ήταν παραδοσιακά στη Μεσσηνία και τη Λακωνία (λίγο πάνω ή λίγο κάτω από το 50%), ενώ οριακά υπέρ της βασιλευομένης δημοκρατίας ήταν και το ποσοστό στο νομό Ροδόπης. Αντιθέτως, τα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα και Θεσσαλονίκη) έδωσαν θετική ψήφο στην αβασίλευτη δημοκρατία, με ποσοστά που υπερέβαιναν το 70% και το συνολικό συσχετισμό που διαμορφώθηκε στο Δημοψήφισμα.
Αυτό ήταν το τελευταίο από μια σειρά δημοψηφίσματα σχετικά με το Πολίτευμα της χώρας και το θεσμό της βασιλείας, μες στον εικοστό αιώνα, με διαδικασίες αμφίβολης αξιοπιστίας και αποτελέσματα εμφανώς νοθευμένα, όπου κάποιες φορές δεν τηρούνταν καν τα προσχήματα. Αυτή τη φορά η διαδικασία ήταν αδιάβλητη, κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα και ο Γλύξμπουργκ το αναγνώρισε, ανακοινώνοντας πως θα σεβόταν τη θέληση του ελληνικού λαού.
Ένας λαός που γκρέμισε με την ψήφο και τον αγώνα του τη μοναρχία και βγήκε στους δρόμους να πανηγυρίσει τη νίκη του -ενάντια στην… ουδετερότητα της εκλεγμένης κυβέρνησής του. Τα επόμενα χρόνια θα διαπίστωνε από την πείρα του πως ο εθχρός αλλάζει απλώς πιόνια και αξιωματικούς, παραμένοντας κραταιός και φορώντας ακόμα και το πράσινο χρώμα της ελπίδας, με κόκκινα συνθήματα, για ξεγελάσει και να ενσωματώσει κάθε ριζοσπαστική διάθεση.
Με αυτό το δημοψήφισμα άνοιξε ο ιστορικός κύκλος της Μεταπολίτευσης που φάνηκε να κλείνει οριστικά την περίοδο των Μνημονίων, με ένα ακόμα δημοψήφισμα και την τροπή που πήραν τα πράγματα. Τότε βέβαια η αστική δημοκρατία δεν είχε εξελιχθεί ακόμα τόσο πολύ, και δεν είχε σκεφτεί να αλλάξει στην πράξη το αποτέλεσμα της κάλπης, καθιστώντας το δημοψήφισμα διακοσμητικού χαρακτήρα και κοροϊδία. Η λαϊκή βούληση θα νοθευόταν με άλλους τρόπους…