Βουλευτές των Ρεπουμπλικάνων «στριμώχνουν» τον διευθυντή της Google ρωτώντας τον για το… iPhone της Apple
Το ηλεκτρονικό φακέλωμα της Google, η τεχνοφοβία των Ρεπουμπλικάνων και η πολιτική σκοπιμότητα πίσω από τις… “δημοκρατικές τους ευαισθησίες”.
Έναν ακαταμάχητο τρόπο να πιάσουν «στα πράσα» τον διευθύνοντα σύμβουλο της Google Σουντάρ Πιτσάι βρήκαν ρεπουμπλικάνοι βουλευτές στη Βουλή των Αντιπροσώπων στις ΗΠΑ. Σε σχετική ακρόαση o βουλευτής Πόε από το Τέξας ρώτησε τον επικεφαλής της εταιρείας κραδαίνοντας το… ανταγωνιστικό iPhone της Apple αν «ξέρει πού βρίσκομαι αν πάω 5 μέτρα παραπέρα, στους φίλους μου τους Δημοκρατικούς που κάθονται εκεί;» Ο Πιτσάι, εμφανώς αμήχανος, προσπάθησε να απαντήσει λέγοντας ότι είναι πιθανό αν ο ίδιος ο χρήστης έχει δώσει την εξουσιοδότηση. Σε μια ακόμη «θεατρική» ερώτηση ο ακροδεξιός Στηβ Κινγκ από την Αϊόβα ανέφερε τα εξής: «Η εγγονή μου, 7 χρονών, έπαιζε ένα παιχνίδι στο iPhone, και ξαφνικά εμφανίστηκε η φωτογραφία του παππού της. Πώς στο καλό έγινε αυτό; Μπορείτε να μου πείτε;». Αυτή τη φορά ο CEO της Google ενημέρωσε την επιτροπή ότι πρόκειται για κινητό άλλης εταιρείας με τον βουλευτή να σπεύδει να διορθώσει λέγοντας ότι «θα μπορούσε να είναι και κινητό Android» (σ.σ. με λογισμικό της Google).
Φυσικά τα εν λόγω αποσπάσματα έκαναν τον γύρο του διαδικτύου και χρησιμοποιήθηκαν από δημοσιογράφους προσκείμενους στο Δημοκρατικό κόμμα για να επισημάνουν την, αναμφισβήτητη πάντως, τεχνοφοβία και ασχετοσύνη των συγκεκριμένων ρεπουμπλικάνων βουλευτών, ασχετοσύνη που φυσικά δεν αναιρεί το γεγονός ότι πολλές εταιρείες του χώρου όντως καταγράφουν ή/και μεταπωλούν τα στοιχεία των χρηστών με σκοπό το κέρδος.
Η, για δύο μήνες ακόμα καθώς έχασε στις πρόσφατες εκλογές, ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Βουλή φυσικά δεν «κόπτεται» για τις δυνατότητες παρακολούθησης των πολιτών από τις μεγάλες εταιρείες. Αφορμή για τη συγκεκριμένη ακρόαση ήταν καταγγελίες ότι η Google, το Facebook και άλλες εταιρίες «μανιπιουλάρουν» (τροποποιούν) τα αποτελέσματα των αναζητήσεων στις πλατφόρμες τους με σκοπό την προώθηση των Δημοκρατικών και το χαντάκωμα των Ρεπουμπλικάνων και όσων εκφράζουν απόψεις μη «πολιτικά ορθές» (βλ. ρατσιστικές, ομοφοβικές, κλπ.) Ιδιοτελή λοιπόν τα κίνητρα για αυτές τις ακροάσεις, καθώς κανένας «πόνος» για την ελευθερία έκφρασης ή για την παρακολούθηση των πολιτών δεν έπιασε την αμερικανική Βουλή, αφού και τα δύο βασικά κόμματα των ΗΠΑ υπερασπίζουν με τις πολιτικές τους τα συμφέροντα των πολυεθνικών με κάθε ευκαιρία.