Κώστας Βάρναλης, το φως που πάντα θα καίει!

Σαν σήμερα 16 Δεκεμβρίου του 1974, πεθαίνει ο κομμουνιστής ποιητής Κώστας Βάρναλης. Ήταν η ίδια ημέρα που στο θέατρο Αλίκη πλήθος κόσμου περίμενε να τον τιμήσει. 

Σαν σήμερα 16 Δεκεμβρίου του 1974, πεθαίνει ο κομμουνιστής ποιητής Κώστας Βάρναλης. Ήταν η ίδια ημέρα που στο θέατρο Αλίκη πλήθος κόσμου περίμενε να τον τιμήσει.

«Ποιητή, σ’ είδαμε πάντα στο πλευρό του λαού μας με σκέψη και με πράξη. Ο λόγος σου σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει. Σ’ είδαμε πάντα με την παλάμη σου ανοιχτή, δίπλα στ’ αυτί, για ν’ αφουγκράζεσαι πίσω απ’ τα τείχη τη στρογγυλή βουή του Ιστορικού, αναπότρεπτου ήλιου. Αυτόν τον ήλιο μας έδειξες»! , θα διάβαζε εκείνη τη Δευτέρα ο Γιάννης Ρίτσος για τον Κώστα Βάρναλη.

Γεννημένος στον Πύργο της Ανατολικής Ρωμυλίας, το σημερινό Μπουργκάς της Βουλγαρίας στις 26 Φλεβάρη του 1884, έζησε τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 κι ό,τι αυτός συνεπαγόταν από πολύ κοντά. Το πατρικό του επώνυμο ήταν Μπουμπούς, το Βάρναλης δηλώνει καταγωγή από την  Βάρνα στην οποία έμεναν πολλοί Έλληνες.

Το 1898 τέλειωσε το Ελληνικό Σχολείο και συνέχισε την εκπαίδευσή του στα Ζαρίφεια διδασκαλεία της Φιλιππούπολης. Στην Αθήνα θα έρθει λίγο αργότερα, έχοντας την υποστήριξη του Μητροπολίτη Αγχιάλου. Σπούδασε φιλολογία και στάθηκε στο πλευρό των δημοτικιστών.

Το 1907 συμμετείχε στην ίδρυση του ποιητικού περιοδικού Ηγησώ, το οποίο κυκλοφόρησε δέκα τεύχη. Το 1908 πήρε το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και άρχισε να εργάζεται στην εκπαίδευση. Διετέλεσε για πολλά χρόνια καθηγητής, ενώ εργάστηκε για βιοποριστικούς λόγους και ως δημοσιογράφος.

Με τη λογοτεχνική μετάφραση ξεκίνησε να ασχολείται το 1910. Μέχρι το 1916 ολοκλήρωσε τους Ηρακλείδες του Ευριπίδη, τον Αίαντα του Σοφοκλή, τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα και τον Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου του Γκυστάβ Φλωμπέρ.

Το 1919 πήγε στο Παρίσι με υποτροφία και παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, φιλολογίας και κοινωνιολογίας. Ήταν ένα ταξίδι που του καθόρισε τη ζωή. Αναθεώρησε τις απόψεις του για την ποίηση και το ρόλο του ποιητή, προσχώρησε στο μαρξισμό και στο διαλεκτικό υλισμό. Από την ποιητική του στροφή προέκυψε το ποίημα «Προσκυνητής».

Το καλοκαίρι του 1921 έγραψε στην Αίγινα Το φως που καίει, που εξέδωσε ένα χρόνο αργότερα στην Αλεξάνδρεια με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας.

Το 1922 δημοσίευσε επίσης τους Μοιραίους στο περιοδικό Νεολαία και τη «Λευτεριά» στο περιοδικό Μούσα. Το 1924 δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Γληνού.

Οι κομουνιστικέή ιδεολογία διέκρινε την ποίησή του. Το 1925 η δικτατορία του Πάγκαλου θα τον απολύσει για πολιτικούς λόγους από τη θέση του στο δημόσιο.

Το 1926 παύθηκε από τη θέση του καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, με αφορμή ένα δημοσίευμα της Εστίας, που δημοσίευσε ένα απόσπασμα από Το φως που καίει. Ο Βάρναλης στράφηκε στη δημοσιογραφία και έφυγε για τη Γαλλία ως ανταποκριτής της Προόδου.

Το 1927 τύπωσε τους Σκλάβους Πολιορκημένους. Το 1929 νυμφεύθηκε την ποιήτρια Δώρα Μοάτσου.

Το 1932 εξέδωσε την Αληθινή απολογία του Σωκράτη, για την οποία ο Παλαμάς τού έγραψε: «Με τα γραμμένα σου μου φαίνεται, πως δύο κλίκες ζεσταίνεις, εκείνους, που θέλουνε να σε αφορίσουν, κ’ εκείνους που ζητάνε να σε φιλήσουν. Είναι και μια τρίτη, που αισθάνεται και τα δύο διαβάζοντας σε, όσο κι αν τέτοιο αίσθημα μπερδεύει».

Το 1935 πήρε μέρος ως αντιπρόσωπος των Ελλήνων συγγραφέων στο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα και μετά εξορίστηκε στη Λέσβο και τον Άγιο Ευστράτιο.

Το 1938 εκδόθηκαν οι «Ζωντανοί άνθρωποι»

Στην Κατοχή έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, ως μέλος του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ). Μετά το τέλος του πολέμου, φοίτησε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης του Δημήτρη Γληνού.

“Tέτοιον παιδαγωγό, σαν το Γληνό, με την άρτια θεωρητική του κατάρτιση, με τη μοναδική του διδαχτική ικανότητα, με το εξαίσιο τάλαντο του λόγου και με τη σωστή κοινωνική του τοποθέτηση (αν και τότες, όχι ρητή και φανερή) ήτανε, φυσικό, πως θα τρόμαζε τη «νεοελληνική πραγματικότητα», την πανίσχυρη ακόμα αντίδραση του καιρού εκείνου: το κοτζαμπασίδικο αρνητικό πνεύμα στην οικονομία, στην πολιτική, στην επιστήμη, στην παιδεία και στον Tύπο ­το στείρο και τυχοδιωκτικό μεγαλοϊδεατισμό των εκμεταλλευτών του λαού. Kαι ξεσηκώθηκε σε λίγα χρόνια (στα 1924) ενάντιά του. Σ’ έναν τόπο, που η μαυρίλα μονοπωλεί τις «αλήθειες» και φρουρεί την «ηθική», υπερασπίζεται το «έθνος» και την «αγνή ελληνική οικογένεια» και τις «εθνικές παραδόσεις», ήτανε φυσικό η μαυρίλα να «βασιλεύει» και να κλείνει το φως στα μπουντρούμια.

O Γληνός (όσο θυμάμαι ύστερα από 20 χρόνια), μας δίδασκε Παιδαγωγική και Hθική. Kαι τις ώρες που είχαμε αυτά τα μαθήματα (που σ’ άλλα σχολαστικά και στείρα χέρια θα ήτανε τα πιο ανιαρά) τις θεωρούσαμε τις πιο ευτυχισμένες της ημέρας. Ήτανε ώρες γοητείας. Kαι η γοητεία τούτη του Δασκάλου χρωστιότανε όχι μονάχα στο χάρισμα του λόγου, στη σαφήνεια του λόγου και στην ουσιαστικότητα του λόγου ­ενός λόγου αμείλιχτα αντιβερμπαλιστικού­ αλλά γενικώτερα στο αχτιδοβόλημα της προσωπικότητάς του. Mας άνοιγε τα μάτια, που μας τα είχανε στραβώσει οι γλαύκες του Πανεπιστημίου και μας έκανε να βλέπουμε τον κόσμο και τα φαινόμενά του εξελιχτικά (επιστημονικά) επομένως μας απεκάλυπτε τον κόσμο για πρώτη φορά όποιος είναι κι όχι όπως τον θέλουμε κι όπως πρέπει να είναι” Κώστας Βάρναλης

Το 1946  εκδίδεται το «Ημερολόγιο της Πηνελόπης», το 1956 οι «Διχτάτορες» και η επιλογή από το μέχρι τότε ποιητικό έργο υπό το γενικό τίτλο «Ποιητικά». Το 1958 βγήκαν σε δύο τόμους τα «Αισθητικά – κριτικά» και το 1959 ο ποιητής βραβεύεται στη Μόσχα με το Βραβείο Λένιν για τους αγώνες και το έργο του υπέρ της Ειρήνης.

1959. Ιούλης, Μόσχα. Στην τελετή του βραβείου Λένιν

 

Το 1965 εκδόθηκε η τελευταία ποιητική συλλογή του με τίτλο Ελεύθερος κόσμος και το 1972 το θεατρικό έργο Άτταλος ο Γ΄. Υπήρξε συνεργάτης σε πολλά περιοδικά και εγκυκλοπαίδειες, μεταξύ των οποίων και στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια

Στις αρχές του Δεκέμβρη του 1974 ο “μπαρμπά – Κώστας” εισάγεται επειγόντως στη Γενική Κλινική Αθηνών. Επιστρέφει σπίτι του στις 16 του ίδιου μηνός, την ημέρα της εκδήλωσης που  είχε διοργανωθεί προς τιμήν του. Παρότι φαινόταν ότι είχε διαφύγει τον κίνδυνο, δεν θα πήγαινε στο θέατρο. Η εκδήλωση στέφθηκε με επιτυχία, είχε πάρα πολύ κόσμο και αντιπροσωπεία της ΕΣΗΕΑ τον επισκέφτηκε στο σπίτι του και του επέδωσε τιμητικό μετάλλιο.

Λίγο αργότερα ένιωσε αδιαθεσία και παρακάλεσε τη νοσοκόμα του κ. Γαρίτη και τον σύζυγο της θετής του κόρης Ελένης, να τον αφήσουν να ξεκουραστεί. «Είμαι πολύ κουρασμένος», τους είπε.

Μια ώρα αργότερα η νοσοκόμα τον βρήκε πεσμένο στο μπάνιο. Στις 9.45 μ.μ. ο Βάρναλης εισήχθη και πάλι στη Γενική Κλινική Αθηνών, όπου παρά τις προσπάθειες των γιατρών η καρδιά του έπαψε να χτυπά στις 9.50 μ.μ.

 

 

 

Με πληροφορίες από Βικιπαίδεια, Ριζοσπάστη, Prologo.gr, poiein.gr

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: