“Μια νύχτα μαγική σαν την Αργεντινή” – Πώς φτάσαμε στο ελικόπτερο

Χρονικό και συνέπειες το “αργεντινάσο” το Δεκέμβρη του 2001.

Μαζί με το «εεε οοο πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από εδώ» το «Μια νύχτα μαγική, σαν την Αργεντινή, να δούμε στο ελικόπτερο, ποιος θα πρωτομπεί» ήταν αναντίρρητα το δημοφιλέστερο σύνθημα της εποχής των αγανακτισμένων του συντάγματος το 2011. Τα γεγονότα της Αργεντινής, στα οποία και βασίστηκε είχαν διαδραματιστεί βέβαια μια δεκαετία νωρίτερα και είχαν μάλλον ξεχαστεί στην Ελλάδα, μέχρι την αναβίωσή τους στο σύνθημα της πλατείας συντάγματος. Τι ήταν όμως στ’αλήθεια το argentinazo, που απασχόλησε έκτοτε και άλλες αναλύσεις, αρχής γενομένης από την Κάτω Πλατεία, με επιφανείς ομιλητές της να επικαλούνται το αργεντίνικο παράδειγμα ως πρότυπο δράσης.

Όλα είχαν ξεκινήσει το 1999, όταν εκλέχθηκε πρόεδρος της Αργεντινής, η οποία βρισκόταν σε βαθιά ύφεση, ο υποψήφιος της συμμαχίας «Εργασίας, Δικαιοσύνης και Εκπαίδευσης», Φερνάντο ντε λα Ρούα. Μια από τις βασικές αιτίες της ύφεσης ήταν η σύνδεση της αξίας του αργεντίνικου πέσο με το δολάριο, που είχε ψηφιστεί το 1991.

Ο ντε λα Ρούα είχε εκλεγεί με βασικό σύνθημα τη διατήρηση της ισοτιμίας 1:1 μεταξύ πέσο και δολαρίου («Με μένα, ένα πέσο ίσον ένα δολάριο). Η συμμαχική κυβέρνηση που προέκυψε ήταν εξαρχής εύθραυστη, ενώ στα τέλη του 2000 ξέσπασε σκάνδαλο, όταν αποκαλύφθηκε πως οι μυστικές υπηρεσίες της Αργεντινής, των οποίων ο επικεφαλής ήταν προσωπικός φίλος του προέδρου, είχαν μαζικά δωροδοκήσει γερουσιαστές για την έγκριση ενός αμφιλεγόμενου εργασιακού νόμου. Ακολούθησαν οι παραιτήσεις του αντιπροέδρου Κάρλος Άλβαρες και Οικονομικών Χοσέ Λουίς Ματσινέα. Ο αντικαταστάτης του δεν έμεινε για πολύ στο αξίωμα, καθώς αντικαταστάθηκε από τον Ντομίνγκο Καβάγιο, που είχε χρηματίσει και παλιότερα υπουργός στο ίδιο χαρτοφυλάκια, όντως μάλιστα ο βασικός εμπνευστής του σχεδίου ισοτιμίας πέσο – δολαρίου.

Ο Καμπάγιο όχι όμως μόνο δεν αντέστρεψε την απελπιστική κατάσταση της αργεντίνικης οικονομίας, αλλά συνέχισε να σωρεύει εξωτερικό χρέος. Η «ζεστή σκέπη» του ΔΝΤ, που βρισκόταν για χρόνια στη χώρα, είχε βυθίσει τη χώρα σε βαθιά ύφεση, κατακρημνίζοντας το ΑΕΠ και εκτοξεύοντας την ανεργία στο 25%.

Οι άνεργοι αποτελούσαν και τη βάση των «πικετέρος», οι οποίοι έκλειναν κεντρικές οδικές αρτηρίες της χώρας, απαιτώντας επιδόματα και άλλα μέτρα κοινωνικής πρόνοιας. Το Νοέμβρη του 2001 η κρίση οξύνθηκε, όταν μεγαλοεπενδυτές προκάλεσαν την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αποσύροντας τις καταθέσεις τους από τις τράπεζες της χώρας. Η χαριστική βολή δόθηκε με την άρνηση του ΔΝΤ να εκταμιεύσει τη δόση 1,3 δις δολαρίων, με πρόσχημα τη μη εκπλήρωση των “προαπαιτούμενων” από την κυβέρνηση, έννοια με την οποία θα ερχόμασταν και μεις αντιμέτωποι συνεχώς περίπου μια δεκαετία αργότερα.

Ο Καμπάγιο αντέδρασε επιβάλλοντας το διαβόητο «κοραλίτο» δηλαδή την επιβολή κάπιταλ κοντρόλ, με όριο ανάληψης τα 250 δολάρια ανά βδομάδα. Τεράστιες ουρές σχηματίστηκαν σε όλες τις τράπεζες, ενώ διαδηλώσεις ξέσπασαν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας. Η θέση του ντε λα Ρούα γινόταν όλο και πιο ασταθής, ενώ μια απόπειρα της καθολικής εκκλησίας να μεσολαβήσει μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης έπεσε στο κενό. Μετά τις 16 Δεκεμβρίου το αίτημα για δωρεάν διανομή τροφίμων από σούπερ μάρκετ άρχισε να γίνεται ολοένα και πιο επιτακτικό, και μετά την άρνηση της κυβέρνησης να το συζητήσει, κατέληξε στη λεηλασία πολλών καταστημάτων τροφίμων στο Μπουένος Άιρες και την πόλη Ροσάριο. Την ίδια περίοδο, υπολογίζεται πως περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού συμμετείχε σε κάποιου είδους πείραμα αυτοδιαχείρισης και αλληλοβοήθειας, σε κάποιο από τα πολυάριθμα δίκτυα υποστήριξης που σχηματίστηκαν, μαζί με συνελεύσεις γειτονιών και καταλήψεις αναξιοποίητης γης και εργοστασίων. Αυτού του είδους τα εγχειρήματα γοήτευσαν κι ακόμα γοητεύουν τον αναρχικό και εξωκοινοβουλευτικό χώρο και στην Ελλάδα ως σήμερα, ανεξάρτητα όμως από τις ριζοσπαστικές τους διαθέσεις, η πορεία τους απέδειξε για άλλη μια φορά το αναπόφευκτο της βιώσιμης ύπαρξης “νησίδων” στον ωκεανό του καπιταλιστικού ανταγωνισμού.

 

Στο χορό είχαν μπει και τα συνδικάτα, προκηρύσσοντας απεργίες στις οποίες συμμετείχαν ακόμα και κλάδοι που παραδοσιακά απείχαν από τέτοιου είδους κινητοποιήσεις. Στο μεταξύ άρχισαν αν πληθαίνουν τα περιστατικά επιδρομών σε καταστήματα και φορτηγά, ενώ ως τις 19 Δεκέμβρη είχαν χάσει τη ζωή τους 7 άνθρωποι, κυρίως από τις δυνάμεις καταστολής.

Την ίδια μέρα ο ντε λα Ρούα κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση πολιορκίας, την ώρα που στο Μπουένος Άιρες γινόταν διαδηλώσεις με κατσαρόλες, υποδεικνύοντας δυσαρέσκεια και της μεσαίας τάξης, η οποία ένιωσε να θίγεται ιδιαίτερα από τα κάπιταλ κοντρόλ. Νωρίτερα είχε φλερτάρει έντονα με την ιδέα στρατιωτικής παρέμβασης, η οποία όμως απαγορευόταν στο εσωτερικό της χώρας, βάσει συντάγματος, πέραν ελαχίστων περιπτώσεων.

 

Οι διαδηλώσεις δε σταμάτησαν, αντίθετα πλήθη διαδηλωτών συγκεντρώνονταν στην Πλάσα ντε Μάγιο, παρά την κατάσταση πολιορκίας, με κεντρικό σύνθημα «Να φύγουν όλοι».  Οι συγκρούσεις με την αστυνομία άφησαν πίσω τους πέντε νεκρούς, ενώ ο πρόεδρος προσπάθησε χωρίς επιτυχία να επιβάλει λογοκρισία στα ΜΜΕ της χώρας, κάτι που αρνήθηκε ο ίδιος ο υπουργός Τύπου της κυβέρνησής του.

Βλέποντας τον κλοιό να στενεύει, ο πρόεδρος αποφάσισε να παραιτηθεί, φοβούμενος όμως τις αντιδράσεις του συγκεντρωμένου πλήθος στην πλατεία, που βρίσκεται ακριβώς μπροστά στο προεδρικό μέγαρο, αποφάσισε να διαφύγει με στρατιωτικό ελικόπτερο από την ταράτσα του προεδρικού μεγάρου, σε μια εικόνα που έκανε το γύρο του κόσμου.

Ο τελικός απολογισμός των θυμάτων στη διάρκεια της κρίσης του Δεκεμβρίου ήταν 36 νεκροί από την αστυνομία, ανάμεσά τους και 7 παιδιά, όπως και εκατοντάδες τραυματίες. Το «Μακελειό της Πλάσα ντε Μάγιο», με 5 νεκρούς και 227 τραυματίες διερευνήθηκε και δικαστικά, με 17 άτομα να βρίσκονται αντιμέτωπα με κατηγορίες ανθρωποκτονίας και απόπειρας ανθρωποκτονίας, ανάμεσά τους και ο πρώην υπουργός Δημόσιας τάξης Εντρίκε Μάτοφ και  ο τότε αρχηγός της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας Ρούμπεν Σάντος. Πάντως ως και σήμερα, παρά την επιβολή ποινών φυλάκισης σε κάποιους αξιωματικούς, οι περισσότερες υποθέσεις ακόμα βρίσκονται σε εκκρεμότητα.

Έκτοτε η οικονομία της Αργεντινής γνωρίζει διάφορα σκαμπανεβάσματα, με τη φαινομενική ευημερία των αριθμών να διαδέχονται περίοδοι νέας βαθιάς κρίσης, είτε με σοσιαλδημοκρατική διαχείριση υπό το ζεύγος Κίρχνερ, είτε με νεοφιλελεύθερη του νυν προέδρου Μαουρίσιο Μάκρι. Το 2014 υπήρξε και πάλι στάση πληρωμών της χώρας, ενώ πριν λίγους μήνες η χώρα κάλεσε ξανά το μισητό ΔΝΤ για δάνειο 57 δις δολαρίων, την ώρα που η οικονομία της συρρικνώνεται και πάλι, με ύφεση 3,5% για το τελευταίο τρίμηνο του έτους.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: