Έριχναν προκηρύξεις και πλακάτ στο ανοιχτό μνήμα – Η επιστροφή της σορού του Ζαχαριάδη στην Ελλάδα και η κηδεία του στο Α’ Νεκροταφείο
Η δεύτερη κηδεία του Ζαχαριάδη, στο Α’ Νεκροταφείο, έγινε λίγες μέρες μετά την υποστολή της κόκκινης σημαίας από το Κρεμλίνο και την ολοκλήρωση της αντεπανάστασης. Όμως οι κομμουνιστές δεν παραδέχτηκαν την ήττα και συγκεντρώθηκαν φωνάζοντας συνθήματα για το Ζαχαριάδη, το Στάλιν και τη Σοβιετική Ένωση…
Τέλη Δεκέμβρη του 1991. Μαζί με τη χρονιά φαίνεται να κλείνει το κεφάλαιο του σύντομου εικοστού αιώνα των επαναστάσεων κι ένας κόσμος ολόκληρος. Η Σοβιετική Ένωση ψυχορραγούσε και το ανοιχτό μνήμα στο Α’ Νεκροταφείο θα μπορούσε συμβολικά να προορίζεται για το σοσιαλιστικό οικοδόμημα και τις ελπίδες που στέγασε. Κάποιοι έσπευσαν να κάνουν λόγο για το τέλος της ιστορίας. Αλλά το πλήθος είχε συγκεντρωθεί εκεί για αποδείξει το αντίθετο. Και φώναζε δυνατά, συγκινημένο, συνθήματα για το Στάλιν, τη Σοβιετική Ένωση και για τη σορό του κομμουνιστή ηγέτη που επέστρεφε στην Ελλάδα: του Νίκου Ζαχαριάδη. Η αντεπανάσταση κορυφωνόταν, όμως αυτοί δεν παραδέχτηκαν την ήττα…
Κατά μια ειρωνεία της ιστορίας, το διαλυτικό προτσές κι η αναπόφευκτη χαλάρωση των μηχανισμών του σοβιετικού κράτους είχαν ευνοήσει την προσπάθεια του Σήφη Ζαχαριάδη να πάρει τη σορό του πατέρα του από τη Σιβηρία, το τελευταίο μέρος όπου έζησε, για να ταφεί στην Ελλάδα, 18 χρόνια από το θάνατό του και 42 χρόνια από το καλοκαίρι που άφησε για πάντα πίσω του την Ελλάδα, μαζί με τους τελευταίους αντάρτες του ΔΣΕ, καθώς εγκατέλειπαν από τις Πρέσπες το ελληνικό έδαφος, ενώ ο ίδιος έπαιρνε μαζί του μια χούφτα χώμα ως ενθύμιο για την πατρίδα.
Το 1990 ένα άρθρο στο ρωσικό τύπο (σε μια τοπική εφημερίδα της νεολαίας) αποκάλυπτε από σπόντα την πραγματική εκδοχή για το θάνατο του Νίκου Ζαχαριάδη, που είχε αυτοκτονήσει ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την εξορία του στο Σοργκούτ, και δεν τον είχε προδώσει η καρδιά του, όπως έλεγε η αρχική επίσημη εκδοχή. Ο Σήφης Ζαχαριάδης και η Ρούλα Κουκούλου είχαν υποσχεθεί να το κρατήσουν επτασφράγιστο μυστικό, αλλά η διάλυση της ΕΣΣΔ επέτρεπε τη διαρροή πολλών μυστικών…
Ένα χρόνο μετά καρποφόρησε κι η προσπάθεια του Σήφη Ζαχαριάδη για το αίτημα του επαναπατρισμού, μετά από αλλεπάλληλες κρούσεις στις αρχές, τον Γκορμπατσόφ και το Γέλτσιν. Ο ίδιος διηγούνταν οκτώ χρόνια αργότερα σε μια συνέντευξή του.
Δεν μπορούσες να τον βρεις… Το νεκροταφείο ήταν κλειστό. Δέκα χρόνια ήταν κλειστό, και ήταν έξω από την πόλη Τουμίν, κεντρική πόλη στη Σιβηρία. Βρήκα έναν, του λέω ότι η κηδεία έγινε στις 4 Αυγούστου του “73, πού μπορώ να βρω… Λέει από αυτή την πλευρά και η θερμοκρασία ήταν 30 βαθμοί κάτω από μηδέν. Κάθε μέρα πήγαινα τρεις φορές 15 χιλιόμετρα από την πόλη. Δύσκολο να περπατάς, χιόνι. Είχα φωτογραφία βεβαίως του τάφου. Αυτό με βοήθησε λίγο. Παρασκευή πήγα για τελευταία φορά. Σάββατο έπρεπε να γυρίσω στη Μόσχα. Κάτι με ώθησε και πήγα στην άλλη πλευρά του νεκροταφείου. Μέσα σε πέντε λεπτά βρήκα τον πατέρα.
Κάποιες μαρτυρίες λένε πως το χιόνι και το πολικό ψύχος της Σιβηρίας είχαν διατηρήσει σχεδόν αναλλοίωτη τη μορφή του Νίκου Ζαχαριάδη με τη γενειάδα που είχε το τελευταίο διάστημα της ζωής του.
Αυτή τη δεύτερη κηδεία την οργάνωσε ο Σήφης μαζί με τη μητέρα του Ρούλα Κουκούλου, την τελευταία σύζυγο του Ζαχαριάδη, που τον είχε αποκηρύξει ακολουθώντας πιστά τη γραμμή του Κόμματος, για να αναγνωρίσει αργότερα το λάθος. Τα παιδιά του Ζαχαριάδη απ’ τον πρώτο γάμο δεν έδωσαν το “παρών” -και δε ζούσαν στην Ελλάδα εξάλλου. Ανάμεσα στους παρόντες ήταν και ο Χαρίλαος Φλωράκης -που επισήμως δεν ήταν πια ο ηγέτης του ΚΚΕ, ενώ στο ξεκίνημα της περιόδου που ανέλαβε χρέη Γραμματέα, είχε δηλώσει την πρόθεση να λυθεί οριστικά η εκκρεμότητα εις βάρος του Ζαχαριάδη και να σταματήσει η εξορία του στη Σιβηρία.
Από την πλευρά του ΚΚΕ μίλησαν ο Σπύρος Χαλβατζής και ο Νίκανδρος Κεπέσης. Μίλησε επίσης ο Πέτρος Τουλούδης ως εκπρόσωπος των υποστηρικτών του Ζαχαριάδη που είχαν διαγραφεί από μέλη του Κόμματος, μετά από τα γεγονότα στην Τασκένδη και όσα ακολούθησαν. Λίγους μήνες αργότερα κυκλοφόρησε και το βιβλίο του Π. Τουλούδη “η χρουτσοφική επέμβαση στο ΚΚΕ”, όπου διηγείται αυτά τα γεγονότα από τη σκοπιά του.
Στη συνέχεια, κάποιες μαοϊκές οργανώσεις παρέμειναν και απέτισαν το δικό τους φόρο τιμής στον ηγέτη, μετά το πέρας της επίσημης εκδήλωσης. Ο Σήφης Ζαχαριάδης διηγείται σχετικά στην ίδια συνέντευξη:
Ήρθαν όλες οι πλευρές. Μετά το ΚΚΕ πήραν κι άλλοι το μικρόφωνο, ήρθαν οργανωμένοι. Και μετά τραγούδησαν τραγούδια του Ζαχαριάδη. Και έριχναν πλακάτ και προκηρύξεις στο ανοιχτό μνήμα! Ήθελε ο καθένας να περάσει την άποψή του. Από τη μία άκουγες «ΚΚΕ το κόμμα σου λαέ». Από την άλλη πλευρά «αθάνατος» και τραγούδια επαναστατικά».
Αυτή η τελετή, καθώς και η επίσημη κομματική αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη από το ΚΚΕ είκοσι χρόνια αργότερα, έδωσαν τροφή σε πολλές αστικές προσεγγίσεις που έκαναν λόγο για κατάνυξη αλλά και θρησκευτική προσκόλληση στο λαμπρό παρελθόν και τους ηγέτες που το εξέφρασαν.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για κάτι πολύ βαθύτερο από έναν απλό φόρο τιμής στους “αγίους” του κομμουνιστικού κινήματος και μια τυφλή, θρησκευτική πίστη. Είναι αυτοί που αρνήθηκαν να αλλάξουν τις ιδέες τους σε μια νύχτα, όπως έκαναν δηλαδή όσοι προσαρμόστηκαν στον “ορθολογισμό” της αντεπανάστασης και της νέας τάξης πραγμάτων. Όσοι αρνήθηκαν να κοιμηθούν κομμουνιστές και να ξυπνήσουν ως υπέρμαχοι του συστήματος που πολεμούσαν, σε μια μέρα. Αυτοί που συνέχισαν να έχουν ιδανικά και να παλεύουν για αυτά.
Κι αυτό το διακήρυξαν, το βροντοφώναξαν ενώ η αντεπανάσταση έφτανε στο αποκορύφωμά της, κολυμπώντας ενάντια στο ρεύμα της υποταγής και της ενσωμάτωσης, τιμώντας τις επαναστατικές παραδόσεις του παρελθόντος, για να τις συνεχίσουν, σε άλλες συνθήκες και στο σήμερα. Όμως αυτοί δεν παραδέχτηκαν την ήττα…