Ένας όμορφα πλασμένος κόσμος – Όταν η ελευθερία του τύπου είναι απλά ένα προϊόν
Το να κραυγάζεις για τα κακώς κείμενα δεν είναι εύκολο. Η ελευθερία του τύπου, ακόμη και στην Γερμανία, σταματάει εκεί που φτάνει το πορτοφόλι του δημοσιογράφου.
«Το πιο επαναστατικό πράγμα που μπορώ να κάνω είναι να ξεφωνίζω δυνατά και δημόσια αυτά που γίνονται», μια φράση της Ρόζα Λούξεμπουργκ (http://www.goodreads.com/quotes/639852-the-most-revolutionary-thing-one-can-do-is-always-to).
Σύμφωνα με τους εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχει στην παρούσα κρίση της Ελλάδας μια ευθύνη του λαού που οφείλει να πληρώσει τα σπασμένα της πολιτικής και οικονομικής καταστροφής. Οι Ευρωπαίοι όπως και οι εντόπιοι «μαζί τα φάγαμε» βασίζουν την απαίτησή τους για «θυσίες του λαού» στο δικαίωμα των πολιτών να επιλέξουν μέσω εκλογών τους άρχοντές τους. Στο ίδιο μοτίβο δημιουργήθηκε και ο μηχανισμός κουρέματος καταθέσεων, σχέδιο του Γερμανού Υπουργού Οικονομικών Δόκτορα νομικής Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εφάρμοσε την ενσωμάτωση της ευθύνης των καταθετών στην τύχη της τράπεζας που εμπιστεύτηκαν στη Κύπρο, είχε στηθεί μια μιντιακή μηχανή για να μάθει όλος ο κόσμος ότι τάχα μου δήθεν οι κακές Κυπριακές τράπεζες ξέπλεναν Ρωσικά λεφτά. Δεν εφαρμόστηκε κανένα τεκμήριο αθωότητας και φυσικά κανείς δεν ενοχλήθηκε όταν μετά από χρόνια η Deutsche Bank, ως γνωστόν ένα ιδιωτικό Γερμανικό τραπεζικό ίδρυμα χωρίς έδρα στην Κύπρο, καταδικάστηκε να καταβάλει ποινή 630 εκατομμυρίων δολαρίων για ξέπλυμα μαύρου χρήματος από την Ρωσία (https://www.theguardian.com/business/2017/jan/31/deutsche-bank-fined-630m-over-russia-money-laundering-claims).
Tu quoque «και εσύ το κάνεις» είναι μια λατινική φράση που χρησιμοποιείται συχνά στη νομική όταν ο κατήγορος θέλει να καταδικάσει τον κατηγορούμενο για μια πράξη που ο ίδιος πράττει επίσης. Αλλά πριν βγάλουμε το συνωμοσιολογικό συμπέρασμα ότι ο κακός Γερμανικός λαός έχει βαλθεί να εξοντώσει τον Ελληνικό, ας δούμε με μια άλλη λατινική φράση, cui bono «ποιος έχει το όφελος».
Μα φυσικά όχι ο λαός, είτε της Γερμανίας είτε της Ελλάδας, της Κύπρου ή άλλης χώρας του όμορφου καπιταλιστικού κόσμου. Το όφελος είναι πάντα μ’ αυτόν που θα πάρει τα λεφτά. Στον καπιταλιστικό κόσμο τα λεφτά δεν χάνονται, απλά αλλάζουν χέρια. Οι καταθέτες της Κύπρου έχασαν χρήμα που τώρα το έχει άλλος. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με τους καταθέτες της Deutsche Bank.
Ας στραφούμε όμως σε ένα τελείως άσχετο παράδειγμα. Ακριβώς το ίδιο, την περικοπή περιουσίας, βιώνουν οι πελάτες της Volkswagen που εμπιστεύτηκαν τόσο την ημικρατική εταιρία όσο και τους Γερμανούς πολιτικούς όταν αγόρασαν όχημα με κινητήρα αυτανάφλεξης, κοινώς Diesel.
Τότε – ως τον Σεπτέμβριο του 2015 – οι πολιτικοί καυχιόνταν για την τεχνολογική υπεροχή της Γερμανικής σχολής μηχανικών που κατάφερε το ακατόρθωτο, να δημιουργήσει κινητήρες Diesel χωρίς ή με ελάχιστα καυσαέρια. Φτιάχτηκαν Ευρωπαϊκές νόρμες καυσαερίων που απέκλειαν τον ανταγωνισμό ή τον ανάγκαζαν να προσθέσει στο όχημα ένα ντεπόζιτο για ουρία ως αναγκαίο μέσο κάθαρσης καυσαερίων. Οι πελάτες χάρηκαν για τις φοροαπαλλαγές που υποσχέθηκε η κυβέρνηση στους κατόχους καθαρών Diesel. Έσπευσαν να πουλήσουν ή να πετάξουν τα παλιά τους οχήματα «χάνοντας» λεφτά.
Συμπτωματικά η μεγάλη επιτυχία της Volkswagen συνδυάστηκε και με άλλο ένα σκάνδαλο, αυτό του μεγαλύτερου συλλόγου αυτοκινητιστών της Γερμανίας του ADAC. Το ΑDAC (Allgemeiner Deutscher Automobil-Club e.V.) υπάρχει από το 1903 και είναι με 18 εκατομμύρια μέλη ο μεγαλύτερος σχετικός σύλλογος του κόσμου. Τον Ιανουάριο του 2014 αποδείχτηκε ότι στην εκλογή – τάχα από τους αναγνώστες του περιοδικού του συλλόγου υπήρξε νοθεία – υπέρ του μοντέλου Golf της Volkswagen. Ένα αυτοκίνητο που ως δια μαγείας διαχρονικά και πάντα έβγαινε πρώτο (http://www.t-online.de/auto/news/id_67660168/adac-affaere-in-der-chronologischen-uebersicht-abschlussbericht-von-deloitte-liegt-vor.html).
Από τον Σεπτέμβριο του 2015 όλα αντιστρέφονται. Απεδείχθη ότι οι δήθεν καθαροί κινητήρες απλά είχαν ένα πρόγραμμα για να κατεβάσουν την ισχύ τους, όποτε και αν το πρόγραμμα διαπίστωνε ότι γίνεται έλεγχος καυσαερίων. Ευκολάκι, θα έλεγε ο λαός για αυτό το φαινόμενο. Διότι η σοφή ΕΕ είχε αναθέσει τόσο τους ελέγχους όσο και τον σχεδιασμό της σχετικής νόρμας στις αυτορρυθμιζόμενες αγορές, κοντολογίς στην ίδια την Volkswagen.
Όσο για το περιοδικό του ΑDAC; Και εδώ υπάρχει λογική εξήγηση. Το πρώτο αυτοκίνητο στις εκλογές ήταν και το πιο πολυδιαφημιζόμενο στο περιοδικό. Βέβαια όλα αυτά είχαν επιπτώσεις. Στο ΑDAC υπήρχε μετά από τις αποκαλύψεις περικοπή θέσεων εργασίας – όπως και στη Volkswagen.
Η αυτοκινητοβιομηχανία απολύει παγκοσμίως 30.000 εργάτες, μόνο στην Γερμανία δημιουργούνται ως το 2025 23.000 νέοι άνεργοι (http://www.zeit.de/wirtschaft/diesel-skandal-volkswagen-abgase). Η εταιρία αναγκάστηκε να αποζημιώσει τους πελάτες της στις ΗΠΑ. Το εξωφρενικό είναι όμως ότι οι Γερμανοί και Ευρωπαίοι πελάτες τιμωρούνται για την προτίμησή τους στα αμάξια της Volkswagen, Audi … και Porsche. Στην τελευταία το περιοδικό Der Spiegel ανακάλυψε μόλις πριν ένα μήνα ότι τοποθετήθηκε νέος, εξελιγμένος μηχανισμός νόθευσης για τεστ καυσαερίων.
Ποιος όμως κέρδισε; Οι μάνατζερ της Volkswagen προστατεύονται από τον Γερμανικό νόμο. Δεν νοείται η έκδοσή τους στις ΗΠΑ όπου εκδόθηκε διεθνές ένταλμα σύλληψης – κάτι σαν πολλοί Χριστοφοράκοι μαζεμένοι δηλαδή. Οι δε πελάτες, ειδικά στην Γερμανία – δεν ήξεραν δε ρώταγαν – κατέχουν τώρα οχήματα που επίσημα ρυπαίνουν παρά πάνω από το επιτρεπτό όριο.
Τι και αν τόσο το Κολλέγιο των Επιτρόπων όσο και η Γερμανική κυβέρνηση παραδέχτηκαν ότι είχαν σαφείς ενδείξεις για την απάτη. Οχήματα που ρυπαίνουν πρέπει να φορολογηθούν τιμωρητικά. Και μη χειρότερα, οι Γερμανικοί δήμοι αποφάσισαν να απαγορεύσουν την είσοδο στα κέντρα τους σε ρυπογόνα οχήματα Diesel. Τα ως τον Σεπτέμβριο του 2015 πανάκριβα οχήματα πωλούνται τώρα έναντι πινακίου φακής. «Μα γιατί να πληρώσουμε εμείς; Δε μας το είπε κανείς», αναρωτιούνται οι απατημένοι πελάτες και στρέφονται στη τέταρτη εξουσία, τους δημοσιογράφους. Γιατί λοιπόν αυτοί δεν ενημέρωσαν πιο νωρίς;
Γιατί πολύ απλά η ελευθερία του τύπου, ακόμη και στην Γερμανία, σταματάει εκεί που φτάνει το πορτοφόλι του δημοσιογράφου. Το να κραυγάζεις για τα κακώς κείμενα δεν είναι εύκολο. Οι θιγόμενοι στην Γερμανία έχουν το σκληρότερο όπλο: δεν χρειάζεται ούτε να στέλνουν δημοσιογράφους στο αυτόφωρο ούτε να αμολήσουν φουσκωτούς μπράβους. Αν δεν πιάσει το κόλπο με τις διαφημίσεις – το δημοφιλέστερο μέσο για την αγορά της εύνοιας των αρχισυντακτών, τότε στέλνουν μέσω δικηγόρου ένα απλό χαρτί που λέγεται Abmahnung.
Πρόκειται για μια μορφή εξώδικου το οποίο συνοδεύεται μαζί με τον λογαριασμό για την αμοιβή του δικηγόρου. Δικονομικά αυτή καθορίζεται από το ύψος της ζημιάς που επικαλείται ο φερόμενος ως θιγμένος της υπόθεσης. Έτσι όταν ένα ΜΜΕ λαμβάνει Abmahnung αναγκάζεται υπό την απειλή καταβολής μεγάλου χρηματικού ποσού να υπογράψει ότι θα κατεβάσει το σχετικό άρθρο και θα πάρει τα ζητούμενα μέτρα κατά του δημιουργού. Το διαβολικό στο σύστημα με τις Abmahnung στο αστικό δίκαιο της Γερμανίας είναι ότι σε κάθε περίπτωση πληρώνει ο λήπτης την αμοιβή του δικηγόρου, ακόμη και αν η υπόθεση προχωράει σε εκδίκαση. Το σκεπτικό του νομοθέτη είναι ότι έτσι προστατεύονται οι αδύναμοι κατά των πλουσίων αντιπάλων τους. Σ’ αντίθεση με αυτή την πρακτική στην Ελβετία το κόστος της Abmahnung βαρύνει τον αποστολέα.