«Τσακίστε τους εφιάλτες!»
Εφιάλτης είναι το κακό όνειρο που βλέπαμε μικροί και τρέχαμε έντρομοι στην αγκαλιά του μπαμπά, εφιάλτης είναι να τρέχεις από το πρωί ως το βράδυ με στόχο την επιβίωση…εφιάλτης είναι κι ο καπιταλισμός που σου χτυπά τον ώμο και νιώθεις το σιχαμένο και βρώμικο χέρι του να σου γαργαλά το λαιμό.
Οδός Πατησίων λίγο μετά την Πλατεία Αμερικής. Τέλος Οκτώβρη. Απόγευμα Δευτέρας. Ο καιρός μουντός, κουμπωμένα παλτά ως ψηλά στο λαιμό, βήματα γοργά και πρόσωπα συνοφρυωμένα. Είμαι στο τρόλεϊ και γυρίζω σπίτι από σχολή και δουλειά. Πάλι υπερωρίες. Πάλι γκρίνια και άγχος. Πάλι προθεσμίες. Κάνε λίγο υπομονή, λίγο έμεινε. Δυναμώνω τη μουσική στα ακουστικά μου – τι σωτήρια εφεύρεση κι αυτή, με ένα κουμπί όλα μοιάζουν λίγο πιο υποφερτά.
Κοιτάζω αφηρημένη έξω από το παράθυρο. Έχει πιάσει να βρέχει και οι σταγόνες τρέχουν στο παράθυρο. Είναι η ώρα που όλοι γυρνούν από τις δουλειές τους. Κοντεύει 20:00. Σκέφτομαι την αυριανή μέρα. Έχω δύο παρουσιάσεις στη σχολή και στη δουλειά πρέπει να τρέξω για να προλάβω το στόχο του μήνα. Η βροχή όλο και δυναμώνει. Η μουσική μου τώρα παίζει στο τέρμα.
Τον είδα ντυμένο στα μαύρα. Είχε ψαρά μαλλιά και πρόσωπο που φαινόταν κουρασμένο. Όμως στα μάτια του είδα να κρύβεται μια δύναμη και μια σπίθα… Πρέπει να ήταν γύρω στα 60. Το βλέμμα του για ώρα ήταν καρφωμένο στο κράσπεδο – περίμενε λογικά κάποιο λεωφορείο. Ασυναίσθητα χαμηλώνω τον ήχο. Το τρόλεϊ με τον αριθμό 11 έχει κολλήσει στο κόκκινο φανάρι κι έτσι κερδίζω λίγα παραπάνω λεπτά ώστε να τον παρατηρήσω λίγο πιο προσεκτικά. Ένα λεωφορείο περνά κι αφήνει κόσμο, πολλοί ορμούν να μπουν. Με μια απότομη κίνηση έβγαλε έναν μαρκαδόρο από την τσέπη του. Κοίταξε δεξιά κι αριστερά. Έγραψε βιαστικά μία φράση πάνω στο ΚΑΦΑΟ του ΟΤΕ. Στιγμές αργότερα έφυγε τρέχοντας προς την αντίθετη κατεύθυνση. «Τσακίστε τους εφιάλτες».
Εφιάλτες. Ο εφιάλτης σαν έννοια έχει πολλές ερμηνείες. Εφιάλτης είναι το κακό όνειρο που βλέπαμε μικροί και τρέχαμε έντρομοι στην αγκαλιά του μπαμπά, εφιάλτης είναι να τρέχεις από το πρωί ως το βράδυ με στόχο την επιβίωση, εφιάλτης είναι να μειώνεται ο μισθός σου όσο περνά ο καιρός – αντί να αυξάνεται, εφιάλτης είναι κι ο καπιταλισμός που σου χτυπά τον ώμο και νιώθεις το σιχαμένο και βρώμικο χέρι του να σου γαργαλά το λαιμό.
Εφιάλτης είναι όμως κι ένας ιδιόμορφος συνδυασμός στο σκάκι. Έτσι λέγεται ο πεσσός που μπορεί να κινηθεί με οποιοδήποτε αριθμό αλμάτων προς την ίδια κατεύθυνση (ως ίππος), αρκεί να καταλήγει σε κενό τετράγωνο. Έτσι, ένας εφιάλτης μπορεί να καθρεπτίσει την ανάγκη σου να αρχίσεις να τρέχεις μακριά από τους εφιάλτες σου και να καταλήξεις στο κενό τετράγωνο. Οξύμωρο, ε; Για φαντάσου. Ένας εφιάλτης να σε σπρώχνει μακριά από τους εφιάλτες σου. Ένα τετράγωνο άδειο από άγχη, έγνοιες, αριθμούς, λογαριασμούς και αλγόριθμους. Ένα τετράγωνο στο οποίο δίνεις ό,τι σχήμα, χρώμα και μυρωδιά θες εσύ. Γιατί «σημασία έχει μες στο μαύρο να βρίσκεις τα χρώματα, να βρίσκεις κάτι θετικό να πιάνεσαι και να βρίσκεις τρόπους να απομακρύνεσαι απ’ ό,τι σου μαυρίζει τις σκέψεις». Μια απόφαση είναι. «Τσακίστε τους εφιάλτες».
Θυμήθηκα αυτό το κείμενο πριν λίγες μέρες, όταν περνώντας από το ίδιο μέρος είδα τον ίδιο αυτό κύριο να στέκεται στο ίδιο σημείο. Σα να περιμένει κάτι. Αυτή τη φορά δεν έβρεχε. Αυτή τη φορά δε φόραγε σκούφο. Πέρασαν οχτώ μήνες και το σκηνικό έμοιαζε να μένει το ίδιο. Πέρασαν δύο λεωφορεία και δεν κουνήθηκε σπιθαμή από τη γη. Όμως στα μάτια του είδα να κρύβεται μια δύναμη και μια σπίθα…
Τσάκισε τους εφιάλτες σου, λοιπόν, ή γίνε κι εσύ ένας από αυτούς και ξεκίνα να τρέχεις μακριά τους. Μακριά.