Ο «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» στο φόντο των εξελίξεων στη Βενεζουέλα
Τι σχέση έχει ο «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» με το σοσιαλισμό – κομμουνισμό; Ποια είναι η σχέση της Βενεζουέλας και των άλλων κρατών που συμμετέχουν στη λεγόμενη Μπολιβαριανή Διαδικασία με το σοσιαλισμό; Ποιος είναι ο πραγματικός χαρακτήρας των συγκεκριμένων κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής;
Το τελευταίο διάστημα, οι εξελίξεις στη Βενεζουέλα έχουν τροφοδοτήσει – τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο – την όξυνση της αντιπαράθεσης για τον λεγόμενο «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα». Πέρα από το κάθε φορά άμεσο πολιτικό επίδικο υπό το πρίσμα του οποίου διαμορφώνονται οι σχετικές πολιτικές θέσεις (π.χ. των ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ στην Ελλάδα), η προσπάθεια αστικής και οπορτουνιστικής ερμηνείας των γεγονότων στη Βενεζουέλα με συνεχείς αναφορές στο σοσιαλισμό συσκοτίζει την πραγματική κατάσταση.
Από τις ίδιες τις εξελίξεις και τη σχετική αντιπαράθεση τίθενται τα εξής ερωτήματα: Τι σχέση έχει ο «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» με το σοσιαλισμό – κομμουνισμό; Ποια είναι η σχέση της Βενεζουέλας και των άλλων κρατών που συμμετέχουν στη λεγόμενη Μπολιβαριανή Διαδικασία με το σοσιαλισμό; Ποιος είναι ο πραγματικός χαρακτήρας των συγκεκριμένων κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής;
Ο «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» και ο σοσιαλισμός «του 20ού αιώνα»
Ο «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» αποτελεί ένα πολιτικό ρεύμα που μορφοποιήθηκε μέσω της αλληλεπίδρασης της θεωρητικής σκέψης μιας σειράς διανοουμένων όπως ο Dieterich (ο οποίος δημιούργησε και τον όρο το 1996 ενώ υπήρξε και σύμβουλος του Τσάβες), η Harnecker (επίσης σύμβουλος του Τσάβες για ένα διάστημα), ο Lebowitz, o Meszaros και της πρακτικής μιας σειράς κυβερνήσεων στη Λατινική Αμερική με πιο χαρακτηριστική αυτή των Τσάβες – Μαδούρο (Βενεζουέλα) αλλά και των Μοράλες (Βολιβία) και Κορέα (Εκουαδόρ).
Θεμελιώδες χαρακτηριστικό του αποτελεί – όπως φαίνεται και από το όνομά του – η επιδίωξη διαχωρισμού από την πρώτη προσπάθεια οικοδόμησης της σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής κοινωνίας κατά τον 20ό αιώνα. Γράφει η Harnecker:
«Ηταν ο Πρόεδρος Τσάβες που είχε την τόλμη να υποδείξει το σοσιαλισμό ως εναλλακτική απέναντι στον καπιταλισμό. Τον αποκάλεσε “σοσιαλισμό του 21ου αιώνα”, διεκδικώντας τις αξίες που συνδέονται με τη λέξη σοσιαλισμός: Αγάπη, αλληλεγγύη, ισότητα μεταξύ άντρα και γυναίκας, μεταξύ όλων ενώ παράλληλα πρόσθεσε τον προσδιορισμό “του 21ου αιώνα”, για να διαφοροποιήσει αυτόν το νέο σοσιαλισμό από τα λάθη και τις αποκλίσεις που παρουσιάστηκαν στο μοντέλο του σοσιαλισμού που εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα στη Σοβιετική Ενωση και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης».1
Στην ομιλία του, στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ στο Καράκας το 2005, ο Ούγκο Τσάβες αφότου διακήρυξε ότι εμπνέεται από επαναστάτες όπως ο Χριστός, ο Μπολιβάρ, ο Αμπρέου ε Λίμα και ο Τσε Γκεβάρα, ξεκαθάρισε:
«Πρέπει να επανεφεύρουμε το σοσιαλισμό. Δεν μπορεί να είναι το είδος του σοσιαλισμού που είδαμε στη Σοβιετική Ενωση (…) Πρέπει να διεκδικήσουμε εκ νέου το σοσιαλισμό ως θέση, ως σχέδιο και μονοπάτι, αλλά έναν νέο τύπο σοσιαλισμού, έναν ανθρωπιστικό σοσιαλισμό που βάζει τους ανθρώπους και όχι τις μηχανές ή το κράτος πάνω απ’ όλα».
Ποιος είναι όμως αυτός ο «ανθρωπιστικός» σοσιαλισμός, ο οποίος διακρίνεται από τον… μάλλον «απάνθρωπο» σοσιαλισμό της ΕΣΣΔ και πρέπει να επανεφευρεθεί;
O «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» αποσυνδέει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο από το ζήτημα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Οπως γράφει ο πιο εμβληματικός θεωρητικός αυτού του ρεύματος, ο Heinz Dieterich:
«Πιστεύω ότι το βασικό είναι ότι πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια της εκμετάλλευσης. Η εκμετάλλευση δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είσαι ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής (…) εκμετάλλευση έχουμε οποτεδήποτε ένα μέλος της κοινωνίας παίρνει από τον γενικό κοινωνικό πλούτο που έχει συγκεντρωθεί και παραχθεί σε ένα χρόνο περισσότερα απ’ όσα βάζει σε αυτόν».2
Διευκρινίζοντας με παραδείγματα αυτόν το γενικό ορισμό, γίνεται φανερό ότι ο Dieterich ταυτίζει την εκμετάλλευση με την άνιση ανταλλαγή στη σφαίρα της κυκλοφορίας. Αντίστοιχα, προτείνει ως λύση την ανταλλαγή ισοδυνάμων και την ανταμοιβή όλων με βάση την προσφερόμενη εργασία (που θα επιβάλλονται από το κράτος) ενώ στο βαθμό που επιτυγχάνονται αυτά, θα καθίσταται σταδιακά αδιάφορο για τους καπιταλιστές το ζήτημα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και κυκλοφορίας. Γι’ αυτό και ονομάζει την οικονομία που οραματίζεται «σχεδιασμένη οικονομία των ισοδυνάμων». Ως συνέπεια αυτής της ….βαθυστόχαστης ανάλυσης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «αν θέλεις να τερματίσεις την εκμετάλλευση δεν χρειάζεται να αφαιρέσεις την ατομική ιδιοκτησία από τους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής»!
Η αντίληψη της εκμετάλλευσης ως προϊόντος της άνισης ανταλλαγής έρχεται «κουτί» στις κυβερνήσεις που θέτουν ως βασικό τους στόχο την επαναδιαπραγμάτευση των όρων συμμετοχής στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα (π.χ. βελτίωση των όρων εμπορίου ή των όρων σύναψης και αποπληρωμής δανείων). Ερχεται «κουτί» στην αντιπαράθεσή τους με τις ΗΠΑ, με τις οποίες υπάρχουν ιστορικοί δεσμοί ανισότιμων οικονομικών και πολιτικών σχέσεων. Αυτές οι κυβερνήσεις, άλλωστε, ταυτίζουν τον «νεοφιλελευθερισμό» και τη «νεοαποικιοκρατία» με τις ΗΠΑ, την ίδια στιγμή που επιδιώκουν την επέκταση των οικονομικών σχέσεων με άλλα καπιταλιστικά κράτη. Αποσυνδέοντας προπαγανδιστικά αυτές τις ανισοτιμίες από την οικονομική τους βάση, δηλαδή από την καπιταλιστική ιδιοκτησία, αυτές οι κυβερνήσεις διεκδικούν βελτίωση της θέσης των κρατών τους χωρίς ρήξη με την καπιταλιστική ιδιοκτησία.
Προς εξυπηρέτηση αυτού του στόχου, τα κράτη της Μπολιβαριανής Διαδικασίας προχωράν σε μια σειρά προσαρμογές στην ασκούμενη πολιτική. Καταρχάς στην εσωτερική πολιτική, παρεμβαίνουν πιο άμεσα στην οικονομική ζωή, αναλαμβάνοντας τα ίδια επιχειρηματική δράση – όπως έκαναν στο παρελθόν και κάποιες από τις λεγόμενες «νεοφιλελεύθερες» και «νεοαποικιακές» κυβερνήσεις – μέσω των περισσότερων (όπως στη Βενεζουέλα) ή πιο περιορισμένων (όπως στη Βολιβία) κρατικοποιήσεων σε τομείς που τους εξασφαλίζουν τεράστια κρατικά έσοδα, ιδιαίτερα σε περιόδους ανόδου των τιμών του πετρελαίου και των άλλων εξαγόμενων πρώτων υλών. Με αυτά τα έσοδα χρηματοδοτούν τους εκσυγχρονισμούς σε μια σειρά τομείς (π.χ. Παιδεία ή Υγεία), τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας που δημιουργεί ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης καθώς και την ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη (μέσω της στήριξης συγκεκριμένων επιχειρηματιών).
Οπως αναφέρει ο αντιπρόεδρος της βολιβιανής κυβέρνησης του Εβο Μοράλες:
«Είναι ζήτημα της οικοδόμησης ενός ισχυρού κράτους το οποίο να μπορεί να συνδυάσει με ισορροπημένο τρόπο τις τρεις οικονομικές – παραγωγικές πλατφόρμες που συνυπάρχουν στη Βολιβία: την βασισμένη στην κοινότητα, την βασισμένη στην οικογένεια και τη “σύγχρονη βιομηχανία”»,3 ενώ αλλού αναφέρει «Δεν είμαστε ενάντια στην ελεύθερη αγορά. Είμαστε υποστηρικτές ενός σοσιαλιστικού μοντέλου με έναν βολιβιανό καπιταλισμό, όπου τα κέρδη από τους υδρογονάνθρακες μεταφέρονται σε άλλους τομείς όπως ο αγροτικός».4
Γενικεύοντας την εμπειρία αυτών των κρατών, ο Dieterich σημειώνει: «Ο μόνος εφικτός δρόμος (σ.σ.: για τον σοσιαλισμό) είναι μια μεικτή οικονομία, που θα έχει τρία υποκείμενα, το κράτος, την ιδιωτική επιχείρηση και την κοινωνική ιδιοκτησία στη μορφή των συνεταιρισμών»5…
Με αυτήν την πολιτική, η κυβέρνηση της Βολιβίας εξασφαλίζει κοινωνική ειρήνη μεταξύ καπιταλιστών και εργαζομένων (η οποία όμως ήδη γνωρίζει τα πρώτα της ρήγματα) και πιο ευνοϊκούς όρους αναπαραγωγής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου στη χώρα αποσπώντας επανειλημμένα τα εύσημα του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Στη Βενεζουέλα, ωστόσο, η κατάσταση είναι πιο σύνθετη, αφού η μείωση των διεθνών τιμών πετρελαίου έπληξε σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό τα κρατικά έσοδά της (το πετρέλαιο αποτελεί το 80% των εξαγωγών της), ενώ οι πιο εκτεταμένες κρατικοποιήσεις προκάλεσαν την πιο ενεργητική αντίδραση των τμημάτων εκείνων του κεφαλαίου που συνδέονται με το εξωτερικό και ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ.
Στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής, η επιδίωξη αναβάθμισης αυτών των κρατών συνεπάγεται τον αναπροσανατολισμό των διεθνών συμμαχιών τους και τη στροφή τους προς την ΕΕ, τη Ρωσία (ο Τσάβες αποκαλούσε τον Πούτιν «καλό Πρόεδρο»), την Κίνα και τη Βραζιλία. Εννοείται ότι και οι κρατικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις της χώρας έχουν προχωρήσει – όπως και πολλές ιδιωτικές καπιταλιστικές – σε συμπράξεις με πολυεθνικές επιχειρήσεις με έδρα κυρίως τις παραπάνω χώρες.
Οπως διαφαίνεται από τα παραπάνω, ως ρόλος του κράτους στο «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα» προβάλλεται αυτός του διαιτητή ανάμεσα στα συμφέροντα των διάφορων τάξεων και ομάδων και του ενορχηστρωτή των προσπαθειών (καπιταλιστικής) οικονομικής ανάπτυξης. Οπως σημειώνει ο αντιπρόεδρος της Βολιβίας:
«Αυτό που απαιτείται από τον κυβερνήτη είναι να συνθέτει και να ενώνει, γιατί οι φωνές του λαού μπορεί να μην συμφωνούν μεταξύ τους. Ο λαός δεν είναι κάτι ομοιογενές. Οχι κύριε! Υπάρχουν κοινωνικές τάξεις, υπάρχουν ταυτότητες, υπάρχουν περιοχές».6
Φυσικά, σε καθεστώς καπιταλιστικής οικονομίας και εξουσίας, το κράτος «ενώνει» το λαό προσδένοντάς τον στις αναγκαιότητες της επιδίωξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Και αυτό δεν αλλάζει καθόλου από τις συνεχείς προπαγανδιστικές αναφορές στην «άμεση δημοκρατία» και τα τοπικά συμβούλια.
Το κράτος που επικαλούνται είναι το ίδιο το αστικό κράτος με αλώβητο το σύνολο των θεσμών του. Αυτό που αποκαλούν «επανάσταση» είναι ο έλεγχος αυτών των ίδιων των θεσμών (κοινοβούλιο, κυβέρνηση, δήμοι κ.λπ.) από τις «μπολιβαριανές» δυνάμεις. Αυτός ο …λατινοαμερικάνικος ευρωκομμουνισμός προβάλλεται ανοιχτά. Π.χ. η Harnecker σημειώνει:
«Οι μεταβάσεις που επιχειρούμε δεν είναι οι κλασικές όπου οι επαναστάτες κατακτάν την κρατική εξουσία και κάνουν ή ξεκάνουν τα πάντα από αυτή την αφετηρία. Σήμερα πρώτα κατακτάμε την (σ.σ.: κρατική) διοίκηση και από αυτό το σημείο προχωράμε»7 ή αλλού: «Δεν έχουμε τον έλεγχο ολόκληρου του κράτους στη διάθεσή μας, αντίθετα ελέγχουμε μόνο ένα μικρό μέρος του».8
Οσον αφορά το υποκείμενο αυτής της αλλαγής, προβάλλεται ανοιχτά η ανάγκη ενός «πολιτικού υποκειμένου», το οποίο θα περιλαμβάνει όλα τα τμήματα που θίγονται από τον «νεοφιλελευθερισμό», από τους εργάτες μέχρι εκείνα τα τμήματα της αστικής τάξης που απειλούνται από τη δράση του διεθνούς κεφαλαίου. Ετσι, σ’ αυτά τα κράτη δημιουργούνται μέτωπα ή κόμματα (που έχουν το χαρακτήρα μετώπου), στα οποία συμμετέχουν δυνάμεις ετερόκλητων ιδεολογικών και κοινωνικών αναφορών.
Η σύνθετη αυτή κατάσταση γεννάει υψηλού επιπέδου υποχρεώσεις για τα ΚΚ. Η ενίσχυση της ιδεολογικοπολιτικής αυτοτελούς πάλης σε ρήξη με τις δυνάμεις της διαχείρισης, το κεφάλαιο και την εξουσία του αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις, ώστε να δίνεται αποφασιστική απάντηση και στις πιέσεις που ασκούνται για ενσωμάτωση στο αστικό σύστημα μέσω της συμμετοχής ή στήριξης των αποκαλούμενων προοδευτικών κυβερνήσεων. Αυτή, άλλωστε, αποδείχτηκε οδυνηρή για την εργατική τάξη, για το εργατικό – λαϊκό αλλά και για το κομμουνιστικό κίνημα στη Λατινική Αμερική, για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης.
Το τελευταίο διάστημα μια σειρά παράγοντες (μεγάλη μείωση των διεθνών τιμών πετρελαίου και πρώτων υλών, ενεργητική αντίδραση των θιγόμενων τμημάτων της αστικής τάξης κ.λπ.) έχουν οδηγήσει στην αποδυνάμωση κάποιων «μπολιβαριανών» κυβερνήσεων – ιδιαίτερα της βενεζουελάνικης – και στην ενίσχυση πολιτικών δυνάμεων που στηρίζονται ανοιχτά από τμήματα της αστικής τάξης και τις ΗΠΑ. Αυτές οι δυνάμεις εκμεταλλεύονται την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί για να στοιχίσουν λαϊκές μάζες πίσω απ’ τους αντιδραστικούς στόχους της αστικής τάξης.
Οι τελευταίες εξελίξεις στη Βενεζουέλα επιβεβαιώνουν τις συνέπειες που έχει για τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης, όποιο ιδεολογικό μανδύα και αν φέρει. Αποτελούν έμπρακτη απόρριψη των οπορτουνιστικών κελευσμάτων περί της δυνατότητας εξανθρωπισμού του καπιταλισμού. Φωτίζουν ποια είναι τα αναπόφευκτα αρνητικά αποτελέσματα όταν το εργατικό – λαϊκό κίνημα δεν προχωρά στο τσάκισμα του αστικού κράτους.
Μέσα από την αρνητική πείρα αναδεικνύεται η αναγκαιότητα της συγκέντρωσης δυνάμεων για τη σοσιαλιστική επανάσταση και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής κοινωνίας. Αυτή η τιτάνια προσπάθεια περνά μέσα από την αντιπαράθεση και με το «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα» όπως και παλαιότερα περνούσε μέσα από την αντιπαράθεση με ρεύματα με τα οποία αυτός μοιράζεται πολλά κοινά στοιχεία («σοσιαλισμός της αγοράς», «δημοκρατικός σοσιαλισμός», ευρωκομμουνισμός, ο λεγόμενος περονισμός κ.λπ.).
Παραπομπές:
1. «Conquering a New Popular Hegemony. Marta Harnecker on 21st Century Socialim»
2. Heinz Dieterich, «The Socialism of the 21st Century».
3. «The MAS is of the Centre-Left»: Συνέντευξη του Alvaro Garcia Linera στο διαδικτυακό περιοδικό «International Viewpoint», IV373 – Δεκέμβρης 2005.
4. Heinz Dieterich, «Evo Morales, el socialismo comunitario y el Bloque Regional de Poder».
5. «Economia mixta es la via al socialismo del siglo XXI»: Συνέντευξη του Heinz Dieterich στην ιστοσελίδα «Aporrea.org».
6. Παρατίθεται στο «Conquering a New Popular Hegemony. Marta Harnecker on 21st Century Socialim».
7. «We Must Take Public Criticism into Account. Criticism Is Good and Should Help the Process»: Συνέντευξη της Μ. Harnecker στην ηλεκτρονική σελίδα του «Monthly Review» (31/3/2010).
8. «Conquering a New Popular Hegemony. Marta Harnecker on 21st Century Socialim».
* Ο Χρ. Μπαλωμένος είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ