Sex-Droga-Bodiroga – Ο άρχοντας των 30 δευτερολέπτων
Το “δέκα το καλό” του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ, που βαρέθηκε να συλλέγει τίτλους MVP σε όλες τις διοργανώσεις και απέκτησε μέχρι και ύμνο στο όνομά του…
Μπορεί να μην ήταν αλτικός και γρήγορος, και να παρέπεμπε σε ένα παλαιομοδίτικο μπάσκετ, με την επίθεση των 30 δευτερολέπτων, η αλήθεια όμως είναι πως δύσκολα μπορούσε να βρει κανείς πιο φονική μηχανή στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Ένα γκαρντ “φυλακισμένο” σε σώμα 4αριού, με ύψος πάνω από 2.05, που δε φοβόταν ποτέ να πάρει την ευθύνη στα κρίσιμα σημεία, γέρνοντας σχεδόν πάντα την πλάστιγγα υπέρ της ομάδας του. Το “δέκα το καλό” του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ, που βαρέθηκε να συλλέγει τίτλους MVP σε όλες τις διοργανώσεις και απέκτησε μέχρι και ύμνο στο όνομά του…
Γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 2 Μαρτίου του 1973, στην πόλη Ζρένιανιν, ενώ κάποιες πηγές τον αναφέρουν ως δεύτερο ξάδελφο του Ντράζεν Πέτροβιτς -μολονότι δεν είχε καμία σχέση με το φαντεζί στιλ του Μότσαρτ. Μέχρι τα εννιά του χρόνια είχε μάτια μόνο για το ποδόσφαιρο, αλλά σύντομα φάνηκε η κλίση του -χάρη και στη βοήθεια του αείμνηστου Τσόσιτς- και το ταλέντο του ήταν δύσκολο να χωρέσει πλέον στη γενέτειρα πόλη του και την υπό διάλυση Γιουγκοσλαβία.
Έκανε τα πρώτα επαγγελματικά του βήματα στην κροατική Ζαντάρ, αλλά όταν ξέσπασε ο εμφύλιος αναγκάστηκε να αλλάξει περιβάλλον και βρέθηκε στη Στεφανέλ Τριέστε, υπό τις οδηγίες του Μπόγκνταν Τάνιεβιτς, που αγνόησε όσους τον επέκριναν γιατί “χαράμιζε” θέση ξένου για ένα αμούστακο παιδί 19 χρονών. Αυτό δηλαδή που δεν τόλμησε να κάνει ο Ιωαννίδης για τον Ολυμπιακό, όταν ο Μποντίρογκα αρνήθηκε να μπει στη φάμπρικα των ελληνοποιήσεων, για να μην πιάνει θέση ξένου.
Στην Ιταλία έδειξε με το “καλημέρα” την αξία του και γιόρτασε τα 20 χρόνια του με μια μοναδική παράσταση, 50 προσωπικούς πόντους και το νικητήριο καλάθι εναντίον της Πανασόνικ. Έφτασε πολλές φορές κοντά στην πηγή, αλλά απέτυχε να πάρει έναν τίτλο, σκοντάφοντας συνήθως στο τελευταίο εμπόδιο -όπως στους διπλούς τελικούς του Κόρατς, με τον ΠΑΟΚ, το 1994.
Πήρε μεταγραφή για τη Στεφανέλ Μιλάνο, όπου το 1996 κατέκτησε το νταμπλ. Επόμενος σταθμός του ήταν η Ρεάλ Μαδρίτης, όπου ήρθε ο πρώτος ευρωπαϊκός τίτλος, με το Κύπελλο Κυπελλούχων. Στη Μαδρίτη πήγε ως προσωπική επιλογή του Ομπράντοβιτς κι έφυγε με τον τίτλο του καλύτερου Ευρωπαίου παίκτη, το 1998. Εκεί ξεκίνησε μια σπουδαία σχέση, που συνεχίστηκε στην Εθνική Γιουγκοσλαβίας, αλλά έγραψε τις πιο λαμπρές σελίδες της στον Παναθηναϊκό.
Ο Ντέκι ήρθε στους πράσινους ένα χρόνο πριν τον Ομπράντοβιτς κι έγινε είδωλο για την πράσινη κερκίδα. Ήταν το πρώτο βιολί της ομάδας στο διπλό στο ΣΕΦ, που έκρινε το πρωτάθλημα του 99′, στην κατάκτηση της Ευρωλίγκα στη Θεσσαλονίκη και στο έπος της Μπολόνια το 02′, που πέρασε στην ιστορία ως ο πιο δύσκολος μπασκετικός άθλος των πράσινων, απέναντι στην υπεροπλία της Κίντερ του Μεσίνα.
Ο Μποντιρόγκα ήταν ουσιαστικά ο ηγέτης της ομάδας που έβαλε τα θεμέλια της σύγχρονης κυριαρχίας του Παναθηναϊκού σε Ελλάδα και Ευρώπη, κερδίζοντας άξια μια θέση στην καλύτερη πεντάδα όλων των εποχών για τους πράσινους. Ενώ οι χρυσές στιγμές είναι τόσες που αφήνουν στην άκρη τις άσχημες, όπως τον κλασικό καβγά με το Μίλαν Τόμιτς στο ΣΕΦ, που στοίχισε στην ομάδα του.
Την επόμενη χρονιά, ο Μποντίρογκα πήγε στη Βαρκελώνη κι έσπασε την κατάρα του loser για τους blaugrana, καθοδηγώντας την ομάδα στην πρώτη Ευρωλίγκα της ιστορίας της και το τριπλ-κράουν, ενώ άκρως συγκινητική ήταν κι η υποδοχή που του έγινε στο Σπόρτινγκ από τους οπαδούς του ΠΑΟ, όταν επέστρεψε ως αντίπαλος κόντρα στην παλιά του ομάδα. Έμεινε στην Μπαρτσελόνα ως το 05′, κερδίζοντας άλλο ένα πρωτάθλημα, ενώ έκλεισε την καριέρα του στη Ρόμα, για να αποσυρθεί και να γίνει μάνατζέρ της.
Στο ενδιάμεσο είχε γράψει τη δική του χρυσή ιστορία με την Εθνική Γιουγκοσλαβίας, που ξεκίνησε με το χρυσό στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας το 95′, για να συνεχιστεί με ένα Ολυμπιακό μετάλλιο στην Ατλαντα, δύο τίτλους σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα και άλλα δύο χρυσά Ευρωμπάσκετ -το 97′ και το 01′.
Η κορυφαία στιγμή ήταν το Μουντομπάσκετ της Ιντιανάπολις και η αποκαθήλωση της “ντριμ-τιμ” των ΗΠΑ, μες στην έδρα τους, με τους Γιουγκοσλάβους να τους αποκλείουν από την τετράδα και να παίρνουν μια γλυκιά εκδίκηση, με πολιτικές προεκτάσεις, γαι τους Νατοϊκούς βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία.
Σε έναν άλλο αγώνα, ο Ντέγιαν Μποντίρογκα είχε φροντίσει να ζαλίσει τον Καρμέλο Άντονι και να δείξει τι μπορεί να κάνει απέναντι στους διαφημισμένους αστέρες του ΝΒΑ, αν και οι ρυθμοί στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν ταίριαζαν στο δικό του στιλ και έτσι δεν τόλμησε ποτέ το άλμα, μολονότι είχε γίνει ντραφτ το 1995.
Συνεχίζει να βρίσκεται στο χώρο του μπάσκετ από διοικητικές θέσεις -πχ ως στέλεχος της FIBA Europe- αλλά κανείς δε θα θυμάται με αυτές τις ιδιότητες τον Ντέγιαν Μποντίρογκα, τον άρχοντα του ευρωπαϊκού μπάσκετ και των 30 δευτερολέπτων, που μας άφησε με αναπάντητο το ερώτημα τι θα μπορούσε να πετύχει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ή στο πιο γρήγορο σύχρονο μπάσκετ, με την επίθεση των 24”. Ίσως απλά να προσαρμοζόταν στις νέες ταχύτητες και να έκανε ακόμα περισσότερα, κατακτώντας νέες κορυφές…