Μιχάλης Γελασάκης: «Ο Νίκος Καββαδίας δεν θα έμενε απαθής σε ό,τι συμβαίνει»
«Με συγκινεί πάρα πολύ το γεγονός ότι έρχονται στις παρουσιάσεις ναυτικοί και μου δίνουν φωτογραφίες από γέφυρες πλοίων και μου λένε τις ιστορίες τους. Είναι εντυπωσιακό ότι τον Καββαδία δεν τον διαβάζουν απλώς, αλλά τον νιώθουν και σαν δικό τους άνθρωπο. Πράγμα σπάνιο για έναν καλλιτέχνη, πόσο μάλλον για έναν ποιητή».
Με τον Μιχάλη συναντηθήκαμε στον Χώρο Ιστορικής Μνήμης 1941-1944, όπου ήταν κρατητήρια της Kommandatur επί γερμανικής κατοχής, για να μας μιλήσει για τη δεκαετή έρευνα που έκανε για τον Νίκο Καββαδία, η οποία αποκρυσταλλώθηκε στο βιβλίο «Νίκος Καββαδίας: ο αρμενιστής ποιητής», το οποίο έχει ήδη λάβει πολύ θετική ανταπόκριση από το κοινό. Ξαφνιαστήκαμε από αυτήν την επιλογή. Αναρωτηθήκαμε τι σχέση μπορεί να έχει ο Καββαδίας με την κατοχή και τα κρατητήρια. Γρήγορα, όμως, ο Μιχάλης μας ξενάγησε στον χώρο, μας μίλησε για τα σχέδια των φυλακισμένων στον τοίχο, με τα περισσότερα να είναι γυμνές γυναικείες, αλλά και ανδρικές μορφές, καθώς και για τον πολιτικό Καββαδία. Γι’ αυτόν που γύρισε από το αλβανικό μέτωπο με πόδια πρησμένα και σκισμένα άρβυλα, γι’ αυτόν που διέθετε μία ευαίσθητη ματιά απέναντι στους ανθρώπους, πιστεύοντας στις δυνατότητές τους και καλώντας τους να «χορέψουν πάνω στο φτερό του καρχαρία».
Μιχάλης Γελασάκης: ο δημοσιογράφος που εξερεύνησε τον Καββαδία
Σπούδαζε φυσικός, αλλά αποφάσισε πως δεν θέλει να ασχοληθεί με αυτό και γρήγορα στράφηκε στη δημοσιογραφία. Αγαπάει τη μουσική, έχει ένα μουσικό site, το musicpaper.gr, και κάνει εκπομπές στο Δεύτερο Πρόγραμμα. Ενίοτε γράφει και στίχους. Κάπου εδώ σταμάτησε να μας μιλάει για τον εαυτό του. «Προτιμώ να μιλήσουμε για το βιβλίο και τον Καββαδία», μάς είπε. «Δεν έχω σκοπό να προβάλω τον εαυτό μου μέσα από το βιβλίο. Το σημαντικό πρόσωπο στην υπόθεση δεν είμαι εγώ, αλλά ο Καββαδίας».
Η έκπληξη ήταν η κινητήριος δύναμη για να συνεχίσει την έρευνα και να μην τα παρατήσει. Το γεγονός πως έβρισκε στοιχεία που τον οδηγούσαν διαρκώς σε καινούργια πράγματα για το έργο και τη ζωή του Καββαδία. «Θυμάμαι πως όταν βρήκα τον ναυτικό του φάκελο, πανηγύριζα για μέρες», μας είπε χαρακτηριστικά.
Η πρώτη επαφή του Μιχάλη με τον «αρμενιστή ποιητή» ήταν με το ποίημα «Γράμμα στον ποιητή Καίσαρα Εμμανουήλ», που είχε μελοποιήσει ο Δημήτρης Ζερβουδάκης με τίτλο «Γράμμα σε έναν ποιητή». «Το άκουσα σε ένα σποτ του περιοδικού Δίφωνο, που έδινε και ένα αντίστοιχο cd δώρο. Μου έκανε φοβερή εντύπωση. Από εκείνη τη στιγμή, άρχισα ν’ ακούω τον Καββαδία και σταδιακά από ακροατής έγινα αναγνώστης», μας είπε. Αυτό ήταν. Ένας ευρύτερος κόσμος, πολύ πιο βαθύς και ουσιαστικός, ανοίχτηκε μπροστά του.
Η ανάγκη του να μάθει περισσότερα πράγματα για έναν άνθρωπο που τον συγκινούσε βαθιά κάθε φορά που ερχόταν σε επαφή με την ποίησή του, τον έκανε να ξεκινήσει την έρευνα. Όχι επειδή δεν έχουν γραφτεί ήδη πολλά για τον Καββαδία, αλλά επειδή θεώρησε πως δεν είχαμε πολύ υλικό για αυτά που πίστευε ο ίδιος, γι’ αυτά που είχε δηλώσει στις συνεντεύξεις του ή είχε γράψει σεομότεχνούς του. «Ενώ έχουν γραφτεί τόσο πολλά για το μικρό σε μέγεθος έργο που άφησε ο Καββαδίας, παρατηρούμε πως είναι όλα απόψεις τρίτων. Δεν έχουμε έρθει σε επαφή με το τι πίστευε ο ίδιος για την ποίησή του», ανέφερε ο Μιχάλης.
Η οικουμενικότητα του Καββαδία
Ο Καββαδίας μπορεί να έμεινε γνωστός ως ο ποιητής της θάλασσας, αλλά αυτό αποτελεί μόνο μία μικρή εικόνα σε σχέση με την πραγματικότητα. «Μπορεί να μίλησε με τη γνώση των θαλασσινών, χρησιμοποιώντας ως εργαλεία του τη ναυτική ορολογία και το λεξιλόγιο των καραβιών και της θάλασσας, αλλά αυτό αποτέλεσε απλώς το πρόσχημα για να αναφερθεί σε όλα τα μεγάλα θέματα που βασανίζουν τον άνθρωπο: τον έρωτα, τον θάνατο, την εκμετάλλευση…».
«Ποιος είπε φούντο; Ψέματα. Δε φτάσαμε ποτές». Αυτός ο στίχος, σύμφωνα με τον Μιχάλη, δείχνει την ευρύτητα του έργου του Καββαδία, που αδικήθηκε σε ένα βαθμό με το να τον συνδέουν μόνο με τη θάλασσα, τα λιμάνια και τις γυναίκες.
Ο Καββαδίας ήταν μεγάλος ποιητής, παρότι ο ίδιος είχε δηλώσει πως «πες το παραξενιά, πες το μοίρα, μου ’λαχε να ζήσω τα όσα έζησα και να τα κάμω ποίηση. Αν δεν τα ’χα ζήσει και τα έγραφα παρ’ όλα αυτά, τότε ίσως να ’μουνα μεγάλος ποιητής». Βέβαια, το έργο του γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακό, αν αναλογιστεί κανείς πως όλες οι τοποθεσίες και οι περιγραφές που κάνει είναι πραγματικές – ο Γουίλυ ο μαύρος θερμαστής, το μπαρ Ρετζίνα στη Μαρσίλια, το Φερνάντο Πο κ.ά.
Στην τελική, αυτό που έχει σημασία για τον Μιχάλη, δεν είναι αν ο Καββαδίας θα ήταν εξίσου μεγάλος ποιητής αν δεν είχε ζήσει αυτά που έζησε. «Η ουσία είναι αυτό που τελικά καταγράφηκε στο έργο του και ο τρόπος που μας το μετέδωσε».
Τα κοχύλια που βλέπετε στην φωτογραφία είναι δώρο του συγγραφέα για την συντακτική μας ομάδα
Η έρευνα
Κάτι περισσότερο από δέκα χρόνια πήρε στον Μιχάλη για να ολοκληρώσει τη συλλογή των στοιχείων γι’ αυτό το βιβλίο. Υπήρξαν δυσκολίες καθ’ όλη τη διάρκεια, κυρίως όσον αφορά το να καταφέρει να πείσει τους ανθρώπους πως κάνει μία σοβαρή έρευνα για τον Καββαδία, αλλά δεν υπήρξαν πολλοί που αρνήθηκαν να τον βοηθήσουν. Μεταξύ άλλων, σημαντική βοήθεια του προσέφεραν ο Γιώργος Τράπαλης, ο Βασίλης Μαλισιόβας, ο Σταύρος Πετσόπουλος και φυσικά η Έλγκα Καββαδία που έδωσε και την τελική έγκριση για να κυκλοφορήσει αυτό το βιβλίο. Εκτός από αυτούς που τον βοήθησαν προσφέροντας υλικό, υπήρχαν και όλοι αυτοί που συνεισέφεραν με τη συμπαράστασή τους και την καλή τους διάθεση κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας.«Οι φίλοι μου, με την υποστήριξή τους και την ανοχή τους ήταν πολύ σημαντικοί», λέει
«Ακόμα συνεχίζω να ψάχνω πράγματα για τον Καββαδία», μας είπε ο Μιχάλης. «Όχι, βέβαια, με την ίδια ένταση, αλλά συνεχίζω. Δεν μπορώ να εγκαταλείψω εύκολα κάτι που με συγκινεί». Η στιγμή που συνειδητοποίησε πως πρέπει όλο αυτό το υλικό να το κάνει κάτι ήταν όταν αντιλήφθηκε τον μεγάλο όγκο των στοιχείων που είχε βρει. «Δεν είχε νόημα να τα κρατήσω για τον εαυτό μου. Έπρεπε να τα μοιραστώ με όσους αγαπάνε τον ποιητή».
Πολλοί τον πλησιάζουν τώρα από μόνοι τους, δίνοντάς του πληροφορίες για τον Καββαδία, τις οποίες τις μαζεύει και ψάχνει να δει αν ισχύουν. Άλλωστε, πολλά πράγματα που ακούγονται και λέγονται δεν είναι αλήθεια. Για παράδειγμα, λένε πως δεν ταξίδεψε ποτέ έξω από τη Μεσόγειο. «Βλέποντας κανείς τον ναυτικό του φάκελο, όμως, αντιλαμβάνεται πως αυτό είναι ψέμα».
Τα ταξίδια
Ο Μιχάλης ταξιδεύει αρκετά. Θεωρεί αυτές τις εναλλαγές απαραίτητο κομμάτι της ζωής του. Παρότι, όπως μας επισήμανε, ο Προυστ έλεγε πως «το πραγματικό ταξίδι ανακάλυψης δεν θέλει καινούργια τοπία, θέλει καινούργια μάτια», ο Μιχάλης δεν συμφωνεί και τόσο. «Αν είσαι δεκτικός στο καινούργιο, ένα ταξίδι μπορεί να σε εξελίξει, να σε ωριμάσει ή ακόμα και να σε κάνει διαφορετικό ή καλύτερο άνθρωπο».
Δεν σκέφτηκε, βέβαια, να μπαρκάρει για να μπει έστω και για λίγο στη θέση του Καββαδία. «Ήταν πολύ δύσκολο αυτό που έκανε εκείνη την εποχή. Απέραντη μοναξιά και συνθήκες πολύ χειρότερες από τις σημερινές».
Ταξίδι δίχως γυρισμό αποτελεί ο θάνατος, για τον οποίο γράφει ο Καββαδίας στο ποίημά του Πικρία: «γέρο σου πρέπει μοναχά δύο μέτρα καραβόπανο και αριστερά τιμόνι». Ο Μιχάλης μας εξήγησε πως ο Καββαδίας γράφει αυτόν τον στίχο, επειδή όταν δεν υπήρχαν ψυγεία, όποιος πέθαινε στο καράβι, τον τύλιγαν σε ένα καραβόπανο και τον πέταγαν στη θάλασσα.
Η ζωή του ναυτικού δεν ήταν εύκολη και παρότι το γνώριζε ο Καββαδίας αυτό, την επέλεξε συνειδητά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως είχε περάσει στην ιατρική και την παράτησε για να ταξιδέψει. «Θέλει να φεύγει ο Καββαδίας. Από 18 χρονών, το ταξίδι και η φυγή θα του γίνουν εμμονή».
Χαρακτηριστικά παραδείγματα πολιτικής ποίησης αποτελούν τα ποιήματα «Στον τάφο του Επονίτη», «Αθήνα 1943», «Guevara», «Αντίσταση», «Federico Garcia Lorca» «Σπουδαστές» κ.ά. Το «Σπουδαστές» το έγραψε λίγο πριν τη Χούντα και το έδωσε σε δύο σπουδαστές που το δημοσίευσαν στην Πανσπουδαστική. Ο κόσμος, βέβαια, δεν τα υπολογίζει πολλές φορές κάποια από αυτά, επειδή δεν τα ενσωμάτωσε σε κάποια ποιητική συλλογή. Στο αρχείο του υπάρχουν κουπόνια του ΚΚΕ και, όπως έχει γραφτεί, για κάποιο χρονικό διάστημα το ’44 διετέλεσε γραμματέας του ΕΑΜ λογοτεχνών.
Ακόμα και ο στίχος «χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία» εμπεριέχει «βαθιά πολιτική παρότρυνση για τα πράγματα» για τον Μιχάλη, που δείχνει όμως κατανόηση σε όποιους δεν το αντιλαμβάνονται, επειδή όπως επισημαίνει «ο καθένας έχει τη δυνατότητα στη διαφορετική ανάγνωση, στο να βλέπει με τα δικά του μάτια κάθε ποίημα ή γενικότερα κάθε γεγονός».
Κάθε ποίημα δουλευόταν σκληρά
Ο Καββαδίας δούλευε πολύ τα ποιήματά του. Νέα ποιήματα γράφει ένα κάθε τρία-τέσσερα χρόνια. Υπάρχει μάλιστα ποίημα που δούλευε 15 ολόκληρα χρόνια. «Αυτό είναι ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία του. Τίποτα δεν είναι πρόχειρο. Υπήρχαν πρώιμα ποιήματα που τα δημοσίευσε ως Πέτρος Βαλχάλας, αλλά δεν τα συμπεριέλαβε στις συλλογές του, παρά μόνο σε περιοδικά και εφημερίδες».
Η αγάπη του κόσμου για το βιβλίο
Ο Μιχάλης αντιμετωπίζει με μεγάλη σεμνότητα και σεβασμό όλο αυτό που συμβαίνει. «Σκοπός μου δεν ήταν οι πωλήσεις και η αναγνώριση, αλλά η έρευνα για έναν πολύ αγαπημένο μου ποιητή». Ο Καββαδίας εμπεριέχει για εκείνον κάτι το απόκοσμο, το μυστηριώδες. Το βιβλίο αγαπήθηκε πέρα από κάθε αρχική προσδοκία, παρότι δεν πρόκειται για μυθιστόρημα, αλλά για μία εκτεταμένη έρευνα. «Προσωπικά με συγκινεί πάρα πολύ το γεγονός ότι έρχονται στις παρουσιάσεις ναυτικοί και μου δίνουν φωτογραφίες από γέφυρες πλοίων και μου λένε τις ιστορίες τους. Είναι εντυπωσιακό ότι τον Καββαδία δεν τον διαβάζουν απλώς, αλλά τον νιώθουν και σαν δικό τους άνθρωπο. Πράγμα σπάνιο για έναν καλλιτέχνη, πόσο μάλλον για έναν ποιητή».
Ο Καββαδίας θα έδινε συνέντευξη στο Περιοδικό Κατιούσα!
Όπως παρατηρούμε μέσα στο βιβλίο, ο ποιητής επέλεγε να δίνει συνεντεύξεις κυρίως σε νέους δημοσιογράφους και όχι τόσο σε προβεβλημένους. Δεν είχε δώσει καμία συνέντευξη σε λογοτεχνικό περιοδικό, ενώ αρκετές είχε δώσει και σε φοιτητές. «Θα έδινε σε εσάς συνέντευξη. Αγαπούσε πάρα πολύ τους νέους». Θα ήταν όντως ωραίο να τον έχουμε μπροστά μας, σκεφτόμαστε, παρότι δεν μπορούμε να φανταστούμε τι θα ήταν αυτό που θα τον ρωτούσαμε. «Μάλλον αν τον συναντούσα θα μου ήταν πολύ δύσκολο να αρθρώσω το παραμικρό», ανέφερε ο Μιχάλης και κουνήσαμε το κεφάλι μας συγκαταβατικά.
Η αυθεντικότητα του ποιητή και η σχέση του με τον Σεφέρη
Όταν ο Καββαδίας ανακοίνωσε στον πατέρα του πως θα γίνει ναυτικός, τον άκουσε να του λέει: «Ρουφιάνος και πούστης μη γίνεις», αλλά αφού το σκέφτηκε λίγο περισσότερο πρόσθεσε: «Έχει και παλικάρια πούστηδες, μπεσαλήδες. Ρουφιάνος όμως με μπέσα δεν βρέθηκε πουθενά». Τελικά ακολούθησε την πατρική συμβουλή, ρουφιάνος δεν έγινε ποτέ και παρά τις διάφορες επιρροές χάραξε μια πορεία εντελώς δική του. Ο Μιχάλης μας εξηγεί: «Τον επηρέασε ο Καρυωτάκης πάρα πολύ, σίγουρα και οι Γάλλοι, κάποιοι μάλιστα τον παρομοιάζουν με τον Μπωντλαίρ. Ο Σεφέρης ήταν επίσης μέσα σε αυτούς που διάβαζε».
Υπάρχει μια γενικότερη αίσθηση ότι ο Σεφέρης δεν εκτιμούσε τον Καββαδία και τον είχε στο περιθώριο. Από την έρευνα του Μιχάλη κάτι τέτοιο δεν προκύπτει. Οι αναφορές του Σεφέρη για τον Καββαδία στα ημερολόγιά του είναι εξαιρετικές. «Τώρα, αν μεταξύ τους υπήρξαν στιγμές, που απομακρύνθηκαν ή παρεξηγήθηκαν, αυτά συμβαίνουν μεταξύ φίλων. Γνωρίζονταν πάρα πολλά χρόνια. Και εδώ που τα λέμε δεν ήταν και οι ευκολότεροι χαρακτήρες».
Τι θα έλεγε για την κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα
Ο Καββαδίας έζησε σε μία εποχή σκληρή με έντονες πολιτικές εξελίξεις. Όπως, όμως, δεν έμεινε απαθής τότε, έτσι δεν θα έμενε απαθής και σήμερα μπροστά σε όλα όσα συμβαίνουν, σύμφωνα με τον Μιχάλη. «Θα μιλούσε και με το έργο του, αλλά και με δυναμικότερες παρεμβάσεις. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που δημοσίευε ποιήματα σε απαγορευμένα περιοδικά, που τον παρακολουθούσαν, που υπήρχαν αναφορές γι’ αυτόν στην ασφάλεια, που πολέμησε το ’40».
Η επιλογή του χώρου Ιστορικής Μνήμης 1941-1944
Η συνέντευξη αυτή θα μπορούσε να έχει γίνει στη θάλασσα ή σε μια προκυμαία, αλλά ο Μιχάλης επέλεξε τα κρατητήρια της Kommandatur. Από εδώ πέρασαν πολλοί άνθρωποι πριν την εκτέλεση, ενώ αρκετοί έφυγαν για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. «Ελάτε να δείτε πόσο στενά ήταν τα κελιά, πως αποτυπώνεται η σκληρότητα απ’ όσα περνούσαν οι φυλακισμένοι στους τοίχους. Να, εδώ ήταν η ανδρική και πιο πέρα η γυναικεία πτέρυγα».
Ο Καββαδίας ήταν ένας άνθρωπος που πέρασε τη δικτατορία Μεταξά, που πολέμησε στο μέτωπο, που είχε επιστρατευθεί κανονικά, αρχικά ως ημιονηγός στα μουλάρια κι αργότερα στην τρίτη μεραρχία στο τμήμα των υποκλοπών, λόγω της ιδιότητάς του. Σύμφωνα με μαρτυρία της ανιψιάς του που είναι καταγεγραμμένη στο βιβλίο, ήταν από τους τελευταίους που γύρισαν. Επέστρεψε με τα πόδια από το αλβανικό μέτωπο. Με σκισμένα δάκτυλα, αδύνατος και γεμάτος ψείρες. Μπορεί σήμερα να μας ακούγεται απλώς σαν μια ιστορία, αλλά τότε δεν ήταν έτσι. Δεν είχε καλύτερη αντιμετώπιση ο Καββαδίας, επειδή ήταν ποιητής. Στο μέτωπο, όλοι οι στρατιώτες είναι ίδιοι.
«Υπάρχει ανακοίνωση από την Εστία Λογοτεχνών τον Σεπτέμβρη του ‘42 που καλούσε αρκετούς σπουδαίους λογοτέχνες (Ελύτη, Εγγονόπουλο, Γκόλφη, Λαπαθιώτη, Καββαδία…) να προσέλθουν σε συσσίτιο. Αυτό δεν ήταν κάτι συνηθισμένο για αυτούς τους ανθρώπους. Είχαν μάθει οι περισσότεροι αλλιώς, αλλά κατάφεραν να βρουν τη δύναμη και να δημιουργήσουν μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες».
Το επόμενο βήμα
Ο Μιχάλης δεν ξέρει ακόμα τα επόμενά του βήματα. Κάνει, βέβαια, σχέδια και έχει διάφορες σκέψεις. Προς το παρόν, πάντως, απολαμβάνει το ταξίδι ακολουθώντας τα χνάρια του αγαπημένου του «αρμενιστή ποιητή» σε πολιτείες ξένες, απομακρυσμένες. Κι από κοντά κι εμείς…
Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6
1 Trackback