“Το ανάκτορο στην Άνω Τούμπα” στο θέατρο Από Κοινού – Η γλυκόπικρη γεύση μιας ματαίωσης
Η Ελένη Γερασιμίδου, σε ένα ρόλο διαφορετικό από αυτόν που μας είχε συνηθίσει.
Τι γίνεται όταν συνειδητοποιείς ότι τα όνειρα μιας ζωής αποδείχτηκαν ματαιοπονία; Επιβιώνεις, θυμάσαι, ανιστορείς. Αυτό τουλάχιστον κάνει η πρωταγωνίστρια του μονολόγου “Το ανάκτορο στην Άνω Τούμπα”. Μια γυναίκα που όλοι κάποτε γνωρίσαμε, ίσως και περισσότερες από μία, που κάποιοι ίσως είμαστε αυτή η γυναίκα ή φοβόμαστε πως μπορεί να γίνουμε. Η ιστορία της απλή, καθημερινή, μα ταυτόχρονα ανεπανάληπτη και μοναδική όπως κάθε ζωή. Τη λένε Αγάπη, όνομα που ηχεί ολοένα πιο ειρωνικό όσο ξετυλίγεται το κουβάρι της ζωής της.
Μέσα από τις ιστορίες της μοναχικής ηλικιωμένης ξετυλίγεται η μοίρα μιας γενιάς που πήρε το δρόμο της ξενιτιάς – κι ο συγγραφέας έξυπνα και όχι με δασκαλίστικο τρόπο διαπλέκει τη μετανάστευση του τότε με την προσφυγιά του σήμερα – κρατώντας δεσμούς με την Ελλάδα, ελπίζοντας κάποτε να επιστρέψει. Ακόμα κι όταν αυτή η επιστροφή δεν ήταν στη γη της επαγγελίας που ονειρευόταν.
Εδώ ο δεσμός με τα πάτρια είναι υλικός, το σπίτι που ξεκίνησαν οι επίσης μετανάστες γονείς της, κι η ίδια συνέχιζε χρόνο με το χρόνο να επεκτείνει και να επισκευάζει, με την προσδοκία πως κάποτε όλη οικογένεια θα επέστρεφε. Το ξήλωμα αυτό του ονείρου εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Εκ πρώτης όψεως, όλα μοιάζουν να έχουν “πάει καλά”, οι μετανάστες γονείς προκόβουν και στήνουν το πρώτο κεραμίδι δίπλα στο ρέμα της Άνω Τούμπας, τα παιδιά μεγαλώνουν και προκόβουν αυτά, ο σύζυγος της ηρωίδας γίνεται από εργάτης μικροαστός, τα παιδιά τους βγαίνουν σπουδαγμένα και με προοπτικές. Είναι όμως κακό στο ρέμα να χτίζεις παλάτια.
Πίσω από την ειδυλλιακή επιφάνεια, κρύβονται σχέσεις που φθείρονται και μεταλλάσσονται, απρόβλεπτες και μη αντιξοότητες, το γάντζωμα από το “ανάκτορο της Άνω Τούμπας” (όλοι μας έχουμε κάποιο τέτοιο στη ζωή), ως ύστατο νόημα και καταφύγιο απέναντι στις συνεχείς διαψεύσεις. Η ηρωίδα του μένει πιστή, όταν όλοι το έχουν πια χλευάσει – χαμοκέλα το λένε ο αδερφός κι ο άντρας της, κι ας έχει συνειδητοποιήσει πως ο σκοπός της ζωής της έχει γίνει πια φυλακή. Κάθε σπίτι κρύβει μια ιστορία φρίκης μέσα του, το μπάζωμα των ονείρων μας. Οι άνθρωποι κρύβονται καλά στο καβούκι τους, βάζουν τέσσερις τοιχους γύρω τους, φοράνε την καλή τους μάσκα, αλλά αν τους δεις καλά, είναι διάφανοι.
Η Ελένη Γερασιμίδου, σε ένα ρόλο διαφορετικό από αυτόν που μας είχε συνηθίσει, ισορροπεί ανάμεσα στον αυτοσαρκασμό, τη θυμοσοφία, την πίκρα και την οργή, σε μια προσπάθεια να πείσει η ηρωίδα τον εαυτό της πως τουλάχιστον είχε και κάποιες λιγοστές στιγμές ευτυχίας πριν το τελικό ναυάγιο στη μοναξιά της και τους καβγάδες με τους γειτόνους που την κουτσομπολεύουν. Με χιούμορ, εσωτερικότητα, αλλά και ξεσπάσματα που έρχονται στα κατάλληλα σημεία δίνει μια ερμηνεία που αποτελεί από τα δυνατότερα στοιχεία της παράστασης.
Το έργο μπορεί να αφήνει ένα σφίξιμο στο λαιμό, ίσως κι ένα αίσθημα αδιεξόδου. Είναι όμως το αδιέξοδο μιας κοινωνίας όπου η αγωνία για την επιβίωση και μετέπειτα για την “αποκατάσταση” καταπίνει το χρόνο για να πραγματοποιηθούν οι βαθύτερες επιθυμίες των ανθρώπων και να χτιστούν πιο γνήσιες σχέσεις, οι μόνες τελικά που μπορούν να δώσουν παρηγοριά στην εγγενή μας ματαιότητα. Δεν είναι το έργο που θα κραυγάσει να αλλάξει αυτή η κοινωνία, αλλά εκείνο που θα αναδείξει την κραυγή όσων πίστεψαν πως αρκεί να αλλάξουν οι ίδιοι τη θέση τους μέσα σε αυτή για να ευτυχήσουν.
Στην πρεμιέρα πριν λίγες μέρες το θέατρο ήταν κατάμεστο, ενώ μεταξύ των θεατών είδαμε προσωπικότητες από την καλλιτεχνική και πολιτική ζωή, όπως το Χρήστο Θηβαίο, το Γιώργο Γαλίτη, τη Μαρία Κανελλοπούλου, ο Μπατσακούτσας Βασίλης, η Ζωή Ρηγοπούλου, ο θεατρολόγος Κωνσταντίνος Μπούρας, ο Δημήτρης Γόντικας, η Διαμάντω Μανωλάκου και ο Σπύρος Χαλβατζής.
Από Κοινού Θέατρο (Ευπατριδών 4, Γκάζι)
Κάθε Δευτέρα στις 21.00 και Κυριακή στις 20.00
Για λίγες παραστάσεις
Συγγραφέας: Παναγιώτης Μέντης
Ερμηνεία: Ελένη Γερασιμίδου.
Σκηνοθεσία: Αγγελική Ξένου.