Βραζιλία: Για κάθε Μπολσονάρο που τιμά δικτατορίες ο λαός πρέπει να απαντήσει με επανάσταση.

Ο Ζαΐρ Μπολσονάρο αποφάσισε να γιορτάσει φέτος μια απο τις πιο σκοτεινές σελίδες στην ιστορία της Βραζιλίας, την δικτατορία της 31η Μαρτίου του 1964. Ο ”υπέροχος κόσμος” μας ανέχεται και ψηφίζει θαυμαστές δικτατορικών καθεστώτων υπεύθυνα για εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και εξαφανισμένους..

Φέτος συμπληρώνονται 55 χρόνια απο εκείνη την τελευταία μέρα του Μαρτίου την 31η του 1964 που έμελλε να είναι η τελευταία μέρα δημοκρατίας για την Βραζιλία μέχρι το 1985. Μια δικτατορία που έδωσε την χαριστική βολή σε ότι είχε απομείνει να χαρακτηρίζεται ως ”δημοκρατικό” στην χώρα.

Μιας χώρας της οποίας η έκταση είναι τεράστια και ο πληθυσμός της παρουσιάζει μέχρι και σημέρα τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές αποκλίσεις. Ο βραζιλιάνικος λαός είναι μια μίξη ευρωπαϊων, ιθαγενών της Λατινικής Αμερικής, Αφρικάνων που βρέθηκαν στην χώρα σαν σκλάβοι. Όλες αυτές οι διαφορετικές εθνολογικές προσμίξεις, οι διαφορετικές κουλτούρες έχουν αφήσει το αποτύπωμα τους μέσα στην ιστορία αυτής της χώρας. Λαός γεμάτος αντιφάσεις που  φαίνεται ανίκανος να τις συγκεράσει και να δημιουργήσει ένα καλύτερο μέλλον για τον ίδιο και την χώρα του

Ο Ζαίρ Μπολσονάρο Πρόεδρος της Βραζιλίας και περήφανος για τους χαρακτηρισμούς του σεξιστή και του  φασίστα που του προσάπτουν, αποφάσισε να τιμήσει την επέτειο της Δικτατορίας του 1964. Μια δικτατόρια διάρκειας 21 χρόνων που άφησε πίσω της θύματα τα οποία δεν δικαιώθηκαν ποτέ.

Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες της Αμερικής, όπως την Αργεντινή και την Χιλή, κανείς δεν τιμωρήθηκε για την δικτατορία και ποτέ δεν άνοιξε δημόσιο διάλογος για τα γεγονότα. Η δικτατορία εγκαταστάθηκε, παρέμεινε στην εξουσία, σκότωσε, εξαφάνισε, φυλάκισε κόσμο και μια μέρα απλά παρέδωσε την εξουσία..

”Βελούδινη” και πετυχημένη στην συνείδηση των φιλελευθέρων μνημονεύεται όχι επειδή έφτιαξε δρόμους και έδωσε άδειες ταξί όπως η δική μας, αλλά επειδή κατάφερε να κρατήσει όρθια την οικονομία της Βραζιλίας στην μεγάλη πετρελαϊκή κρίση του 1973 αδιάφορο με το όποιο ανθρώπινο κόστος ή ότι η οικονομία καταποντίστηκε λίγο αργότερα το 1974..

Το πολιτικό σκηνικό

Οι πραξικοπηματίες στρατιωτικοί γιόρτασαν την δικτατορία ως ”επανάσταση” ως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις. Οι ΗΠΑ αναγνώρισαν το νέο καθεστώς μέσα σε 48 ώρες…Μετά τις απαραίτητες τυμπανοκρουσίες έπρεπε να λυθεί το θέμα της εξουσίας .

Μην έχοντας κανένα νομικό και νόμιμο έρεισμα για την παρέμβαση τους στα πολιτικά πράγματα της χώρας βρέθηκαν σε αναζήτηση ανάμεσα στις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις της εποχής ώστε να ”αναγνωριστούν” ως ”ελευθερωτές” της χώρας απο το κίνδυνο των λαικιστών πολιτικών και των κομμουνιστών που λυμαίνοταν την χώρα, όπως δήλωναν οι πιο ”δημοκρατικοί” στρατιωτικοί.

Έπρεπε να βρεθεί ένα πολιτικό κόμμα που θα έπαιζε με χαρά το ρόλο της ”δημοκρατικής” βιτρίνας όσο οι στρατιωτικοί θα έκαναν κουμάντο παρασκηνιακά λειαίνοντας το έδαφος για εγχώριους και ξένους επενδυτές , δηλαδή εκμεταλλευτές όπως αποδείχτηκε στην συνέχεια. Αρκετοί αξιωματικοί του στρατού δεν συμφωνούσαν με αυτή την άποψη. Θεωρούσαν πως όλοι οι πολιτικοί, είτε δεξιοί είτε αριστεροί ήταν το ίδιο και πως θα έπρεπε την εξουσία να την αναλάβουν αυστηρά στρατιωτικοί. Κατι το οποίο έγινε τελικά λίγο αργότερα..

Το συντηρητικό κόμμα Εθνική Δημοκρατική Ένωση ( έπαιξε για ένα ολόκληρο χρόνο το ρόλο του πρόθυμου συνεργάτη εφαρμόζοντας ένα καθαρά τεχνοκρατικό πρόγραμμα με σκοπό να ικανοποιήσει τα συμφέροντα των στρατιωτικών ενώ ένα ανελέητο κυνήγι μαγισσών με κύρια θύματα αριστερούς και κομμουνιστές δημόσιους υπαλλήλους ξεκίνησε απο την πρώτη στιγμή.

Χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι έχασαν την εργασία τους επειδή κατηγορήθηκαν ως κομμουνιστές τις περισσότερες φορές χωρίς να υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για αυτή τους την εμπλοκή. Παρά τις διαμαρτυρίες στα ΜΜΕ για τις άδικες εκδιώξεις κανείς δεν κατάφερε να αλλάξει την ροή των γεγονότων. Οι δημόσιες θέσεις που έμειναν κενές δώθηκαν άμεσα σε συμπαθούντες της δικτατορίας και των συντηρητικών κομμάτων.

Τον Αύγουστο του 1965, διεξήχθησαν εκλογές όπου οι υποψήφιοι του κόμματος κατάφεραν μεν να εκλεγούν σε κάθε νομό αλλά τα αποτελέσματα δεν ικανοποίησαν τους στρατιωτικούς οι οποίοι έσπευσαν να χρησιμοποιήσουν το νέο άρθρο 2 στο Σύνταγμα της χώρας ώστε να διαλύσουν το παλιο κομματικό σύστημα και να στήσουν ένα δικομματικό  στα πρότυπα των Η.Π.Α . Απο την μια πλευρά θα ήταν το φιλοστρατιωτικό κόμμα με το όνομα ARENA ( Συμμαχία για την εθνική ανανέωση) και σαν αντιπολιτευόμενο κόμμα το ( Δημοκρατικό κίνημα Βραζιλίας). Το αντιπολιτευόμενο κόμμα, καθαρό απο αριστερές ιδέες ή λαΙκίστικες ρητορικές, όπως έλεγαν, θα έπαιζε το ρόλο της βαλβιδας εκτόνωσης του βραζιλιάνικου λαού σε καιρό κρίσης.

Ο πρόεδρος- ανδρείκελο της στρατιωτικής χούντας ήταν τότε ο Castello Branco, του οποίου η θητεία θα έληγε το Νοέμβριο του 1965 αλλά οι τεχνοκράτες άσκησαν πιέσεις ώστε να παραμείνει παράνομα στην εξουσία για άλλους 14 μήνες ώστε να φανούν στο λαό τα ” οικονομικά θαύματα” που οι στρατιωτικοί τους είχαν υποσχεθεί. Άντι για εκλογές το Μάρτιο του 1967, ο Castello Branco παρέδωσε την θέση του Προέδρου στον Costa e Silva ως τότε Υπουργό Αμύνης και ο δεύτερος ο οποίος εκλεγόταν απο το Κογκρέσσο κατά την διάρκεια της δικτατορίας.

Οι αντιδράσεις

Απο τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας χιλιάδες πολίτες αριστεροί και μη εξαφανίστηκαν, εξορίστηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν απο το καθεστώς. Ωστόσο, τα πρώτα 4 χρόνια η Χούντα προσπαθεί να μην δημιουργήσει τεράστιες αντιδράσεις απέναντι στους πολίτες. Τα ΜΜΕ λειτουργούν ελεύθερα χωρίς λογοκρισία και οι ”αδικίες” απέναντι στους πολίτες γίνονται γνωστές ωστόσοι οι αντιδράσεις των περισσοτέρων παραμένουν χλιαρές λόγω του βουβού φόβου και του μουδιάσματος για το πως θα μπορούσε κάποιος να αντιδράσει απέναντι σε μια ολόκληρη κρατική και στρατιωτική μηχανή.

Εργατικές και φοιτητικές διαδηλώσεις ξεσπούν τον Απρίλη του 1968. Οι εργάτες μην αντέχοντας τα χαμηλά μεροκάματα και τις μειώσεις κοινωνικών παροχών κατεβαίνουν στους δρόμους προκηρύσοντας απεργίες ενώ οι φοιτητές κλείνουν τις σχολές και διαδηλώνουν ενάντια στην δικτατορία.

Οι στρατιωτικοί βλεποντας το ποτάμι των αντιδράσεων να φουσκώνει αποφασίζουν να βγάλουν τα δημοκρατικά προσωπεία τους και να καταστείλουν τους κινητοποιήσεις των εργατών και φοιτητών. Το Κογκρέσσο κλείνει και όλες οι υποθέσεις ”εθνικής ασφάλειας περνάνε απο τα στρατοδικεία της χώρας ενώ τα ΜΜΕ λογοκρίνονται ασύστολα.

Όλοι οι πρυτάνεις των σχολών εξαναγκάζονται σε παραίτησεις και οι παρακινητές των διαδηλώσεων βρίσκονται φυλακισμένοι, εξορισμένοι ή εκτελεσμένοι.

Την ίδια εποχη ο Carlos Marighella πρώην στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Βραζιλίας και ιδρυτής της Δράσης για την Εθνική Απελευθέρωση εκδίδει το βιβλίο του με τίτλο ”Μικρο εγχειρίδιο για το Αντάρτικο πόλεων ” προτρέποντας τους αναγνώστες να αναλάβουν δράση ενάντια στην δικτατορία.

Εκατοντάδες μικρές αντάρτικες ομάδες εμφανίζονται στην πρωτεύουσα της Βραζιλίας και διάφορα ονόματα χωρίς ποτέ συνολικά να ξεπεράσουν παραπάνω απο 500 -600 άτομα σε ενεργή δράση. Οι κύριες δραστηριότητες τους ήταν : Οι ληστείες σε τράπεζες και οι απαγωγές ανώτατων αξιωματούχων απο ξένες πρεσβείες. Τα χρήματα απο τις τράπεζες ήταν απαραίτητα ώστε οι ομάδες να μπορούν να οπλίζονται και οι απαγωγές ώστε να έχουν ένα διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια τους έναντι των αρχών με σκοπό την ανταλλαγή των διπλωματών με τους αντάρτες συντρόφους τους.

Αυτό που δεν είχαν υπολογίσει σωστά ήταν πως σε μια χώρα με εγκατεστημένη λογοκρισία οι προσπάθειες ”Ρομπέν των δασών ” πολύ συχνά δεν έφταναν σαν είδηση παραμόνο 4-5 στενά παρακάτω ενώ όσες δράσεις τους ξέφευγαν σε εθνικό επίπεδο ήταν σε τέτοιο βαθμό παραποιημένες ώστε να αντιμετωπίζονται σαν απλοί ληστές ή ταραξίες.

Στις αγροτικές περιοχές τα πράγματα ήταν καλύτερα με τους αντάρτες να κερδίζουν την συμπάθεια των χωρικών ωστόσο η στρατολόγηση νέων μελών αποτελούσε πάντα ένα τεράστιο πρόβλημα. Η πιο ενθαρρυντική περίπτωση αντάρτικης ομάδας ήταν του Αφρο-Βραζιλιάνου Osvaldo Orlando de Costa στην περιοχή Araguaia -στην λεκάνη του Αμαζονίου. Η αντάρτικη ομάδα του, όχι παραπάνω απο 100 άτομα, είχαν καταφέρει να γίνουν θρύλος στην περιοχή με τις επιχειρήσεις τους εναντίον των τοπικών αστυφυλάκων και στρατιωτών τόσο που η κυβέρνηση έστειλε ξοπίσω της 10.000 στρατιώτες. Χρειάστηκε ένα ολόκληρος χρόνος μέχρι να πέσει νεκρός και ο τελευταίος αντάρτης της ομάδας ενώ ο νεκρός de Costa εκτέθηκε σε εμφανές σημείο στο χωριό για παραδειγματισμό των κατοίκων του.

Απο το 1974, δεν υπήρχαν πλέον πουθενά οπλισμένες αντάρτικες δυνάμεις στην Βραζιλία…

Οι περισσότεροι καλλιτέχνες της εποχής είχαν επιλέξει είτε το δρόμος της αυτοεξορίας είτε το δρόμο της σιωπής. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που τολμούσαν να εκφράσουν με το έργο την εναντίωση τους απέναντι στο καθεστώς. Όσοι τολμούσαν τους περίμενε η μοίρα της φυλάκισης και του βασανισμού τους αν όχι ο θάνατος.

Το θέατρο του καταπιεσμένου βρήκε πρόσφορο έδαφος και αναπτύχθηκε κάτω απο το καθεστώς τρόμου με την εμβληματική προσωπικότητα τον Augusto Boal ακτιβιστής ηθοποιός και ιδρυτής του θεάτρου του καταπιεσμένου να απάγεται απο το 1971 απο το δικτατορικό καθεστώς, να βασανίζεται και να εξορίζεται στην Αργεντινή για 5 ολόκληρα χρόνια.

 

Η μουσική υπήρξε πάντα μια τέχνη που δύσκολα λογοκρίνεται λόγω της εύκολης αμφισημίας των στίχων. Αυτή την αμφισημία εκμεταλλεύτηκαν ο Francisco Buarque de Hollanda και Geraldo Vandré γράφοντας τραγουδια που ακροβατούσαν πάνω στα τεντωμένα νεύρα των λογοκριτών.

Ένα νέο είδος μουσικής ξεπήδησε την ίδια εποχή η tropicalia. Μια μουσική η οποία ανακάτευε τα εθνικά στοιχεία της βραζιλίανικης ταυτότητας με τα δυτικά μουσικά όργανα. Αυτή η μίξη κατάφερε να εξοργίσει τόσο τους στρατιωτικούς όσο και τους αριστερούς εκεινη την εποχή.

Οι αριστεροί θεώρησαν πως το παίξιμο της παραδοσιακής μουσικης της Βραζιλίας με δυτικά όργανα ήταν μια αποδοχή των παρεμβάσεων των ξένων κεφαλαίων στην χώρα ενώ οι στρατιωτικοί ένιωθαν πως τόσο οι στίχοι όσο και το κιτς στα ρούχα κοροϊδευαν την μουσική bossa nova που τόσο ευχάριστα είχαν αγκαλιάσει οι αστοί της εποχής οι οποίοι απολάμβαναν τα μικρά οικονομικά θαύματα που η δικτατορία έκανε για αυτούς.

Τα ”οικονομικά θαύματα” της Χούντας

Ο Υπουργός Ανάπτυξης Roberto Campos φρόντισε απο τα πρώτα χρόνια να σχεδιάσει την οικονομία στα μέτρα του ξένου κεφαλαίου. Χαμηλοί φόροι και πάγωμα των μισθών των εργαζομένων και μια σειρά απο άλλα δημοσιονομικά μέτρα. Μόλις το 1968, οι ξένες εταιρείες είχαν λεηλατήσει στην κυριολεξία τα πάντα.Το ξένο κεφάλαιο έλεγχε το 40% της εγχώριας αγοράς, το 62% των εξαγωγών,το 80% της ναυτιλίας, το 77% των αερομεταφορών,το 100% της αυτοβιομηχανίας, το 100% της παραγωγής του ελαστικού, το 80% των φαρμακοβιομηχανιών και το 90% της τσιμεντοβιομηχανίας.

Το 1970, έξι χρόνια μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας όλο ο εθνικός πλούτος της χώρας είχε αποκρατικοποιηθεί και πέσει σε χέρια ιδιωτών. Τα φερέφωνα της Χούντας μιλούσαν για οικονομικό θαύμα και ανάπτυξη της τάξεως του 8%. Μια χώρα που ο μισός και πλέον πληθυσμό της δεν είχε ρούχα να φορέσει ήταν η μεγαλύτερη χώρα σε παραγωγή ένδυσης στην Λατινική Αμερική αλλά αυτό δεν απασχολούσε ιδιαίτερα τους γραφειοκράτες που μιλούσαν για θαύμα της δικτατορίας..

Μπορεί η πετρελαίκή κρίση του 1973 να μην χτύπησε άμεσα την οικονομία της Βραζιλίας αλλά τον επόμενο χρόνο έδειξε τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος. Το ”οικονομικό θαύμα” που άντεξε το 1973 είχε αφήσει πίσω τους υψηλά ποσοστά ανεργίας,φυματίωση και παρασιτικές ασθένειες στο μισό πληθυσμό και το 70% των παιδιών της χώρας υποσιτισμένα.

Την δεκαετία του 1980, το 70% του πληθυσμού ζούσε κάτω απο το όριο της φτώχειας ενώ ο μηναίος μισθός ήταν γύρω στα 100 δολλάρια ωστόσο για τα χρειώδη της εποχής μια οικογένειας θα έπρεπε να είχε τουλάχιστον 4 φορές πάνω αυτά τα χρήματα για να μπορεί να σιτίζεται και να πληρώνει λογαριασμούς. Παιδία άνω των 10 ετών εργάζοταν σε ποσοστό 80% το έτος 1982.

Πολλές αγροτικές οικογένειες πουλούσαν την ελάχιστη γη που κατείχαν με αποτέλεσμα, μια μικρη ελίτ να κατέχει τεράστιες εκτάσεις. Παρά τις υποσχέσεις της δικτατορίας για δίκαιο διαμοιρασμό της γης τελικά αυτός έμεινε στα χαρτιά απο την στιγμή που το ξένο κεφάλαιο και οι εγχώριοι συνεργάτες του είχα αρπάξει μέσα σε αυτά τα 21 χρόνια τεράστιες εκτάσεις γης.

Ο βελούδινος εκδημοκρατισμός

Απο το 1974 ξεκινά, απο την στιγμή που όλα είχαν ξεπουληθεί, μια μεταβατική περίοδο που στόχο είχε την ”ομαλή μετάβαση” απο την δικτατορία στην δημοκρατία. Ο πρόεδρος João Figueiredo με χαρά υπογράψε το 1978 την πράξη αμνηστίας για όσους είχαν διαπράξει πολιτικά εγκλήματα απο το 1961 έως το 1978. Δύο χρόνια αργότερα τα δύο μεγάλα κόμματα διαλύονται και το Κογκρέσο ξανανοίγει προκηρύσσοντας εκλογές εκλογές για το 1982.

Το δικτατορικό καθεστώς τυπικά έληξε το 1985 με την εκλογή του José Sarney οποίος παρέμεινε ως Πρόεδρος της Βραζιλίας ως το 1990 εκλεγμένος απο το Κογκρέσο το οποίο εξακολουθούσε να το ελέγχει η Χούντα.

Οι πρώτες ελεύθερες προεδρικές εκλογές διεξήχθησαν στην Βραζιλία το 1989, σχεδόν 30 χρόνια μετά απο τις τελευταίες προεδρικές εκλογές του 1960…

Στο σήμερα…

Ο Ζαϊρ Μπολσονάρο, σημερινός πρόεδρος της Βραζιλίας αποφάσισε να γίνει τιμητής της δικτατορίας του 1964 δείχνοντας για απροκάλυπτα για ακόμα μια φορά ποιούς πραγματικά υπηρετούν όσοι τυλίγονται με το μανδύα της εθνικοφροσύνης. Εκλέχτηκε απο τον βραζιλιάνικο λαό πατώντας πάνω στις αυταπάτες του και τάζοντας ψέματα για μια καλυτερη ζώη και μια Βραζιλία με σπουδαίο ρόλο στην διεθνή πολιτική ανάμεσα στους ισχυρούς της γης ενώ ο ίδιος ξέρει πως χώρα του βρίσκεται σε εναγκαλισμό θανάτου με το ξένο και εγχώριο κεφάλαιο.

Η άνοδο  της ακροδεξιάς τους δίνει την δυνατότητα να διαστρεβλώνουν την ιστορία και να παρουσιάζουν τους ιδεολογικούς τους προγόνους ως ”σοφούς” και ”δίκαιους”  όταν δεν ήταν παρά εκμεταλλευτές του μόχθου του λαού τους,τον οποίο δεν δίσταζαν να θυσιάζουν στο βωμό του κέρδους. 

Ο λαός δεν πρέπει να παρασύρεται απο εύκολα λόγια που του χαϊδεύουν τα αυτιά αλλά να κοιτάξει το πραγματικό του συμφέρον το οποίο κανένας δεν πρόκειται να το το δωρίσει απλόχερα. Ο ίδιος πρέπει να μάθει την ιστορία και απο τα λάθη των προηγούμενων γενιών, να ξεσηκωθεί και να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: