Τα γενέθλια του ΝΑΤΟ – 70 χρόνια η ίδια ιστορία…
Με αφορμή τα πανηγύρια των ΝΑΤΟικών, ας θυμηθούμε τι είναι αυτός ο οργανισμός, με μια σύντομη ματιά στην ίδια την περίοδο ίδρυσής του.
«Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει πατέρα; Είναι το ΝΑΤΟ που γιορτάζει κι όλη η ανθρωπότητα στενάζει».
Η παραλλαγή στο γνωστό τραγούδι της μεταξικής δικτατορίας προκύπτει αβίαστα, με αφορμή το πανηγύρι που στήθηκε πριν από λίγες μέρες στην Ουάσιγκτον για τα 70 χρόνια από την ίδρυση του ΝΑΤΟ, που συμπίπτουν με τα 20 χρόνια από την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας της ΕΕ και τα 20 χρόνια από τους δολοφονικούς βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ. Στην Ευρώπη ο γιορτασμός συνοδεύτηκε με την ανακοίνωση για τη σύσταση του «Ευρωπαϊκού Μηχανισμού για την ειρήνη», κάνοντας καθαρό πως δεν αρκεί ο ένας χωροφύλακας για τους λαούς, απαιτείται κι άλλος μηχανισμός για τη συστηματοποίηση των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων.
Στη χώρα μας, εκτός από τον υπουργό Εξωτερικών Γ. Κατρούγκαλο, που έσπευσε στην Ουάσιγκτον για να πάρει μέρος στην «Υπουργική Διάσκεψη του ΝΑΤΟ», το στίγμα του γιορτασμού δόθηκε από τον πρέσβη των ΗΠΑ, Τζέφρι Πάιατ, που σε άρθρο του υπενθύμισε με νόημα στην αστική τάξη της χώρας: «Με τρόπο που γνωρίζω ότι οι Ελληνες εκτιμούν, το ΝΑΤΟ σταμάτησε την επέκταση των κομμουνιστικών δικτατοριών στην Ευρώπη».
Για να συμπληρώσει:
«Ο Ψυχρός Πόλεμος έχει τελειώσει, αλλά το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να είναι τόσο σημαντικό σήμερα, όσο ήταν το 1949, καθώς οι νέες προκλήσεις συνδυάζονται με τις παλιές, για να δημιουργηθεί ένα όλο και περισσότερο ανταγωνιστικό και αβέβαιο γεωπολιτικό περιβάλλον. Η Ρωσία παραμένει η μεγαλύτερη απειλή για την κυριαρχία και την ανεξαρτησία ευρωπαϊκών εθνών – κρατών και για τις κοινές αξίες που ενώνουν τη Δύση».
Αυτή η αναφορά του πρέσβη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και περιττή, καθώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, διά του υπουργού Αμυνας Ευ. Αποστολάκη, είχε ήδη δηλώσει:
«Σε ό,τι αφορά το ευρύτερο πεδίο της Αμυνας και Αποτροπής, η Ελλάδα υποστηρίζει ενεργά τη διαδικασία προσαρμογής του ΝΑΤΟ από το 2014 και εντεύθεν. Θεωρούμε ότι τα προγράμματα της Προωθημένης Παρουσίας (Enhanced Forward Presence) στη Βαλτική και Tailored Forward Presence στη Μαύρη Θάλασσα είναι ισορροπημένα και έχουν ενισχύσει το αποτρεπτικό προφίλ της Συμμαχίας. Επιπλέον, η αναδιοργάνωση της Δομής Διοίκησης και η ενίσχυση του ρόλου της Δομής Δυνάμεων στην ικανοποίηση του επιπέδου φιλοδοξίας του ΝΑΤΟ αποτελούν βήματα σε θετική κατεύθυνση», διαβεβαιώνοντας ότι, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, που η Ελλάδα «τίμησε τις δεσμεύσεις της» σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, «θα εξακολουθήσει να στηρίζει το σύνολο των δράσεων προσαρμογής του ΝΑΤΟ στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της».
Διαφορετική άποψη, βέβαια, έχει το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, που δηλώνει:
«Στις σημερινές συνθήκες ζούμε τις βαριές συνέπειες της επικίνδυνης πολιτικής του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ κατά των λαών, τους μεγάλους κινδύνους που προκαλεί η όξυνση των ανταγωνισμών με τη Ρωσία και την Κίνα, με την εμπλοκή δεκάδων κρατών. Στη γειτονιά μας είναι σε εξέλιξη ο πόλεμος στη Συρία και στη Λιβύη, η κατάσταση στην Ανατ. Μεσόγειο, στο Αιγαίο, στα Βαλκάνια βράζει, και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, συνεχίζοντας το δρόμο των προηγούμενων κυβερνήσεων, χώνει όλο και πιο πολύ τη χώρα μέσα στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, εμπλέκει τον λαό μας σε μεγάλες περιπέτειες» (από την ανακοίνωση της ΕΕΔΥΕ για τα 70 χρόνια του ΝΑΤΟ).
Με την εκτίμηση ότι το ΝΑΤΟ «διαχρονικά αποτέλεσε και αποτελεί το οπλισμένο χέρι του κεφαλαίου κατά των λαών», το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα οργανώνει σειρά ανάλογων εκδηλώσεων.
Με αφορμή τα πανηγύρια των ΝΑΤΟικών, ας θυμηθούμε τι είναι αυτός ο οργανισμός, με μια σύντομη ματιά στην ίδια την περίοδο ίδρυσής του.
Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρήκε τον κόσμο να αλλάζει ραγδαία και η νίκη των λαών συνοδεύεται με χτυπήματα στον ίδιο τον ιμπεριαλισμό.
Η ΕΣΣΔ, σηκώνοντας το κύριο βάρος του πολέμου, έγινε για τους λαούς σύμβολο που οδηγούσε την πάλη τους, αλλά και δύναμη που τους ωθούσε σε αυτό που η ίδια οικοδομούσε, τον σοσιαλισμό.
Στις 12 Μάη 1945, τρεις μόλις μέρες μετά την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, όλος αγωνία, τηλεγραφούσε στον Αμερικανό Πρόεδρο Χάρι Τρούμαν:
«Η ευρωπαϊκή κατάστασις με ανησυχεί πάρα πολύ… Πολύ σύντομα η στρατιωτική ισχύς μας θα σβήσει στην ηπειρωτική Ευρώπη, εκτός από μέτριες δυνάμεις που θα παραμείνουν για την κατοχή της Γερμανίας. Τι θα συμβεί εν τω μεταξύ από την πλευρά της Ρωσίας;… Δοκιμάζω πολύ ζωηρά ανησυχία από την εσφαλμένη ερμηνεία που δίνουν στις αποφάσεις της Γιάλτας, από τη συμπεριφορά των στην Πολωνία, από τη συντριπτική των υπεροχή στα Βαλκάνια, εκτός από την Ελλάδα, από τις δυσκολίες που δημιουργούν στο ζήτημα της Βιέννης, από το συνδυασμό της ισχύος των στα κατεχόμενα ή ελεγχόμενα από αυτούς εδάφη, με τη χρησιμοποίηση της κομμουνιστικής τακτικής σε τόσα μέρη του κόσμου και, κυρίως, από τη δυνατότητα που έχουν να διατηρούν επί μακρόν τεράστιες στρατιές εν εκστρατεία. Ποία θα είναι η κατάστασις ύστερα από ένα ή δύο χρόνια;
Οι αμερικανικές ή βρετανικές στρατιές θα έχουν τότε διαλυθεί, οι Γάλλοι δεν θα έχουν ακόμη οργανωθεί αρκετά και δεν θα διαθέτομε παρά λίγες μεραρχίες, κατά το πλείστον γαλλικές, ενώ η Ρωσία θα είναι ελεύθερη να διατηρεί 200 ή 300 εν ενεργεία.
(…) Ο στρατηγός Αϊζενχάουερ πρέπει να λάβει όλα τα δυνατά μέτρα για να προλάβει νέα ομαδική έξοδο των γερμανικών πληθυσμών όταν οι Μοσχοβίτες πραγματοποιήσουν την τεράστια προέλασή των προς το κέντρο της Ευρώπης…
Σε λίγο θα είναι εύκολο στους Ρώσους να προχωρήσουν, εάν θέλουν, ως τις ακτές της Βορείου Θαλάσσης και του Ατλαντικού».
Τον Αύγουστο του 1945, αν και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ουσιαστικά έχει τελειώσει (ήδη στις 9 του Μάη είχε υπογραφεί η άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας, ενώ και η Ιαπωνία ετοιμαζόταν να υπογράψει ανάλογη συνθήκη), οι Αμερικανοί, προπαγανδίζοντας την αναγκαιότητα να δοθεί «η χαριστική βολή» στην Ιαπωνία, δοκιμάζουν την ατομική βόμβα όχι σε στρατιωτικούς στόχους, αλλά στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Το γεγονός και μόνο ότι η Ιαπωνία είχε ήδη ηττηθεί, αλλά και ότι οι δύο ατομικές βόμβες δεν έπεσαν σε στρατιωτικούς στόχους, έκανε φανερό ότι άλλος ήταν ο σκοπός που οι ΗΠΑ έριξαν τις βόμβες.
Η διαμόρφωση του αντιχιτλερικού συνασπισμού (ΕΣΣΔ, ΗΠΑ, Αγγλία), μετά την επίθεση της Γερμανίας στην ΕΣΣΔ, ήταν ένας προσωρινός συμβιβασμός των ιμπεριαλιστικών αυτών κρατών με τον σοσιαλισμό.
Και είχε έρθει η ώρα να λάβει τέλος. Κανείς εξάλλου δεν ξεχνούσε πως η προετοιμασία της ιμπεριαλιστικής Γερμανίας για πόλεμο στηρίχτηκε στα κεφάλαια των άλλων ιμπεριαλιστικών κρατών (Αγγλίας, ΗΠΑ, Γαλλίας), των αντιπάλων της στον πόλεμο, με στόχο την επίθεση στην ΕΣΣΔ και την καταστροφή του πρώτου στον κόσμο σοσιαλιστικού κράτους και το μοίρασμά του, όπως και το ξαναμοίρασμα άλλων εδαφών, ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη.
Ετσι, με τη ρίψη των βομβών στην Ιαπωνία, πραγματικός σκοπός ήταν να τρομοκρατήσουν την ΕΣΣΔ, τη νεοσύστατη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, τον αγώνα του εργατικού κινήματος στις καπιταλιστικές χώρες για κοινωνική απελευθέρωση, ουσιαστικά να σταματήσουν την ιστορία της κοινωνικής εξέλιξης προς τα μπρος και, αν μπορούσαν, να την «αντιστρέψουν».
Στις 5 Μάρτη 1946, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, παρουσία του Χάρι Τρούμαν, μιλώντας στο Φούλτον του Μιζούρι των ΗΠΑ, σημείωνε ανάμεσα στα άλλα:
«Από το Στετίνο στη Βαλτική μέχρι την Τεργέστη στην Αδριατική ένα σιδηρούν παραπέτασμα έχει απλωθεί κατά μήκος της ηπείρου (…). Η απειλή μιας νίκης της τυραννίας βαραίνει πάνω στη στέγη κάθε σπιτιού, πάνω στο κεφάλι κάθε ανθρώπινου πλάσματος. Η πείρα μου από τον πόλεμο μου έδειξε ότι οι Ρώσοι δεν σέβονται παρά μόνο τη βία (…). Η στενή συμμαχία αγγλόφωνων λαών, η οργανωμένη αεροπορική και ναυτική συνεργασία των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας αποτελούν τη μόνη οδό των ελευθεριών μας (…). Μαζί, αδελφικά ενωμένοι θα είμαστε οι κύριοι του μέλλοντος…».
Λίγα χρόνια αργότερα, ο ίδιος, μιλώντας στις 31 Μάρτη 1949 στη Βοστόνη, ανέφερε τα εξής: «Είναι βέβαιον ότι η Ευρώπη θα είχε κομμουνιστικοποιηθεί… εάν δεν ευρίσκετο η ατομική βόμβα εις τας χείρας των Ηνωμένων Πολιτειών».
Ηδη από τον Μάρτη του 1947, ο Αμερικανός Πρόεδρος Τρούμαν είχε διακηρύξει μπροστά στα μέλη του Κογκρέσου το πολιτικό και στρατιωτικό δόγμα των ΗΠΑ, που θα μείνει στην Ιστορία με το όνομά του.
Για τη σημασία αυτού του δόγματος ο Χένρι Κίσινγκερ έγραψε:
«Αν οι Σοβιετικοί ηγέτες είχαν μελετήσει περισσότερο την αμερικανική ιστορία, θα καταλάβαιναν πόσο κίνδυνο έκρυβαν τα λόγια του Προέδρου.
Το Δόγμα Τρούμαν αποτέλεσε ένα ορόσημο επειδή, από τη στιγμή που πέταξε η Αμερική το γάντι της ηθικής, το είδος της Realpolitik που γνώριζε τόσο καλά ο Στάλιν, θα τελείωνε για πάντα και οι διαπραγματεύσεις για αμοιβαίες παραχωρήσεις δε θα είχαν πλέον καμιά θέση στις μεταξύ τους σχέσεις.
Από εδώ και πέρα, οι διαφορές μπορούσαν να λυθούν μόνο με μια αλλαγή των σοβιετικών σκοπών, την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος ή και με τα δύο μαζί».
Η ιδέα, λοιπόν, συγκρότησης μιας στρατιωτικοπολιτικής ιμπεριαλιστικής συμμαχίας, που ωρίμαζε ακόμη πριν από το τέλος του πολέμου, τώρα είχε ήδη μπει σε τροχιά υλοποίησής της.
Σε αυτό συνέβαλε επίσης το Σχέδιο Μάρσαλ. Από κοινωνικοπολιτική άποψη, το Σχέδιο Μάρσαλ αποσκοπούσε – πέραν της εδραίωσης της αμερικανικής κυριαρχίας – να εμποδίσει με οικονομικούς όρους το ξέσπασμα μιας επαναστατικής κρίσης στην Ευρώπη και να φράξει τον δρόμο σε εξελίξεις που υπερέβαιναν το καπιταλιστικό σύστημα.
Η προετοιμασία της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας πήρε χρόνο γιατί απαιτούσε τη δημιουργία περιβάλλοντος που θα επέτρεπε την ύπαρξη και δράση της.
Στις 4 Μάρτη 1948 – ύστερα από βρετανική πρωτοβουλία που είχε εκδηλωθεί τον Γενάρη του ίδιου έτους – συγκεντρώθηκαν στις Βρυξέλλες, για να συζητήσουν τους όρους σύναψης συνθήκης αμοιβαίας βοήθειας, οι υπουργοί Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας, της Γαλλίας, του Βελγίου, του Λουξεμβούργου και της Ολλανδίας.
Στις 17 Μάρτη 1948 υπογράφηκε η Συνθήκη των Βρυξελλών, με την οποία συγκροτήθηκε η «Δυτική Ενωση» των 5 προαναφερόμενων κρατών.
Στις 4 Απρίλη 1949, στην αίθουσα τελετών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην Ουάσιγκτον, οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Βελγίου, του Καναδά, της Δανίας, της Ισλανδίας, του Λουξεμβούργου, της Νορβηγίας, της Ολλανδίας και της Πορτογαλίας (δικτατορία Σαλαζάρ) υπέγραψαν το Σύμφωνο του Βορείου Ατλαντικού και ίδρυσαν τον Οργανισμό του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (North Atlantic Treaty Organization, ΝΑΤΟ).
Ο Αμερικανός Πρόεδρος, Χάρι Τρούμαν, φρόντισε, με τον λόγο του, να στείλει μηνύματα προς πάσα κατεύθυνση για τη σημασία αυτού του Συμφώνου και για το ρόλο που θα έπαιζε μελλοντικά.
Αναφερόμενος, ανάμεσα στα άλλα, στην επιρροή του Συμφώνου σημείωσε ότι «δεν θα γίνει μόνο αισθητή εις την περιοχήν την οποία καλύπτει, αλλ’ εις ολόκληρον τον κόσμον».
Και, για να γίνει ακόμη περισσότερο σαφές το νόημα των λόγων του, έδωσε ένα παράδειγμα:
«Με την εξουσιοδότησίν μου – είπε – και κατόπιν οδηγιών μου το υπουργείον Εξωτερικών απεσαφήνισε προσφάτως ότι η προσχώρησις των Ηνωμένων Πολιτειών εις το Σύμφωνον αυτό δε σημαίνει κατ’ ανάγκην την χαλάρωσιν του αμερικανικού ενδιαφέροντος διά την ασφάλειαν και ευημερίαν άλλων περιοχών, ως η Εγγύς Ανατολή».
Με αυθεντικό ταξικό κριτήριο, ο Τσόρτσιλ συμπλήρωνε στην ομιλία του Μάρτη του ’49 πως ο αντίπαλος είναι οι «14 άνδρες του Κρεμλίνου», οι οποίοι «έχουν την ιεραρχίαν των και εν είδος θρησκείας, της οποίας οι ιεραπόστολοι ευρίσκονται εις κάθε χώραν (σ.σ. εννοεί την κομμουνιστική ιδεολογία και τα Κομμουνιστικά Κόμματα) ως πέμπτη φάλαγξ, αναμένοντες την ημέραν καθ’ ην, ως ελπίζουν, θα είναι οι απόλυτοι κύριοι των συμπατριωτών των και θα εξοφλήσουν παλαιούς λογαριασμούς. Εχουν την αθεϊστικήν θρησκείαν των και το κομμουνιστικόν δόγμα των της πλήρους υποταγής του ατόμου εις το κράτος. Οπισθεν τούτου ίσταται ο μεγαλύτερος στρατός εν τω κόσμω…».
Αναφερόμενος στην κατάσταση στην οποία βρισκόταν εκείνη τη στιγμή ο καπιταλιστικός κόσμος, ο Τσόρτσιλ τόνισε:
«Εχομεν ως κυριαρχούντα γεγονότα το περίφημον Σχέδιον Μάρσαλ υπέρ μιας νέας ενότητος της Δυτικής Ευρώπης και την στιγμήν αύτην το Ατλαντικόν Σύμφωνον (…). Υπό την πίεσιν του κομμουνισμού όλα τα ελεύθερα έθνη συνεσπειρώθησαν όσον ουδέποτε άλλοτε εις εν σύνολον (…). Ας προχωρήσομεν ομού εις την εκπλήρωσιν της αποστολής μας και του καθήκοντός μας, φοβούμενοι τον θεόν και ουδέν άλλο».
Το Φλεβάρη του 1952, με κυβέρνηση Πλαστήρα – Βενιζέλου η ελληνική Βουλή κυρώνει νόμο με τον οποίο η χώρα μπαίνει στο NATO.
Καταψηφίζουν οι βουλευτές της ΕΔΑ, ενώ ήδη το ΚΚΕ από την πολιτική προσφυγιά, έχοντας αντιταχτεί στη Συμφωνία για ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, καταγγέλλει το γεγονός της υπογραφής της, κάνοντας λόγο για πολεμοκάπηλα σχέδια των ιμπεριαλιστών στην περιοχή, καταγγέλλοντας ταυτόχρονα τη συμμετοχή των αστικών πολιτικών δυνάμεων σε αυτά. Την ίδια περίοδο εντάσσεται και η Τουρκία σ’ αυτόν τον ιμπεριαλιστικό στρατιωτικοπολιτικό συνασπισμό.
Είναι η περίοδος κατά την οποία η αστική εξουσία της Ελλάδας πάσχιζε να ενισχυθεί και να θωρακιστεί, έχοντας την πείρα του πολέμου ενάντια στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, τον οποίο και νίκησε στρατιωτικά με την αποφασιστική συμβολή και ένοπλη συμμετοχή των Αμερικανών συμμάχων της.
Και παρά τη νίκη της απέναντι στο λαϊκό κίνημα, το στέριωμά της χρειαζόταν την οργανική της ένταξη σε στρατιωτικοπολιτικό ιμπεριαλιστικό οργανισμό. Εξάλλου, τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας ήταν σύνορα ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, αφού και οι τρεις χώρες, Αλβανία, Γιουγκοσλαβία, Βουλγαρία, ανήκαν στις Λαϊκές Δημοκρατίες.
Το τι σήμαινε για τις ΗΠΑ η ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το ομολόγησε, χωρίς περιστροφές, ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ντιν Ατσεσον, μιλώντας εκείνο το χρονικό διάστημα στην αμερικανική Γερουσία:
«Η εισδοχή των δύο χωρών δεν θα συντελέσει μόνο εις την ενίσχυσιν της ιδικής των ασφαλείας, αλλά και των άλλων χωρών του Συμφώνου, περιλαμβανομένης και της ιδικής μας. Αρκεί να ρίξωμεν ένα βλέμμα εις τον χάρτην, διά να ίδωμεν ποία είναι η στρατηγική σημασία των δύο χωρών διά την δυτικήν άμυναν:
Φρουρούν τας ανατολικάς προσβάσεις προς την Μεσόγειον, περιλαμβανομένων και των στενών της Ιταλίας, από την Μαύρην Θάλασσαν προς την Κεντρικήν Μεσόγειον. Επιπλέον, η Τουρκία πλευροκοπεί τας χερσαίας οδούς, αι οποίαι άγουν από την Ρωσίαν προς τας πλουσίας πετρελαιοπηγάς της Μέσης Ανατολής.
Είναι δε γνωστή η απόφασις της Ελλάδας και της Τουρκίας να διατηρήσουν την ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν των και να αναπτύξουν περαιτέρω την δύναμίν των εις αποφασιστικόν φράγμα εναντίον του επιθετικού κομμουνισμού, ιδιαιτέρως εις την Μέσην Ανατολήν» (Κ. Μαρδά: «Η Ελλάδα στα δίκτυα των βάσεων», εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ. 45).
Στα χρόνια που πέρασαν από την ίδρυση του ΝΑΤΟ έως και σήμερα, ο λαός μας συμπύκνωσε τη γνώση για τη δράση του ιμπεριαλιστικού οργανισμού στο σύνθημα «ΝΑΤΟ σημαίνει χούντες και πολέμοι».
Η άθλια προσπάθεια εξωραϊσμού των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών από τη σημερινή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο ρόλος «στρατολόγου» που έχει αναλάβει για να εγκλωβιστούν κι άλλοι λαοί στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, δεν μπορεί να κρύψει τη δράση του οργανισμού. Διατηρούνται ατόφια στη συλλογική μνήμη του ελληνικού λαού:
— Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974.
— Οι κρίσεις του 1976 και του 1987, που προκλήθηκαν από τις έρευνες των τουρκικών πλοίων «Χόρα» και «Σισμίκ» αντίστοιχα, για κοιτάσματα πετρελαίου, σε θαλάσσιες περιοχές που οι ελληνικές κυβερνήσεις θεωρούν μέρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
— Η κρίση των Ιμίων τον Γενάρη του 1996, που έφερε τις δύο χώρες στα πρόθυρα γενικευμένης πολεμικής σύγκρουσης, τότε που ο πρωθυπουργός Σημίτης είπε το περιβόητο «ευχαριστούμε τις ΗΠΑ», οι οποίες ανέλαβαν διαμεσολαβητικό ρόλο που οδήγησε ευθύς αμέσως στις απαράδεκτες συμφωνίες της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ με την τουρκική κυβέρνηση, μιλώντας για «νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο», αλλά και μετά για «εκκρεμείς συνοριακές διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας».
Πρόκειται για σημαντική πείρα, που συνδέεται με τις σημερινές εξελίξεις και την «επόμενη μέρα».
Πολύ περισσότερο που η αμερικανοΝΑΤΟική παρέμβαση έχει στόχο έναν νέο συμβιβασμό για τη συνεκμετάλλευση του Αιγαίου και των κυπριακών θαλάσσιων ζωνών.
Οι μύθοι που καλλιεργούν ο ΣΥΡΙΖΑ και τα παπαγαλάκια του για τη συμφωνία των Πρεσπών και οι πανηγυρισμοί περί «ειρήνης και σταθερότητας στα Βαλκάνια», μετά την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, καταρρίπτονται από την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή, από τα παζάρια για την αλλαγή των συνόρων.
Είκοσι χρόνια από την έναρξη της επίθεσης του ΝΑΤΟ κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, κανείς δεν ξεχνά ότι τουλάχιστον 2.500 πολίτες σκοτώθηκαν και περισσότεροι από 12.500 άνθρωποι τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια των 78 ημερών βομβαρδισμού, έγιναν καταστροφές ύψους άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ρυπάνθηκε το περιβάλλον με απεμπλουτισμένο ουράνιο και άλλα μη συμβατικά και απαγορευμένα όπλα, καταστράφηκαν περιουσίες πολιτών και υποδομές.
Η Γιουγκοσλαβία χρησίμευσε ως πειραματικό εργαστήριο για επεμβάσεις που ακολούθησαν στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στη Λιβύη, στη Συρία.
Και είναι το ΝΑΤΟ αυτό που επίσης βάλλει ευθέως κατά των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας.
Δεν αναγνωρίζει σύνορα μεταξύ των μελών του (π.χ. Ελλάδας – Τουρκίας), θεωρεί το Αιγαίο «κοινό επιχειρησιακό χώρο».
Μέσω δηλώσεων του γενικού γραμματέα του, αναγνωρίζει τις τουρκικές αμφισβητήσεις στο Αιγαίο και καλεί τις δυο χώρες «να τα βρούνε», δηλαδή να παζαρέψουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Η δήθεν σταθερότητα και ασφάλεια που προσφέρει το ΝΑΤΟ είναι απάτη, αν παρατηρήσει κανείς την όλο και μεγαλύτερη πολεμική προετοιμασία, με τα τεραστίων διαστάσεων γυμνάσια που περικυκλώνουν τη Ρωσία, με το ΝΑΤΟικό δόγμα για το «πρώτο πυρηνικό πλήγμα», με τη λεγόμενη «αντιπυραυλική ασπίδα», με τη μετατροπή του ΝΑΤΟ ή των αυτοτελών στρατιωτικών δομών που αναπτύσσει η ΕΕ (PESCO, μονάδες ταχείας επέμβασης) σε παγκόσμιους χωροφύλακες.
Η πείρα από τον βρώμικο ρόλο των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ στα Βαλκάνια και προπάντων το σύγχρονο ΝΑΤΟικό δόγμα, που κρατά αναμμένο το φιτίλι σε όλη την περιοχή, πρέπει να αποτελέσει κριτήριο για τον λαό, για την ανάπτυξη της αντιιμπεριαλιστικής πάλης, ενάντια στην εμπλοκή της Ελλάδας στους επικίνδυνους σχεδιασμούς.
Κλείνοντας αυτήν τη σύντομη αναφορά στα 70 χρόνια του ΝΑΤΟ, παραθέτουμε αποσπάσματα από την εξαιρετικά επίκαιρη εκτίμηση των ντοκουμέντων του ΚΚΕ. Στις Θέσεις για το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ, που δημοσιεύτηκαν το Δεκέμβρη του 2016, αναφέρεται:
«Το ΝΑΤΟ συνεχίζει να αποτελεί την ισχυρότερη πολιτική – στρατιωτική συμμαχία, παρά την όξυνση των αντιθέσεων στο εσωτερικό του και τη διαφαινόμενη τάση συγκρότησης ενός αυτοδύναμου στρατιωτικού μηχανισμού της ΕΕ. Οι αποφάσεις του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία “δίνουν τον τόνο” της αποφασιστικότητας των Αμερικανών κι Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους έναντι της αστικής τάξης της Ρωσίας, αξιοποιώντας τα πολεμικά μέσα που έχουν στα χέρια τους σε όλη την περίμετρο των ρωσο-ΝΑΤΟικών συνόρων.
Ανάλογα σχέδια ενίσχυσης της παρουσίας του έχουν εκπονήσει το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ και στην περιοχή του Ειρηνικού (με τη στρατηγική “Pivot to Asia”), αλλά και σε άλλες περιοχές.
Όσον αφορά τα πεδία υπαρκτής ή ενδεχόμενης στρατιωτικής αντιπαράθεσης, ξεχωρίζουν η ΝΑ Μεσόγειος, η ΝΑ Ασία, η Β. Αφρική και ο Αρκτικός Κύκλος, χωρίς να αποκλείονται και άλλες εστίες ή εύφλεκτες περιοχές, όπως ο Καύκασος, ο Περσικός Κόλπος, η περιοχή του Αντεν και τα Βαλκάνια.
Επίσης, τόσο οι πολεμικές αντιπαραθέσεις στην Ευρώπη (Νοτιοανατολική Ουκρανία, Κριμαία) όσο και η ενίσχυση του ΝΑΤΟ σε Βαλτική, Μαύρη Θάλασσα αλλά και στα Βαλκάνια και στο Αιγαίο, αποτελούν παράγοντες που συνηγορούν υπέρ του ενδεχόμενου ξεσπάσματος πολεμικών αναμετρήσεων και σε ευρωπαϊκό έδαφος.
(…) Συνεχή παρακολούθηση απαιτεί επίσης η στάση της ελληνικής αστικής τάξης μπροστά σε ένα ενδεχόμενο πιο γενικευμένης αντιπαράθεσης Ρωσίας – ΗΠΑ ή ακόμα και Κίνας – ΗΠΑ στο μέλλον. Σήμερα η ελληνική αστική τάξη, μέσω και της πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, συμμετέχει ενεργά στους ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς που στρέφονται ενάντια στη Ρωσία. Στηρίζει τις αποφάσεις που παίρνονται ενάντιά της, διευκολύνει την αυξημένη παρουσία του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο με πρόσχημα τη διαχείριση των προσφυγικών – μεταναστευτικών ροών (αλλά με πραγματικό στόχο τον καλύτερο έλεγχο των διελεύσεων του ρωσικού στόλου), συμμετέχει σε κοινές αεροπορικές δραστηριότητες με τη Βουλγαρία με βασικό αντικείμενο την αποτροπή της “ρωσικής απειλής” στη Μαύρη Θάλασσα.
(…) Το ΚΚΕ, σε αντίθεση με τα άλλα κόμματα, αποκαλύπτει με συνέπεια στον ελληνικό λαό τους κινδύνους από τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, συμβάλλει καθοριστικά στην ενδυνάμωση της πάλης ενάντια στη συμμετοχή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, στις ξένες βάσεις, στην αλλαγή και επαναχάραξη των συνόρων της περιοχής που μεθοδεύουν τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Παλεύει σταθερά για τον απεγκλωβισμό της Ελλάδας από τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης που είναι η αιτία των πολέμων».
Πηγή: Ριζοσπάστης