Για ποιον ήταν τα δάκρυα της Τερέζα Μέι; – Σε βικτωριανά επίπεδα η φτώχεια στη Βρετανία
Ενώ η διαδοχολογία κυριαρχεί στη βρετανική επικαιρότητα μετά την πρωθυπουργική παραίτηση, έκθεση ειδικού του ΟΗΕ φέρνει στο φως σοκαριστικά στοιχεία για τα ποσοστά φτώχειας μεταξύ παιδιών και ενηλίκων στη χώρα, που παραπέμπουν στα φτωχοκομεία του 19ου αιώνα.
Ένα από τα θέματα των ημερών είναι και η παραίτηση της Τερέζα Μέι από την πρωθυπουργία της Βρετανίας, μετά τις επανειλημμένες αποτυχίες της να περάσει ένα Brexit με όρους που θα ικανοποιούσαν στοιχειωδώς τις αντιμαχόμενες πλευρές του βρετανικού κεφαλαίου. Σε μια σκηνή που έκανε το γύρο του κόσμου, η δακρυσμένη πολιτικός δήλωσε «περήφανη» που είχε υπάρξει πρωθυπουργός της χώρας. Αν και δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητήσει κανείς τη γνησιότητα της συγκίνησής της, μπορεί δικαίως να σκεφτεί πως τα δάκρυά της δεν είχαν σχέση με τη ζοφερή πραγματικότητα που βιώνουν εκατομμύρια συμπολιτών της. Μια πραγματικότητα που αποτυπώνει με τα πιο μελανά χρώματα η έκθεση του νομικού και υπεύθυνου για θέματα Φτώχειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων στον ΟΗΕ, Φίλιπ Άλστον. Στην έκθεση, που δημοσιεύτηκε την Τετάρτη, διαπιστώνεται πως ένας στους πέντε Βρετανούς, δηλαδή 14 από τα 66 εκ. κατοίκους, ζουν σε συνθήκες φτώχειας, ενώ μόνο μέσα στο 2017 ο αριθμός αυτός αυξήθηκε κατά 1,5 εκ. Ως συνήθως, κύρια θύματα είναι τα παιδιά, με το 30% να ζει σε συνθήκες ένδειας, εικόνα που αναμένεται να γίνει πιο δραματική τα επόμενα δύο χρόνια, όπου προβλέπεται αύξηση του ποσοστού κατά 40%.
Μεγάλη είναι και αύξηση των συσσιτίων, αλλά και το ξεπούλημα δημοτικών υποδομών, όπως βιβλιοθηκών και κέντρων νεότητας. Τρομαχτικό είναι το γεγονός πως για αρκετές ομάδες πληθυσμού παρατηρείται πλέον μείωση του προσδόκιμου ζωής. Κατά τον Άλστον, τα πράγματα επιδεινώθηκαν μετά το 2010, όταν ξεκίνησε μια εντατική πολιτική περικοπών από την τότε κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον, την οποία διατήρησε η διάδοχός του στο Συντηρητικό κόμμα και την πρωθυπουργία. Ο ειδικός του ΟΗΕ μάλιστα συνέκρινε την κατάσταση με εκείνη των λεγόμενων «Poor houses» στην Αγγλία του 19ου αιώνα, όπου ουσιαστικά τιμωρούνταν οι φτωχοί ως «ένοχοι» για την ένδειά τους, ζώντας σε άθλιες συνθήκες και εκτελώντας βαριές καταναγκαστικές εργασίες. Ο Άλστον προχώρησε ακόμα περισσότερο, πως το σπάσιμο πέτρας που συνηθίζονταν τότε μεταξύ των τροφίμων των εν λόγω φτωχοκομείων, θυμίζει την υποχρέωση των σημερινών ανέργων υπό την απειλή ποινικών κυρώσεων να αποδεικνύουν πως 35 ώρες τη βδομάδα ψάχνουν για δουλειά.
Με εμφανή εκνευρισμό αντέδρασαν οι Συντηρητικοί κυβερνώντες στην έκθεση, προβάλλοντας λίστα σύμφωνα με την οποία η Βρετανία είναι 15η στην κατάταξη των χωρών «με τους πιο ευτυχισμένους κατοίκους», κατηγορώντας τον Άλστον πως παρουσιάζει «μια ψευδή εικόνα». Μάλιστα, η αρμόδια υπουργός ετοιμάζεται να διαμαρτυρηθεί επισήμως στα Ηνωμένα Έθνη για την έκθεση, κίνηση που ο Άλστον δήλωσε πως «αρχικά πέρασε για αστείο».
Όσες διαμαρτυρίες όμως κι αν κάνει ενάντια στην παρουσίαση της πραγματικότητας η βρετανική κυβέρνηση, τίποτε δεν μπορεί να αποκρύψει τα διαρκώς εντεινόμενα αδιέξοδα του καπιταλισμού στη Βρετανία, αλλά και διεθνώς, είτε με Brexit οποιασδήποτε μορφής, είτε χωρίς αυτό. Πολλώ δε μάλλον δεν μπορούν να αλλάξουν οτιδήποτε τα δάκρυα της Μέι, που αφορούν πολύ περισσότερο την αίσθηση προσωπικής ανεπάρκειας να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της τάξης της, παρά οποιαδήποτε, έστω και φιλανθρωπικού χαρακτήρα «έγνοια» για τις κοινωνικές στάχτες που αφήνει πίσω και η δική της πρωθυπουργία.
Με πληροφορίες από jungwelt.de