«Τις πιο όμορφες μέρες ..δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα!»
Ο Ναζίμ Χικμέτ πέθανε προσπαθώντας να εξηγήσει με την στρατευμένη του τέχνη εκείνο το πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, το μικρόκοσμο που αλυσοδένει τους ανθρώπους και δεν τους επιτρέπει να βαδίζουν μπροστά. Πέθανε σαν σήμερα αλλά με την ποίησή του κατάφερε να ανοίξει τη πόρτα της αθανασίας.
Στις 3 Ιουνίου 1963 φεύγει από τη ζωή ο Τούρκος ποιητής και ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα της λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, ο Ναζίμ Χικμέτ. Υπήρξε αλύγιστος κομμουνιστής «από τη κορυφή ως τα νύχια» όπως έλεγε. Μέσα από τα ποιήματά του προσπαθούσε να δώσει στο κόσμο τo χαμένο αίσθημα της αγάπης, του έρωτα και της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο.
Ήταν μόλις 17 χρονών, παιδί αριστοκρατικής οικογένειας, δόκιμος στο τουρκικό πολεμικό ναυτικό με το μέλλον του να είναι προδιαγεγραμμένο και στρωμένο με ροδοπέταλα, όταν αποφάσισε να επιλέξει τον άλλο δρόμο. Όταν αποφάσισε να διαλέξει στρατόπεδο. Ήξερε με ποιους ήθελε να είναι, ήξερε για ποιους ήθελε να γράφει, ήξερε για ποιους ήθελε να ονειρεύεται. Έτσι αρχίζει να γράφει τους πρώτους του στίχους.
«Μία θρησκεία, ένας νόμος, ένα δίκαιο. Η δουλειά του εργάτη!»
Το 1920 ταξιδεύει στη χώρα των Σοβιέτ για να σπουδάσει οικονομικές και πολιτικές επιστήμες. Εκεί θα γνωρίσει έναν άνθρωπο ο οποίος θα τον εμπνεύσει και θα επιδράσει στη διαμόρφωση του ποιητικού του λόγου. Ήταν ο ποιητής της Επανάστασης. Ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Δύο χρόνια ήταν αρκετά για τον μικρό Ναζίμ για να επιλέξει το δρόμο της στρατευμένης τέχνης και των λαϊκών αγώνων. Το 1922 γίνεται μέλος του Κόμματος των Μπολσεβίκων – ΠΚΚ (μπ) και του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας.
Είμαι κομμουνιστής
Είμαι αγάπη απ’ την κορφή ως τα νύχια,
αγάπη θα πει βλέπω, σκέφτομαι, κατανοώ,
αγάπη θα πει το παιδί που γεννιέται,
το φως που πλημμυρίζει.
Το 1925 επιστρέφει στη πλέον Κεμαλική Τουρκία. Το έργο του διαδίδεται γρήγορα από χωριό σε χωριό, από πόλη σε πόλη. Το όνομά του έχει γίνει γνωστό σε όλους και συνώνυμο του επαναστάτη. Με το ΚΚΤ να είναι παράνομο ο Ναζίμ ψάχνει τρόπους να αναδείξει τη τέχνη του. Μέσα από την νεογεννηθείσα κεμαλική δημοκρατία, ο Ναζίμ βρίσκει την ελευθερία να γράφει κείμενα και ποιήματα σε εφημερίδες και περιοδικά, να απαγγέλλει στο κεντρικό ραδιόφωνο της Κωνσταντινούπολης ενώ ταυτόχρονα ποιήματά του ηχογραφούνται και κυκλοφορούν παντού. Ο νέος επαναστάτης ποιητής έχει αποκτήσει ένα ευρύ κοινό κάτι που αυτομάτως τον καθιστά επικίνδυνο για το κεμαλικό καθεστώς. Έτσι η περίοδος της χάριτος έληξε άδοξα. Ταξιδεύει ξανά στην ΕΣΣΔ για να συμβουλευτεί τους κόκκινους συνάδελφούς του και σε λίγο καιρό επιστρέφει στη Τουρκία για να αναλάβει ενεργό δράση. Πλέον όμως το καθεστώς έχει πάρει τα μέτρα του και έχει κάνει από την πρώτη στιγμή σαφές στο Ναζίμ ότι δεν αστειεύεται. Η κυβέρνηση αρχίζει να τον κυνηγά ανοιχτά: σχεδόν μετά από κάθε έκδοση έργου του, ακολουθεί δίκη. Η συνεχής καταστολή όμως δεν μπορεί να σταματήσει την αυξανόμενη απήχησή του στο λαό. Ανθρωποκυνηγητό, συκοφαντίες, καταστολή, δίκες-παρωδία πέφτουν στο κενό: όχι μόνο ατσαλώνουν ακόμα πιο πολύ τον ποιητή, αλλά δεν μπορούν να σταματήσουν και τη διάδοση του έργου του. Έτσι το καθεστώς τον καταδικάζει σε 40 χρόνια φυλακή. Ο μεγάλος όμως Τούρκος ποιητής για ακόμα μία φορά δεν θα λυγίσει.
Τρύπησαν την καρδιά μου από δεκαπέντε μεριές
Θάρρεψαν πως δε θα χτυπάει πια η καρδιά μου από τη λύπη της!
Η καρδιά μου πάλι χτυπά
η καρδιά μου πάλι θα χτυπήσει!
Κάτω από την πίεση της ΕΣΣΔ και λόγω της παγκόσμιας κατακραυγής, ο Ναζίμ Χικμέτ θα απελευθερωθεί τελικά το 1950. Την ίδια χρονιά τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης. Ένα χρόνο αργότερα φεύγει μια για πάντα από τη Τουρκία ενώ του αφαιρείται η τουρκική ιθαγένεια. Το 1952 ως μέλος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ειρήνης απευθύνει μήνυμα προς τον ελληνικό λαό το οποίο θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι εξαιρετικά επίκαιρο σήμερα που υποδαυλίζονται εθνικισμοί εκατέρωθεν και οι σχέσεις των δύο κρατών είναι το λιγότερο οξυμένες.
Αδέλφια μου Έλληνες
Υπάρχουν δύο Τουρκίες και δύο Ελλάδες. Η αληθινή και η ψεύτικη. Η ανεξάρτητη και η δουλική. Η μια είναι η Ελλάδα του Μπελογιάννη και των χιλιάδων Ελλήνων πατριωτών που υποφέρουν στις φυλακές. Η πατρίδα του ελληνικού λαού. Αυτή είναι η γνήσια Ελλάδα. Είναι η Τουρκία με τους χιλιάδες Τούρκους πατριώτες, που σαπίζουν στα μπουντρούμια. Η Τουρκία του τούρκικου λαού. Αυτή είναι η γνήσια Τουρκία.
Υπάρχουν και η Τουρκία και η Ελλάδα του Μεντερές και του Πλαστήρα. Είναι οι επίσημες, όχι οι πραγματικές. Είναι αυτές που με τους ελάχιστους υποστηριχτές τους, ξεπούλησαν και τις δύο χώρες στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
…. οι λαοί της Τουρκίας και της Ελλάδας, δίνουν πέρα για πέρα διαφορετικό νόημα στην ελληνο-τουρκική φιλία. Γι’ αυτούς η φιλία σημαίνει κοινό αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας τους. Για την εθνική ανεξαρτησία, για την ευτυχία, για να μπορούν να γεύονται πλάι πλάι στο αδελφικό τραπέζι της φιλίας το ψωμί και τις ελιές του τόπου τους.
Φίλοι μου Έλληνες.
Πρέπει ν’ αγωνιστούμε μαζί, χέρι με χέρι για την εθνική ανεξαρτησία των χωρών μας, για τη δημοκρατία ενάντια σε κάθε εκδήλωση φασισμού, ενάντια στους ιμπεριαλιστές. Έτσι η φιλία μας θα γίνεται μέρα με τη μέρα πιο ισχυρή.
Ξημερώματα 3 Ιουνίου 1963 η πιο όμορφη καρδιά σταματάει να χτυπάει. Ο Ναζίμ Χικμέτ πέθανε προσπαθώντας να εξηγήσει με την στρατευμένη του τέχνη εκείνο το πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, το μικρόκοσμο που αλυσοδένει τους ανθρώπους και δεν τους επιτρέπει να βαδίζουν μπροστά. Πέθανε σαν σήμερα λοιπόν αλλά με την ποίησή του κατάφερε να ανοίξει τη πόρτα της αθανασίας. Οι στίχοι του ακόμα ταξιδεύουν στις πιο όμορφες θάλασσες και φτάνουν στα πιο όμορφα παιδιά.Οι στίχοι του 56 χρόνια μετά αποτελούν συμπαραστάτη σε κάθε άνθρωπο που συνεχίζει να παλεύει με κόντρα το καιρό για όλα αυτά που πάλευε και εκείνος. Για τη ζωή, την ειρήνη, την αγάπη και ένα καλύτερο κόσμο..
Δε χύνουν δάκρυ
μάτια που συνηθίσαν να βλέπουνε φωτιές
δε σκύβουν το κεφάλι οι μαχητές
κρατᾶν ψηλά τ᾿ ἀστέρι
με περηφάνεια
Ναζίμ Χικμέτ