GLOW : Το πρώτο σόου γυναικείας πάλης στην τηλεόραση έφερε τα πάνω -κάτω
Το 1986 στους αμερικανικούς τηλεοπτικούς δέκτες εμφανίστηκε για πρώτη φορά ένα σόου γυναικείας πάλης. Το στρας, το λάτεξ, τα neon χρώματα και όλη η κακή αισθητική του ’80 εγραψαν την δική τους ξεχωριστή ιστορία στην πάλη.
Θα μου πείτε ”Τι μας ενδιαφέρει εμάς ένα άγνωστο αμερικάνικο πρόγραμμα της δεκαετίας του ’80;” και θα έχετε ένα δίκιο.. εν μέρει.. Γιατί στην πραγματικότητα, η ιστορία των γυναικών που έλαβαν μέρος σε αυτό το σόου αφορά λίγο πολύ όλους μας, και ίσως περισσότερο τον γυναικείο πληθυσμό.
Αν και το σόου μπορεί να χαρακτηριστεί ως η επιτομή του κιτς σε αισθητική, η επιτυχία αυτών των γυναικών δεν πρέπει να μας περάσει απαρατήρητη. Μπορεί σε μια επιφανειακή ανάγνωση οι γυναίκες να φαίνονται σαν καρικατούρες, αλλά έστω και μέσα από ένα καθαρά στερεοτυπικό σόου έσπασαν κοινωνικά ταμπού.
H γυναικεία πάλη μπαίνει στην τηλεόραση για πρώτη φορά στην ιστορία της . Για πρώτη φορά γυναίκες εξοβελισμένες απο την επίσημη σόουμπιζ ή απλές νοικοκυρές μπόρεσαν να σταθούν στα πόδια τους και να δουλέψουν πάνω σε ένα σχέδιο,που όλοι, αρχικά, δεν πίστευαν πως θα πετύχαινε. Σφυρηλάτησαν πραγματικές φιλίες μεταξύ τους και με κάποιο παράδοξο τρόπο .. κορόϊδεψαν στα μούτρα των τηλεθεατών της Αμερικής τις παρωχημένες ιδέες τους.
Κάθε αρχή και δύσκολη
Ο εγκέφαλος πίσω απο το σόου ήταν ο Ντέιβιντ Μακ Λέιν. Ο λάτρης των αντίστοιχων ανδρικών εκπομπών και τηλεοπτικός παραγωγός πήρε την γυναικεία πάλη από το περιθώριο της ιστορίας και το έβαλε στα σαλόνια και στις κρεβατοκάμαρες των τηλεθεατών.
Παρότι στην πλούσια μυθολογία μας, οι πανέμορφες Αμαζόνες μπορούσαν να είναι σκληραγωγημένες και ικανές στις μάχες, οι γυναίκες στην πραγματικότητα δεν μπορούσαν ούτε να γυμναστούν, ούτε να πολεμήσουν. Το άθλημα της πάλης ήταν ανδρική υπόθεση, από το δρόμο μέχρι τους επίσημους αθλητικούς αγώνες, οι γυναίκες δεν είχαν δικαίωμα ούτε κάν να σκεφτούν ισάξιες διακρίσεις με τους άνδρες σε αυτούς.
Η ελληνορωμαϊκή πάλη μέχρι και σήμερα παραμένει προνόμιο των ανδρών, ενώ η ελεύθερη πάλη επέτρεψε την συμμετοχή των γυναικών μόλις το 2004 σε ολυμπιακό επίπεδο.
Οι γυναίκες παλαίστριες ήταν, αν και ικανές, περιορισμένες να συμμετέχουν μόνο σε πανηγύρια ως ”διασκεδαστικό” θέαμα. Πάλευαν με άλλες γυναίκες, μερικές φορές με άνδρες ή με ζώα για την διασκέδαση των θεατών.
Οι παλαιστές ”έκαναν” πως πάλευαν μεταξύ τους, χρησιμοποιώντας ειδικές λαβές, χορευτικές και ακροβατικές φιγούρες για να εντυπωσιάσουν το κοινό, χωρίς τον κίνδυνο να τραυματιστούν.. Βέβαια, οι αστοχίες δεν έλειπαν και τα σπασίματα άκρων και κεφαλιών από λάθος πτώση ή λαβή ήταν συχνό φαινόμενο μεταξύ ”επαγγελματιών” παλαιστών.
Από το 18ο αιώνα και μετά οι γυναίκες παλαίστριες έχαιραν αναγνωρισιμότητας στα τοπικά πανηγύρια, ενώ συχνά κάποιο τσίρκο διαφήμιζε κοντά στα άλλα ”παράξενα πλάσματα” και ”Δυνατές γυναίκες”
Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, τέτοιου είδους θεάματα μπαίνουν σε σαλούν όπου μεθυσμένοι άνδρες βλέπουν γυναίκες ”να πλακώνονται ” στο ξύλο. Λίγο αργότερα, το 19ο αιώνα , η γυναικεία πάλη μπαίνει σε γαλλικά καμπαρέ προς τέρψη των πλούσιων αστών και των κυρίων τους.
Σε εκείνο το σημείο, η γυναικεία πάλη σεξουαλικοποιείται ξανά μετά από αιώνες που θεωρούσαν αταίριαστο για το γυναικείο σώμα να παλεύει. Στην αρχαία Ρώμη, στα περίφημα όργια τους, έβαζαν γυναίκες σκλάβες να παλεύουν μεταξύ τους προς τέρψη των οφθαλμών με λαβές που θύμιζαν περισσότερο σεξουαλική συνεύρεση παρά πάλη.
Πίσω στην Αμερική, απο τα μέσα του 19ου αιώνα, έχουν καθιερωθεί κάποιοι υποτυπώδεις αγώνες γυναικείας πάλη, όπου οι γυναίκες λάμβαναν σαν έπαθλα χρηστικά οικοκυρικά σκεύη.. Οι παλιές παλαίστριες όταν αποσύρονταν δίδασκαν την τέχνη της πάλης σε νεαρότερες ηλικίες.
Το επάγγελμα γνωρίζει άνθιση τον 20ο αιώνα, όταν την δεκαετία του ’40 πολλοί άνδρες βρίσκονται στα πεδία των μαχών, αρκετές γυναίκες ανεβαίνουν στο ρίνγκ για να τους αντικαταστήσουν. Την δεκαετία του ’50 οι επαγγελματίες παλαίστριες γνωρίζουν φήμη και δόξα, όχι όμως τις αντίστοιχες χρηματικές απολαβές των ανδρών.. Τις επόμενες δεκαετίες το επάγγελμα αρχίζει να φθίνει.
Η τηλεόραση είχε αγκαλιάσει απο την δεκαετία του ’30 τους αγώνες επαγγελματικής πάλης και τους είχε εντάξει στο πρόγραμμα της. Με την πτώση του ενδιαφέροντος του κοινού, αυτοί οι αγώνες είχαν καταλήξει να μοιάζουν γκροτέσκο.Η δεκαετία του ΄80 ήρθε να τους δώσει φιλί ζωής. Αξιοποιώντας την πλούσια ιστορία της πάλης ως θέαμα διασκέδασης, εκμεταλλεύτηκε την παρακμή της και δημιούργησε ένα νέο προϊόν το οποίο ταίριαζε απόλυτα με την μόδα της εποχής.
Πρησμένα ποντίκια, λαδωμένα σώματα, έντονα χρώματα, περίεργοι τύποι με φάτσες που δεν θες να συναντήσεις στο δρόμο σου έσκασαν στην οθόνη μας προκαλώντας ο ένας τον άλλον σε αγώνες. Το σενάριο πίσω απο όλα αυτά ήταν απλό: Κάποιος παλαιστής με ψευδώνυμο, κολλητό κορμάκι και μια μικρή πικρη ιστορία απειλούσε ένα άλλον παλαιστή μετα τα ίδια χαρακτηριστικά. Οι παλαιστές χώριζονταν σε καλούς και κακούς σαν να έπαιζαν ένα παραμύθι για ενήλικες.
Όταν ο Ντέιβιντ Μακ Λέιν αποφάσισε να χρησιμοποιήσει γυναίκες σε αντίστοιχο σόου, ούτε ο ίδιος δεν περίμενε τις 500 αιτήσεις που έφτασαν στο μικρό γυμναστήριο μέσα στο οποίο θα στηνόταν η εκπομπή. Οι περισσότερες γυναίκες δεν είχαν ιδέα απο επαγγελματική πάλη, ήταν αποτυχημένες ηθοποιοί, άγνωστα μοντέλα,γυναίκες από χαμηλά στρώματα οι οποίες θα έκαναν οτιδήποτε για να βγουν στο γυαλί.
Ο Μακ Λέιν χρησιμοποίησε επαγγελματίες άνδρες παλαιστές ώστε να τους μάθει πώς να παλεύουν, ενώ τις έβαλε να συγκατοικήσουν όλες μαζί σε ένα ξενοδοχείο, που για 4 χρόνια έγινε το σπίτι τους. Τα κορίτσια με σκληρή καθημερινή προπόνηση κατάφεραν να εξελιχθούν σε επαγγελματίες και στην αγαπημένη λατρεία μικρών και μεγάλων σε λίγο χρονικό διάστημα.
Ένα κιτς σόου στα μέτρα της εποχής.
Σίγουρα η αισθητική δεν ήταν το μεγάλο ατού του σόου. Αν στην ανδρική πάλη το κιτς ήταν παρόν, στο αντίστοιχο γυναικείο το κιτς στοιχείο είχε την πρωτοκαθεδρία.
Ο λόγος που συνέβαινε αυτό ήταν πως σκηνοθέτης του ήταν ο Μάτ Σίμμπερ, γνωστός για τις ιδιαίτερες ταινίες του την δεκαετία του ’70-’80. Έχοντας έφεση στο στυλ ταινίων τύπου camp, δηλαδή ταινίες που σκοπό είχαν να ειρωνευτούν την mainstream εκδοχή της αισθητικής και του καταναλωτισμού χρησιμοποιώντας την κακογουστιά και την υπερβολή, ενέταξε αυτό το στοιχείο μέσα στην εκπομπή.
Το πρόγραμμα ήταν γεμάτο απο cheesy στοιχεία, έβριθε απο κακόγουστα αστεία και οι ρόλοι που ενσάρκωναν τα κορίτσια ήταν κάτι παραπάνω απο στερεοτυπικοί.. Ήταν στερεότυπα στην νιοστή…Κάποιοι μπορούν να ισχυριστούν πως η δεκαετία του ’80 ήταν μια εποχή που το political correct ήταν άγνωστη λέξη. Μια ματιά να ρίξουμε στους ρόλους μέσα στις δικές μας ταινίες, πιο σωστά βιντεοταινίες της εποχής, θα δούμε πολλά ντροπιαστικά στερεότυπα, που σήμερα θα ξεσήκωναν θύελα αντιδράσεων.
Το στερεοτυπικό στοιχείο ήταν έντονο και υπερβολικό εντός της εκπομπής σε σημείο να δείχνει πόσο λάθος ήταν. Όταν παρουσίαζαν την αμερικανίδα νοικοκυρά να γκρινιάζει όλη την ώρα με κρέμες στο πρόσωπο, την όμορφη νέα αμερικανίδα πάντα ξανθιά bimbo, την Αιγύπτια να ντύνεται χανούμισσα και την Ρωσίδα ζωγραφισμένη απο την κορφή ως τα νύχια με σφυροδρέπανα, ουσιαστικά κορόϊδευαν την ημι-μάθεια των τηλεθεατών που πίστευαν πως αυτή είναι η πραγματικότητα.Το αν πέρασε ή όχι το μήνυμα ξεκάθαρα στο κοινό είναι κάτι αμφιλεγόμενο ωστόσο είναι ένοχη απόλαυση να βλέπεις την Νινότσκα να κατεβάζει βότκες και να θέλει να φάει καρδιές καπιταλιστών..
Κάθε ρόλος είχε και το δικό του ξεχωριστό ραπ τραγούδι κομμένο και ραμμένο πάνω του. Το ραπ ήταν η μουσική των νέων της εποχής και οι συντελεστές του σόου δεν μπορούσαν να μην το βαλουν και αυτό μέσα.
Η εκπομπή περιείχε σχεδόν τα πάντα. Πάλη, τραγούδι, σκετσάκια, πολιτικό σχολιασμό.. Έμοιαζε σαν ένας παλίος καλός θίασος vaudeville που προσπαθούσε να προσαρμοστεί στην εποχή και στο τετράγωνο κουτί της τηλεόρασης.
Το τέλος
Το σόου κατάφερε να κερδίσει το τηλεοπτικό κοινό. Λατρεύτηκε από όλες τις ηλικίες και ξεπέρασε σε τηλεθέαση τα αντίστοιχα ανδρικά προγράμματα πάλης. Χιλιάδες γράμματα και δώρα θαυμαστών κατέκλιζαν το μικρό ρινγκ στο Λας Βέγκας, ωστόσο αυτή η επιτυχία δεν μεταφράστηκε ποτέ σε αντίστοιχο χρήμα.
Στα 4 χρόνια του σόου τα κορίτσια, αν και κέρδισαν σε δόξα, δεν είδαν την τσέπη τους να γεμίζει χρήματα. Αιτία ήταν η κακή διαχείριση των παραγωγών, οι οποίοι δεν κατάφεραν να πείσουν τις διαφημιστικές εταιρίες να επενδύσουν σε ένα ”αλλοπρόσαλο” πρόγραμμα. Μπορεί να τραβούσε το τηλεοπτικό κοινό, αλλά στα γραφεία των διαφημιστών προκαλούσε πονοκέφαλο η κιτς αισθητική που πλέον, αρχές δεκαετίας του ’90, είχε αρχίσει να κατευνάζει..
Χωρίς διαφημίσεις το σόου σταμάτησε απότομα να προβάλλεται αρχές του 1990, με τα κορίτσια να μένουν ξαφνικά άνεργες και άστεγες, έπειτα απο 4 χρόνια σκληρής εργασίας και αφοσίωσης.
Κάποιες κοπέλες συνέχισαν να παλεύουν σε τοπικούς αγώνες πάλης, ενώ άλλες εγκατέλειψαν γυρίζοντας πίσω στις πρότερες καριέρες τους.
Παρά το απότομο κόψιμο της εκπομπής, το GLOW έχει μείνει στην μνήμη των τηλεθεατών σαν ένα αγαπημένο τηλεοπτικό πρόγραμμα. Μέσα στα χρόνια υπήρξαν αρκετοί νοσταλγοί και με την εισαγωγή του ίντερνετ στην ζωή μας, το GLOW βρέθηκε μέσα σε ιστοσελίδες, βιντεάκια στο Youtube και πολλές από τις παλιές πρωταγωνίστριες να τις ακολουθούν εκατοντάδες χιλιάδες χρηστών.
Η λατρεία οδήγησε και το Νέτφλιξ να επενδύσει χρήματα και να γυρίσει ένα ντοκυμαντέρ και μια σειρά για αυτά τα πολύχρωμα και ιδιαίτερα κορίτσια..εννοείται με στοιχεία μυθοπλασίας μέσα..
Όπως ήταν αναμενόμενο, ότι περιέχει νοσταλγία πουλά σαν τρελό στις μέρες μας. Η σειρά αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για το πρόγραμμα και το ξαναέφερε στο προσκήνιο.