O Ιγνάτιος, ο Τάκης Μίχας και οι ναζί
Οι ενδιαφέρουσες ετυμολογικές διαδρομές της λέξης “ναζί” αναδεικνύουν τον πραγματικό λόγο που το νέο πουλέν του Βαρουφάκη εξοργιζόταν πριν λίγα χρόνια που δε λέμε τους Χρυσαυγίτες “εθνικοσοσιαλιστές”.
Η τοποθέτηση του γνωστού γκουρού του νεοφιλελευθερισμού Τάκη Μίχα στα ψηφοδέλτια του – κατά δήλωσή του – παρ’ολίγον ψηφοφόρου του ΚΚΕ Γιάνη Βαρουφάκη, έγινε η αφορμή να θυμηθούμε διάφορες παλιότερες δηλώσεις του δημοσιογράφου, ανάμεσα στις οποίες ξεχώρισε και η αγανάκτησή του που αποκαλούμε τους χρυσαυγίτες ναζί, κι όχι εθνικοσοσιαλιστές, ώστε να αναδεικνύεται το β’ σκέλος της λέξης. Τότε πολλοί έσπευσαν να “διορθώσουν” το Μίχα, επισημαίνοντας πως η λέξη ναζί δεν αποτελεί παρά σύντμηση του εθνικοσοσιαλιστή.
Η πραγματικότητα είναι λίγο πιο περίπλοκη, όπως μας δείχνουν οι ετυμολογικές περιπέτειες του όρου.
Οι απαρχές της λέξης ναζί (νάτσι, σύμφωνα με τη γερμανική προφορά) ήταν εντελώς ανώδυνες κι αθώες. Όσο παράξενο ή αστείο κι να ακούγεται, αρχικά επρόκειτο απλώς για το υποκοριστικό του “Ιγνάτιος” (Ιγκνάτς), που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές στη νότια Γερμανία και την Αυστρία. Ωστόσο σταδιακά απέκτησε και τη σημασία του ανόητου ή του αδέξιου και δεν έλειπαν Γερμανοί άλλων περιοχών που έβγαζαν “Νάτσι” τα σκυλάκια τους. Η υποτιμητική σημασία της λέξης διακρίνεται και από το γεγονός πως οι Γερμανοί στρατιώτες αποκαλούσαν έτσι τους συναδέλφους και συμμάχους τους από την Αυστροουγγαρία στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η χρήση του όρου “nazi” με πολιτικό περιοχόμενο, φαίνεται πως απαντάται από τις αρχές του 20ου αιώνα, για να περιγράψει τον “εθνοκοινωνιστή” (nationalsozial) πολιτικό Φρίντριχ Νάουμαν στα 1903. Ο Νάουμαν έδωσε το όνομά του σε ίδρυμα που πρόσκειται στο νεοφιλελεύθερο κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών. Κατά μία άλλη εκδοχή, η χρήση του πλήρους όρου “εθνικοσοσιαλιστής” απαντάται το 1887 για τον τότε καγκελάριο Όττο φον Μπίσμαρκ στην “Γερμανική Εφημερίδα των Ευγενών”.
Ερχόμαστε στο 1922, όταν ο αριστερός συγγραφέας Κουρτ Τουχόλσκι δημοσιεύει άρθρο με τίτλο “Οι ναζί” (Die Nazis), όπου φαίνεται πάντως πως κυριαρχεί ακόμα η παλιότερη σημασία της λέξης, με αναφορά στους Αυστριακούς. Πιο συγκεκριμένα εν προκειμένω βέβαια στην αυστριακή ακροδεξιά, χωρίς να είναι σαφές μέχρι σήμερα, αν υπονοείται μέσα σε αυτή ο ο Χίτλερ και οι δικοί του εθνικοσοσιαλιστές, τότε παντελώς άσημοι, μην έχοντας προβεί ακόμα στο διαβόητο “πραξικόπημα της μπυραρίας” ένα χρόνο μετά.
Η καθιέρωση του όρου ναζί με αναφορά στους ακολούθους του Χίτλερ παγιώθηκε πάντως στη διάρκεια της ίδιας δεκαετίας, πιθανόν από το δημοσιογράφο Κόνραντ Χάιντεν, που γνώριζε την υποτιμητική σημασία της λέξης στη Βαυαρία. Οι ίδιοι οι Γερμανοί φασίστες, οι οποίοι ως τότε αυτοχαρακτηρίζονταν “Νάζο” (Naso), που θα ήταν και η σωστή εκδοχή σύντμησης του “Nationalsozialist”, επίσης χρησιμοποιούσαν για ένα διάστημα τον όρο ναζί, μέχρι που στις αρχές του ‘30 εγκαταλείφθηκε, καθώς είχε αποκτήσει ξεκάθαρα εχθρική προς τους ίδιους χροιά. Χαρακτηριστικό είναι ένα προπαγανδιστικό φυλλάδιο του Γιόζεφ Γκέμπελς από το 1927, με τίτλο “Der Nazi-Sozi“, απ’ όπου γίνεται σαφές ότι το πρώτο σκέλος, δηλαδή το “nazi” δεν αναφέρεται γενικά κι αόριστα στο “εθνικοσοσιαλιστής”, αλλά μόνο στο “εθνικιστής” (Nationalist>nazi), εξού και η προσθήκη sozi (από το Sozialist).
H ένσταση λοιπόν του Τάκη Μίχα καθόλου τυχαία ή “αγράμματη” δεν ήταν. Πράγματι, η λέξη ναζί αποδίδει πολύ καλύτερα την άρρηκτη σχέση ναζισμού και εθνικισμού, από το εθνικοσοσιαλιστής, που “επιτρέπει” ερμηνευτικές κουτοπονηριές και διαστρεβλώσεις ωφέλιμες για την προαγωγή της εξίσωσης των “δύο άκρων” και της θεωρίας περί του “εθνικοσοσιαλισμού ως κινήματος της αριστεράς”, που έχουμε ακούσει κατά καιρούς στη χώρα μας και διεθνώς.
Το όνομά τους, ήταν η ψυχή τους εν προκειμένω, και κυρίως η ψυχή του συστήματος που τους γέννησε. Και καμιά ετυμολογική συσκότιση δεν μπορεί να το αναιρέσει.