Ο Μοχάμετ Άλι στη Σοβιετική Ένωση
“Δεν είδα ούτε έναν να κάνει ωτοστόπ, δεν είδα έναν ζητιάνο στους δρόμους της Σοβιετικής Ρωσίας. Ποτέ δεν ένιωσα τόσο ασφαλής, δεν υπήρχε κίνδυνος να σε κλέψουν. Μου είπαν πως δεν υπάρχει ελευθερία θρησκείας στη Σοβιετική Ένωση, αλλά μουσουλμάνοι, χριστιανοί κι Εβραίοι, ελεύθερα ασκούν τη λατρεία τους.”
Ο μεγάλος πυγμάχος Μοχάμετ Άλι δεν έγινε διάσημος μόνο χάρη στους τίτλους και τις διακρίσεις του, αλλά και για τη στάση του στο ζήτημα της χειραφέτησης των Αφροαμερικανών. Αποκορύφωμα η άρνησή του να στρατευτεί στον πόλεμο του Βιετνάμ, δηλώνοντας πως δεν είχε να χωρίσει τίποτα με τους Βιετκόνγκ, αφού εκείνοι ποτέ δεν τον είχαν αποκαλέσει “βρωμονέγρο”.
Δεν προκαλεί λοιπόν εντύπωση, που η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ θα ήθελε να συμπεριλάβει έναν τέτοιο αθλητή στους επισκέπτες της, στα πλαίσια των προετοιμασιών της Ολυμπιάδας του 1980 στη Μόσχα. Εξάλλου, την άνοιξη του 1978, όταν ο Σοβιετικός πρέσβης στις ΗΠΑ Ντομπρίνιν προσκάλεσε τον Άλι, τίποτε δεν προμήνυε πως οι ΗΠΑ θα προχωρούσαν σε μποϊκοτάζ των επικείμενων αγώνων. Έτσι, τον Ιούνη του 1978, ο κορυφαίος πυγμάχος κατέφτασε στη Μόσχα με τη σύζυγό του, τον προπονητή του κι ένα δικηγόρο.
Έχοντας ως γνωστόν ασπαστεί το ισλάμ κάποια χρόνια πριν, ο Άλι εξέφρασε την επιθυμία να επισκεφτεί τη μουσουλμανική κατά πλειοψηφία σοβιετική δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν.
Πέρασε από τρεις πόλης, την Τασκένδη, τη Σαμαρκάνδη και τη Μπουχάρα, όπου έγινε δεκτός σε πλούσια τραπέζια με άφθονα κεράσια, σερμπέτια, μεζέδες, φαγητά με τοπικό ρύζι και πολύ κρασί και μπράντι. Ο ίδιος, αν και συνήθως λιτοδίαιτος, ομολόγησε πως μετά το ταξίδι του στην ουζμπεκική πρωτεύουσα, είχε βάλει κοντά στα τέσσερα κιλά.
Επιστρέφοντας στη Μόσχα, ο Άλι ζήτησε να συναντηθεί με Σοβιετικούς πυγμάχους βαρέων βαρών. Πράγματι οργανώθηκαν αγώνες, όπου η είσοδος γινόταν μόνο με προσκλήσεις. Την προσοχή των μίντια τράβηξε κυρίως η αναμέτρηση του Άλι με το Σοβιετικό πρωταθλητή Ιγκόρ Βισότσκι, για τον οποίο εκ των υστέρων ο ίδιος ομολογούσε πως “χτυπάει πραγματικά γερά”.
Ακολούθησε η συνάντηση με το Λεονίντ Μπρέζνιεφ, η οποία ήταν πολύ σύντομη, περίπου 20 λεπτά, αλλά φαίνεται πως εντυπωσίασε τον Άλι, που έλαβε ως δώρο το βιβλίο του Σοβιετικού ηγέτη “Η μικρή γη”, βασισμένο στις εμπειρίες του στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κι ένα ρολόι με επιγραφή αφιερωμένη σε εκείνον. Ο αθλητής αποκάλεσε το βιβλίο “το καλύτερο δώρο της ζωής του”, λέγοντας πως θα ζητούσε “από το φίλο του το Σοβιετικό πρέσβη να του το μεταφράσει”.
“Δεν μπορώ να βρω λόγια… Είμαι ένας απλός Αμερικανός πυγμάχος, αλλά ήταν τιμή μου να συναντήσω τον κύριο Μπρέζνιεφ. Άκουγα πως οι Ρώσοι πάντα απειλούν τους Αμερικανούς, αλλά είμαι πεπεισμένος πως δεν ισχύει. Ο Μπρέζνιεφ είναι υποστηρικτής της παγκόσμιας ειρήνης”.
Οι ίδιοι διθυραμβικοί τόνοι συνεχίστηκαν και μετά την επιστροφή του στις ΗΠΑ με αεροπλάνο της σοβιετικής Αεροφλότ στις 21 Ιούνη 1978. Σε συνέντευξη τύπου συνέχισε να επαινεί το Σοβιετικό ηγέτη και να εκθειάζει τις συνθήκες ζωής στην ΕΣΣΔ: “Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς πως μια τόσο φιλειρηνική χώρα θέλει πόλεμο. Και ο Μπρέζνιεφ, δεν φανταζόμουν ποτέ πως θα είναι τόσο ήσυχο και ήρεμο άτομο. Είναι δύσκολο να φανταστώ πως θα είναι ο άνθρωπος που θα ξεκινούσε έναν πόλεμο. Δεν είδα ούτε έναν να κάνει ωτοστόπ, δεν είδα έναν ζητιάνο στους δρόμους της Σοβιετικής Ρωσίας. Ποτέ δεν ένιωσα τόσο ασφαλής, δεν υπήρχε κίνδυνος να σε κλέψουν. Μου είπαν πως δεν υπάρχει ελευθερία θρησκείας στη Σοβιετική Ένωση, αλλά μουσουλμάνοι, χριστιανοί κι Εβραίοι, ελεύθερα ασκούν τη λατρεία τους. Νομίζω πως η σχέση μεταξύ των λαών μας οφείλεται σε ψεύτικη προπαγάνδα και μόνο”. Σε άλλο σημείο, οι δηλώσεις του απηχούν τις προσωπικές ομοφοβικές αντιλήψεις του, αλλά και το συντηρητισμό της εποχής, εξακολουθούν όμως να βρίσκονται στον αντίποδα των αντισοβιετικών στερεοτύπων, που κι ο ίδιος είχε φτάνοντας στη χώρα: “Ήμουν κάπως νευρικός όταν προσγειώθηκα στη Ρωσία. Νόμιζα πως θα δω μια χώρα στα ερείπια, με ένα πλήθος θλιμμένων ανθρώπων που σκέφτονται σα ρομπότ, και πράκτορες που θα ακολουθούσαν κάθε μου βήμα. Αντίθετα, είδα μια χώρα με κατοίκους από 100 εθνικότητες, που ζουν μαζί αρμονικά. Είδα μόνο έναν αστυνομικό, που δεν κουβαλούσε όπλα. Δεν υπάρχει έγκλημα, δεν υπάρχουν πόρνες και ομοφυλόφιλοι”. Μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο NBC, επανέλαβε πως “η αλήθεια είναι αλήθεια. Δεν είδα τίποτε παρά ειρήνη και γαλήνη κι αυτό πρέπει να διαδοθεί”:
Κατά μία ειρωνεία της ιστορίας, δυο χρόνια μετά την επίσκεψη, το 1980, ο Άλι δέχτηκε την αποστολή που του ανέθεσε ο πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ να περιοδεύσει σε χώρες της Αφρικής, προκειμένου να τις πείσει να συμμετάσχουν στο μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών της Μόσχας, με αφορμή τον πόλεμο της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν. Η επιχείρηση στέφθηκε από σχεδόν απόλυτη αποτυχία, καθώς οι περισσότερες κυβερνήσεις των χωρών που επισκέφθηκε θεώρησαν προσβλητικό αντί για διπλωμάτη να τους αποσταλεί ένας αθλητής για ένα τέτοιο σημαντικό πολιτικό ζήτημα. Επιπλέον, ο Άλι εκ των υστέρων δήλωσε απληροφόρητος για το γεγονός πως οι ΗΠΑ είχαν αρνηθεί το προηγούμενο μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών του Μόντρεαλ το 1976 εκ μέρους αφρικανικών χωρών ως ένδειξη διαμαρτυρίας για το απαρτχάιντ στη Ν. Αφρική, αλλά και για το ότι η ΕΣΣΔ είχε βοηθήσει τα αντιαποικιακά κινήματα της Αφρικής. Παρότι μετάνιωσε για τη συμμετοχή του σε αυτή την αποστολή, η πορεία του προς συντηρητικότερες θέσεις είχε ήδη προκαθοριστεί και θα επισφραγίζονταν το 1984, όταν στήριξε επίσημα την υποψηφιότητα του Ρόναλντ Ρέιγκαν για την προεδρία, με το σκεπτικό ότι “διατηρεί το Θεό στα σχολεία, κι αυτό αρκεί”.
Η επόμενη φορά που θα επισκεπτόταν σοσιαλιστική χώρα ήταν το 1996 η Κούβα, όταν η ΕΣΣΔ ανήκε ήδη πια στο παρελθόν. Εκεί συναντήθηκε με το Φιντέλ Κάστρο, αλλά και το “αντίπαλο δέος του”, το θρύλο της κουβανικής πυγμαχίας Θεόφιλο Στίβενσον, τον οποίο όμως δεν αντιμετώπισε ποτέ, αρνούμενος τα 5 εκ. δολάρια που του πρόσφεραν για να αυτομολήσει στις ΗΠΑ και να αγωνιστεί εναντίον του Άλι. Με το Στίβενσον μάλιστα συναντήθηκαν ξανά το 1998, όταν επισκέφτηκε εκ νέου το νησί της επανάστασης.