«Ιδιώνυμο» – Το αδίκημα να σκέφτεσαι «αριστερά»

Σαν σήμερα, ψηφίζεται ο νόμος 4229 «περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Ο νόμος χαρακτήριζε «ιδιώνυμο αδίκημα» την κομμουνιστική δράση και ιδεολογία, στρεφόταν κατά κύριο λόγο ενάντια στο ΚΚΕ και τη δράση του, απαγόρευε όμως και τη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων που καθοδηγούνταν από την αρχή της ταξικής πάλης.

Σαν σήμερα, στις 25 του Ιούλη 1929, ψηφίζεται ο νόμος 4229 «περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών». Ο νόμος χαρακτήριζε «ιδιώνυμο αδίκημα» την κομμουνιστική δράση και ιδεολογία, στρεφόταν κατά κύριο λόγο ενάντια στο ΚΚΕ και τη δράση του, απαγόρευε όμως και τη δράση των  συνδικαλιστικών οργανώσεων που καθοδηγούνταν από την αρχή της ταξικής πάλης. Ο νόμος πέρασε με τη θετική ψήφο της συντριπτικής πλειοψηφίας των βουλευτών και των δύο αστικών κομμάτων, του Λαϊκού και του Κόμματος των Φιλελευθέρων.

Τον Ιούλη του 1934, δημοσιεύεται ο πεντάχρονος απολογισμός του Ιδιωνύμου: Επί κυβέρνησης Ε. Βενιζέλου δολοφονήθηκαν 27 εργάτες και αγρότες, συνελήφθησαν 13.050, από τους οποίους οι 2.400 καταδικάστηκαν συνολικά σε 2.054 χρόνια φυλακής και 884 χρόνια εξορίας. Στον πειθαρχικό ουλαμό Καλπακίου στάλθηκαν 120 κομμουνιστές φαντάροι. Επί κυβέρνησης Κ. Τσαλδάρη δολοφονήθηκαν 10 εργάτες και αγρότες, συνελήφθησαν 3.725, από τους οποίους οι 785 καταδικάστηκαν συνολικά σε 570 χρόνια φυλακής και 436 χρόνια εξορίας. Στο Καλπάκι στάλθηκαν 54 φαντάροι. Βασανίστηκαν επίσης 300 πολίτες, τραυματίστηκαν 305, απαγορεύτηκαν 160 συγκεντρώσεις, διαλύθηκαν βίαια άλλες 128, ενώ έγιναν και 138 επιδρομές σε γραφεία σωματείων, τυπογραφεία, κλπ.

Έχει ενδιαφέρον να δούμε περιληπτικά τι προηγήθηκε, τι προέβλεπε το «Ιδιώνυμο» και τις άμεσες συνέπειες από την εφαρμογή του αντιδραστικού νόμου, όπως σημειώνονται στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (Α’ τόμος 1918-1949):

Η αντεργατική πολιτική και οι επίμονες προσπάθειες της παγκαλικής δικτατορίας, καθώς και των κατοπινών κυβερνήσεων, όπως και του Βενιζέλου, να μετατρέψουν τα συνδικάτα σε όργανά τους, αφαιρώντας τους τον ταξικό και διεκδικητικό τους χαρακτήρα, βρήκε αντίθετους τόσο τους κομμουνιστές όσο και την πλειοψηφία των συνδικαλισμένων εργατών. Οι κυβερνήσεις της περιόδου εκείνης, με παρεμβάσεις στο συνδικαλιστικό κίνημα, με αθρόες διαγραφές σωματείων και συνδικαλιστών και με συλλήψεις, αλλοίωσαν τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα κι έδωσαν, έτσι, την ευκαιρία σε εργατοπατέρες-ρεφορμιστές να μπουν επικεφαλής της ΓΣΕΕ.

Το εργατικό κίνημα της χώρας μας πέρασε σε μια δύσκολη φάση. Η αναγκαιότητα καθοδήγησής του σε ταξικούς και διεκδικητικούς αγώνες έθεσε το καθήκον στα διαγραμμένα συνδικάτα και τους συνδικαλιστές του να δημιουργήσουν ένα νέο φορέα, με στόχο τη συσπείρωση των εργαζομένων και την καθοδήγηση των εργατικών αγώνων. Έτσι, συγκροτήθηκε στην αρχή από διαγραμμένα σωματεία 15μελής επιτροπή, η οποία, καθοδηγούμενη από το ΚΚΕ, προχώρησε στη συνέχεια στην ίδρυση της Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας.

(…)Στις μαχητικές απεργίες και τις μαζικές διαδηλώσεις των εργαζομένων, η κυβέρνηση του Βενιζέλου απάντησε με δολοφονίες και τραυματισμούς εργατών. Νόμοι, δικαστές, χωροφύλακες, στρατός, Εκκλησία, μερίδα διανοουμένων και κρατικές υπηρεσίες επιστρατεύτηκαν στην άσκηση μιας γενικής επιθετικής πολιτικής κατά των εργαζομένων και του ΚΚΕ.

Οι επιθέσεις της αστυνομίας και της χωροφυλακής κατά των απεργών και των διαδηλωτών είχαν γίνει μόνιμο φαινόμενο. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις χρησιμοποίησης και του στρατού για τη βίαιη κατάπνιξη των αγώνων των εργαζόμενων μαζών.

Ο Ελ. Βενιζέλος, γνήσιος εκπρόσωπος της αστικής τάξης, συνεπής στην πολιτική της «σταθεροποίησης» του μονοπωλιακού καπιταλισμού, από τον πρώτο ακόμα χρόνο της πρωθυπουργίας του έδειξε ότι ήταν αποφασισμένος να προασπίσει με κάθε τρόπο και μέσο το αστικό καθεστώς.

Η αποφασιστική, όμως, προάσπιση της καπιταλιστικής «σταθεροποίησης», σύμφωνα με την άποψη του Βενιζέλου και των στενών συνεργατών του, δεν ήταν δυνατό να γίνει με τους νόμους που υπήρχαν. Οι διατάξεις του κοινού Ποινικού Δικαίου δεν παρείχαν νομικά «πλαίσια» για την επιβολή ποινών στους κοινωνικούς αντιρρησίες. Για να χτυπηθεί και να ανακοπεί το ανερχόμενο απεργιακό κίνημα της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων, χρειαζόταν ένας άλλος νόμος. Ένας νόμος που να δεσμεύει τους δικαστές στις αποφάσεις τους και να δίνει τη δυνατότητα σας κρατικές υπηρεσίες Ασφάλειας για βέβαιη καταδίκη του «παραπεμπομένου». Και ο νόμος αυτός, δημιούργημα του τότε αντικομμουνιστή υπουργού των Εσωτερικών Κ. Ζαβιτσιάνου, συνεργάτη αργότερα του Μεταξά, ψηφίστηκε από τη Βουλή. Ήταν ο νόμος 4229 της 25ης του Ιούλη 1929 «περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών».

Ο νόμος αυτός έγινε γνωστός σαν «Ιδιώνυμο», γιατί καθιέρωνε ένα καινούργιο αδίκημα με «ίδιον χαρακτήρα», το αδίκημα να σκέπτεσαι «αριστερά». Όριζε ότι «… όστις επιδιώκει την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της Επικρατείας ή ενεργεί υπέρ της εφαρμογής αυτών προσηλυτισμόν τιμωρείται με φυλάκισιν τουλάχιστον εξ μηνών. Προς τούτοις επιβάλλεται, διά της αποφάσεως και εκτοπισμός ενός μηνός μέχρι δύο ετών εις τόπον εν αυτή οριζόμενον…»1 Ο νόμος προέβλεπε τη διάλυση των κομμουνιστικών σωματείων και των κομμουνιστικών συγκεντρώσεων. Ειδικές διατάξεις αναφέρονταν στους στρατιώτες, τους δημοσίους υπαλλήλους, στους εκδότες των εφημερίδων και τους δημοσιογράφους που «εμφορούνται ή προπαγανδίζουν ανατρεπτικάς ιδέας κατά του κρατούντος καθεστώτος».

Ο νόμος αυτός, που χαρακτήριζε την κομμουνιστική δράση και ιδεολογία «ιδιώνυμο αδίκημα», στρεφόταν κατά κύριο λόγο ενάντια στο ΚΚΕ και τη δράση του. Απαγόρευε όμως και τη δράση σειράς συνδικαλιστικών οργανώσεων που καθοδηγούνταν από την αρχή της ταξικής πάλης. Και είχε γενικότερα στόχο τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα βασικά δικαιώματα του ελληνικού λαού.

Η αναγόρευση της πάλης ενάντια στον κομμουνισμό σε δόγμα της κρατικής πολιτικής ήταν πράξη που υπονόμευε τη δημοκρατία, άνοιγε το δρόμο στη δικτατορία και το φασισμό και ταυτόχρονα αποτελούσε επίσημη ομολογία για την αυξανόμενη επιρροή και τη δράση του ΚΚΕ στις λαϊκές μάζες, για το θετικό ρόλο του στην πολιτική και την κοινωνική ζωή.

Αν και η αιχμή του «ιδιώνυμου» στόχευε την πρωτοπορία των εργαζομένων, το ΚΚΕ, στην πράξη ο αντιδημοκρατικός και αντιδραστικός αυτός νόμος στρεφόταν ενάντια σε κάθε αγωνιστική εκδήλωση των εργαζομένων για τα στοιχειώδη δικαιώματά τους, ενάντια σ’ όλον το λαό και αποτελούσε προπομπό για πιο αντιδραστικές μορφές διακυβέρνησης της χώρας.

Μετά την ψήφιση του «Ιδιώνυμου» δυνάμωσαν και πολλαπλασιάστηκαν οι συλλήψεις, οι φυλακίσεις, οι εκτοπίσεις, οι ξυλοδαρμοί, ακόμα και οι δολοφονίες αγωνιστών. Είναι χαρακτηριστικό ότι την επομένη της ψήφισης του «Ιδιώνυμου», στις 26 του Ιούλη 1929, έγινε η πρώτη δίκη για παράβασή του. Ο φοιτητής Μαρμαρέλης δικάστηκε σε 8 μήνες φυλάκιση και 3 μήνες εξορία, γιατί διάβαζε την εφημερίδα Νεολαία, όργανο της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών της Ελλάδας (ΟΚΝΕ) και γιατί δήλωσε στο δικαστήριο ότι είναι κομμουνιστής.2 Την ίδια μέρα εκτοπίστηκαν 22 στελέχη του ΚΚΕ σε διάφορα ειδικά «σωφρονιστήρια» που οργανώθηκαν από τις αρχές για τους νέους επαναστάτες στρατιώτες και ναύτες στο Καλπάκι και τη Μαρμάρω.

Ο Ελ. Βενιζέλος, μιλώντας στη Βουλή το Δεκέμβρη του 1929, διακήρυξε προκλητικά:

«Εγώ δεν θα επιτρέψω αύξησιν των ημερομισθίων… Η ικανοποίησις των αιτημάτων των εργατών σημαίνει ανατροπήν μου… Την γενικήν απεργίαν θα θεωρήσω ως επανάσταση/ και θα την καταπνίξω δι’ όλων των ευρισκομένων εις την διάθεσίν μου μέσων…»3

Με όλη την πολιτική του, απόδειξε περίτρανα τη συνέπεια του στο έργο της καπιταλιστικής σταθεροποίησης.

Με το «Ιδιώνυμο» άρχισαν μαζικοί διωγμοί των κομμουνιστών. Τέθηκαν εκτός νόμου, με δικαστική απόφαση, η Ενωτική ΓΣΕΕ και η Εργατική Βοήθεια Ελλάδας (ΕΒΕ). Κάθε αγωνιστική κινητοποίηση των εργαζομένων χαρακτηριζόταν από τις αρχές σαν «ιδιώνυμο» αδίκημα και αντιμετωπιζόταν βάναυσα.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΒΕ, από τον Ιούλη του 1929 μέχρι το Δεκέμβρη του 1932 δολοφονήθηκαν 18 άτομα (8 εργάτες, 8 αγρότες και 2 επαγγελματίες), καταδικάστηκαν από την αστυνομία και τη χωροφυλακή 1.335 εργάτες κι αγρότες, βασανίστηκαν 107. Έγιναν 12.000 συλλήψεις αγωνιστών και εκδόθηκαν 2.203 καταδικαστικές αποφάσεις που επέβαλαν συνολικά 1.936 χρόνια φυλάκιση και 785 χρόνια εξορία.4

Στο ίδιο χρονικό διάστημα, 120 στρατιώτες και ναύτες στάλθηκαν στους «Πειθαρχικούς Ουλαμούς» του Καλπακιού και της Μαρμάρως, όπου υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια. Ορισμένοι απ’ αυτούς πέρασαν από στρατοδικεία και καταδικάστηκαν σε θάνατο, όπως ο Πανούσης κι ο Μαρκοβίτης, άλλοι σε ισόβια δεσμά και μερικοί σε πολύχρονη φυλάκιση.

Οι καταδίκες αυτές προκάλεσαν κύμα έντονων διαμαρτυριών στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Οι εργαζόμενοι της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, του Βόλου, της Καρδίτσας, των Σερρών, της Καβάλας, της Μυτιλήνης και άλλων πόλεων, 500 φοιτητές της Αθήνας, 650 φοιτητές της Θεσσαλονίκης, πραγματοποίησαν μαχητικές διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις. Με επιτροπές τους ζήτησαν από τον Βενιζέλο και την κυβέρνησή του την ακύρωση της θανατικής ποινής και την κατάργηση του φοβερού «σωφρονιστηρίου» του Καλπακιού που αποτελούσε στίγμα για τον πολιτισμό.

Η Ένωση Ελλήνων Νομικών, οι επιφανέστεροι πνευματικοί άνθρωποι της Ελλάδας, όπως ο Παλαμάς, ο Ξενόπουλος, ο Γληνός, ο Καζαντζάκης, ο Βουτυράς, ο Βάρναλης, ο Τερζάκης, ο Λαυράγκας, ο Νιρβάνας, ο Καμπούρογλου, ο Μαλακάσης, ο Κορδάτος, ο Πικρός, ο Κατηφόρης και άλλοι, ύψωσαν φωνή διαμαρτυρίας.

Από το εξωτερικό διαμαρτυρίες στην κυβέρνηση Βενιζέλου έστειλαν η Βαλκανική Κομμουνισπκή Ομοσπονδία, η Ευρωπαϊκή Αγροτική Επιτροπή και ο Αϊνστάιν. Οι εφημερίδες Ουμανιτέ του ΚΚ Γαλλίας και Ρότε Φάνε του ΚΚ Γερμα-νίας, η Κομμουνιστική Διεθνής των Νέων και η Εργατική Βοήθεια Γερμανίας κάλεσαν τους εργάτες και τους εργαζόμενους γενικά να αγωνιστούν για τη σωτηρία των δύο Ελλήνων κομμουνιστών φαντάρων (Πανούση και Μαρκοβίτη). Στο Βερολίνο οι εργάτες διαδήλωσαν στους δρόμους και έσπασαν τα τζάμια της ελληνικής πρεσβείας.5

Χάρη στην πάλη του λαού και την παγκόσμια κατακραυγή, η κυβέρνηση Βενιζέλου αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να μετατρέψει τελικά, το Γενάρη του 1931, τις θανατικές καταδίκες σε πρόσκαιρα δεσμά και να μειώσει τις άλλες ποινές.

Ενάντια στον αντικομμουνιστικό αυτό νόμο έγιναν τότε πολλές συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες εργατικών οργανώσεων, με επικεφαλής τους κομμουνιστές στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη, το Αγρίνιο, τη Μυτιλήνη, την Καβάλα, τη Δράμα κ.ά. Ενάντια στο «Ιδιώνυμο» τάχθηκαν και αρκετοί πολιτικοί αρχηγοί6 και επιφανείς παράγοντες του επιστημονικού κόσμου, όπως οι καθηγητές Πανεπιστημίου Θ. Πετμεζάς, Ν. Τριανταφυλλόπουλος, Κ. Άμαντος, Α. Σβώλος και οι Δ. Γληνός. Ειρ. Δενδρινού. Κ. Τσουκαλάς κ.ά.

 

1.Γρηγόριος Δαφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων, 1923-1940, τόμος Β’, σελ. 92.

2.Το ΚΚΕ. Επίσημα κείμενα, τόμος δεύτερος, σελ. 615.

3.Γιώργης Δ. Κατσούλης, Ιστορία τουΚΚΕ, τόμος Π, 1927-1933, σελ. 114.

4.Το ΚΚΕ. Επίσημα κείμενα, τόμος δεύτερος, σελ. 640.

5.Χρήστος Ν. Τσιντζιλώνης, ΟΚΝΕ, 1922-1943, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 166.

6.Το «Ιδιώνυμο» καταψήφισαν στη Βουλή οι Α. Παπαναστασίου, Γ. Καφαντάρης και Γ. Παπανδρέου, υποστηρίζοντας ότι η ψήφισή του καταργούσε την έκφραση γνώμης και έδινε τη δυνατότητα σε αυθαίρετες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι Π. Τσαλδάρης και Γ. Κονδύλης, από απλή αντιπολιτευτική διάθεση κατά του Βενιζέλου.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: