Όταν ο Μίκης συνάντησε τον Τσε στην Κούβα
Είδα την πινακίδα: “Ελευθερία ή θάνατος”. Του λέω “Εδώ, αγαπητέ σύντροφε, κοροϊδεύετε τα ζώα, εδώ μόνο ο θάνατος τα περιμένει. Τι μου λες και βάζεις το “ή” ; Είναι σκέτο “μουέρτε”, του λέω.
Σήμερα ο Μίκης Θεοδωράκης έκλεισε 94 χρόνια ζωής. Και μπορεί για κάποιους να έχει “πεθάνει” πολιτικά εδώ και χρόνια -ή το αργότερο πέρσι στα εθνικιστικά συλλαλητήρια για τη Μακεδονία- αλλά υπάρχουν πολλές στιγμές από τη ζωή του που θυμίζουν γιατί αγαπήθηκε τόσο πολύ από γενιές ολόκληρες, μέχρι και σήμερα. Μια τέτοια στιγμή είναι η επίσκεψη του συνθέτη στην Κούβα, το νησί της επανάστασης, όπου συναντήθηκε μεταξύ άλλων και με τον Τσε Γκεβάρα. Παραθέτουμε την αφήγηση του ίδιου, όπως την βρήκαμε στο ελληνικό αρχείο Che Guevara.
Ο Μίκης Θεοδωράκης επισκέπτηκε την Κούβα τρία χρόνια μετά την Επανάσταση, το 1962. Ως προσωπικότητα της ελληνικής αριστεράς εκείνης της εποχής, ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης βρέθηκε στην Κούβα συμμετέχοντας σε αποστολή της τότε ΕΔΑ στο νησί της Επανάστασης. Παρακάτω δημοσιεύονται αποσπάσματα αφηγήσεων του Μ. Θεοδωράκη για την επίσκεψή του στην Κούβα και – ιδιαιτέρως – την συνάντηση που είχε με τον Τσε, που την περίοδο εκείνη ήταν υπουργός βιομηχανίας της επαναστατικής κυβέρνησης.
«Αυτή ήταν μια πρώτη επίσκεψη που έγινε τότε επίσημα στην Κούβα. Πάρα πολύ μεγάλο ταξίδι, με ελικοφόρα. Ήταν μια προσπάθεια των Κουβανέζων να καλέσουν αντιπροσωπείες από όλο τον κόσμο, προκειμένου να απαντήσουν στις κατηγορίες και τις συκοφαντίες των διαφόρων γραφείων των ιμπεριαλιστών, που μιλούσαν για σφαγείς και λοιπά, τα γνωστά.
Βρήκαμε μια περίεργη κατάσταση, γιατί όλος ο κόσμος ήταν ένοπλος, όλοι φορούσαν χακί στολές, είχαν όλοι μπαρμπούντος και οι γυναίκες ήταν ένοπλες, παράλληλα όμως υπήρχε και μια πανηγυρική ατμόσφαιρα. Δηλαδή όλος ο κόσμος χόρευε, μιλούσε, πανηγύριζε. Γιόρταζαν συνέχεια αυτοί, ήταν μια γιορτή της επανάστασης συνεχής.
Πήγαμε εκεί, όπου μας έβαλαν σε ένα αμερικάνικο ξενοδοχείο – είχαν επιτάξει όλα τα ξενοδοχεία. Εκείνο που μας έκανε εντύπωση ήταν ότι στα πρώτα πατώματα, στα πρώτα τριάντα πατώματα έμεναν παιδιά. Είχαν πάρει τα παιδιά από τα χωριά, όπου δεν είχαν σπίτια να μείνουν, για να τα προφυλάξουν, να ζουν σε καλύτερες συνθήκες. Αυτά τα παιδιά τα έβαζαν σε δωμάτια, πήγαιναν σε σχολεία όλα μαζί, ήταν καθαρά… Και ήθελα να τονίσω ότι αυτά τα παιδιά, που μεγάλωσαν και σπούδασαν, σήμερα είναι η νέα τάξη της Κούβας. Γι’ αυτό είναι τόσο δυνατός ο Κάστρο, δε θα φύγει ποτέ, διότι πρόκειται για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά, τα οποία δημιουργήθηκαν από το τίποτα.
Αρχίσαμε να κάνουμε αυτές τις επισκέψεις, να βλέπουμε την σύγχρονη Κούβα. Πήγαμε και στα υπουργεία, εγώ και ο Σακελλάρης, ένας βουλευτής της ΕΔΑ. Η ΕΔΑ πήρε εμένα ως προσωπικότητα, για να είμαι λίγο πιο γνωστός. Φυσικά δεν ήμουν εκεί γνωστός, αλλά, τέλος πάντων, είχαν την καλοσύνη να διαλέξουν εμένα. Τον Σακελλάρη τον ενδιέφερε να δει τα οικονομικά της επανάστασης. Σου λέει “Σε λίγο η ΕΔΑ θα είναι κυβέρνηση στην Ελλάδα, να δούμε πως πάνε τα οικονομικά εδώ”. Ο Κάστρο και οι άλλοι δέχονταν κάθε τόσο τους ξένους. Είδαμε και τον γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος… αυτοί εν τω μεταξύ είχαν ξεφτιλιστεί, διότι, λίγο πριν πέσει ο Μπατίστα, το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν εναντίον του Κάστρο.
Πήγαμε λοιπόν στο “Αβάνα Λίμπρε”, το πρώην “Χίλτον”, το οποίο ονόμασαν “Αβάνα Λίμπρε”, “Ελεύθερη Αβάνα”, και μας είπαν ότι στην ταράτσα επάνω, που έπαιζε και μια ορχήστρα, θα μας δεχόταν η ηγεσία των επαναστατών. Καθίσαμε σε κάτι τραπέζια και μετά ήρθαν οι διερμηνείς. Κάναμε τις συστάσεις, ήταν ο Φιντέλ Κάστρο, ο Τσε Γκεβάρα και ο πρόεδρος της Κούβας, ο μόνος που δεν είχε γένια. Άρχισε να ρωτάει για την Ελλάδα, ήξεραν για την Ελλάδα, πολλοί όμως δεν ήξεραν καν που βρίσκεται».
Και ο Τσε;
«Ε, βέβαια. Ο Τσε ήταν γιατρός, από την Αργεντινή. Την αρχαία Ελλάδα βέβαια την γνώριζαν, λίγα πράγματα όμως ήξεραν για την σύγχρονη Ελλάδα. Εκεί λοιπόν που τελείωνε η συνάντησή μας, άρχισε η ορχήστρα να παίζει το “Lune de miel”. Το “Honeymoon song” ήταν το εθνικό τους τραγούδι. Μου είπαν μάλιστα ότι το έχουν γράψει και σε μια στήλη εκεί ότι ο ραδιοφωνικός τους σταθμός ξεκίνησε με το τραγούδι αυτό, το οποίο θεωρούσαν ότι είναι μεξικάνικο. Κάποιος έξυπνος Μεξικάνος εκεί έβαλε το όνομά του από κάτω. Το τραγουδούσε ένας Μεξικάνος τραγουδιστής τον οποίο λάτρευε όλοι η Νότια Αμερική, ήταν ο Καζαντζίδης, ας πούμε της Νότιας Αμερικής. Φυσικά και στην Κούβα, λόγω αυτής της διασκευής του τραγουδιού, και του τραγουδιστή, το τραγούδι ήταν στα χείλη όλων των Κουβανέζων. Λέει λοιπόν ο διερμηνέας, όταν σηκωθήκαμε να φύγουμε, στον Κάστρο: “Με την ευκαιρία, να σας πω ότι αυτό το τραγούδι είναι δημιουργία του κύριου εδώ”. “Πού πάτε;” λέει ο Κάστρο κατενθουσιασμένος. “Είναι δυνατόν; Γράφει τέτοια πράγματα;” Δε με άφηναν να φύγω. Και ο Τσε Γκεβάρα ετοιμαζόταν να πάει στη Σιέρα Μαέστρα για περιοδεία. “Θα σε πάρω μαζί μου αύριο”, μου λέει. “Έχει ωραίο κλίμα και άφθονο οξυγόνο εκεί που πηγαίνω”».
Πώς ήταν ο Τσε Γκεβάρα, λοιπόν; Γιατί ήταν τόσο μεγάλος μύθος; Έπρεπε να είναι τόσο μεγάλος μύθος;
«Αυτά τα πράγματα και τους μύθους δεν τα διαπιστώνεις με μια συνάντηση. Εμείς κάναμε απλές συζητήσεις με ένα διερμηνέα που δεν ήξερε και πάρα πολύ καλά τα ισπανικά. Εκείνο το καλαμπούρι που έκανα μαζί του είναι ότι παντού έλεγε “Μουέρτε ο λιμπερτά”, ξέρεις, “Ελευθερία ή θάνατος”. Μάλιστα με πήγε και σε ένα μοντέρνο σφαγείο και δεν ήθελα να μπω μέσα, και είδα την πινακίδα: “Ελευθερία ή θάνατος”. Του λέω “Εδώ, αγαπητέ σύντροφε, κοροϊδεύετε τα ζώα, εδώ μόνο ο θάνατος τα περιμένει. Τι μου λες και βάζεις το “ή” ; Είναι σκέτο “μουέρτε”, του λέω. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι πήγαμε σε ένα κέντρο που είχε μουσική και χορέψαμε. Σηκώθηκε ο ίδιος επάνω και είπε στην ορχήστρα να παίξουμε το τραγούδι αυτό, ενθουσιάστηκε ο κόσμος και μετά με φώναξε πάνω και είπε “Αυτός είναι ο συνθέτης”, και χειροκρότησαν όλοι. Αγαπήθηκα πολύ στην Κούβα ως λαϊκός συνθέτης, δε γίνεται παραπάνω. Να μείνουν ήσυχοι εδώ όσοι λένε ότι είμαι καλός μουσικός και κακός πολιτικός. Αφού δοξάστηκα ως μουσικός στην Κούβα…”».