Γιώργος Σιδέρης – Ο ερυθρόλευκος Φόντακας του ελληνικού ποδοσφαίρου
Το καμάρι του Πειραιά, που έγινε ο Φόντακας των γηπέδων και από τους μεγαλύτερους γκολτζήδες της ασπρόμαυρης εποχής του ποδοσφαίρου.
Μπορεί να μην πρόλαβε τη μεγάλη ομάδα του Ολυμπιακού με τους έξι σερί τίτλους στα 50’ς, και να μην είναι στην πρώτη τριάδα με τους κορυφαίους σκόρερ στην ιστορία του πρωταθλήματος, ή να μην έπαιξε ποτέ με το Δομάζο που ήταν απωθημένο του -εκτός από κάποιους αγώνες στην Εθνική… Είναι όμως ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της ομάδας με τα περισσότερα πρωταθλήματα και μία από τις μεγαλύτερες ερυθρόλευκες δόξες κι αυτό λέει πολλά για την αξία του.
Καταγόταν από τη Νάξο, αλλά γεννήθηκε σαν σήμερα στον Πειραιά, στις 5 Απριλίου του 1938. Έκανε τα πρώτα ποδοσφαιρικά βήματα στον Απόλλωνα Ρέντη, για να μεταπηδήσει στον Ατρόμητο Πειραιώς και να γίνει μήλο της έριδος για τις ομάδες του ΠΟΚ. Λέγεται πως ο ίδιος και η οικογένειά του προτιμούσαν να πάρει μεταγραφή για τον Παναθηναϊκό, εξαιτίας της αντιπαλότητας που υπήρχε στις ομάδες του Πειραιά. Τελικά όμως υπέγραψε στους ερυθρόλευκους, για να ακολουθήσει μια δεκαετία γεμάτη τίτλους και πολλά γκολ.
Όταν ήταν έφηβος εργαζόταν για ένα διάστημα στη λαχαναγορά. Αυτό τον σκληραγώγησε και ανέπτυξε τη μυική του δύναμη, που ήταν το μεγάλο προσόν του μες στο γήπεδο, για να αντεπεξέλθει στις προσωπικές μονομαχίες με τους αντίπαλους αμυντικούς, αλλά και τις δύσκολες συνθήκες της εποχής. Πήρε το προσωνύμιο Φόντακας από το μεγάλο αδερφό του Φώτη -παραφθορά του Φώτακας-Φωτακάκι- και με αυτό γνώρισε την καταξίωση.
Βγήκε τρεις φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος της Α’ Εθνικής, ενώ μία χρονιά διεκδίκησε τον τίτλο του πρώτου σκόρερ στα γήπεδα της Ευρώπης και πήρε το αργυρό παπούτσι. Πέτυχε συνολικά πάνω από 200 γκολ με τη φανέλα του Ολυμπιακού, που θα ήταν περισσότερα αν δεν είχε φύγει για το Βέλγιο και αν είχε καταγράψει περισσότερες συμμετοχές. Έχει όμως τον καλύτερο μέσο όρο σκοραρίσματος από τα μεγάλα κανόνια στην ιστορία του πρωταθλήματος.
Πήρε δύο πρωταθλήματα με τον Ολυμπιακό, χάρη στη μεγάλη ομάδα του Μπούκοβι, και πέντε Κύπελλα, που ήταν από τις αγαπημένες του διοργανώσεις, και δε γνώρισε ποτέ την ήττα σε τελικό, παρά μόνο σε αυτόν με τον Παναθηναϊκό, που κρίθηκε στο στρίψιμο της δεκάρας, το 1969 -σε μια εποχή που δεν υπήρχαν τα πέναλτι.
Το 70′ ζήτησε να αποχωρήσει από τον Ολυμπιακό και πήρε μεταγραφή στη βελγική Αντβέρπ, όπου έμεινε μια διετία -αν και τα προηγούμενα χρόνια είχαν ενδιαφερθεί για αυτόν κάποιες από τις μεγαλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Ο θρύλος διηγείται πως είχε κάποια προβλήματα με τους συνταγματάρχες της χούντας -χωρίς να είναι πολιτικά συνειδητοποιημένος- και αυτό τον οδήγησε στη συγκεκριμένη απόφαση. Πάντως δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στον Πειραιά, για να κλείσει την καριέρα του στην ομάδα με την οποία αναδείχτηκε.
Έκτοτε επέλεξε συνειδητά να μείνει μακριά από τα γήπεδα και τα φώτα της δημοσιότητας, ανοίγοντας μια ασφαλιστική εταιρία. Το 2007 όμως έγινε μια απόπειρα δολοφονίας εναντίον του από τρία άτομα, που εικάζεται πως σχετίζονταν με τον Κοσκωτά και 14 μεζονέτες, που ήταν στην κυριότητα της Τράπεζας Κρήτης -αν και τελικά ο μεγαλο-απατεώνας αθωώθηκε για αυτήν την υπόθεση.
Στη συνέχεια μπορείτε να παρακολουθήσετε μεταξύ άλλων ένα αφιέρωμα στη μεγάλη ερυθρόλευκη δόξα, μαζί με μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, αν και ίσως το πιο χορταστικό αφιέρωμα στον ίδιο έγινε μακριά από τις κάμερες.