Λύντια Λιτβιάκ – Το “κρίνο του Στάλινγκραντ”
Ήταν μόλις 22 ετών πριν πέσει την ώρα του καθήκοντος, είχε όμως κατορθώσει να γίνει ο φόβος και ο τρόμος για τους ναζί στους αιθέρες.
Λίγα παραδείγματα φωτίζουν τόσο καλά τα άλματα που έκανε η χειραφέτηση της γυναίκας στη νεαρή ΕΣΣΔ, όσο εκείνο της Λύντια Λιτβιάκ, της όμορφης πιλότου που έσπερνε τον τρόμο στους ναζί, πριν η ίδια θυσιαστεί για τη σοβιετική πατρίδα της.
Γεννημένη σε εβραϊκή οικογένεια στη Μόσχα, ενός σιδηροδρομικού και μιας πωλήτριας, στις 18 Αυγούστου 1921, η Λύντια από μικρή έδειξε ενδιαφέρον για τις πτήσεις. Καταβρόχθιζε βιβλία για το θέμα και παρακολουθούσε πιλότους της πολεμικής αεροπορίας στη διάρκεια της εκπαίδευσής τους.
Σε ηλικία 14 ετών άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στην τοπική αεροπορική λέσχη, πιλοτάροντας για πρώτη φορά μόνη της στα 15, ενώ αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Ακαδημία Πιλότων της Χερσώνας ένα χρόνο μετά. Στο μεταξύ, το 1937, ο πατέρας της εκτελέστηκε, η εξέλιξή της ωστόσο δεν ανακόπηκε καθόλου. Αντίθετα, ανέλαβε διδακτικό πόστο στην κοντινή αερολέσχη του Καλίνιν και σε άλλες πόλεις.
Μετά την επίθεση της Γερμανίας στην ΕΣΣΔ το 1941, η 20χρονη τότε Λίντια πήγε στο πλησιέστερο κέντρο νεοσυλλέκτων για να δηλώσει εθελόντρια στην πολεμική αεροπορία, αλλά αρχικά απορρίφθηκε λόγω ελλιπούς εμπειρίας. Στο επόμενο κέντρο νεοσυλλέκτων, συμπλήρωσε πως διέθετε 1000 ώρες πτήσεις (αντί για τις περίπου 800 – 900 που διέθετε στην πραγματικότητα) κατορθώνοντας να γίνει δεκτή. Σύντομα η Λύντια έγινε μέλος του 586ου τάγματος της Σοβιετικής Αεράμυνας, που αποτελούνταν εξολοκλήρου από γυναίκες, ως πιλότος.
Στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε μεικτό τάγμα ανδρών και γυναικών, συμμετέχοντας σε επικίνδυνες αποστολές πάνω από το Στάλινγκραντ, μαζί και με άλλες συναδέλφισσές της. Στη συνέχεια πέταξε προς τη Σρεντνάγια, όπου άρχισε να πετάει με ένα Γιάκοβλεφ που είχε ζωγραφισμένο τον αριθμό 36 κι ένα λευκό λουλούδι. Το Yak – 1 ήταν ένα καλά εξοπλισμένο μονοθέσιο αεροσκάφος, κατάλληλο για αερομαχίες σε χαμηλό ύψος, με στόχο την προστασία των πολύ πιο αργών επιθετικών αεροσκαφών Ιλιούσιν.
Οι σοβιετικοί κατασκευαστές έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στη μείωση του βάρος των αεροσκαφών, ώστε αυτά να είναι ταχύτερα από τον ναζί πιλότων. Σύντομα έγινε διάσημη για την αποτελεσματικότητά της στην κατάρριψη εχθρικών αεροσκαφών.
Ένας από τους πιλότους που κατέρριψε η Λίτβιακ, ο Έρβιν Μάιερ, αφού έπεσε με το αλεξίπτωτό του αιχμάλωτος στα χέρια των Σοβιετικών, ζήτησε να δει ποιος είχε κατορθώσει να τον ρίξει. Αρχικά δεν πίστευε στα μάτια του όταν είδε τη νεαρή ξανθιά κοπέλα, μέχρι που εκείνη του αφηγήθηκε με κάθε λεπτομέρεια τη σκηνή της κατάρριψης. Ο ίδιος, εντυπωσιασμένος, έβγαλε το χρυσό του ρολόι για να της το προσφέρει, με εκείνη να απαντάει αγέρωχα: «Δε δέχομαι δώρα από τους εχθρούς μου».
Η Λύντια ήταν ριψοκίνδυνο πνεύμα και μετά από κάθε επιτυχή επιχείρηση, συνήθιζε πριν προσγειωθεί να κάνει μια σειρά «ακροβατικά» με το αεροσκάφος της, προς δυσαρέσκεια των ανωτέρων της.
Η νεαρή πιλότος συνέχισε την ανέλιξή της στην ιεραρχία και κέρδισε το παράσημο του Κόκκινου Αστεριού, που δίδονταν μόνο σε όσους είχαν συνεισφέρει σημαντικά στην υπεράσπιση της ΕΣΣΔ. Την ίδια περίοδο, επιλέχθηκε για το σώμα των «Οχότνικι», δηλαδή των ελεύθερων κυνηγών, μια ομάδα ιδιαίτερα έμπειρων και ικανών πιλότων που μπορούσαν κατά βούληση να εντοπίζουν και να καταστρέφουν εχθρικά αεροσκάφη.
Ακόμα και μέσα στη φωτιά του πολέμου, η Λύντια παρέμενε φιλάρεσκη και κοκέτα. Λέγεται πως συνήθιζε να φτιάχνει φουλάρια από το μετάξι των αλεξίπτωτων και πίεσε τη φίλη της μηχανικό αεροσκαφών Ίνα Πασπορτνίκοβα, να υποκλέψει οξυζενέ από το τοπικό νοσοκομείο για να ανοίγει τα μαλλιά της.
Αγαπούσε επίσης πολύ τα λουλούδια, ειδικά τα κόκκινα τριαντάφυλλα, που συνήθιζε να βάζει σε μπουκέτα πάνω στο πιλοτήριο, συνήθεια που δεν έβλεπαν με καλό μάτι οι άντρες συνάδελφοί της.
Ένας συνάδελφός της, ο Αλεξέι Φρόλοβις Σολομάτιν, την ερωτεύτηκε και την πολιορκούσε στενά, εκείνη όμως αντιλήφθηκε τα αισθήματά της για εκείνον μόνο αφότου ο τελευταίος σκοτώθηκε στη μάχη.
Λίγους μήνες αργότερα, η ίδια τραυματίστηκε, αρνούμενη να πάρει αναρρωτική άδεια που θα τη διέκοπτε από το έργο της.
Ήταν 1η Αυγούστου του 1943, όταν η Λιτβιάκ επέστρεφε στη βάση της στην πόλη Ορέλ, μετά από τέσσερις επιχειρήσεις. Η πτήση της διεκόπη από δύο γερμανικά αεροσκάφη. Σύμφωνα με το συνάδελφό της Ιβάν Μπορισένκο, πριν προλάβει η Λύντια να κάνει στροφή και να αντεπιτεθεί, τα εχθρικά πολεμικά εξαφανίστηκαν πίσω από τα σύννεφα, ενώ κατέφτασαν κι άλλες ενισχύσεις στους ναζί, οδηγώντας σε μια βίαιη αερομαχία. Ο Μπορισένκο είδε το Yak-1 της Λύντια τυλιγμένο σε καπνούς να πέφτει με ταχύτητα, με τους ναζί να την κυνηγούν μέχρι τελευταία στιγμή, παρά την εμφανή διάλυση του αεροσκάφους. Κανείς δεν είδε εκρήξεις ή αλεξίπτωτα, ωστόσο η Λύντα δεν επέστρεψε ποτέ στη βάση της. Υπολείπονταν ακόμα 17 μέρες για τα 22α γενέθλιά της.
Πολλά χρόνια αργότερα, το 1979, η ομάδα που έψαχνε τα ίχνη της ηρωίδας, με επικεφαλής τη φίλη της Πασπορτνίκοβα, κατόρθωσε να εντοπίσει ένα πτώμα νεαρής πιλότου που είχε ταφεί ανώνυμα στο χωριό Ντμίτριφκα, κοντά στο σημείο όπου καταρρίφθηκε το αεροσκάφος της Λιτβιάκ. Ειδικοί εξέτασαν τα λείψανα, με την Πασπορντίκοβα να ανακοινώνει πως σκοτώθηκε από θανάσιμο πλήγμα στο κεφάλι. Παρόλα αυτά, δε λείπουν κι όσοι θεωρούν ότι πιάστηκε από τους Γερμανούς και πέθανε στην αιχμαλωσία.
Σε μια από τις τελευταίες και γενικότερα λίγες αξιόλογες πράξεις της θητείας του ως ηγέτη της ΕΣΣΔ, ο Γκορμπατσόφ απένειμε το Μάη του 1990 τον τίτλο της “Ηρωίδας της Σοβιετικής Ένωσης” στη Λιτβιάκ.