Θέατρο τη Δευτέρα: «Γαμήλιο εμβατήριο» του Άγγελου Τερζάκη
Ένα ελάχιστα παιγμένο, αν και σημαντικό έργο της προπολεμικής δραματουργίας μας. που «καθρεφτίζει» την ταξική δομή, τα ήθη, τις αξίες, αντιλήψεις, συμπεριφορές της ελληνικής κοινωνίας στο μεσοπόλεμο.
Δημιουργός της γενιάς του 1930, στη διάρκεια αυτής της «θεμελιώδους», καθοριστικής σημασίας για τη διαμόρφωση και εξέλιξη του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού – σε όλους τους τομείς της Τέχνης – δεκαετίας, για την ακρίβεια στα 1937, ο 30χρονος τότε Αγγελος Τερζάκης, γράφει το δεύτερο θεατρικό του έργο, το «Γαμήλιο εμβατήριο». Το έργο (το 1938 ο Τερζάκης ξαναδούλεψε τη δεύτερη και τρίτη πράξη και το ανέβασε ο θίασος της Μ. Κοτοπούλη), είναι ένα αυθεντικής ελληνικής «ταυτότητας» ρεαλιστικό, ποιητικής ατμόσφαιρας οικογενειακό δράμα, που «καθρεφτίζει» την ταξική δομή, τα ήθη, τις αξίες, αντιλήψεις, συμπεριφορές της ελληνικής κοινωνίας στο μεσοπόλεμο, σημειώνει σε κριτική της στον Ριζοσπάστη η αξέχαστη Θυμέλη (Αριστούλα Ελληνούδη).
Πρόκειται για ένα ελάχιστα παιγμένο, αν και σημαντικό έργο της προπολεμικής δραματουργίας μας.
Χώρος δράσης του έργου είναι μια επαρχία και το σπίτι μιας άλλοτε πλούσιας, ονομαστής, με κοινωνικά αξιώματα, πτωχευμένης πλέον οικογένειας. Μια χήρα μάνα, με ελάχιστη πια ακίνητη περιουσία, με τέσσερις κόρες, ένα γιο φευγάτο χρόνια, άγνωστο πού και μόνο «προστάτη» τον αδελφό της, έναν αρπακτικό, αλλά αποτυχημένο πολιτευόμενο. Το να βρει γαμπρό, στη μικρή επαρχία, η πρωτότοκη κόρη είναι ουτοπία. Θεωρείται ήδη «γεροντοκόρη». Τη μοίρα της ακολουθεί και η δευτερότοκη. Η τριτότοκη, εικοσάχρονη περίπου, που περιφρονεί τον έρωτα του συνεσταλμένου επαρχιώτη δασκαλάκου, συνειδητοποιεί ότι μόνο αν μάθει μια δουλιά και φύγει για να εργαστεί στην πρωτεύουσα, μπορεί να ξεφύγει από την κλειστή κοινωνία της και ίσως να παντρευτεί, αλλά συντρίβεται από έναν απατεώνα Αθηναίο που της πούλησε έρωτα αλλά την εγκατέλειψε. Η μικρότερη, γυμνασιοκόριτσο ακόμη, με το οποίο είναι ερωτευμένος ένας φυματικός αιώνιος φοιτητής, θα συντριβεί όπως και όλες οι αδελφές με τον ερχομό του – χαρτοπαίκτη όπως αποδείχνεται – αδελφού τους, ο οποίος με τη νοοτροπία ότι ο άνδρας (ο πατέρας και μετά ο γιος) είναι ο «αρχηγός της οικογένειας», αδίστακτα θα πουλήσει το μοναδικό πια χωράφι -πηγή επιβίωσης της μάνας και των θυγατέρων της.
Η παράσταση προβλήθηκε από την ΕΡΤ, το 1978, στα πλαίσια της εκπομπής «Το θέατρο της Δευτέρας».
Σκηνοθεσία: Γιώργος Βουτσίνος, Χρήστος Ράλλης. Μουσική επιμέλεια: Ζακ Μεναχέμ. Σκηνικά – κοστούμια: Γιάννης Καρύδης. Παίζουν: Μαρία Αλκαίου, Όλγα Τουρνάκη, Ηρώ Κυριακάκη, Βάντα Καρακατσάνη, Πίτσα Μπουρνόζου, Γιάννης Ξανθογιώργης, Νίκος Απέργης, Γιώργος Μάζης, Παντελής Ζερβός, Ντίνος Καρύδης, Τζένη Φωτίου.
Η Κατιούσα αγαπάει το θέατρο και προβάλει κάθε Δευτέρα από τις σελίδες της μια σειρά από ξεχωριστά έργα που βρίσκονται «αποθηκευμένα» στο πλούσιο Αρχείο της ΕΡΤ.
Για πολλά χρόνια «Το θέατρο της Δευτέρας» που προβαλλόταν από την κρατική ΕΡΤ αποτελούσε μια όαση πολιτισμού στο άνυδρο τηλεοπτικό (και όχι μόνο) τοπίο της εποχής, που καθήλωνε κάθε βδομάδα μπροστά στους δέκτες τους χιλιάδες τηλεθεατές.
Οι μεγαλύτεροι συγγραφείς του κόσμου, αλλά και πολλοί νεότεροι, Έλληνες και ξένοι, έργα του κλασικού και νεότερου ρεπερτορίου, δοσμένα από σημαντικούς θεατράνθρωπους κι ερμηνευμένα από μερικούς από τους καλύτερους ηθοποιούς που γέννησε αυτός ο τόπος, πέρασαν από τις ασπρόμαυρες και στη συνέχεια έγχρωμες οθόνες των τηλεοράσεων κι έφεραν κοντά στο θέατρο έναν κόσμο που δεν του δινόταν άλλου τύπου κίνητρα (ούτε λόγος για την απαραίτητη παιδεία…), για να προσεγγίσει, να απολαύσει και ν’ αγαπήσει τη συγκεκριμένη μορφή τέχνης.