«Δεν σας καταλαβαίνουμε. Τόσα χρόνια δοκιμασίας και διωγμών πώς τ’ αντέχετε…Δεν έχετε ανθρώπινες ευαισθησίες;…»

Οι διεργασίες για να αποφασίσει να γίνει κανείς κομμουνιστής είναι πολλές, από διάφορες κατευθύνσεις. Πρόκειται για ποιοτικό άλμα στις πεποιθήσεις και τους προσανατολισμούς σου. Δεν είναι μια απλή απόφαση «εγγραφής» σε κάποιον πολιτικό φορέα…

1935. Σημαδιακή, ιστορική για μένα χρονιά. Τότε μπήκα στο Κόμμα.

Οι διεργασίες για να αποφασίσει να γίνει κανείς κομμουνιστής είναι πολλές, από διάφορες κατευθύνσεις. Πρόκειται για ποιοτικό άλμα στις πεποιθήσεις και τους προσανατολισμούς σου. Δεν είναι μια απλή απόφαση «εγγραφής» σε κάποιον πολιτικό φορέα. Χρειάζονται προσωπικά βιώματα, εξωτερικά ερεθίσματα, εσωτερικές παρορμήσεις, συνεχείς απορίες και αναζητήσεις για την εξήγηση των γύρω σου φαινομένων, έφεση για πολιτική μόρφωση, διάθεση για αγώνα.

Όπως και σε κάθε νέο, έτσι και σε μένα υπήρχαν ορισμένες από τις παραπάνω προϋποθέσεις. Έβλεπα πως ο κόσμος που ζούσες δεν ήταν αυτός που ήθελες, κυριαρχούσε η αδικία, ο ανταγωνισμός, «ο θάνατός σου η ζωή μου», η εκμετάλλευση, η αγραμματοσύνη. Δεν ήταν αυτός που ονειρεύεται κάθε άδολος και ρομαντικός νέος.

Άρχισα να διαβάζω ό,τι βιβλίο έβρισκα μπροστά μου, μήπως μπορούσε να μου λύσει αυτές τις απορίες. Και ξάφνου πέφτει στα χέρια μου όχι κανένα βαθύ μαρξιστικό λενινιστικό σύγγραμμα, αλλά τα Κατά συνθήκη ψεύδη του Μαξ Νορντάου. Όσο διάβαζα τόσο με τραβούσε περισσότερο. Τι φοβερή, καταλυτική, συντριπτική καταδίκη του καπιταλισμού. Κάθε σελίδα του χτύπαγε στις πιο εσώτερες χορδές της συνείδησής μου. Σ’ αυτές έβρισκα μια σειρά απαντήσεις στη βασανιστική απορία μου. Πέρασα τα δυο τρίτα του βιβλίου απνευστί. Τα τελευταία του κεφάλαια είδα να μη με τραβάνε και τόσο. Ο συγγραφέας τα είχε βάλει και με το σοσιαλισμό. Αλλά εγώ είχα μείνει ξαναμμένος από τα ανεπανάληπτα αντικαπιταλιστικά κεφάλαια. Αργότερα έψαξα και βρήκα το Κράτος και Επανάσταση του Β.Ι. Λένιν. Αυτό μου στέριωσε καλύτερα τη γνώση μου. Ήταν ο καταλύτης.

Όμως αυτά δεν αρκούσαν. Ήταν μια προεργασία, μια προετοιμασία. Η τελική ώθηση έγινε απ’ την ίδια την πραγματικότητα, απ’ τον ίδιο τον μεγάλο δάσκαλο της ζωής, την προσωπική εμπειρία.

Δούλευα στου Φιξ, στο λογιστήριο. Έβλεπα πια από κοντά τι εστί εκμετάλλευση, υπερκέρδη, αυταρχισμός, φόβος της απόλυσης. Μια μέρα έρχεται ένας παλιός εργάτης 75 χρονών, άρρωστος και πιασμένος ολόκληρος από ρευματισμούς, αφού δούλευε 40 σχεδόν χρόνια στα ψυγεία που γινόταν η μπύρα. «Δεν μπορώ να δουλέψω άλλο», μας λέει και μόνο που δεν κλαίει. «Παρακαλέστε τον κ. Φιξ να μου κόψει κάποιο βοήθημα για να μην πεθάνουμε της πείνας εγώ κι η άρρωστη γυναίκα μου.» «Καλά», του λέω. «Ησύχασε, κάτι μπορεί να γίνει.» Πηγαίνω κατευθείαν στον ένα από τα δυο αδέλφια Φιξ. «Κύριε Φιξ, ήρθε ο τάδε παλιός εργάτης που είχε δουλέψει ακόμη και με τον πατέρα σας και σας παρακαλεί να τον βοηθήσετε γιατί οι γιατροί του απαγορεύουν να δουλέψει. Είναι ολόκληρος πιασμένος και δεν μπορεί ούτε να κουνηθεί.» Γυρίζει ο μεγαλοκαπιταλιστής, μου ρίχνει ένα παγωμένο βλέμμα και ξεστομίζει: «Και τι με νοιάζει εμένα; Επιχείρηση είμαστε, όχι φιλανθρωπικό ίδρυμα!»

Μου ’ρθε ταμπλάς. Ήταν αδύνατο να φανταστώ τέτοια συμπεριφορά ανθρώπου προς άνθρωπο. Έφυγα συντριμμένος. Πλησίασα τον δυστυχισμένο τον εργάτη. Δεν μπορούσα να τον κοιτάξω στα μάτια. Ντρεπόμουν για λογαριασμό όλων. Αυτός κατάλαβε και βουρκωμένος έφυγε με αργά βασανιστικά βήματα.

Αυτό ήταν. Το ποιοτικό άλμα μέσα μου είχε γίνει. Σε λίγο καιρό είχα συνδεθεί με την κομματική οργάνωση της γειτονιάς μου…

Και πάνω από μισό αιώνα στο μετερίζι του αγώνα. 4η Αυγούστου. Αλβανικό μέτωπο. Κατοχή. Εθνική Αντίσταση, Δημοκρατικός Στρατός. Προσφυγιά. Επαναπατρισμός. Άπαντα Λένιν.

Μακρύς ο δρόμος και δύσκολος. Βαριές οι δοκιμασίες, σωματικές και ψυχικές. Μερικοί, κυρίως βολεμένοι και καλοπερασάκηδες, ρωτάνε: «Δεν σας καταλαβαίνουμε. Τόσα χρόνια δοκιμασίας και διωγμών πώς τ’ αντέχετε. Τι, τελικά, ατομική ικανοποίηση νιώθετε; Πάτε να γίνετε… άγιοι του κινήματος; Δεν έχετε ανθρώπινες ευαισθησίες; Δεν βλέπετε την τάση κάθε υγιούς ατόμου να κοιτάξει τον εαυτό του, τη ζωή που καλπάζει γύρω του, την ικανοποίησή του με τα αγαθά που τον προκαλούν δίπλα του;» Ω, αφελείς και εαυτούληδες! Αν οι άνθρωποι έβλεπαν μόνο αυτά δεν θα υπήρχε αγώνας, θυσίες, δοκιμασίες, επαναστάσεις, πρόοδος.

Και ποιος σας είπε πως δεν έχουμε ανθρώπινες ευαισθησίες. Ακριβώς γι’ αυτό, ακριβώς γιατί νιώθουμε τον ανθρώπινο πόνο και το έγκλημα της εκμετάλλευσης, είμαστε στο χαράκωμα.

Και ποιος σας είπε πως δεν ικανοποιούμαστε από τον αγώνα μας. Μας συνεπαίρνει μια πετυχημένη διαδήλωση, μια αποτελεσματική απεργία, μια πετυχημένη εκλογική μάχη. Όσοι ζήσαν τις αξέχαστες στιγμές της Εθνικής Αντίστασης μπορούν να πουν στους ανίδεους τι θα πει αγωνιστική έξαρση.

Και ποιος σας είπε πως οι αγωνιστές δίνουν μόνο θυσίες, και δεν κερδίζουν τίποτα;

Πρώτα-πρώτα, μπαίνοντας στον αγώνα, αποκτήσαμε έναν ανεκτίμητο μπούσουλα για τη στάση μιας απέναντι στη ζωή και τα προβλήματά της: τον μαρξισμό-λενινισμό. Και εξοπλισμένοι μ’ αυτόν εξηγούμε τις κοινωνικές εξελίξεις, αφομοιώνουμε τη διαλεκτική τους πορεία και εντασσόμαστε κάθε φορά στο ανάλογο αγωνιστικό μετερίζι.

Μέσα στο Κόμμα και στον αγώνα αποτινάξαμε σιγά-σιγά τις μικροαστικές επιβιώσεις, είδαμε πως, εκτός από μας, υπάρχει ο Άλλος, οι Άλλοι, που πρέπει να τους δούμε, να τους μάθουμε, να συγχρωτιστούμε, να ζήσουμε τους πόνους και τις ελπίδες τους. Ν’ αγαπήσουμε το λαό και τη νεολαία του. Και τελικά από το «Εγώ» να πάμε στο «Εμείς». Αυτό είναι ένα μεγάλο ποιοτικό άλμα.

Με την κομματική και αγωνιστική ένταξη αποκτήσαμε ένα ακόμη όπλο: τη μόρφωση. Αγαπήσαμε το βιβλίο, κάναμε ό,τι περνούσε από το χέρι μας για το ανέβασμα του πολιτικού, μορφωτικού και πολιτιστικού μας επιπέδου.

Η κομματική και αγωνιστική ζωή μας καλλιέργησε την ιδιότητα της ειλικρίνειας και της εντιμότητας, της θαρραλέας στάσης απέναντι στα λάθη και τις αδυναμίες μας.

Η ίδια κοσμοθεωρία μας, ο αγώνας ολόκληρος μας ενέπνευσε το αίσθημα της αισιοδοξίας. Οι μεγαλύτερες δυσκολίες στον αγώνα και στη ζωή αντιμετωπίζονται με αισιόδοξη διάθεση, με αστείρευτο κέφι, με απόλυτη πεποίθηση πως οι δυσκολίες οπωσδήποτε θα ξεπεραστούν, πως ο αγώνας αυτός θα δικαιωθεί.

Πώς λοιπόν να μη νιώθεις περήφανος για το Κόμμα σου, για την αγωνιστική σου ένταξη; Κι όταν μερικοί, ιδιαίτερα νέοι, εντυπωσιασμένοι, γιατί πάνω από μισό αιώνα εξακολουθείς ανυποχώρητα αυτόν τον αγώνα, σε ρωτάνε: «Αν ξαναγινόσουν νέος ποιο δρόμο θα διάλεγες;» Απαντάς αμέσως: «Τον ίδιο, τον περήφανο δρόμο της τιμής και της αλήθειας. Του αγώνα του Κόμματος και του λαού μας.» «Ορθοστατούντες και ορθοβαδίζοντες», σύμφωνα με τα χρυσά λόγια του αξέχαστου συντρόφου μας Κώστα Λουλέ.

 

–Ήταν ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Θόδωρου Λιακόπουλου (Πορφύρη), Ο αγώνας θέλει κέφι (εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1988).

Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του αφιερώματος της Κατιούσα στα 100 χρόνια του ΚΚΕ και τα 50 χρόνια της ΚΝΕ

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: