«Ο “επίσημος γιορτασμός” ανήκει στους φασίστες. Αλλά η 28η Οκτωβρίου ανήκει στο λαό»
Το Έπος της Αλβανίας θα ήταν αδύνατο και ακατανόητο αν ο ελληνικός λαός δεν ήταν βαθύτατα δημοκρατικός, «αθεράπευτα» εχθρός του φασισμού. Η 4η Αυγούστου, παρά την τετραετία της ως τότε, είχε ναυαγήσει κυριολεκτικά στην προσπάθειά της να διαφθείρει φασιστικά την ψυχή του λαού, έστω και της νεολαίας, παρά την τεράστια πραγματικά προσπάθεια.
Ένα άρθρο του Κώστα Καραγιώργη δημοσιευμένο στον Ριζοσπάστη της Κυριακής 28 του Οκτώβρη 1945, παρουσιάζουμε στα πλαίσια του αφιερώματος της Κατιούσα στην 28η Οκτώβρη.
Ο Κώστας Καραγιώργης γεννήθηκε το 1906. Έγινε ιδιαίτερα γνωστός ως διευθυντής του “Ριζοσπάστη” μετά την απελευθέρωση και ο καθημερινός πολιτικός αρθρογράφος του. Τα άρθρα του άφησαν εποχή, ιδιαίτερα το Δεκέμβρη του 1944 και μετά τη Βάρκιζα, στην περίοδο της Αγγλοκρατίας και στις αρχές της Αμερικανοκρατίας, του Δόγματος Τρούμαν και του Εμφυλίου.
Μιλάει για τον Κ. Καραγιώργη ο Γ. Μωραΐτης: «[Τα άρθρα του] εξακολουθούν, να είναι διαφωτιστικά και διδακτικά και για σήμερα, στις συνθήκες της ιμπεριαλιστικής “νέας τάξης πραγμάτων”. Είχα την καλή τύχη να τον γνωρίσω και προσωπικά στο ΔΣΕ. Όταν ήμουν ασυρματιστής στο Κλιμάκιο του Γενικού Αρχηγείου Νότιας Ελλάδας (ΚΓΑΝΕ) που ήταν διοικητής, με το βαθμό του αντιστρατήγου. Πολύπλευρο ταλέντο, διορατικός πολιτικός, άριστος οργανωτής και καθοδηγητής, σπουδαίος ρήτορας, θαρραλέος επαναστάτης, δυνατή καρδιά παλλόμενη από ενθουσιασμό, έξαρση και αισιοδοξία. Αλλά και άνθρωπος καλλιεργημένος, με μεγάλη μόρφωση, επιστήμονας και προπάντων προικισμένος δημοσιογράφος. (Αυτό ποτέ κανείς, φίλος ή αντίπαλος, δε θα βρεθεί να το θέσει εν αμφιβόλω).
Τραγική μοίρα το θέλησε να χαθεί πρόωρα – το 1954 – και το χειρότερο να έχει άδοξο τέλος. Ο χαμός του μας στοίχισε ακριβά. Πόσο μάλλον όταν ποικιλώνυμες σκοπιμότητες τον κατέστησαν θέμα ανίερης εκμετάλλευσης. Εκείνο όμως που μετράει, πάνω απ’ όλα τα σκόπιμα και τα εφήμερα, είναι τούτο: Ο Καραγιώργης ούτε στιγμή δεν έπαψε να είναι ο εαυτός του. Δεν έχασε την πίστη του στην ιδεολογία του. Ούτε διανοήθηκε ν’ αλλάξει χαράκωμα. Τέλειωσε το βίο του σαν αξιοπρεπής άνθρωπος. Και έτσι καταξιώθηκε στην κοινή συνείδηση. Τεράστιας σημασίας δίδαγμα είναι αυτό που αναφέρει στο βιογραφικό του σημείωμα: “Ό,τι θετικό έχω το χρωστώ στο Κόμμα και στη βοήθεια που μου έδωσε. Λυπάμαι που στην επαναστατική μου ζωή δεν του αφιερώθηκα πιο ολοκληρωμένα”» (Ριζοσπάστης, Τρίτη 29 Δεκέμβρη 1998).
28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ – Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ
ΤΟ «ΟΧΙ!» ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ
Σ’ ένα λαϊκό παραμύθι ένα βασιλόπουλο βρέθηκε παρασυρμένο μέσα σ’ ένα φράχτη. Κι’ ο φράχτης ήταν ψηλός και τα σκυλιά άφριζαν και ούρλιαζαν τριγύρω του. Έπεσε όμως σε ύπνο βαθύ και ξύπνησε ύστερα από χρόνια. Κι’ όταν ξύπνησε, ο φράχτης ήταν πάλι ψηλός και απαίσιος. Και τα σκυλιά άφριζαν και ούρλιαζαν ακόμα πιο λυσσασμένα…
Αυτές τις μέρες ο ελληνικός λαός είνε σαν το βασιλόπουλο του παραμυθιού του. Σα να είχε αποκοιμηθεί μέσα στον απαίσιο φράχτη της 4ης Αυγούστου και της λογικής της συνέχειας, της κατοχής. Σαν να έσβησαν από τη ζωή του τα τελευταία χρόνια, τα γεμάτα από θυσία και αίμα, από αγωνία και δόξα. Και σαν να ξύπνησε προχθές, χθες και σήμερα και ξαναβρέθηκε πάλι μέσα στο φράχτη, κάτω από τα ουρλιαχτά των σκυλιών. Η επίσημη Ελλάδα γιορτάζει την 28η Οκτωβρίου! Τη γιορτάζει στα 1945 ή συνεχίζεται ο βραχνάς; Η αστυνομία – η ίδια της 4ης Αυγούστου και της κατοχής – διέταξε τον υποχρεωτικό σημαιοστολισμό. Στήνονται οι ίδιες αψίδες. Λάμπουν φωτεινές επιγραφές του «ΟΧΙ», όπου ένα μεσαίο τεράστιο «Χ» κι’ ένα στέμμα από πάνω του δίνουν το σήμα κατατεθέν του επίσημου γιορτασμού. Ο «Άγνωστος στρατιώτης» δέσμιος της υποκρισίας και της δημοκοπίας βεβηλώνεται από στεφάνια δοσιλογικά και προδοτικά. Διάφοροι «πανηγυρικοί» ρήτορες της δεκάρας γελοιοποιούν με κούφιον αέρα τη μεγάλη μέρα. Τα «προσκοπάκια» με λάβαρα και πίφερα – όπως άλλοτε η ΕΟΝ – και οι εθνοφύλακες παρελαύνουν πέρα δώθε. Οι χίτες ουρλιάζουν «Σόφια – Μόσχα!» μέσα στο Ιστορικό Στάδιο. Το Στάδιο που κράτησε χθες, έξω από μια γωνιά, όπου οδήγησαν με διαταγές τους φαντάρους και τους προσκόπους, άσπιλη τη λευκότητα των άδειων κερκίδων του…
Είνε αυτός ο γιορτασμός της μεγάλης μέρας της ξακουστής 28ης Οκτωβρίου, που ο ελληνικός λαός σαν ηλεκτρισμένος παρουσίασε τη μεγαλύτερη έξαρση της ιστορίας του: Είνε ο γιορτασμός της μεγάλης μέρας, που είνε πριν απ’ όλα ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΗ.
Η 28η Οκτωβρίου είνε βαθειά ριζωμένη μέσα στην ψυχή του λαού. Κάτω από τη μπότα του Γερμανού ο λαός τη γιόρτασε με πείσμα και με αίμα, αψηφώντας τανκς και πολυβόλα. Και σήμερα ο λαός θα τη γιορτάσει όπου και όπως μπορεί. Αλλά τη γιορτάζει, τη μεγάλη αυτή αντιφασιστική και δημοκρατική μέρα, μακρυά από τον «επίσημο γιορτασμό», δηλαδή μακρυά από τους βέβηλους φασίστες, μακρυά από την ξαναζωντανεμένη, μέσα στο μεταδεκεμβριανό αίσχος, 4η Αυγούστου. «Από την σημερινήν εορτήν θα λείπουν ευρισκόμενοι εις τας φυλακάς, ή άλλως παρηγκωνισμένοι, όσοι κυρίως ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ να συμμετάσχουν. Αφ’ ετέρου θα παρίστανται πολλοί, οι οποίοι θα έπρεπε να ευρίσκωνται εις τα φυλακάς. Και η δικτατορία θα παραμένη ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ» – τονίζει ένας τιμημένος ανώτατος αξιωματικός, ο στρατηγός Αλέξανδρος Οθωναίος. Και υπάρχει μια ανυπέρβλητη σε αναισχυντία αλλά και ειλικρίνεια φράση που θα μπορούσε δικαιωματικά να μπει με μεγάλα φωτεινά γράμματα κάτω από το Λυκαβηττό, έξω από το Παλάτι του κ. Δαμασκηνού Παπανδρέου, μπρος στο Γενικό Επιτελείο, σαν αληθινό σύμβολο του επίσημου γιορτασμού του μεταδεκεμβριανού κράτους. Είνε η φράση που μέσα στη δίκη του Λάμπου και του θηριοτροφείου της Ειδικής ούρλιαξε έξαλλος ο συνήγορος των κ. Ευστράτιος Κουλουμβάκης προς τον δυστυχισμένο πατέρα ενός κρεουργημένου νέου 19 χρονών.
«Η ΜΕΓΙΣΤΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΥΓΝΩΜΟΝΕΙ ΒΑΘΕΩΣ ΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ, ΤΑ ΤΑΓΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗΝ ΔΙΑ ΤΑ ΜΠΛΟΚΑ ΚΑΙ ΤΑΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ!»
Η φράση πέρασε στα πρακτικά της δίκης και θα μείνει στους αιώνες των αιώνων.
Ο «επίσημος γιορτασμός» ανήκει στους φασίστες. Αλλά η 28η Οκτωβρίου ανήκει στο λαό. Γιατί ο λαός την έκανε εναντίον του φασισμού, ιταλικού και ελληνικού. Όταν ήχησαν δαιμονισμένα οι σειρήνες εκείνη την ιστορική νύχτα δυό κατηγορίες Ελλήνων έτρεξαν προς διαφορετική κατεύθυνση. Η μια κατηγορία, η μεγάλη, η καθαρή, η αληθινά ηρωική ξεκίνησε για το μέτωπο. Ήταν γυμνή, πεινασμένη, ανοργάνωτη στρατιωτικά, αλλά ξεκίνησε με τραγούδια και με τραγούδια άρχισε και συνέχισε τον άνισο πόλεμο. Η άλλη κατηγορία, μικρή, μετρημένη στα δάχτυλα, έτρεξε να βολευτεί στα καταφύγια της «Γκραν Μπρετάνιας». Από τα καταφύγια αυτά έκαναν τον πόλεμο, βασιλιάδες και δικτάτορες, Γενικά Επιτελεία και αρχιστράτηγοι, οι Παπαδημαίοι και Νικολούληδες και μαζί τους τα θρεμένα λαδοπόντικα της Επιμελητείας. Η πρώτη κατηγορία ήταν Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΛΑΟΣ που βροντοφώναξε το μυριόστομο Ιστορικό «ΟΧΙ!», που συγκλόνισε την οικουμένη. Η δεύτερη κατηγορία, οι κιοτήδες και οι κλέφτες, άρπαξε το «ΟΧΙ» για να το βεβηλώσει και για να το στρίψει μ’ αυτό σαν κεφάλαιο δημαγωγίας σε 2-3 μέρες στο σίγουρο Κάιρο.
Πώς μπορούσε να πει το «ΟΧΙ» ο κρονόληρος Μεταξάς που η ψυχή του ήταν ποτισμένη με πρωσσισμό, με βαθειά ριζωμένη γερμανοφιλία: Που είχε χίλιους δεσμούς με το χιτλερισμό, που είχε παραδώσει όλα τα στρατιωτικά μυστικά σε Γερμανούς αξιωματικούς, που είχε ανοίξει τη χώρα διάπλατα στους πράκτορες του Γκαίμπελς; Και που στην πραγματικότητα είχε μεταβάλει όλο το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ΣΕ ΙΔΕΩΔΗ ΠΕΜΠΤΗ ΦΑΛΑΓΓΑ, στρατιωτική, πολιτική, διπλωματική, ιδεολογική, ηθική.
Αλλά και πώς θα μπορούσε να πει ο Μεταξάς το «όχι» έστω και στο Μουσσολίνι; Ο πρεσβευτής της Ιταλίας Γκράτσι γράφει στα απομνημονεύματά του: «Ο Μεταξάς αγαπούσε την Ιταλίαν, όπου είχε περάσει τα έτη της εξορίας του, την οποίαν υπέστη διά την πίστιν του εις την δυναστείαν του Γκλύξμπουργκ. Ως ιδρυτής του ελληνικού ολοκληρωτικού (φασιστικού) συστήματος, το οποίον μετά του Βασιλέως είχεν εγκαινιάσει την 4ην Αυγούστου 1936 εις την Ελλάδα, ο Μεταξάς ήτο φυσικόν να κλίνη προς καθεστώτα των οποίων το Ιδικόν του ήτο μία απλή μίμησις»…Αυτή η ΜΙΜΗΣΙΣ του Ιταλικού φασισμού ήταν η 4η Αυγούστου. ΕΙΧΕ ΕΓΚΡΙΝΕΙ προτήτερα την κατάληψη της Αλβανίας από το Μουσσολίνι. Ο Γκράτσι τηλεγραφούσε τότε στην κυβέρνησή του στις 3 Μαΐου 1939 (ραδιογράφημα υπ’ αριθμόν 2085/468): «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ αντέδρασεν εις την παρ’ ημών κατάληψιν της Αλβανίας κατά τρόπον ΕΧΘΡΙΚΟΝ, παρ’ όλον ότι η στάσις των αρχών ΚΑΙ ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ (Γκλύξμπουργκ – Μεταξά) ήτο ΟΧΙ ΜΟΝΟΝ ΑΨΟΓΟΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΦΙΛΙΚΗ!». Αυτός ο Μεταξάς και ο Γλύξγκμπουργκ μπορούσαν να πούνε όχι; Αυτοί έκαναν ό,τι τους περνούσε από το χέρι για να παραδώσουν δεμένο χειροπόδαρα τον ελληνικό φασισμό στον ξένο φασισμό, όπως τον είχαν παραδώσει και στον εγχώριο. Αυτοί δεν άφησαν να ζυγώσει στο στρατό σχεδόν κανένας δημοκρατικός αξιωματικός ΟΥΤΕ ΟΤΑΝ ΑΡΧΙΣΕ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Αυτοί παράδωσαν το στρατό σε κλασσικά ανίκανους αξιωματικούς (αποκορύφωμα ο τενεκεδένιος «αρχιστράτηγος» Παπάγος) ή σε πεμπτοφαλαγγίτες σωματάρχες (Τσολάκογλου, Μπάκος κ.λ.π, κ.λ.π). Αυτοί είχαν αφήσει (μέσα σε ατμόσφαιρα διεθνούς πολεμικού οργασμού, που η επικείμενη ιταλική επίθεση έκανε «μπου»!) το στρατό γυμνό από ιματισμό, κουβέρτες, (για πρώτη φορά ελληνικός στρατός βάδιζε στο μέτωπο με ιδιωτικές κουβέρτες), χωρίς καμιά οργάνωση επιμελητείας. Και ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ, χωρίς όπλα, χωρίς πυροβολικό, χωρίς μεταφορικά μέσα, χωρίς ούτε ένα σχεδόν αεροπλάνο, παρά την περιβόητη ληστρική ερανολογία για την αεροπορία, σε εσωτερικό και εξωτερικό.
Αν έμενε η υπόθεση στο Γεώργιο και στο Μεταξά, στους φασίστες αξιωματικούς και στα επιτελεία τους, στην ανύπαρκτη προπαρασκευή και στο γελοίο εξοπλισμό του στρατού, αλλά και στην ΠΛΗΡΗ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ, η υπόθεση θα τελείωνε σε ελάχιστες μέρες. Θα γινόταν αυτό που είχε πει ο Μεταξάς: θα έπεφταν μερικές ντουφεκιές «για την τιμή των όπλων». Κι’ οι ήρωες των καταφυγίων της «Γκραν Μπρετάνιας» θα έφευγαν, μαζί με τις λίρες του κρατικού θησαυρού για έξω.
Αλλά η υπόθεση πέρασε στον ίδιο το λαό. Πέρασε στους φαντάρους. Πέρασε στους εφέδρους αξιωματικούς και στους διοικητές των μικρών μονάδων α’ που εχρησιμοποίησαν αριστοτεχνικά την ορμή του Έλληνα στρατιώτη», μας λέει ο στρατηγός Ν. Γρηγοριάδης. Πέρασε στις γυναίκες της Πίνδου, που με τη «ζαλίγκα» της ράχης τους αντικατέστησαν τα ανύπαρκτα μεταφορικά μέσα. Πέρασε ΣΕ ΟΛΟ το λαό των μετόπισθεν που συντόνισε τις προσπάθεις του και τις συγκέντρωσε σε μια κοινή προσπάθεια για την Πατρίδα και το Έθνος.
Έτσι για μερικές ντουφεκιές έγινε σωστός πόλεμος; Έγινε κάτι πολύ περισσότερο: ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΩΝ ΑΛΒΑΝΙΚΩΝ ΒΟΥΝΩΝ.
Το Έπος της Αλβανίας θα ήταν αδύνατο και ακατανόητο αν ο ελληνικός λαός δεν ήταν βαθύτατα δημοκρατικός, «αθεράπευτα» εχθρός του φασισμού. Η 4η Αυγούστου, παρά την τετραετία της ως τότε, είχε ναυαγήσει κυριολεκτικά στην προσπάθειά της να διαφθείρει φασιστικά την ψυχή του λαού, έστω και της νεολαίας, παρά την τεράστια πραγματικά προσπάθεια. Τις πρώτες μέρες του πολέμου το ίδιο καθεστώς είχε αναγκασθεί (για λίγες μέρες!) να χρησιμοποιήσει αντιφασιστικά συνθήματα. Και αν υπάρχει πολιτικό και πολεμικό σύνθημα, που με γρηγοράδα αστραπής απλώθηκε απάνω στη χώρα και στο μέτωπο ήταν ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ που κήρυξε ο φυλακισμένος Αρχηγός των κομμουνιστών, μέσα από το κελλί της φυλακής. Όχι το ιησουΐτικο «ΟΧΙ» του πεμπτοφαλαγγίτη Μεταξά, αλλά το στεντόριο «ΟΧΙ!» του Ζαχαριάδη ήταν αυτό που ενσάρκωσε και ζωντάνεψε την παλλαϊκή θέληση του ελληνικού έθνους. Και μέσα στο «ΟΧΙ» του φυλακισμένου Ζαχαριάδη βρίσκονται οι ρίζες του κατοπινού αγώνα του έθνους στα χρόνια της σκλαβιάς, στα βουνά και στις πόλεις, στο Ελ Αλαμέιν και στην αεροπορία, στον πολεμικό και στον εμπορικό στόλο. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΕΙΝΕ ΜΙΑ ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΗ. Άρχισε στις 28 Οκτωβρίου 1940, συνεχίστηκε αδιάκοπη στα χρόνια της κατοχής στο εσωτερικό και εξωτερικό, πέρασε σε άλλη φάση το Δεκέμβρη του 44 και δεν έκλεισε ακόμα τον ιστορικό της κύκλο…
Η 28η Οκτωβρίου είνε μια μεγάλη μέρα. Η αληθινή της σημασία βρίσκεται ολότελα έξω από το βούρκο των σημερινών επισήμων, «εορταστών» της. Και η επίδρασή της πάνω στα πεπρωμένα του ελληνικού έθνους είνε τεράστια. Γιατί μέσα στο λουτρό του εθνικού συναγερμού της άρχισε να βαφτίζεται η ΠΑΛΛΑΪΚΗ αντιφασιστική συνείδηση του ελληνικού έθνους. Η 28η ήταν μια μεγαλειώδης αρχή. Η πραγματοποίηση της αληθινά ανεξάρτητης Λαϊκής Δημοκρατίας θα είνε η ολοκλήρωσή της.
Κ. ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΗΣ
Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην 28η Οκτώβρη