Φίλιππος Συρίγος – Η διαρκής επανάσταση
ΕΥΡΩΜΠΑΣΚΕΤ 1987 – ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Αν είναι αλήθεια ότι η ιστορία διδάσκει, τα νέα παιδιά που κατακλύζουν σήμερα τα γήπεδα μπάσκετ της χώρας μας ελπίζουμε ότι θα έχουν πολλά να διδαχθούν από αυτή την προσπάθεια. Γιατί επιτέλους, κάποτε θα πρέπει να μάθουν ότι το μπάσκετ στην Ελλάδα δεν γεννήθηκε την ημέρα που ο Νίκος Γκάλης ήρθε από την Αμερική.
Στα πλαίσια του αφιερώματος του περιοδικού στο Ευρωμπάσκετ ’87 της Αθήνας δημοσιεύουμε το παρακάτω κείμενο του αείμνηστου δημοσιογράφου Φίλιππου Συρίγου, της εμβληματικής «φωνής» του Ευρωμπάσκετ, που έφυγε πρόωρα από τη ζωή πριν από σχεδόν τέσσερα χρόνια. Το κείμενο δεν γράφτηκε για το Ευρωμπάσκετ, αλλά τέσσερα χρόνια αργότερα, για την έκδοση «100 Χρόνια Μπάσκετ 1891 – 1991» (έκδοση του μπασκετικού περιοδικού Τρίποντο) της οποίας αποτελεί πρόλογο. Ο λόγος που το εντάσσουμε στο αφιέρωμά μας είναι προφανής.
Η διαρκής επανάσταση
Να προσπαθείς να γράψεις την ιστορία ενός αθλήματος, είναι δύσκολο πράγμα. Συγχρόνως, όμως, είναι μία πρόκληση. Αλλά και μια υποχρέωση απέναντι σε όλους εκείνους, που μέσα στα προηγούμενά του χρόνια συνέβαλαν, ώστε το μπάσκετ από αγαπημένο σπορ κάποιας ελίτ να γίνει το δεύτερο σε δημοτικότητα, μετά το ποδόσφαιρο, σε όλο τον κόσμο.
Αν είναι αλήθεια ότι η ιστορία διδάσκει, τα νέα παιδιά που κατακλύζουν σήμερα τα γήπεδα μπάσκετ της χώρας μας ελπίζουμε ότι θα έχουν πολλά να διδαχθούν από αυτή την προσπάθεια. Γιατί επιτέλους, κάποτε θα πρέπει να μάθουν ότι το μπάσκετ στην Ελλάδα δεν γεννήθηκε την ημέρα που ο Νίκος Γκάλης ήρθε από την Αμερική. Μπορεί πράγματι εκείνο το φθινόπωρο του 1979 να αποτέλεσε σταθμό για το ελληνικό μπάσκετ, αλλά τα θεμέλια για το σημερινό θαύμα είχαν βάλει πιο πριν άνθρωποι που πρόσφεραν ακόμα και τη ζωή τους, εισπράττοντας μόνο μερικά χειροκροτήματα.
Στα πέτρινα χρόνια πριν τον πόλεμο, κατά τη διάρκειά του και μετά από αυτόν, το μπάσκετ έδωσε πρώτα τη μάχη της ύπαρξης και μετά της αναγνώρισης. Τις κέρδισε και τις δύο, αλλά συγχρόνως στο ανοιχτό γηπεδάκι του Τρίτωνα, στο μνημείο της ΧΑΝ Θεσσαλονίκης, στον Πανελλήνιο, στο Πασαλιμάνι, στον Εθνικό ΓΣ, με βροχή, κρύο και χιόνι, σφυρηλατήθηκαν ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους του σχέσεις που έμειναν άφθαρτες, μέχρι και σήμερα.
Αυτή η κληρονομιά έδωσε μια άλλη κοινωνική διάσταση στο άθλημα και τους ανθρώπους του και αποτέλεσε τελικά την πλατφόρμα, πάνω στην οποία κτίσθηκε το σημερινό ξεχωριστό, από κάθε άποψη, οικοδόμημα.
Πριν από χρόνια, ο Ιταλός δημοσιογράφος Άλντο Τζιορντάνι, θέλοντας να αποδείξει την πνευματική ανωτερότητα των φίλων του μπάσκετ έναντι εκείνων του ποδοσφαίρου, έγραψε: «Για να αντιληφθείς πώς παίζεται το ποδόσφαιρο χρειάζεται να μάθεις μόνο δύο πράγματα: ότι δεν μπορείς να κλωτσήσεις τον αντίπαλο και ότι απαγορεύεται να πιάσεις τη μπάλα με τα χέρια. Αντίθετα, για να μπεις στο πνεύμα του μπάσκετ, χρειάζεται πολύ μεγάλο φροντιστήριο και μυαλό, που να παίρνει αρκετές στροφές». Η θέση αυτή μπορεί από πρώτη άποψη να μοιάζει απλουστευμένη, αλλά στην πραγματικότητα εξηγεί τη διαφορά κοινωνικής διαστρωμάτωσης ανάμεσα στα δύο αθλήματα.
Το ποδόσφαιρο, που γοητεύει με την πρωτόγνωρη απλότητά του, προσελκύει πιο εύκολα τις μάζες. Το μπάσκετ, που προβληματίζει με τους πολυσύνθετους κανονισμούς του, αναγκαστικά απευθύνεται σε ανθρώπους που μπορούν να καταλάβουν πέντε πράγματα παραπάνω. Και από αυτή την άποψη, είναι απόλυτα κατανοητή η συνεχής εξέλιξή του, τόσο στους κανονισμούς, όσο και στις δομές και τους στόχους του, σε βαθμό που να δημιουργεί την εντύπωση μιας διαρκούς επανάστασης.
Φίλιππος Συρίγος
(Η φωτογραφία από την εφημερίδα Έθνος)