2018. Η ώρα των παραμυθιών
Η ιστορία των ανθρώπων, ως τις μέρες μας, ήταν ιστορία καταπίεσης και ληστρικής εκμετάλλευσης του μόχθου και ως εκ τούτου είχε απόλυτη ανάγκη από την θαυματουργά ελπιδοφόρο πλοκή του παραμυθιού.
Καθώς ολοκληρώνεται το έργο της παρούσας κυβερνητικής θητείας και, κατά τα ισχύοντα στο αστικό πολιτικό σύστημα, έρχεται η ώρα της αλλαγής βάρδιας στον χώρο της κυβερνητικής εξουσίας, πολλαπλασιάζονται οι δοξαστικές αφηγήσεις και η συνακόλουθη οικοδόμηση μιας εικονικής πραγματικότητας. Στην αστική πολιτική, όπως και σε κάθε τομέα της καπιταλιστικής αγοράς, τα αφηγήματα αξίζουν όσο τα ποσά που δαπανήθηκαν για την αγορά και την εκπόνησή τους. Εταιρείες και μηχανισμοί, αναλαμβάνουν την «επεξεργασία της πληροφορίας» και την μετατροπή του όποιου στοιχείου από μαύρο σε άσπρο ή, κατά τα γούστα, σε οποιοδήποτε χρωματισμό επιθυμεί ο πελάτης. Στην αστική «επιστήμη» ετούτο το «γνωστικό» πεδίο ονομάζεται ακαδημαϊκά «πολιτική επικοινωνία» και αποτελεί θεμελιώδες διδακτικό αντικείμενο στα τμήματα πολιτικών επιστημών των δημόσιων ή μη πανεπιστημίων. Άλλοτε κάτι τέτοια τα λέγανε «παραπλάνηση», «εξαπάτηση», «ψευδολογία» και τα τοιαύτα, αλλά από τη στιγμή που εν λόγω τέχνη εισήλθε στο πάνθεον των –αστικών- επιστημών, θα ήταν άδικο να της προσάψουμε μη ακαδημαϊκούς χαρακτηρισμούς.
Είναι γνωστό ότι τα παραμύθια απεχθάνονται τους αριθμούς. Στην περίπτωση που σε αυτά κυριαρχούσε το συγκεκριμένο και το μετρήσιμο τότε η πλοκή τους θα εξασθενούσε σοβαρά. Τα παραμύθια εμπεριέχουν την προσμονή του θαύματος και το θαύμα, καθότι απότοκος του νόμου των πιθανοτήτων, σπάνια, στην πραγματικότητα, συμβαίνει. Είναι ο βασικός λόγος για τους οποίους οι άνθρωποι σε όλες τις εποχές προτιμούσαν να ερμηνεύουν τον γύρω τους κόσμο και τα όσα στους ίδιους συνέβαιναν δια των παραμυθιών μάλλον παρά δια της μελέτης της όποιας επιστήμης και της ιστορίας. Η ιστορία των ανθρώπων, ως τις μέρες μας, ήταν ιστορία καταπίεσης και ληστρικής εκμετάλλευσης του μόχθου και ως εκ τούτου είχε απόλυτη ανάγκη από την θαυματουργά ελπιδοφόρο πλοκή του παραμυθιού.
Οι αριθμοί δεν πιστοποιούν θετικές εξελίξεις, πολύ περισσότερο «λυτρωτικά» θαύματα του τύπου «μετά μνημονίων εποχή». Σε απόλυτους αριθμούς το περίφημο δημόσιο χρέος πάνω στο οποίο αρθρώθηκε ο περί κρίσης λόγος βρίσκεται στο ύψος του, ύψος το οποίο μάλιστα κατέκτησε νέα υψηλά στο μακρόχρονο διάστημα που ο λαός μας καλούνταν σε θυσίες επί θυσιών στο όνομα του περιορισμού του χρέους. Το Δεκέμβριο του 2012 ετούτο το ύψος βρισκόταν στα 301,5 δισεκατομμύρια ευρώ και τον Σεπτέμβριο του 1017, άγγιζε τα 326,1 δισεκατομμύρια. Καθώς στο μεταξύ διάστημα το εγχώριο προϊόν καταποντίστηκε κατά 25% το βάρος του χρέους πάνω στα «εθνικά» και τα δημόσια οικονομικά πολλαπλασιάστηκε. Το 10% των δημόσιων εσόδων κατευθύνεται άμεσα στην πληρωμή τόκων, χωρίς φυσικά να γίνεται λόγος για χρεολύσια. Στα διαδοχικά μνημόνια ή «συμπληρωματικά» μνημόνια που συνεχίζει να υπογράφει και η παρούσα αστική κυβέρνηση δηλώνεται ότι η χώρα μπορεί και πρέπει να αφιερώνει στα επόμενα πολλά χρόνια το 15% του ΑΕΠ της στην εξυπηρέτηση του χρέους. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει στην παγκόσμια ιστορία και δη στην ιστορία του καπιταλισμού αλλά ο λαός της Ελλάδας θεωρείται, για ιστορικούς υποθέτουμε λόγους, υπόδειγμα αντοχής αλλά και παραγωγός θαυμάτων.
Το μεγάλο δε επίτευγμα των λεγόμενων «μνημονιακών» πολιτικών και κυβερνήσεων είναι ότι μετέτρεψαν την νομική υπόσταση του χρέους από ιδιωτικό σε διακρατικό –περηφανεύονται όλες ανεξαιρέτως για το «επίτευγμα» αυτό. Η διαφορά είναι όντως ουσιαστική στον κόσμο που ζούμε. Οι δανειακές συμβάσεις της χώρας έπαψαν να κινούνται στο χώρο των αγορών, όπου το κράτος διατηρεί κάποιες δυνατότητες, και μεταβλήθηκαν σε διπλωματικές αντίστοιχες όπου τυχόν αθετήσεις οδηγούν σε άμεσα πολιτικές επιπλοκές. Στην ουσία πρόκειται για το τεράστιο επίτευγμα της παραχώρησης εθνικής κυριαρχίας σε επίπεδο μάλιστα μη συγκρίσιμο ούτε με τις περίφημες «διομολογήσεις» της ύστερης οθωμανικής εποχής. Η χώρα μετατράπηκε σε τυπικό προτεκτοράτο. Αυτός είναι ίσως ο λόγος που σε κάθε τρέχον κυβερνητικό σχήμα χρειάζεται ένας υπερπατριώτης υπουργός ο οποίος, με τεχνική που αντλείται από το γνωστό στην ανατολή θέατρο σκιών –γνωστό σε εμάς ως «Καραγκιόζης»-, θα ξορκίζει με υπερπατριωτικές κορώνες την θλιβερή πραγματικότητα.
Στο μεταξύ η τεράστια επιχείρηση καταλήστευσης της εργασίας και των περιουσιών των φτωχών στο όνομα της απαραίτητης για την καπιταλιστική ανάπτυξη συγκέντρωσης κεφαλαίου, βρίσκεται μπροστά σε νέες προκλήσεις. Τα δημόσια έσοδα, αφού πραγματοποίησαν ένα άλμα από το 2015 στο 2016 –από 51,4 δις ανέβηκαν στα 54 δις- εμφανώς λαχανιάζουν στα 2017 παρά την καταιγίδα νέων ληστρικών φορολογικών μέτρων. Στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου τα έσοδα του 2017 έφθασαν τα 45,1 δις έναντι 48 δις του αντίστοιχου διαστήματος του προηγούμενου χρόνου. Η φοροδοτική εξάντληση μαρτυρείται και από τη γενικότερη δυσπραγία στην πληρωμή ακόμα και βασικών αγαθών. Περισσότερο από 1.500.000 καταναλωτές έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στη ΔΕΗ, το ύψος των οποίων βαδίζει προς τα 2,5 δις ευρώ!
Η κατάσταση που διαμορφώνεται τείνει να υπονομεύσει το αναγκαία θριαμβευτικό αφήγημα του 2018. Για την αντιμετώπισή της βρίσκεται σε εξέλιξη ένα νέο κύμα καταστολής διανθισμένο με παράλληλη επικοινωνιακή καταιγίδα. Από τη μία πλευρά δεσμεύσεις, κατασχέσεις και πλήθος τιμωρητικά μέτρα σε συχνότητα που ποτέ δεν είχε γνωρίσει η οικονομική ιστορία της χώρας. Από την άλλη άφθονη φιλολογία περί «μπαταχτσήδων» και «στρατηγικών κακοπληρωτών» οι οποίοι «έχουν και δεν πληρώνουν». Προφανώς 1.500.000 καταναλωτές ρεύματος επιλέγουν –κατά την κυβερνητική λογική- να εκτεθούν στον κίνδυνο να βρεθούν τον χειμώνα χωρίς ρεύμα στο σπίτι, στο μαγαζί ή στο εργαστήριό τους παρά να δώσουν τα αναλογούντα στη ΔΕΗ από το γερό κομπόδεμα που η τακτική του «δεν πληρώνω» τους έχει εξασφαλίσει. Η «επικοινωνία» βλέπεται μπορεί να γίνει και πολύ σκληρή και πολύ χαζή ταυτόχρονα. Ειδικά όταν είναι «αριστερή».
Το πιο σημαντικό όμως από τα κλιμακούμενα μέτρα καταστολής είναι η χωρίς όρους και όρια απελευθέρωση των πλειστηριασμών. Πρόκειται για κάτι το καινούργιο στην πολύχρονη ήδη περίοδο της κρίσης. Στην ουσία το κράτος αποποιείται την διαμεσολαβητική και κατευναστική του λειτουργία –απαραίτητη και στην αστική εκδοχή του- και ανοίγει το δρόμο στην άμεση αναμέτρηση του οικονομικά ισχυρού με τον οικονομικά αδύναμο. Πρόκειται για την εκπλήρωση αιτήματος και επιθυμίας του μονοπωλιακού κεφαλαίου στις μέρες μας όπου οι ισχυροί όμιλοι αναλαμβάνουν οι ίδιοι τον προσδιορισμό του νόμου –το τι είναι νόμιμο και τι όχι- και αναλαμβάνουν ταυτόχρονα και την εφαρμογή του. Πρόκειται για μια επιστροφή σε συνθήκες άγριου καπιταλισμού –με πρότυπο το Φαρ Ουέστ του προ-περασμένου αιώνα- που οπωσδήποτε τίποτε καλό δεν υπόσχεται για τα λαϊκά στρώματα και τους εργαζόμενους. Η ώρα που τα Funds θα κανοναρχούν την καθημερινή ζωή με τους όποιους δικούς τους κανόνες φαίνεται να έρχεται μαζί με το 2018 και τις 40.000 προγραμματισμένες μέσα στο έτος κατασχέσεις ακινήτων.
Το καλό το παραμύθι όμως, λέγαν τα παιδιά στους παλιούς καιρούς, πρέπει να έχει δράκο! Οι δράκοι δεν εκλέγονται, δεν ψηφίζουν και δεν φέρνουν ψήφους και, ως εκ τούτου, δεν περιλαμβάνονται στα εκκολαπτόμενα σε εργαστήρια «επικοινωνίας» και «δημοσκοπήσεων». Επιπλέον οι δράκοι συνήθως κοιμούνται καθότι η επιβλητική παρουσία και η άνιση –ως προς τους υπόλοιπους παράγοντες της ιστορίας- ισχύς τους, θα καταστούσε εξαιρετικά βαρετή την πλοκή του όποιου παραμυθιού στην περίπτωση που αυτοί βρίσκονταν συνεχώς μέσα στα γεγονότα. Την όποια έξοδο από τα αδιέξοδα θα την έδινε ο τυχόν ισχυρός δράκος, πράγμα που μπορεί να γίνει μια φορά –ακριβώς όταν η πλοκή φτάσει στα προαπαιτούμενα αδιέξοδα.
Το κακό με τα ακριβοπληρωμένα παραμύθια που παραγγέλνουν οι αστοί πολιτικοί στα αντίστοιχα κέντρα εμπορίας είναι ότι το εμπόρευμα, χωρίς τον δράκο, είναι λειψό και ελάχιστα πειστικό, -ακόμα και για παραμύθι. Εάν προσθέταμε στην πλοκή του ένα δράκο θα βελτιωνόταν σε πολύ σημαντικό βαθμό. Για το δράκο-λαό μιλάμε ο οποίος εάν ξύπναγε από τον συνήθη ύπνο του και έμπαινε μέσα στο παραμύθι, τότε το επερχόμενο 2018 θα ήταν πράγματι μια παραμυθένια χρονιά.