”Άγιες” νεκρολογίες vs ανθρώπινη φύση: Πόσο συγχωρούμε τους ”συγχωρεμένους”;
Σε κάθε νέο θάνατο διάσημου ανθρώπου βλέπουμε τα social media να κατακλύζονται από δακρύβρεχτα κείμενα,” άγιες” νεκρολογίες ή/και λιβελογραφικά κείμενα όπου ο νεκρός κανιβαλίζεται άγρια για το πρότερο ”ανέντιμο” βίο του ανάλογα με τα μέτρα και τα σταθμά του κριτή του. Τελικά ο συγχωρεμένος δεδικαίωται;
”Σκούριασε τώρα Σιδηρά κυρία” έγραφαν πριν από χρόνια οι Βρετανοί στα κοινωνικά δίκτυα στο άκουσμα του θανάτου της Μάργκαρετ Θάτσερ. Μιας γυναίκας, πρώην πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία εφάρμοσε τις πιο σκληρές νεο-φιλελεύθερες συνταγές καταπιέζοντας την εργατική τάξη της χώρας της, στερώντας της τα δικαιώματά της, στέλνοντας στην ανεργία και στην φτώχεια εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες. Αυτά συνέβησαν την μακρινή δεκαετία του 1980, όταν ”βασίλευε” μαζί με τον άλλον νεο-φιλελεύθερο πολιτικό στην άλλη μεριά του Ατλαντικού Ρόναλντ Ρέιγκαν, ο οποίος εφάρμοσε τα ίδια μέτρα στην εργατική τάξη της Αμερικής, δημιουργώντας στρατιές φτωχών νοικοκυριών και αυξάνοντας τις οικογένειες που ψώνιζαν με κουπόνια στα σούπερ-μάρκετ.
Μετά από χρόνια και οι δύο χτυπήθηκαν από την νόσο Αλτσχάιμερ, μια ασθένεια η οποία χτυπά τον εγκέφαλο, ροκανίζει την μνήμη και σιγά -σιγά την ίδια σου την ύπαρξη. Στο τέλος, δεν μπορείς να εκτελέσεις σωστά καμία λειτουργία του σώματός σου, ούτε καν την κατάποση τροφής ή νερού. Είναι μια από τις χειρότερες εκφυλιστικές ασθένειες και τόσο οι ασθενείς όσο και οι συγγενείς αυτών ταλαιπωρούνται για χρόνια. Είναι δυνατόν να μην λυπηθείς έναν τυραννισμένο, γερασμένο άνθρωπο ο οποίος πεθαίνει και να βγεις να πανηγυρίσεις για το θάνατό του; Τι άνθρωπος είσαι αλήθεια;
Αληθινός! Δυστυχώς για την Μάργκαρετ και τον Ρόναλντ, οι περισσότεροι άνθρωποι είχαν μνήμη για το πώς οι αποφάσεις τους επηρέασαν και επηρεάζουν έως σήμερα την κοινωνική και οικονομική τους κατάσταση και ναι την ώρα του θανάτου τους κανείς, πέρα των συγγενών και φίλων τους, δεν ένιωσε την ανάγκη να τους συγχωρέσει για τις πράξεις τους.
Είναι θρησκευτική αντίληψη πως ο συγχωρεμένος πρέπει να τιμάται και μετά θάνατον. Από τα αρχαία χρόνια η σύληση ή η περιύβριση νεκρού ήταν ιεροσυλία στα μάτια των θεών ή του Θεού, της χρηστής κοινωνίας και του νόμου. Ο νεκρός πρέπει να τιμάται, ό,τι και αν έχει πράξει στην ζωή του, όσο ήταν ζωντανός, και μόνο την ώρα της Κρίσεως, ο Θεός ή οι θεοί, μπορούν να αποφασίσουν για τις πράξεις του επί της γης. ”Μην κρίνεις για να μην κριθείς” λένε οι Γραφές και ο τρόπος που μας μεγάλωσαν στις οικογένειές μας, τουλάχιστον, ιδανικά αυτό θα έπρεπε να μας είχαν διδάξει ώστε να μπορούμε να ζούμε υποκριτικά μεν αλλά σε τέλεια εναρμόνιση με την κοινωνία.
Στην πραγματικότητα, είτε διάσημος είτε όχι, στην κηδεία σας θα βρεθούν άνθρωποι να μιλήσουν για τα καλά και άσχημα του χαρακτήρα σας. Κυρίως, αν έχετε καταφέρει να αποκτήσετε πολλούς εχθρούς, μπορεί κάποιοι να έρθουν στην κηδεία σας, μόνο και μόνο για να επιβεβαιώσουν το θάνατό σας και να λάβουν ικανοποίηση ή ακόμα και να μοιράσουν χρήματα από την χαρά τους. Όμως, η όποια κακή κριτική γίνεται συνήθως ψιθυριστά ή μεταξύ ανθρώπων που θα αρπάξουν την ευκαιρία να σας ”θάψουν” δεύτερη φορά, αν χρειαστεί, κατά την διάρκεια του καφέ, του παξιμαδιού και του κονιάκ. Οι ίδιοι άνθρωποι θα υπερασπιστούν φωναχτά την μνήμη και την τιμή σας, αν κάποιος μιλήσεις για τα ελαττώματά σας περισσότερο δυνατά από ό,τι πρέπει. Πρέπει με αυτό το τρόπο να εκπληρώσουν το κοινωνικό, θρησκευτικό και τίμιο ρόλο τους και αισθανθούν χρηστοί απέναντι στην κοινωνία.
Στην σημερινή εποχή, των κοινωνικών δικτύων η ανωνυμία, η απόσταση από τα γεγονότα, η αμετροέπεια και η φυσική ροπή του ανθρώπου προς την χαζομάρα τον οδηγεί αρκετές φορές να τα χρησιμοποιήσει ώστε να εκφράσει την λύπη του, τον θαυμασμό του και την κακεντρέχειά του για ένα αγαπημένο ή μη διάσημο πρόσωπο. Η διάδοση της πληροφορίας γίνεται με τόσο φρενήρεις ρυθμούς που ταυτόχρονα με την είδηση του θανάτου ενός καλλιτέχνη ή αθλητή, έρχονται πολλές μαζεμένες αντικρουόμενες πληροφορίες και απόψεις γι ‘αυτόν. Πρόσφατο παράδειγμα, ο θάνατος του Κόμπε. Η είδηση του θανάτου του βύθισε στο πένθος την αθλητική και όχι μόνο κοινότητα. Το γεγονός ότι έφυγε αγκαλιά με την κόρη του κάνει την είδηση ακόμα πιο τραγική. Κόρη κάποιου άσημου και μάλλον του περιθωρίου, αν κρίνουμε από την κατάληξή της, ήταν και η 19χρονη κοπέλα που βιάστηκε από τον Κόμπε χρόνια πριν. Μόνο που αυτή η είδηση αμφισβητήθηκε έντονα από πολλές μεριές τότε. Πολλοί έσπευσαν να χλευάσουν την 19χρονη κοπέλα με τα ψυχολογικά προβλήματα, ”η οποία το είχε συνήθειο να κοιμάται με πολλούς άνδρες” και να της αμφισβητήσουν το δικαίωμα να σύρει στα δικαστήρια και να αμαυρώσει το όνομα του ινδάλματός τους. Η διασημότητα του βιαστή της και ασημαντότητα της δικής ύπαρξης, σύμφωνα με τους θαυμαστές του πρώτου, έφτανε για να την φιμώσει και να της στερήσει το δικαίωμα της να ζητήσει δικαίωση. Ναι, έστω και αν ”ήταν πουτ@ν@κι το οποίο το έκανε για το χρήμα”, όπως πολλοί θα έλεγαν, δεν σημαίνει πως όταν βιάζεται δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει δικαίωση. Η υπόθεση έκλεισε γρήγορα και εξωδικαστικά.
Όταν σκοτώθηκε ο Κόμπε, σποραδικά κάποιες φωνές ξέθαψαν αυτή την είδηση. Αυτό οδήγησε δημοσιογράφους να δουν γρήγορα την πόρτα της εξόδου από το χώρο εργασίας τους, καθότι το γενικότερο σύνθημα ήταν να κλάψουμε τον πεθαμένο όσο πιο ”κύριο” γινόταν. Κανείς δεν αμφισβητεί την αξία του Κόμπε ως αθλητή αλλά κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει και την αλήθεια σχετικά με ένα περιστατικό της ζωής του. Η ίδια το θεώρησα άκαιρο να βγει την δεδομένη στιγμή, λίγα 24ωρα μετά το θάνατο του. Θα μπορούσαν να είχαν συγκρατηθεί για μερικές μέρες αλλά είναι τέτοια η αδηφαγία για πληροφόρηση και η ανάγκη ο άλλος να πει το ”κάτι παραπάνω” που πολλές φορές δεν σκέφτεται πως για όλα υπάρχει η κατάλληλη στιγμή.
Αυτό βέβαια δεν είναι στοιχείο τόσο των κοινωνικών δικτύων. Από τότε που ο Γουτεμβέργιος έδωσε την τυπογραφία στην ανθρωπότητα και δημιουργήθηκε η ικανότητα της γρήγορης εκτύπωσης ενός έργου, πολλοί ήταν εκείνοι που έγραφαν εναντίον των αντιπάλων τους. Αν ήταν νεκροί ακόμα καλύτερα, δεν θα ‘χαν και αντίλογο. Με την εμφάνιση των εφημερίδων και των λοιπών μέσων μαζικής ενημέρωσης, ομηρικές ήταν οι δίκες που είχαν ξεσπάσει πάνω από νεκρούς ποιητές, λογοτέχνες, πολιτικούς, βασιλιάδες για το πόσο ”καλοί” ήταν στην πραγματικότητα, και εκατοντάδες δικαστήρια έγιναν ώστε να αποκατασταθεί η μνήμη και η τιμή του νεκρού, ο οποίος μακαρίως σκουλίκιαζε κάτω από την γη και δεν ενδιαφερόταν για δικαστικές διαμάχες.
Πολλές φορές είμαστε έτοιμοι να συγχωρέσουμε στα διάσημα πρόσωπα πράγματα που δεν θα συγχωρούσαμε σε κανέναν άλλον και να τα υπερασπιστούμε μέχρι τέλους φτάνοντας στον απόλυτο παραλογισμό. Ας θυμηθούμε λίγο, την περίπτωση της πριγκίπισσας Νταϊάνας και την λατρεία όλων στο πρόσωπό της. Όλοι την έβλεπαν σαν ένα δυστυχισμένο πρόσωπο το οποίο κατάφερε να ξεφύγει από ένα κακοποιητικό και χωρίς έρωτα βασιλικό γάμο. Ήταν η πριγκίπισσα των φτωχών, όταν δεν έκανε τίποτα άλλο από να συνεχίζει να τηρεί ακόμα και ελεύθερη τα ίδια πριγκιπικά καθήκοντα εκμεταλλευόμενη την φήμη της. Υπήρξε και η ίδια πολλάκις άπιστη στον σύζυγό της και ναι, το γεγονός πως υπήρξε και ο ίδιος, είναι μια καλή δικαιολογία η οποία δεν εξηγεί γιατί εκατοντάδες άνθρωποι που θα έκαιγαν στην πυρά τους δικούς τους συντρόφους, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και αν απιστούσαν, την αποχαιρέτησαν με δάκρυα στα μάτια. Στην περίπτωση ενός άλλου βασιλιά της Ποπ, του Μάικλ Τζάκσον, τα σκάνδαλα περί παιδεραστίας δεν κατάφεραν να κάμψουν το ταλέντο του και την κληρονομιά που άφησε πίσω στην ποπ μουσική.
Κανείς, όμως, δεν αισθάνεται την ανάγκη να μιλήσει με τα καλύτερα λόγια για τον Γιόζεφ Μένγκελε και τις έρευνες σχετικά με τον καρκίνο του πνεύμονα και την σύνδεση του με το κάπνισμα ή άλλες επιστημονικές ανακαλύψεις και μελέτες του. Το γεγονός πως ήταν ναζί και πως οι ανακαλύψεις του έγιναν εξαιτίας των πειραμάτων του σε φυλακισμένους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης δημιουργεί μέχρι και σήμερα ένα αξεπέραστο ταμπού, παρότι αν το βάλεις σε μια ζυγαριά, έδωσε πολύ περισσότερα από τον Τζάκσον στην ανθρωπότητα έστω και μέσω ανίερων μεθόδων.
Η τελευταία περίπτωση μας δείχνει κάτι σχετικά με τη φράση των Γραφών ”ο συγχωρεμένος δεδικαίωται” πως υπάρχουν σαφέστατα όρια για το πόσα μπορείς να συγχωρέσεις σε έναν άνθρωπο.
Η ανθρώπινη φύση είναι γεμάτη αδυναμίες, ελαττώματα, πάθη και λάθη όπως είναι γεμάτη και από δυνατότητες, πλεονεκτήματα, λογική και κρίση ώστε να επιλέξεις αν θα γίνεις έρμαιο ή όχι των λάθος επιλογών σου. Η όλη προηγούμενη πρόταση είναι εξαιρετικά καταδυναστευτική και επί της ουσίας μια αβάσιμη πεποίθηση που έχουμε για την ανθρώπινη φύση μας. Ωραία φράση σίγουρα για βιβλία αυτοβελτίωσης. Η αλήθεια είναι πως πολλά πράγματα δεν μπορεί να τα ελέγξεις όσο λογικός ή δυνατός και αν είσαι. Ο Κόμπε ήταν ένας απόλυτα πειθαρχημένος αθλητής, δεν θα έφτανε σε τέτοιο επίπεδο μόνο με το ταλέντο του. Αγωνίστηκε και πειθάρχησε αρκετές φορές τον εαυτό του όμως δεν μπόρεσε μια, 10, 100 φορές να αντισταθεί να απατήσει την γυναίκα του ακόμα και να διαπράξει βιασμό ακούσια ή εκούσια. Ήταν άνθρωπος. Το ίδιος και ο Μένγκελε, υπήρξε εξαιρετικός γιατρός, οξυδερκής ερευνητής αλλά είχε γεμίσει το κεφάλι του με σκοτεινές μισανθρωπιστικές ιδέες που δεν είχαν καμία σχέση με την ιατρική σαν επιστήμη, την οποία όμως εξασκούσε άψογα. Ήταν και αυτός άνθρωπος και ας προσομοιάζει λόγω των πράξεων του με κτήνος. Αυτό δεν σημαίνει πως επειδή σαν άνθρωποι είμαστε a priori αδύναμοι έχουμε δικαίωμα να είμαστε όσο παλιοχαρακτήρες θέλουμε και να περιμένουμε κατανόηση για ότι κάνουμε στην ζωή μας. Το να αποδεχτούμε τις αδυναμίες μας δεν σημαίνει πως παύουμε να είμαστε υπεύθυνοι και πως δεν πρέπει να είμαστε ειλικρινείς με τους γύρω μας γι’ αυτές.
Αναπόφευκτα ο άνθρωπος θα κάνει λάθη μικρά ή μεγάλα, αναπόφευκτα θα φύγει και κάποτε από την ζωή. Το ποια λάθη και πόσα μπορούμε να συγχωρήσουμε τους άλλους έχει να κάνει με τον προσωπικό αξιακό κώδικα του καθενός μας. Αν θέλω να τα έχω καλά με την έξω υποκριτική κοινωνία, με την θρησκεία μου μπορώ να δείξω μεγαλόψυχος ή ταπεινός αντίστοιχα και να πω ”συγχωρεμένος”, άσχετα αν μέσα μου δεν το πιστεύω. Αν είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου, θα κοιτάξω μέσα μου τι μπορώ να συγχωρέσω στον άλλον, τι μπορώ να του αναγνωρίσω σαν καλό ή κακό όσο ζούσε και να κρίνω με βάση το δικό μου κοντόφθαλμο τρόπο, αν θα πω ”συγχωρεμένος” ή όχι και έχω δικαίωμα να το κάνω. Και αν κάνω λάθος ή αμαρτία έχω δικαίωμα και στο λάθος και στην αμαρτία.