Άνθρωποι που περισσεύουν
Πρόσφυγες και μετανάστες αντιμετωπίζονται από την… ανθρωπιστική Δύση ως άνθρωποι που περισσεύουν. Ωστόσο, η κατάστασή τους είναι απόρροια των επιταγών στην ανάπτυξη του καπιταλισμού και στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, ενώ οι πολιτικές μετανάστευσης ως μηχανισμοί λειτουργούν με τη λογική της αποικιοκρατίας και έχουν ρατσιστικές επιπτώσεις στις κοινωνίες.
Στις ειδήσεις των τελευταίων ημερών, η επιχείρηση εκκένωσης κτιρίων που βρίσκονταν υπό κατάληψη και στέγαζαν πρόσφυγες και μετανάστες από αστυνομικούς της ΕΛ.ΑΣ στα Εξάρχεια, με συνδρομή ανδρών των ΕΚΑΜ, της ΟΠΚΕ και ελικόπτερου της ΕΛ.ΑΣ, γίνεται προσπάθεια να δικαιολογηθεί με την ένταξή της σ’ ένα γενικότερο σχέδιο της κυβέρνησης για περιορισμό της εγκληματικότητας με ενίσχυση της ασφάλειας. Από κοντά και οι δηλώσεις του εκπροσώπου των αστυνομικών Σ. Μπαλάσκα, για «αθόρυβη, νέας τεχνολογίας, ηλεκτρική σκούπα, η οποία είναι η Αστυνομία, σιγά σιγά θα ρουφήξει όλα τα σκουπίδια μέσα από τα Εξάρχεια», δεν απηχούν παρά την ερμηνεία που δίνεται από την κυρίαρχη εξουσία στην έννοια της ασφάλειας και πάταξης της παραβατικότητας, παρόλο που με την ΕΔΕ, η οποία διατάχθηκε, επιχειρήθηκε να κρατηθούν τα προσχήματα της πολιτικής ορθότητας. Και είναι αυτή η δήλωση τυπικό δείγμα για τον τρόπο με τον οποίο κρατικά όργανα και θεσμοί είναι δυνατό να λειτουργούν με ρατσιστικές αρχές, χωρίς ωστόσο αυτές να αναγνωρίζονται ξεκάθαρα, καθώς αυτό γίνεται παράλληλα με τις επίσημες πολιτικές που διακηρύσσουν την εξάλειψη των διακρίσεων.
Το ζήτημα της ασφάλειας, της παραβατικότητας συσχετίζεται για άλλη μια φορά με μετανάστες και πρόσφυγες. Άνθρωποι από Ασία και Αφρική, που θαρρείς και πλεονάζουν σ’ αυτή τη γη όπου δεν χωρούν, ή πνίγονται μέσα στις βάρκες (κατά την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ ο φετινός απολογισμός των νεκρών πλησιάζει τους 900) ή σαπίζουν οι ζωές τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ή περιθωριοποιημένοι καταδιώκονται από τις αστυνομίες ανά τον κόσμο. Η κυρίαρχη αντίληψη για την μετανάστευση μοιάζει να ξεχνά τις ενδοευρωπαϊκές ιστορίες αδιάκοπων μεταναστεύσεων, την ιστορία της αποικιοκρατίας της Ευρώπης, τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Σαν να μην έχουν σύνδεση με την Ευρώπη οι Αφγανοί, Σομαλοί, Σύριοι, Λίβυοι κλπ. αν και οι χώρες τους έχουν αποικιστεί από Ευρωπαίους ή έχουν υποστεί τις συνέπειες των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών τους.
Στον κυρίαρχο λόγο, στα μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, η παρουσία μεταναστών καταγράφεται ως μια κρίση λόγω του αυξημένου αριθμού τους που επιφέρει ρήξη στη καθημερινή μας ζωή απειλώντας την. Στην πραγματικότητα, στατιστικά στοιχεία οργανώσεων όπως της Ύπατης Αρμοστείας δείχνουν πως οι συζητήσεις σχετικά με την ανάγκη ελέγχου της εισόδου και του διακανονισμού των προσφύγων δεν τεκμηριώνονται από γεγονότα ούτε δικαιολογείται ο πανικός για την …υπερφορτωμένη Ευρώπη, αφού οι χώρες που υποδέχονται το μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων δεν βρίσκονται στην Ευρώπη αλλά στην Αφρική και Ασία. Οι υπερβολές για τον αριθμό των προσφύγων ή την αδυναμία υποδοχής τους από ευρωπαϊκές χώρες διατηρούνται από τον πανικό που κατασκευάζεται με βάση τις ρατσιστικές φαντασιώσεις για τους κατώτερους, απολίτιστους, διαφορετικούς μετανάστες.
Ο λίγο μαυριδερός μετανάστης ή πρόσφυγας λειτουργεί σαν κενό σημαίνον για κάθε είδους φυλετικές φαντασιώσεις αρθρωμένες, μέσω του σεξουαλικού και υπαρξιακού φόβου, με τις ανησυχίες του ευρωπαίου, που η οικονομική κρίση, η επισφαλής κοινωνική του θέση βρίσκουν σ’ αυτόν τις αιτίες τους. Με την καλλιέργεια ρατσιστικών ανησυχιών δικαιολογείται η αύξηση του κοινωνικού ελέγχου μέσω της αστυνόμευσης, με τα μέσα ενημέρωσης να συμβάλλουν στην κοινωνική αναπαραγωγή ενός πλαισίου φυλετικής διαφοροποίησης ανάμεσα σε μας και τους άλλους –πρόσφυγες και μετανάστες. Η λέξη πρόσφυγας ή και μετανάστης στην πραγματικότητα γίνεται ένα κενό σημαίνον, με μη προσδιορίσιμο ή ανύπαρκτο σημαινόμενο, ακριβώς γιατί σ’ αυτό περιλαμβάνονται οι ανησυχίες και οι φόβοι που απορρέουν από τις πολιτικές επιλογές της αστικής εξουσίας και στοχευμένα προβάλλονται σ’ έναν φανταστικό, κατασκευασμένο Άλλον.
Η μαζική οικονομική και κοινωνική αποδιοργάνωση ανέδειξε το ρήγμα που δημιουργήθηκε μεταξύ των προσδοκιών που καλλιεργούσε ο καπιταλισμός και των καθημερινών στερήσεων που αντιμετωπίζουν τα λαϊκά στρώματα στην κοινωνία μας. Στο πλαίσιο αυτό, ρατσιστικές κι εθνικιστικές ρητορικές συγκεντρώνουν την υποστήριξη τμημάτων του πληθυσμού για τη διάδοση του κοινωνικού πρότυπου του νόμου και της τάξης, με ένταση της αστυνομοκρατίας, στην προώθηση του οποίου τόσο η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όσο και η τωρινή της Ν.Δ επιδίδονται με επιτυχία. Και ο ρατσισμός διάχυτος παντού, διαπερνά την κοινωνία σε ατομικό και θεσμικό επίπεδο, κρυφά και φανερά. Κι αν μεταμφιέζεται ή καλύπτεται ο θεσμικός ρατσισμός σε σημείο που να μην αναγνωρίζεται, τα αποτελέσματά του όμως είναι ορατά στις συλλήψεις και περιορισμούς μειονοτικών ή στη εκμετάλλευση από τις αστυνομικές δυνάμεις υπαρχόντων φόβων για τις υποτιθέμενες εγκληματικές τάσεις προσφύγων, που δικαιολογούν αυθαιρεσίες τους και χρησιμοποίηση βίας.
Τις τελευταίες δεκαετίες, η προβολή του πρόσφυγα ως σεξουαλικού δράστη, τρομοκράτη και καταστροφέα των δυτικών δημοκρατικών αξιών και πεποιθήσεων σηματοδοτούν την πολιτική αλλαγή. Συνδέοντας υποδόρια η κυρίαρχη πολιτική την οικονομική δυσπραγία με τους μετανάστες δεν φανερώνει παρά τη συνέχιση της αποικιοκρατίας της αστικής εξουσίας. Θυμίζει τη λογική του αποικιοκρατισμού, καθώς δημιουργεί μια φυλετική διαφορά μεταξύ αυτών που θεωρούνται μέλη του έθνους και των ξένων, ως πηγή κακού, που θεωρούνται μετανάστες. Αυτή η αντιμετώπιση αντικατοπτρίζεται στο λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται για να περιγραφεί με κοινωνικούς, νομικούς και πολιτικούς όρους η κατάσταση διαβίωσης των ανθρώπων που εγκαταλείπουν τις χώρες τους λόγω αδυναμίας επιβίωσης τους σ’ αυτές και στη σύγχυση, στην πράξη, των όρων πρόσφυγας και μετανάστης. Η ανεπιτυχής προσπάθεια διάκρισής τους προϋποθέτει την υπόθεση ότι η μετανάστευση είναι οικονομική, εθελοντική και ως εκ τούτου δεν είναι οι συνθήκες που αναγκάζουν τους ανθρώπους να μεταναστεύσουν. Θα πρέπει δηλ. κατάφωρα να παραβλεφτούν οι πολιτικές καταστάσεις που ο δυτικός καπιταλισμός πυροδοτεί, οι ιμπεριαλιστικές εμπλοκές, συνέπεια των οποίων είναι η μετανάστευση.
Δεν είναι σύμπτωση που σήμερα ο όρος εξόριστος έχει σχεδόν εξαφανιστεί από το δημόσιο λόγο και έχει αντικατασταθεί από την πολιτική ασύλου και συζητήσεις σχετικά με αυτούς που το δικαιούνται. Αυτές οι πολιτικές και οι προβληματισμοί χαρακτηρίζονται από μια προοπτική για το άσυλο που υπονομεύει αυτό το δικαίωμα για άτομα που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα τους από τη βία, τις διώξεις, τον πόλεμο, την φτώχεια. Στη σχέση μάλιστα μεταξύ της μετανάστευσης και του ασύλου έχει διαβρωθεί κάθε ανθρωπιστική πτυχή με την ενίσχυση των περιορισμών μετανάστευσης και την εξάρτηση της εφαρμογής του ασύλου από τη ζήτηση εργατικού δυναμικού χαμηλού κόστους στην Ευρώπη. Η μετανάστευση δηλ. διευθετείται πολιτικά μέσω του ασύλου, καθώς το τελευταίο ρυθμίζεται όλο και περισσότερο από τα αιτήματα μετανάστευσης εργατικού δυναμικού. Εξάλλου, η αίτηση για άσυλο θεωρείται ότι σχετίζεται με μοναδικές εθνικές ή περιφερειακές καταστάσεις που δεν σχετίζονται με την περιπλεγμένη ιστορία της παγκόσμιας εκμετάλλευσης, την καπιταλιστική καταπίεση και την ιμπεριαλιστική επέκταση. Η διάκριση μεταξύ ασύλου ως εξαναγκασμού και μετανάστευσης ως επιλογής αγνοεί το γεγονός ότι οι μεταναστευτικές ροές οδηγούνται από τις παγκόσμιες συγκρούσεις, τους πολέμους, τα πολιτικά συμφέροντα και την οικονομική δυναμική.
Πρόσφυγες και μετανάστες αντιμετωπίζονται από την… ανθρωπιστική Δύση ως άνθρωποι που περισσεύουν. Ωστόσο, η κατάστασή τους είναι απόρροια των επιταγών στην ανάπτυξη του καπιταλισμού και στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, ενώ οι πολιτικές μετανάστευσης ως μηχανισμοί λειτουργούν με τη λογική της αποικιοκρατίας και έχουν ρατσιστικές επιπτώσεις στις κοινωνίες.