Δώρα Χρυσικού: Ήμουν στα Λιπάσματα για τον Παύλο
Ναι ρε Παύλο έτσι μας ενώνεις κάθε χρόνο· τα μάτια μου συνεχώς τρέχουν, το βλέμμα μου γεμίζει από αγάπη και ευγνωμοσύνη, ειδικά αυτή τη χρονιά που μου χαρίστηκε λίγη ζωή ακόμα. Δεν θα την σπαταλήσω, το υποσχέθηκα. Ένα ψηφιδωτό από τον κόσμο που ονειρευόμαστε ήμασταν εχθές, αυτός ο κόσμος που κάτι τέτοιες μέρες φαντάζει εφικτός.
Η δική μας και δική σας αγαπημένη ηθοποιός και ακτιβίστρια Δώρα Χρυσικού, γράφει στο newscenter για τον αντιφασιστικό αγώνα του λαϊκού κινήματος που ξέσπασε μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, για την συγκλονιστική Μάγδα Φύσσα και την γνωριμία της με τον Γιώργο Μεράτζα στην αντιφασιστική συναυλία που είχαμε οργανώσει το 2019, για την αγκαλιά του Γιάννη Μάγγου, για τη νέα γενιά των αντιφασιστών που έρχεται, για όλα τα όμορφα που συνέβησαν στον εμβληματικό χώρο των Λιπασμάτων στη Δραπετσώνα.
“Σκέφτομαι πως υπάρχουν κάποιες μέρες στον ημερολογιακό χάρτη που η μνήμη τέμνεται με την ιστορία, μυρίζει μπαρούτι και φωτιά, δημιουργεί ρωγμή στο χρόνο. Τον κάνει αιώνιο, τον ακινητοποιεί. Σαν ένα τραγούδι απόκοσμο που παίζεται σε λούπα.
Μια τέτοια μέρα είναι η 17, η 18 Σεπτεμβρίου από το 2013 και μετά. Όπως και η 6 Δεκεμβρίου από 2008 και μετά. Μέρες ορόσημο, μέρες που το αίμα διαχύθηκε παντού, πότισε τις συνειδήσεις, υπερέβη τα χρονικά πλαίσια αλλάζοντας την ιστορία. Πολλές φορές αναρωτήθηκα τι θα είχε γίνει αν ο Παύλος δεν είχε βάλει το σώμα του μπροστά στο μαχαίρι του Ρουπακιά για να προστατέψει τους φίλους του και να δείξει τον δολοφόνο του. Πολλές φορές βλέποντας τη Μάγδα στα έδρανα του δικαστηρίου, ευχήθηκα να μην ήταν αυτός ο γενναίος. Όμως πάντα κάποιος είναι. Μέσα στα χρόνια ευχήθηκα να μπορούσε να είναι εδώ μαζί μας, στην αγκαλιά της Μάνας του, στη Σαλαμίνα με τον Τάκη, να δει τα παιδιά της Ρηνιώς να μεγαλώνουν, να κάνει χαβαλέ και όνειρα και μουσική με τον Θανάση.
Όμως ο Παύλος τα άλλαξε όλα και η δολοφονία του άλλαξε και εμάς.. Μας έβγαλε από τον λήθαργο, μας έδειξε τον δρόμο, τους αγώνες που πρέπει να δώσουμε, την «ανάγκη που γίνεται ιστορία». Μας χάρισε μια Μάνα σύμβολο, αδέρφια, συναγωνιστές, ανάσες, ελπίδα, στιγμές λύτρωσης, και αδιανόητης οδύνης. Η σύγχρονη Ιστορία αυτού του τόπου πάντα θα του χρωστάει και οι επόμενες γενιές θα ξέρουν πως υπήρξε ο Παύλος Φύσσας, που έφυγε «όρθιος σε δημόσια θέα» όχι για προσωπικές διαφορές, όχι για το ποδόσφαιρο αλλά γιατί ήταν αντιφασίστας καλλιτέχνης, στοχοποιημένος από τα θρασίμια της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.
Οκτώ χρόνια από τη δολοφονία του Παύλου, η πρώτη χρονιά που οι Ναζί της Χρυσής Αυγής είναι στη φυλακή, κι όμως στην καθιερωμένη συναυλία στον πολυχώρο των Λιπασμάτων τίποτα δεν έχει αλλάξει. «Ο Παύλος ζεί τσακίστε τους Ναζί» αντηχεί παντού. Αν και φέτος μετράμε δύο ηχηρές απουσίες. Της φίλης μας της Ελένης, και του Αντρέα Τζέλη του δικηγόρου και στυλοβάτη της οικογένειας Φύσσα.
Από το αεροδρόμιο κατευθείαν στη Δραπετσώνα, οι δρόμοι κλειστοί, κάτι ευρωπαίοι ηγέτες έχουν έρθει, στο δρόμο κόλαση, αλλά δεν γίνεται να λείψω. Είμαι πτώμα, η περούκα με ζεσταίνει, έχω φέρει τον κόσμο τούμπα για να είμαι Ελλάδα, γιατί αυτή είναι η μέρα που ο πόνος γίνεται δημιουργία, η μέρα του δικού μας Παύλου, γιατί έτσι του πρέπει. Να τον τιμήσουμε με μουσική, σαν κι αυτή που κι ο ίδιος έφτιαχνε και αγαπούσε.
Κόσμος πολύς, οι φίλοι μου, αγαπημένα πρόσωπα, η Μάγδα, ο Τάκης, η Ειρήνη, η Άννα, τα κορίτσια στον πάγκο με τα βιβλία και τις μπλούζες, «σου έχουμε κρατήσει ένα τραπέζι» μου λέει η Ειρήνη, οι «μέλισσες» της ζωής μου, αυτός είναι ο κόσμος μου. Αυτός είναι ο κόσμος που παλεύει και αντιστέκεται, ο κόσμος που κρατάει την ελπίδα ζωντανή -σαν σπίθα στο σκοτάδι- ότι τίποτα δεν χάθηκε ακόμη σ’ αυτό το γιδότοπο του φασιστοχουντικού συρφετού.
Νιώθω ένα βλέμμα καρφωμένο συνεχώς πάνω μου, ένας όμορφος, ψηλός άντρας με κοιτάει συνεχώς με ένα ζεστό τρυφερό χαμόγελο. Κάθεται δίπλα στον κυρ Τάκη αλλά δεν μπορώ να καταλάβω ποιός είναι. Δώρα μου λέει , «γεια σου είμαι ο Γιάννης Μάγγος, που να με γνωρίσεις από τη φωτό στο Facebook». Τον αγκαλιάζω σφιχτά σαστισμένη, και βάζω τα κλάμματα. Σκέφτομαι το ανοσοποιητικό μου, τη μαμά μου που μου λέει να αφήσω τις αγκαλιές, την άγρια εποχή που ζούμε που το άγγιγμα είναι απειλή, αλλά γαμώτο αυτός ο άνθρωπος είναι εκεί πως να μην τον αγκαλιάσεις; Χαμογελώ συνωμοτικά γιατί σκέφτομαι πως Αυτή τα έκανε όλα, αυτή που με τη δύναμη της, το πείσμα, την αντοχή της πήρε όλους τους γονείς των δολοφονημένων παιδιών από το χέρι, τους έδωσε στόχο, τους έδειξε ότι ο πόνος όταν μοιράζεται μπορεί να γίνει αχτίδα ζωής. Αυτή είναι η Μάγδα Φύσσα, αυτή τη Μάνα μας κληροδότησε ο Παύλος. Η αρχή των πάντων.
Καθώς κοιτούσα τον κυρ Τάκη και τον Γιάννη Μάγγο μαζί να κάθονται δίπλα δίπλα , σκεφτόμουν πως κάποιοι άνθρωποι είναι όντως πλασμένοι από σπάνια υλικά τρυφεράδας και δύναμης και πως το κοινό τραύμα είναι το πιο ισχυρό συγκολλητικό απ’ όλα. Σκεφτόμουν πως οι γονείς, οι πατεράδες και οι μανάδες των δολοφονημένων παιδιών, έχουν μια ιεροσύνη ξεχωριστή γιατί στέκονται απέναντι στο παράλογο, στην στρέβλωση της φυσικής ροής της ζωής. Κι εγώ που δεν έχω πιστέψει ποτέ σε Αγίους, σκύβω με ταπεινότητα και δέος μπροστά σ αυτές τις δυό μορφές.
Μουσική ράπ ακούγεται από παντού, αλλά το μυαλό μου τρέχει, φίλοι έρχονται και φεύγουν, χαρά, συζητήσεις, μια τέτοια μέρα που όλοι εμείς συναντιόμαστε μετά από καιρό. Γιατί ο τι κι αν γίνεται στις ζωές μας, αυτή τη μέρα είναι άγραφος νόμος εδώ και εφτά χρόνια ότι θα βρισκόμαστε πάντα στο ίδιο μέρος. Κι είναι πάντα η ευκαιρία μας στην αγάπη και την αλληλεγγύη.
Κάποια στιγμή το αυτί μου ακούει τον Totem να ραπάρει:
«Και; Τί κατάφερες τώρα;
Βρήκες αιτία κι αφορμή για άλλη μια αποχή.
Απλά να ξέρεις, δε σε ζητάνε οι καιροι,
γιατί έχουμε τη Μάγδα στην πρώτη γραμμή.».
Ο Μίλτος Πασχαλίδης με την κιθάρα του ξεκινάει με τον «Ακροβάτη». Η Μωράκη, η κόρη της Μαρίας και του Αντώνη, δύο χρονών σκατάκι χορεύει και τρέχει ανάμεσα μας. Μόλις γέννησε, η Μάγδα της είχε δώσει ένα τετράδιο με το μορφή του Παύλου στο εξώφυλλο, και της είχε πει «να γράψεις την ιστορία του Παύλου και να τη διαβάζεις στην κόρη σου» κι η Μαρία που το λέει η καρδούλα της κι είναι πάντα πρώτη στους αγώνες, εχθές βλέποντας την κόρη της να χορεύει μου είπε χαμογελώντας «φτιάχνουμε τους αντιφά του αύριο». Ναι ρε Παύλο έτσι μας ενώνεις κάθε χρόνο· τα μάτια μου συνεχώς τρέχουν, το βλέμμα μου γεμίζει από αγάπη και ευγνωμοσύνη, ειδικά αυτή τη χρονιά που μου χαρίστηκε λίγη ζωή ακόμα. Δεν θα την σπαταλήσω, το υποσχέθηκα. Ένα ψηφιδωτό από τον κόσμο που ονειρευόμαστε ήμασταν εχθές, αυτός ο κόσμος που κάτι τέτοιες μέρες φαντάζει εφικτός.
Οι Rationalistas παίρνουν τη σκυτάλη ανεβαίνουν στην σκηνή, καπνογόνα, χαμός παντού. Δεν την ξέρω αυτή τη μουσική γαμώτο, ο Νίκος με μαλώνει «μα έχουν σπουδαίο πολιτικό στίχο ρε Δώρα». Είμαι σίγουρη αλλά εγώ περιμένω τον Αλκίνοο και τον Γιώργο Μεράτζα. Περιμένω να ακούσω την «Δίκοπη Ζωή». Θυμάμαι την πρώτη φορά που συναντήθηκε μαζί της. Ήταν σε μία συναυλία που είχε οργανώσει το περιοδικό «Κατιούσα». Καθόμουν στη δεύτερη σειρά κι εκείνη μπροστά μου. Ήταν στη σκηνή ο Γιώργος Μεράτζας κι όταν αντιλήφθηκε την παρουσία της κατέβηκε και της έκανε την πιο σφιχτή αγκαλιά, αυτήν του απόλυτου σεβασμού και της ευγνωμοσύνης. Έτσι κι εχθές. Πως αλλιώς να αγκαλιάσεις την αστραπή;
Άρχισα να ανηφορίζω προς το πάρκινγκ γύρω στις 23.30, δεν άντεχα άλλο, οι δυνάμεις μου λιγοστές. Άκουγα τους Rationalistas να ραπάρουν:
«Γύρω μου φτώχεια και ανθρώποι να ψάχνουν σε κάδους να βρούνε λίγο scrap
Και απέναντι νοικοκυραίοι να τάσσονται πάντα αντίκρυ στην βία (Μπογδάνος)
Να σου κλωτσάν το κεφάλι με δύναμη πάνω σε μια τζαμαρία (Zackie)
Και απέναντι μια ζαρντινιέρα και αίμα και η κρατική τιμωρία (Αυγουστίνος)
Ένας στο πάτωμα και από πάνω να δέρνει μία διμοιρία (Μάγγος)
Σκάβουμε λάκκο να θάψουμε μέσα τα μάτσο επικίνδυνα πρότυπα
Καμία Ελένη μην πέσει νεκρή απ’ την τοξική αρρενωπότητα (καμία)
Κανένας Θανάσης στο χώμα γιατί δεν του φτάναν για το εισιτήριο (κανένας)
Κανείς Κορκονέας αθώος ποτέ, γάμησε το δικαστήριο».
Δεν άκουσα ούτε τον Αλκίνοο, ούτε τον Μεράτζα. Σήμερα το timeline μου είναι γεμάτο
από μια φωτογραφία της Μάγδας με το χέρι στην καρδιά μπροστά στη σκηνή. Είχε ζητήσει την «Δίκοπη Ζωή». Ζηλεύω φρικτά που δεν έζησα αυτή τη στιγμή. Αλλά είμαι σίγουρη άτι οι στίχοι του Μάνου Ελευθερίου και οι νότες του Θάνου έγιναν προσευχή στα στόματα χιλιάδων ανθρώπων, έσπασαν τον φραγμό του Γαλαξία μας, σκορπίζοντας χιλιάδες άστρα, τυλίγοντας με φώς όλα τα δολοφονημένα αδέρφια μας.
«Απ’ το κακό και τ’ άδικο διωγμένο
κι όπως ενήστευες τη δίκοπη ζωή,
σε βρήκα ξαφνικά σημαδεμένο
να σ’ έχει ο κάτω κόσμος ξεγραμμένο
κι ο πάνω κόσμος να `ναι οι τροχοί
που σ’ έχουν στα στενά κυνηγημένο…
Και πήρες του καιρού τ’ αλφαβητάρι
και της αγάπης λόγια φυλαχτό,
για να βρει πάλι ρίζα το χορτάρι
και πήρες την ελπίδα και τη χάρη,
ψηλά να πας να χτίσεις κιβωτό
με την ελπίδα μόνο και τη χάρη…
Μα πως να μην ξεχάσεις την αυλή σου
και την παλιά τη γνώμη καθενός,
όσους κρυφά περπάτησαν μαζί σου
να σημαδεύουν πάλι τη ζωή σου
και να σαι το πουλί κι ο κυνηγός
στις μαύρες λαγκαδιές του παραδείσου…
Κρυφά και φανερά σ’ ακολουθούνε
οι συμμορίες κι οι βασανιστές
και ψάχνουν μέρα νύχτα να σε βρούνε,
μα δεν υπάρχει δρόμος να διαβούνε
γιατί ποτέ δεν ήταν ποιητές,
το χώμα που πατούν να προσκυνούνε..»
ΥΓ. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές η καθιερωμένη πορεία στη μνήμη του Παύλου Φύσσα έχει ξεκινήσει από το μνημείο του στο Κερατσίνι για να καταλήξει στο μνημείο των πεσόντων για το μπλόκο της Κοκκινιάς. Στην κεφαλή της πορείας που ακολουθούν χιλιάδες κόσμου, τα πανό με τα ματωμένα πορτρέτα (του εικαστικού Δημήτρη Αστερίου) όλων των δολοφονημένων αδερφών μας από την έμφυλη, φασιστική, ρατσιστική και κρατική βία όπως του Νίκου Τεμπονέρα, του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, της Ελένη Τοπαλούδη, του Μιχαλη Καλτεζά, του Βαγγέλη Γιακουμάκη, του Μπερκίν Ελβάν, του Ζακ Κωστόπουλου, του Σαχζάτ Λουκμάν, του Άλεξ Μεσχισβίλι, του Μπερκίν Ελβάν, του Κάρλο Τζουλιάνι, του Τζορτζ Φλόυντ και φυσικά του Παύλου Φύσσα. Συνοδοιπόροι, συγγενείς των θυμάτων, η μητέρα και ο αδερφός του Ζακ Κωστόπουλου, ο πατέρας και η αδερφή του Βασίλη Μάγγου, ο γυμνασιάρχης του Αλέξη Γρηγορόπουλου, και ο γιός του Νίκου Τεμπονέρα.
Μια ανθρώπινη αλυσίδα οδύνης και τιμής που κουβάλησε του «νεκρούς» της δείχνοντας τον δρόμο για το δίκαιο· θυμίζοντας μας πως «ο κόσμος δεν τελειώνει μ’ έναν πάταγο αλλά μ’ έναν λυγμό»”
Και μέσα από αυτές τις γραμμές είπε η Δώρα όσα ήθελα κι εγώ πάνω κάτω να πω. Μετέφερε τα απίστευτα συναισθήματα που βίωσε όποια και όποιος ήρθε την Παρασκευή στη συναυλία. Με την κόρη μου λοιπόν να τρέχει πάνω κάτω ενθουσιασμένη, ενώ δεν ήξερε, δεν μπορούσε να ξέρει, πού είμαστε και γιατί έχουμε ακριβώς μαζευτεί, ξαναείδα τη Μάγδα μετά από καιρό, ξαναένιωσα τη ζεστασιά της και υποσχέθηκα στον αγωνιστή πατέρα του Βασίλειου Μάγγου ότι δεν θα ξεχάσουμε ποτέ.
Σε ευχαριστώ Δώρα.
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Filio Magenta