Εν αρχή ην ο φόβος
Προτού κουνήσουμε λοιπόν το δάχτυλο σε έναν άνθρωπο, που μου είναι αδιάφορο αν βρίσκεται στο «41τακατό» ή όχι, ας αντιληφθούμε ότι βράζουμε στο ίδιο καζάνι…
Στο φως της δημοσιότητας ήρθαν κάποιες εικόνες ντροπής, όπου ο δήμαρχος Βόλου φαίνεται ξεκάθαρα να χαστουκίζει πλημμυροπαθή επειδή τον έβρισε ενώ στη συνέχεια ο ίδιος ο πλημμυροπαθής εμφανίζεται μετανιωμένος, ζητώντας του μάλιστα συγγνώμη μετά από προτροπή συνεργατών του στο Δημαρχείο. Αρκετοί μάλιστα, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν έχασαν την ευκαιρία να χλευάσουν τον συγκεκριμένο άνθρωπο και να τοποθετηθούν με ειρωνικά σχόλια επί του θέματος.
Σε μια κοινωνία που κουμάντο κάνουν οι μπράβοι, οι απειλές κατά ζωής, ο φόβος, η εξουσία και η «τζάμπα μαγκιά», σε μια κοινωνία που μας θέλει σκυφτούς χωρίς δράση και αντίδραση, αλλά και σε μια κοινωνία που κυριαρχεί ο ατομισμός ως μοναδικός δρόμος επίλυσης των προβλημάτων (ψήφισέ με και κανείς από την οικογένειά σου δεν θα πεινάσει ακόμη και αν πρέπει να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα), αλλά και το αφήγημα «ο θάνατος σου η ζωή μου», δεν είναι καθόλου μα καθόλου παράλογη η εν λόγω πράξη μεταμέλειας.
Αν κοιτάξουμε την κοινωνία κατάματα, θα δούμε αυτό που αποφεύγουμε όλοι μας χρόνια τώρα. Πόσοι στα αλήθεια κάθονται σούζα στους εργοδότες τους και υπομένουν εξευτελιστικές πρακτικές ακόμη και απειλές, με οποιοδήποτε κόστος, προκειμένου να μην χάσουν την δουλειά τους; Πόσοι έχουν επιστρέψει Δώρα Πάσχα-Χριστουγέννων; Πόσοι έχουν δουλέψει 12ωρα για να μην «στραβώσει» το αφεντικό; Πόσοι έχουν βάλει πλάτη για το καλό της επιχείρησης, της εταιρείας, της ΜΚΟ ενώ καταστρατηγείται κάθε κεκτημένο δικαίωμα; Πόσοι στ’ αλήθεια σηκώνουν ανάστημα στην ίδια τους την οικογένεια προτάσσοντας τα δικά τους θέλω χωρίς να σκέφτονται το όποιο κόστος στον περίγυρο ακόμη και στην ίδια τους τη ζωή; Πόσοι μιλάνε ανοιχτά και έχουνε το θάρρος της γνώμης τους και πόσοι σιωπούνε για να είναι αρεστοί σε όλους; Ειδικά στις κλειστές κοινωνίες που κυριαρχεί η αντίληψη: «Κάλλιο πρώτος στο χωριό παρά δεύτερος στην πόλη».
Προτού κουνήσουμε λοιπόν το δάχτυλο σε έναν άνθρωπο, που μου είναι αδιάφορο αν βρίσκεται στο «41τακατό» ή όχι, ας αντιληφθούμε, ότι βράζουμε στο ίδιο καζάνι. Σε εκείνο το καζάνι της λάσπης και της δυσωδίας, σε εκείνο το καζάνι που μας ρουφάει στον πάτο του μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα.
Σε μια κοινωνία που σαπίζει, σαπίζουμε και εμείς μαζί της. Σε μια κοινωνία που την έχουν πνίξει τα σκατά, κάποιοι παλεύουν καθημερινά με το μέσα τους για να μην γίνουν ένα με αυτά. Ο δρόμος δεν είναι εύκολος. Είναι μακρύς. Χρειάζεται βαθιά ρήξη και βαθιά συνειδητοποίηση για να μπορέσεις να βρεθείς απέναντι από τον δυνάστη σου, από τον εξουσιαστή, την συντηρητική κοινωνία που έχεις μεγαλώσει και από όλα αυτά τα καθάρματα που σε περιβάλλουν ώστε να κοιτάξεις κατάματα τον φόβο και να τον αντιμετωπίσεις.
Ευτυχώς, στον Βόλο αλλά και σε όλη την κοινωνία υπάρχουν πάντα δύο κόσμοι. Ο ένας είναι ο (υπό)κοσμος της σήψης, της τρομοκρατίας, των μαφιόζων, της ντροπής, της λάσπης και των λύκων. Υπάρχει όμως και εκείνος ο κόσμος της ελπίδας που μέσα του θα δεις μόνο φως. Εκείνος ο κόσμος του αγώνα, της αλληλεγγύης, των ανθρώπων και των μελισσών.
Είναι ο κόσμος ο δικός μας και δεν θα αφήσουμε κανέναν να τον πάρει. Άλλωστε, «Απ’ τα χέρια μας θα βρει η ζωή απαντοχή»…
Υγ: Το κλείσιμο είναι από το πολιτικό τραγούδι «Σκλάβε ημών», του συγκροτήματος «Υπεραστικοί».