Γαστρονομικά… Πάθη

Για να μην καταλαβαίνεις ότι πάσχεις, πρέπει να αποκτάς τιμολογημένα πάθη, φρέσκα, σύγχρονα, μοντέρνα, που να μην επηρεάζουν το λιανεμπόριο, και να ξοδεύεις χρόνο για να μην υποφέρεις από τη συνεχή νηστεία, την αναγκαστική των πραγματικών σου αναγκών.

Μπήκε το μεγαλοβδόμαδο και προχωράει έως την αυριανή ανάσταση με υπογραμμισμένο το πράσινο χρώμα παντού, και ακάθεκτη άνοιξη μπουμπουκιασμένη, κι ανθεστήρια, από τις ρωγμές στα πλακόστρωτα όπου ξεπετιούνται θρασύτατα φιλαράκια, ως τα χωράφια και τους περίτεχνους κήπους. Μα κι αυτή η άνοιξη κρατάει σταθερά αυξημένο τον αριθμό των θυμάτων και δυστυχώς των πτωμάτων της, σε τόπους που έσφυζαν και θα μπορούσαν πάντα να σφύζουν από ζωή. Αυτή την άνοιξη εμένα μου τη σημάδεψε η εξηντάχρονη καθαρίστρια του τουριστικού καταλύματος που την πλάκωσε και της έσπασε τον αυχένα το κρεβάτι που έστρωνε για να ξαπλώσει το πρώτο κύμα των τουριστικών κορμιών. Πρώτο εσταυρωμένο θύμα της βιομηχανίας, της βαριάς, του τουρισμού. Καθόλου θεά. Καθόλου υμνωδία, στα εξήντα το έαρ έχει φύγει, αλλά όχι το άρωμά του από δουλειά και μόχθο, χωρίς αλμύρα από θάλασσα. Ω γλυκύ μου δείλι, για τις εργάτριες και τους εργάτες του θερινού μεσογειακού γολγοθά.

Θες απ’ το σπίτι μου, θες από ακούσματα κι από διαβάσματα, το μεγαλοβδόμαδο ήταν πάντα βαθύτερος συναισθηματικός εναγκαλισμός των ανθρώπινων βασάνων, εγκόλπωμα της μέγιστης των απωλειών, αυτού της μάνας που βλέπει το παιδί της να βασανίζεται και να πεθαίνει, μέρες αυτογνωσίας και ελπίδας. Και ήταν για πολύ καιρό στη ζωή μου ευτυχώς κάπως έτσι, λιγότερο θορυβώδης περί την ασχήμια, και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και στα χωριά και στην Αθήνα. Ομως στη βουή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της συνεχούς και ραγδαίας εικονολατρικής απεικόνισης της καθημερινότητας, μέσα στην εβδομάδα των παθών προστέθηκαν άπειρες τεχνητές ανάγκες και πάθη. Και είναι μια απ’ αυτές που με εξοργίζει, κυριολεκτικά με κολάζει, ως αποθεωτική μιας εμποροδιανοητικής υποκρισίας.

Μιλάω για τη γαστρονομική υστερία της νηστείας. Μια υστερία πασπαλισμένη με την κλασική, δήθεν σεβαστική των πατροπαράδοτων εθίμων, συνέπεια. Αυτή που θέλει οι αστοί και οι μικροαστοί να κατεβάζουν το Αγιον Ορος σαν πανστρατιά σεφ στο νηστίσιμο τραπέζι. Μιλιούνια συμβουλές και συνταγές, πώς να ηδονιστεί ο νηστίσιμος ουρανίσκος από λαδωμένα κι αλάδωτα εδέσματα, φτιαγμένα έτσι που να θυμίζουν πιάτα των εκατό ευρώ, ικανά να προσφέρουν αστέρια μισελέν στους δημιουργούς τους. Προτροπές για αντικατάσταση της μαγιονέζας από λιωμένα αβοκάντο. Γουακαμόλε με σέσκουλα, και νερόβραστο μακαρονάκι κοφτό με ταχίνι, ντομάτα και πανάκριβους ξηρούς καρπούς τριμμένους. Ενας μαραθώνιος, ένας γολγοθάς νηστείας, περασμένος από τη θρησκευτική μαγεία και αλεσμένος από τον άθλο να πετύχεις γαστριμαργικούς οργασμούς στις γεύσεις, με μια ισχνή σύνταξη και ένα καλάθι της νοικοκυράς που δεν μπορεί να ξοδευτεί σε νηστίσιμα μπέργκερ και καλαμάρια γεμιστά με της Παναγιάς τα μάτια.

Μπούχτισα σύντροφοι. Σχωράτε με, αλλά δεν ξέρω τι καθαρίζει στο μέσα και στο έξω όλη αυτή η κατολίσθηση προς μια στάση ζωής που διδάσκει ότι είναι πιθανό, θεμιτό, εφικτό, διαλέξτε όποια λέξη θέλετε, να αναζητάς απόλαυση και ηδονή στη νηστεία την μπερδεμένη με τη δίαιτα, την αποτοξίνωση κι άλλα τέτοια έμμονα και φετιχιστικά, που αρχίζουν από το ροζ αλάτι και καταλήγουν στη ροζ κοκαΐνη. Νηστεία ροζ, φρου φρου κι αρώματα, και εγώ φοβάμαι την εκδίκηση των μικρών πραγμάτων. Είναι σαν να ξεχνάς πως άμα προσχωρήσεις στον βιασμό της γεύσης, στην πολυσχιδή γαστρονομική προσέγγιση, κινδυνεύεις να χάσεις αυτή καθαυτή τη γεύση των απλών πραγμάτων. Μια θρούμπα, ένα κρεμμύδι, ένα ματσάκι δυόσμο, μια χούφτα γαύρους σε λίγο λάδι, μια ντομάτα κομμένη στα τέσσερα, μια πρέζα αλάτι, μισό ποτήρι κρασί… Είναι σαν να χάνεται η δυνατότητα να μπορείς ν’ ακούς την ορχήστρα, το συγκρότημα ή την κομπανία ως συγχρονισμένη αρμονία, χωρίς να εξαφανίζεις τα όργανα, και το ρεύμα της εποχής να σε πείθει ότι μπορείς να πολτοποιείς έγχορδα, κρουστά, πνευστά και ανθρώπους, και να παράγεις απλώς κάτι που πωλείται και αγοράζεται. Ινφλουοσερηδόν.

Είμαι πεπεισμένη πως η αγορά δεν τα βάζει με το θείο πάθος. Τα βάζει με το πάθος γενικώς. Για να μην καταλαβαίνεις ότι πάσχεις, πρέπει να αποκτάς τιμολογημένα πάθη, φρέσκα, σύγχρονα, μοντέρνα, που να μην επηρεάζουν το λιανεμπόριο, και να ξοδεύεις χρόνο για να μην υποφέρεις από τη συνεχή νηστεία, την αναγκαστική των πραγματικών σου αναγκών. Ετσι φτάσαμε και εκτός μεγαλοβδόμαδου στα κόλλυβα ως γκουρμέ επιδόρπιο. Καλή έξοδο! Γιατί αυτό είναι το Πάσχα, έξοδος από τη δουλειά και δη τη μέγιστη, του θανάτου! Καλή Ανάσταση.
Αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη (Παρασκευή 18 Απρίλη 2025 – Κυριακή 20 Απρίλη 2025)
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: