Γιορτιάτικα όνειρα και νοσταλγία
Λαχτάρα για τα απλά, χαρά για τα απαραίτητα και προσδοκίες για ένα μέλλον καλύτερο για όλους…
Όπως μάθει κανείς!
Η δικιά μου νοσταλγία με φέρνει χρόνια πίσω στο χωριό, στο φτωχικό μας σπίτι, όπου ως την τελευταία στιγμή, δεν ξέραμε πώς θα γιορτάσουμε… Αν θα έχουμε καλούδια λέμε…
Πάντα γινόταν το «θαύμα»! Πλήρωναν τα λιγοστά χρωστούμενα μεροκάματα οι συγχωριανοί, φτωχοί κι αυτοί, κι ο μάστρο-Νίκος έτρεχε στην αγορά στη Σαλονίκη.
Ερχόταν με το ζεμπίλι γεμάτο κάνα κοτόπουλο, λίγο κιμά, «τσιγαρίδια» να τσιτσιρίσουν πάνω στην ξυλόσομπα, αλεύρι και μαχλέπι, φυστίκια αράπικα ολόκληρα με το αλατισμένο τσόφλι τους, μανταρίνια ολόγλυκα και φιρίκια ανεξαιρέτως εκείνες τις μέρες.
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς η γιαγιά Ανάστα κατέβαινε με τις χούφτες γεμάτες καρύδια και λεφτοκάρυα (φουντούκια)και τα σκόρπιζε με ορμή μέσα στην κάμαρα.
Πράξη συμβολική, να είναι γεμάτο το σπίτι όλο το χρόνο.
Γεμάτο φαΐ λέμε. Γιατί εμείς είχαμε «την έγνοια του ψωμιού» (όπως λέει ο Γιάννης Ρίτσος στο “Χρονικό”).
Μετά βγαίναμε στο χιόνι -ερχόταν πάντα εκείνο τον καιρό το χιόνι από τον Χορτιάτη- και καβαλούσαμε το αυτοσχέδιο «έλκηθρο» που μας έφτιαχνε ο μάστρο Νίκος, με σανίδες και τιμόνι παρακαλώ, να στρίβουμε, να μη χτυπάμε στα κοτρώνια του κατήφορου και βρεθούμε στο διπλανό green forest, τη χαράδρα μας κοινώς.
Λαχτάρα για τα απλά, χαρά για τα απαραίτητα και προσδοκίες για ένα μέλλον καλύτερο για όλους.
Όπως μάθει κανείς κύριε αποτέτοιε μου.