Δεν είμαι ρατσίστρια, αλλά…
Το να φοράς άσπρη μπλούζα, να εργάζεσαι δηλαδή ως νοσηλευτής ή νοσηλεύτρια, έχει ως επακόλουθο την καθημερινή επαφή και τριβή με πολλούς ανθρώπους, ασθενείς και συγγενείς ασθενών. Ο ρόλος σου δεν περιορίζεται στην διεκπεραίωση, δεν είσαι υπάλληλος στην εφορία ή στο ταμείο της τράπεζας. Ο ρόλος σου είναι προπάντων κοινωνικός.
Από τον αναγνώστη μας Νίκο Παπαδόπουλο λάβαμε και δημοσιεύουμε το κείμενο που ακολουθεί:
Καλοκαιρινό πρωινό στα εξωτερικά ιατρεία του ΚΑΤ. Κόσμος πολύς, Έλληνες και «ξένοι». Για να εξεταστείς από τον γιατρό, έπρεπε να αφήσεις την καρτέλα σου σε δυο κυρίες με άσπρες μπλούζες, στον προθάλαμο των εξεταστηρίων, και να περιμένεις να σε φωνάξουν. Όλοι περίμεναν με σχετική ηρεμία τη σειρά τους, χωρίς να έχει δημιουργηθεί, όση ώρα βρισκόμουν εκεί το παραμικρό πρόβλημα. Η μια από τις δυο κυρίες, που ανήκαν στο νοσηλευτικό προσωπικό, φαίνεται ότι δεν είχε την ίδια διάθεση. Εξέφραζε τη δυσφορία της κάθε φορά που έφτανε μπροστά στο γραφείο της κάποιος που δεν μιλούσε σωστά ελληνικά (για την ακρίβεια, μιλούσε σπαστά ελληνικά) και εκνευριζόταν επειδή έπρεπε να επαναλαμβάνει τις οδηγίες της.
Η αρχή έγινε μ’ έναν πρόσφυγα με κομμένο από τη ρίζα το αριστερό χέρι. Συνοδευόταν από έναν μάλλον ομοεθνή του, που είχε κρεμασμένο στην πλάτη του ένα γαλάζιο σακίδιο με το σήμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες. Αυτός εκτελούσε χρέη διερμηνέα. Η κυρία με την άσπρη μπλούζα εκνευρίστηκε επειδή ο πρόσφυγας δεν καταλάβαινε ότι έπρεπε να περάσει να εξεταστεί την επόμενη μέρα, επειδή για τότε ήταν κλεισμένο το ραντεβού του. Το πρόβλημα του πρόσφυγα με το κομμένο χέρι ήταν ότι την επόμενη μέρα δεν είχε κάποιον να τον συνοδεύσει, για να μπορεί να συνεννοηθεί με τον γιατρό του και ο διερμηνέας της το μετέφερε με σπασμένα ελληνικά αλλά ήρεμος και χαμογελαστός. Η κυρία με την άσπρη μπλούζα σωστά επέμενε ότι ο πρόσφυγας δεν μπορεί να εξεταστεί την ίδια μέρα, αλλά έχασε το δίκιο της όταν γυρνώντας σε άλλον ασθενή που περίμενε κι αυτός τη σειρά του είπε ότι «δεν πάει άλλο αυτή η κατάσταση με τους ξένους» και «δεν μπορεί οι ξένοι να έχουν περισσότερα δικαιώματα από εμάς», δηλαδή τους Έλληνες. Τελικά οι δυο πρόσφυγες αφού κάτι είπαν μεταξύ τους στη γλώσσα τους έφυγαν.
Μετά από λίγο μπήκε στο γραφείο ένα ζευγάρι από την Αλβανία, μεσήλικες μ΄ έναν έφηβο μαζί τους, που ήταν γιος τους και μια γιαγιά ξαπλωμένη πάνω σε ένα φορείο με ρόδες, που έδειχνε ότι πονούσε πολύ. Η εκνευρισμένη κυρία με την άσπρη μπλούζα ζήτησε από την μεσόκοπη γυναίκα, κάποια χαρτιά. Η γυναίκα που δεν πολυκαταλάβαινε ελληνικά εκνεύρισε περισσότερο την κυρία με την άσπρη μπλούζα. Πάνω που αναρωτιόμουν μέχρι πού μπορεί να φτάσει η αντίδρασή της, εκείνη τη στιγμή ανοίγει η πόρτα του εξεταστηρίου και βγαίνει ο ασθενής που ήταν μέσα και πίσω του βγήκε μια γιατρός. Η κυρία με την άσπρη μπλούζα είπε στη γιατρό ότι δεν μπορεί να βγάλει άκρη και αν μπορεί να συνεννοηθεί η ίδια με την γυναίκα που δεν καταλάβαινε ελληνικά. Μετά από μερικά λεπτά όπου η γιατρός εξάντλησε τις γνώσεις της στην παντομίμα κι επέδειξε αξιοζήλευτη υπομονή, η γυναίκα από την Αλβανία κατάλαβε τι χαρτί της ζητούσαν και μπόρεσε να βγει άκρη για τη γιαγιά που εξακολουθούσε να βρίσκεται ξαπλωμένη και να πονάει, πάνω στο φορείο με τις ρόδες.
Στη συνέχεια, κι ενώ στο μεταξύ έμπαιναν διάφοροι και άφηναν την καρτέλα τους για να τους φωνάξουν όταν έρθει η σειρά τους, να εξεταστούν από τους γιατρούς, φτάνει μπροστά από το γραφείο της κυρίας με την άσπρη μπλούζα μια καλοντυμένη και ευγενική γυναίκα και κάτι τη ρώτησε. Με την πρώτη ματιά και ακούγοντάς τη χωρίς να δώσεις προσοχή, δεν καταλάβαινες αν ήταν Ελληνίδα ή «ξένη». Ήταν «ξένη» αλλά μιλούσε καλά τα ελληνικά. Αυτό που ρώτησε την κυρία με την άσπρη μπλούζα ήταν για κάποιο έγγραφο που θα της ήταν χρήσιμο για την παρουσία της στο ΚΕΠΑ, δηλαδή το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας. Η κυρία με την άσπρη μπλούζα την καθοδήγησε τι έπρεπε να κάνει και η «ξένη» κυρία με ευγένεια και χαμόγελο την ευχαρίστησε και έφυγε. Δεν πρόλαβε να κάνει μερικά βήματα και η κυρία με την άσπρη μπλούζα γύρισε προς το μέρος μιας άλλης κυρίας που περίμενε να εξεταστεί λέγοντας: «Τα βλέπεις; Θα πάρει και σύνταξη; Άντε πήγαινε εσύ που είσαι Ελληνίδα στο ΚΕΠΑ θα σε κόψουν»! Η άλλη κυρία κούνησε το κεφάλι της και δε μίλησε. «Ε μα…», συνέχισε με αγανάκτηση η κυρία με την άσπρη μπλούζα, «δεν είμαι ρατσίστρια, αλλά πρώτα πρέπει να κοιτάξουμε τους Έλληνες και μετά οι ξένοι, δεν πάει άλλο με αυτή την κατάσταση»!
Αυτά τα τρία περιστατικά συνέβησαν μέσα σε περίπου μισή ώρα, όση ώρα δηλαδή περίμενα για να εξεταστώ από γιατρό. Δεν έχω διάθεση και δεν θέλω να αποδώσω χαρακτηρισμούς στην κυρία με την άσπρη μπλούζα. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν ο εκνευρισμός της οφείλεται σε κάποια «αλλεργία» της ίδιας προς τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που ζουν στη χώρα μας ή οφείλεται (χωρίς αυτό να αποτελεί δικαιολογία ή ελαφρυντικό για την απαράδεκτη συμπεριφορά της) στην κούραση από τον φόρτο εργασίας. Αναγνωρίζω τον εκνευρισμό που προκαλείται όταν δεν μπορείς να συνεννοηθείς με αυτόν που έχεις απέναντί σου. Δεν ξέρω αν και πώς αυτό το πρόβλημα μπορεί να λυθεί στο νοσοκομείο, πάντως δεν είναι λύση το «έξω οι ξένοι από τα νοσοκομεία». Αναγνωρίζω επίσης την πίεση που νιώθει αυτός που στη δουλειά του έρχεται καθημερινά σε επαφή με πολύ κόσμο, με κάθε καρυδιάς καρύδι για να το πω απλά. Όμως…
Το να φοράς άσπρη μπλούζα, να εργάζεσαι δηλαδή ως νοσηλευτής ή νοσηλεύτρια, έχει ως επακόλουθο την καθημερινή επαφή και τριβή με πολλούς ανθρώπους, ασθενείς και συγγενείς ασθενών. Ο ρόλος σου δεν περιορίζεται στην διεκπεραίωση, δεν είσαι υπάλληλος στην εφορία ή στο ταμείο της τράπεζας. Ο ρόλος σου είναι προπάντων κοινωνικός και δεν γνωρίζω αν ενημέρωσαν γι’ αυτό την κυρία πριν φορέσει (με δική της επιλογή, δεν την ανάγκασαν με το ζόρι) την άσπρη μπλούζα. Είναι απαράδεκτος ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε δικούς και «ξένους», και διπλά απαράδεκτος όταν αυτό συμβαίνει μέσα σε ένα νοσοκομείο. Οι άνθρωποι και πολύ περισσότερο αυτοί που πάσχουν, που πονούν κι έχουν ανάγκη φροντίδας και περίθαλψης, πριν απ’ όλα έχουν ανάγκη από ανθρωπιά.
Ασφαλώς η συγκεκριμένη κυρία αποτελεί εξαίρεση. Πέρα από το παραπάνω περιστατικό, η επαφή μου με το νοσοκομείο μού άφησε θετικές εντυπώσεις. Οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό δίνουν τιτάνιο αγώνα, ειδικά στις εφημερίες. Έρχονται αντιμέτωποι με την εισαγωγή μεγάλου όγκου ασθενών (δυσανάλογου με τον χαμηλότερο από τον αναγκαίο αριθμό των εργαζομένων) και ελλείψεις, που οφείλονται στις πολιτικές των κυβερνήσεων που στο όνομα της «κρίσης» κόβουν συνεχώς δαπάνες από την υγεία και την περίθαλψη. Εκεί θα πρέπει να αναζητήσει την αιτία του εκνευρισμού της η κυρία με την άσπρη μπλούζα και όχι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες.
Νίκος Παπαδόπουλος