Επειδή είμαι πολύ θυμωμένη, θα φωνάξω…
Ακούω το ερώτημα του Πιλάτου να ρωτάει “Βαραβάν ή Χριστόν”, κι εσάς τους φαρισαίους και τον όχλο να φωνάζετε” σταύρωσον-σταύρωσον”.
“Λιάνα μου, όχι απλώς καθαρό ρούχο είσαι, αλλά πεντακάθαρο κι αστραφτερό”.
Τόσο που τους τυφλώνει. Έχουν την υποκρισία για θεό τους. Τους ξέρουμε πια καλά.
Κι επειδή είμαι πολύ θυμωμένη, θα φωνάξω.
-Το ΚΚΕ από τις 4-11-2010 σε συζήτηση για τον κρατικό προϋπολογισμό, ίσως και νωρίτερα και να μη το γνωρίζω, είπε ότι «πρέπει να μειωθούν οι μισθοί των βουλευτών ακόμα περισσότερο», ενώ «δεν θα πρέπει οι Επιτροπές να είναι αμειβόμενες». Αναφερόμενο στη βουλευτική σύνταξη, επισήμανε ότι πρέπει «να παίρνει ο καθένας τη σύνταξη από το επάγγελμα το οποίο ασκούσε».
Υπενθύμισε μάλιστα ότι στη Βουλή εκκρεμούσε η συζήτηση της πρότασης νόμου του ΚΚΕ, που κατατέθηκε στις 3 Μάη του 2010, με την οποία προτείνεται η κατάργηση της βουλευτικής σύνταξης και η δραστική μείωση της βουλευτικής αποζημίωσης.
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση της πρότασης νόμου, «η θέση του ΚΚΕ είναι ότι η βουλευτική σύνταξη πρέπει να καταργηθεί και ο χρόνος βουλευτικής θητείας να λογίζεται χρόνος πραγματικής ασφάλισης στον ασφαλιστικό φορέα που ήταν ασφαλισμένος ο κάθε βουλευτής πριν την εκλογή του. Ως προς το ύψος της σύνταξης, τα όρια συνταξιοδότησης καθώς και τις λοιπές διατάξεις, θα ισχύουν οι κοινές διατάξεις.
Επίσης, το ΚΚΕ υποστήριξε την κατάργηση της αποζημίωσης των βουλευτών για τη συμμετοχή τους σε συνεδριάσεις των κοινοβουλευτικών επιτροπών, ή σε άλλες δραστηριότητες του Κοινοβουλίου, δεδομένου ότι η συμμετοχή αυτή δε συνιστά υπερωριακή απασχόληση, αλλά είναι μέσα στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του βουλευτή».
Την πρότασή του αυτή το ΚΚΕ κατ’ επανάληψη έκτοτε κατέθεσε στη Βουλή, χωρίς καμία ανταπόκριση από τα άλλα κόμματα.
Ας ανοίξουν τα μάτια τους να διαβάσουν και τ’ αφτιά τους ν’ ακούσουν.
Κι επιτέλους να πάψουν να παριστάνουν τους χριστιανούς, αυτοί που σταύρωσαν τον Χριστό. Αυτές οι πλαστικές χρυστοστόλιστες φιλεύσπλαχνες κυριούλες, που αβέρτα-κουβέρτα βραβεύονται για το φιλανθρωπικό έργο τους. Δεν άκουσαν ποτέ τους άραγε “το μη γνώτω η αριστερά τι ποιεί η δεξιά σου;”
Όταν αγαπάς αληθινά και βαθιά, δεν το κάνεις σόου στις TV.
Λοιπόν τέλος, θα το φωνάξω μ’ όσο δύναμη μ’ έχει απομείνει: Κανείς σας δεν είναι χριστιανός, ή χριστιανή, όταν την μοναδική εκείνη μέρα, την κόκκινη Πέμπτη, δεν βάζει γλώσσα μέσα, κι όλο ακούγεται από το στόμα του παπά, η λέξη σιωπή, αλλά αυτοί συνεχίζουν ακόμη και να γελάνε, την ώρα που ακούγονται όλα τα βάσανα του Θεανθρώπου. Ακούω το ερώτημα του Πιλάτου να ρωτάει “Βαραβάν ή Χριστόν”, κι εσάς τους φαρισαίους και τον όχλο να φωνάζετε” σταύρωσον-σταύρωσον”. Ακολουθώ την πορεία του Γολγοθά του, την σταύρωση του πνεύματος του. Τον βλέπω ανάμεσα στους δυό ληστές και βάζω το χέρι μου στο στόμα για να μην ουρλιάξω ΑΔΙΚΙΑ. Κι’ ενώ εγώ, για να μην σας δώσω την ευκαιρία να με χλευάσετε, βγαίνω έξω ακουμπάω σ’ ένα μισογκρεμισμένο τοίχο καταρρέω και κλαίω.
Θα το φωνάξω ξανά και ξανά είστε γραμματείς και φαρισαίοι, είστε ΔΗΘΕΝ χριστιανοί, ΔΗΘΕΝ φιλεύσπλαχνοι. Είστε ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΔΗΘΕΝ. Τίποτε άλλο.
Αν μπορούσα να σας απαγορεύσω να πιάσετε ξανά στο στόμα σας το όνομα του Χριστούλη μου, ειλικρινά θα το έκανα. Γιατί αυτός ο άνθρωπος, ο θεάνθρωπος ή ίσως κι ο πραγματικός Θεός σταυρώθηκε για τις δικές μας αμαρτίες, κι εμείς οι μαυραγορίτες τον κάναμε θέατρο για να υπηρετούμε τον μαμμωνά και να τα οικονομάμε. ΝΤΡΟΠΗ ΜΑΣ.
Κι επειδή δεν υποτιμώ την πίστη κανενός, θα ήθελα να αναφερθώ και στον κύριο Τσιόδρα. Ναι, συμφωνώ με την προσευχή του και τις ψαλμωδίες του, όμως δεν κατάλαβα, αν πήγαινε να ψάλλει, να προσευχηθεί πίσω από έναν βράχο, έναν θάμνο, μέσα στο δάσος, ή σ’ ένα δωμάτιο του σπιτιού του, ο Χριστούλης δεν θα τον άκουγε; Νομίζω πως τότε θα τον άκουγε περισσότερο, και συγγνώμη κιόλας γιατί αναφέρθηκα και σε σας κύριε Τσιόδρα, αλλά ήθελα να το ακούσετε κι αν θέλετε, μπορείτε να μου δώσετε να καταλάβω, αν κάνω λάθος.
Τέλος αφιερώνω σ’ όλους μας ένα στίχο του πάμφτωχου και χιλιοβασανισμένου Χιώτη ποιητή Φώτη Αγγουλέ:
“Μείνε φτωχός, μείνε άχαρος, μείνε ό,τι να ‘ναι, μόνο στα σκοτεινά η ψυχή σου να μη μείνει”.