Με αφορμή τους πρόσφατους πνιγμούς σε πισίνες ξενοδοχείων

Γιατί δεν αρκούν οι έλεγχοι, οι οποίοι δεν υπάρχουν, για την τήρηση υφιστάμενης τουριστικής – ξενοδοχειακής νομοθεσίας για τις πισίνες στα ξενοδοχεία.

Οι Κολυμβητικές δεξαμενές (πισίνες) των ξενοδοχείων χαρακτηρίζονται ως δημόσιες, με την έννοια ότι την κύρια ευθύνη λειτουργίας αυτής της δραστηριότητας την έχει ο εκμεταλλευτής της και όχι ο χρήστης/πελάτης της υπηρεσίας, όπως προσπαθούν να μας πείσουν οι μεγαλοξενοδόχοι. Έχει αποδειχθεί ότι είναι το πιο επικίνδυνο τμήμα του ξενοδοχείου. Μέχρι πριν μερικά χρόνια και στις τότε συνθήκες, διαφαινόταν ότι για τον ξενοδοχειακό νομοθέτη –και αυτό εκφραζόταν κυρίως μέσα από το τεύχος 557β/1986 και το π.δ 43/2002, δηλαδή τις τεχνικές προδιαγραφές των ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων- προείχε η ασφάλεια του προσωπικού και των πελατών τους. Δηλαδή, έπρεπε το κτίριο και οι εγκαταστάσεις του, να είναι με τέτοιο τρόπο κατασκευασμένα, ώστε αν υπήρχε αμέλεια, αφηρημάδα, μέθη, μειωμένη αντίληψη ή άγνοια κινδύνου, παιδική αφέλεια κ.λ.π., κατά το δυνατόν, να περιορίζονται τα ατυχήματα και τα δυστυχήματα.

Κατά καιρούς και συνήθως πριν από κάθε προεκλογική περίοδο, οι ξενοδόχοι κατάφερναν να θεσμοθετούνται διατάξεις προς όφελός τους. Το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο αλλά και ο ΣΕΤΕ επαίρονταν προς τα μέλη τους ότι οι πιέσεις τους προς κάθε κυβέρνηση είτε ΠΑΣΟΚ είτε Ν.Δ. έφερναν αποτελέσματα. Κάθε νέα διάταξη «αλλοίωνε» τις τεχνικές προδιαγραφές, αλλά και τις σχετικές υγειονομικές διατάξεις και ως εκ τούτου και την ασφάλεια των πελατών των τουριστικών καταλυμάτων δεδομένου ότι η λειτουργία των κολυμβητικών δεξαμενών κατέστη ολοένα και περισσότερο επικίνδυνη τόσο από πλευράς μέτρων και μέσων ασφάλειας όσο και από πλευράς συνθηκών υγιεινής.

Αυτό όμως που συνέβη τα τελευταία χρόνια και κυρίως από το 2009 στο όνομα της επιχειρηματικότητας και της ανάπτυξης ξεπέρασε κάθε προηγούμενο.

Με τον νόμο 3766/09 ανατρέπεται εκ βάθρων όλη η ατελής νομοθεσία και τα μέτρα προστασίας που είχαν επιτευχθεί κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Σύμφωνα με αυτόν, χορηγείται Ειδικό Σήμα Λειτουργίας, (άδεια) σε νέα ή υφιστάμενα ξενοδοχεία χωρίς τα έως τότε προβλεπόμενα δικαιολογητικά, ακόμη και το εξωφρενικό, χωρίς οικοδομική άδεια, που σημαίνει επισφάλεια για προσωπικό και πελάτες. Επίσης, χορηγείται άδεια λειτουργίας κολυμβητικών δεξαμενών, ανατρέποντας την ανεπαρκή Γ1/443/73 Υγειονομική Διάταξη, η οποία κατά το δυνατόν προστάτευε τους λουόμενους. Τι αναθεώρησε κυρίως αυτός ο νόμος; Την περίφραξη, η οποία όταν δεν λειτουργεί η πισίνα πρέπει να κλείνει και να μην υπάρχει πρόσβαση σε αυτή (διότι οι ξενοδόχοι την θεωρούσαν αντιαισθητική και κάποιοι σήμερα μιλούν αόριστα για οριοθέτηση), τα σκαλοπάτια – κλίμακες(που είναι επικίνδυνα για γλίστρημα), τον χώρο γύρω από την πισίνα (που παρέχει ασφάλεια ως προς το πλάτος του, αλλά ελέγχεται από τον/ τους επόπτη-ες ασφαλείας και ο αριθμός λουομένων που πρέπει να βρίσκονται μέσα από την περίφραξη) και την ασφάλεια σε ό,τι αφορά το προσωπικό φύλαξης (η συνήθης πρακτική είναι να δηλώνουν ορισμένους εργαζόμενους, τα καθήκοντα των οποίων δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο, από σερβιτόρους μέχρι διευθυντές, συχνά εξασφαλίζοντάς τους και σχετικό πτυχίο, χωρίς να υπάρχει αυτοπρόσωπη παρουσία τους, καθώς και ανειδίκευτο προσωπικό για τον καθαρισμό, για εξασφάλιση μεγαλύτερων κερδών). Αναθεωρήθηκε επίσης το σχήμα τους, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλήρης έλεγχος σε σημεία τα οποία είναι αθέατα.

Έχει ενδιαφέρον η αλληλογραφία μεταξύ του τότε γενικού γραμματέα του Υπουργείου Τουρισμού, Μελέτη Τζαφέρη, και του τότε προέδρου του ΕΟΤ, Γιάννη Κοφίνη, ο οποίος εξέδωσε εγκύκλιο προς τις Περιφερειακές Υπηρεσίες – ύστερα από προτροπή του πρώτου – να μην επιβάλλουν διοικητικές κυρώσεις στους ξενοδόχους που λειτουργούσαν με τρόπο παράνομο τα ξενοδοχεία τους αλλά και τις κολυμβητικές δεξαμενές «εν όψει της ψήφισης του νόμου», αλλά και ερμηνευτική εγκύκλιο του ίδιου γ.γ. του Υπουργείου που ακολούθησε και έκανε περαιτέρω λάστιχο την εφαρμογή του παραπάνω νόμου.

Η κατάργηση αυτών των προϋποθέσεων επιφέρει τους πνιγμούς. Όχι βέβαια ότι και πριν τηρούνταν αυτές οι προϋποθέσεις, αφού οι έλεγχοι ήταν πλημμελείς, όχι συστηματικοί και δεν είχε δοθεί ποτέ κατεύθυνση από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες για στόχευση στο συγκεκριμένο τμήμα, μήπως δυσαρεστηθεί το τουριστικό κεφάλαιο. Γι’ αυτό και τότε πνιγμοί υπήρχαν. Επισπεύδον Υπουργείο βέβαια ήταν το Υπουργείο Υγείας, το οποίο φέρει επίσης ευθύνη.

Με τον παραπάνω νόμο όμως, η ασυδοσία την ξενοδόχων νομιμοποιήθηκε.

Άξιο λόγου όμως, είναι να μνημονευθεί η σφοδρή αντίδραση του τότε Υπουργείου Υγείας με υπογραφή μάλιστα του τότε Υπουργού Αβραμόπουλου, ότι το «καθ’ ύλη» αρμόδιο Υπουργείο δεν είχε ιδέα για την έκδοση του συγκεκριμένου νόμου τον οποίο δεν προσυπέγραψε, θεωρούσε επικίνδυνο και ζητούσε την συνεργασία με το υπουργείο Τουρισμού για αναθεώρησή του με σκοπό να απαλειφθούν επικίνδυνες διατάξεις. Η στάση του Αβραμόπουλου, μπορεί να εξηγηθεί, ότι υπήρχε αποτελεσματική αντίδραση από τους ειδικευμένους υπαλλήλους του Υπουργείου, πιθανόν και άλλα συμφέροντα που πίεσαν.

Αυτά με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας.

Τι συνέβη όμως με τον ΣΥΡΙΖΑ;

Διατήρησε το νόμο και στο όνομα της περιβόητης ανάπτυξης, κατάργησε την αδειοδότηση που χρειαζόταν μεταξύ άλλων και αυτοψία και την αντικατέστησε με τη διαδικασία υποβολής γνωστοποίησης έναρξης λειτουργίας. Απαίτηση της Παγκόσμιας Τράπεζας και των θεσμών που εκφράζουν απόψεις και του τουριστικού κεφαλαίου, με «πρωτεργάτη» των αντιδραστικών αυτών μέτρων το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, το οποίο με το Υπουργείο Τουρισμού εξέδωσε την υπ’ αρ. 7888/2017 κ.υ.α. σε εφαρμογή του ν. 4442/2016 που ψήφισε μαζί με ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΚΙΝΑΛ, ΠΟΤΑΜΙ.

Τι προβλέπει αυτός ο νόμος; Μόνο την αναγγελία έναρξης λειτουργίας ξενοδοχείων, Καταστημάτων Υγειονομικού ενδιαφέροντος, αλλά και ΠΙΣΙΝΩΝ χωρίς προηγούμενο έλεγχο. Αρκείται σε δειγματοληπτικό. Τι σημαίνει αυτό; Ότι αυτές οι επιχειρήσεις μπορεί να μην ελεγχθούν ποτέ σε όλη τη διάρκεια λειτουργίας τους, ιδιαίτερα σήμερα που έχουν διαλυθεί οι κρατικοί μηχανισμοί ελέγχου για να οργιάζουν οι καπιταλιστές.

Η δε εντολή του Υπουργού Τουρισμού για εντατικούς ελέγχους (που σίγουρα είναι προσχηματικού χαρακτήρα) είναι άνευ αντικειμένου, αφού (αν γίνουν κάποιοι λίγοι, σταγόνα στον ωκεανό) θα βασίζονται στην τήρηση της υφιστάμενης επικίνδυνης τουριστικής – ξενοδοχειακής νομοθεσίας τόσο για τις πισίνες, όσο και τα ξενοδοχεία. 
Χρειάζεται κατάργησή της και σε ό,τι αφορά τις κολυμβητικές δεξαμενές, επαναφορά της ανεπαρκούς Γ1/443/73 Υγειονομικής Διάταξης με επικαιροποίηση και προσθήκες, αλλά χωρίς να αλλοιώνει το κύριο σώμα της ως προς την προστασία των λουομένων στα τουριστικά καταλύματα.

Τα ατυχήματα και κυρίως οι τραγικές συνέπειές τους, δεν πέφτουν από τον ουρανό. Δεν φταίει η “κακιά η ώρα”, ούτε αν τα θύματα ήξεραν να κολυμπούν, όπως αναπαράχθηκε από ορισμένα ΜΜΕ. Η βασική αιτία είναι οι «διευκολύνσεις» και τα προνόμια όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων για το κυνήγι του κέρδους, η προσπάθεια συμπίεσης του κόστους, η εντατικοποίηση της δουλειάς.

Η πάλη των εργαζομένων για τα ζητήματα υγείας και ασφάλειας μέσα στους χώρους δουλειάς, πρέπει να είναι για τις οργανώσεις τους ψηλά στην ιεράρχησή τους. Το ίδιο ισχύει και για τους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα, οι οποίοι εμπλέκονται ανά περίπτωση και επιβάλλεται να έχουν λόγο σε αυτά τα σοβαρά ζητήματα και να μην αφήνουν τους εκμεταλλευτές να διαμορφώνουν επικίνδυνες καταστάσεις. Μόνο αυτή η πάλη μπορεί να βάλει φραγμό στην ασυδοσία της εργοδοσίας, που έχει τέτοια τραγικά αποτελέσματα.

Μελέτιος Γκιόκας
Συνταξιούχος ΕΟΤ – Υπουργείου Τουρισμού

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: