Η τέχνη είναι το πιο αναγκαίο “περιττό” πράγμα στον κόσμο
Ίσως η τέχνη μας κάνει αριστερούς σαν την κοινωνιολογία, γι’ αυτό πρέπει να εξαλειφθεί από τα σχολεία.
Κάποιοι θα το έλεγαν το σημαντικότερο δευτερεύον πράγμα του κόσμου. Αλλά αυτό είναι μια φράση του Σωτηρακόπουλου για το ποδόσφαιρο το οποίο ο Μπιλ Σάνκλι χαρακτήριζε ως κάτι παραπάνω από ζήτημα ζωής και θανάτου. Ας μην μπλέξουμε καλύτερα με το ερώτημα αν ο αθλητισμός μπορεί να λογίζεται ως τέχνη. Για κάποιους είναι βαρβαρότητα, για άλλους συλλογή από άθλους και αριστουργήματα, σίγουρα διαθέτει μια ενδιαφέρουσα διαλεκτική ενότητα και πάλη των αντιθέτων.
Η τέχνη βασικά είναι κάτι το “περιττό”. Αν πάρεις τις θεωρίες των αστών οικονομολόγων για τις ανθρώπινες ανάγκες και τους ομόκεντρους κύκλους στα σχήματά τους, η τέχνη δεν ανήκει στο σκληρό πυρήνα αυτών που χρειαζόμαστε για την επιβίωση. Χωρίς τέχνη μπορεί να επιζήσει κανείς, χωρίς τροφή, νερό και στέγη, όχι.
Η τέχνη, στην πραγματικότητα, αρχίζει εκεί ακριβώς που τελειώνει ο αγώνας για την επιβίωση. Αν κάποιος τρέχει όλη μέρα για να βγάλει τα προς το ζην, δεν έχει όρεξη-δυνάμεις για καλλιτεχνική δημιουργία κι ούτε καν για να την παρακολουθήσει στην πραγματικότητα.
Καταλαβαίνει κανείς τι τέχνη μπορεί να δημιουργείται σε μια χώρα όπου οι καλλιτέχνες της βρίσκονται στο όριο της επιβίωσης, παλεύουν με την ανεργία, τη μαύρη – ανασφάλιστη εργασία (Black Labour Matters) και η μεγάλη τους πλειοψηφία αποκλείεται κι από το πενιχρό έστω επίδομα που κάπως θα τους βοηθούσε να επιβιώσουν.
Η καλλιτεχνική δημιουργία θα έπρεπε να είναι ελεύθερη από τον οικονομικό καταναγκασμό – και μόνο τότε θα είναι πραγματικά ελεύθερη. Κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα θα έπρεπε να είναι απαλλαγμένη από τον οικονομικό καταναγκασμό, για να αρχίσει η ζωή μας να θυμίζει τέχνη, να είναι δημιουργική και προπαντός ελεύθερη. Ως τότε όμως, οι καλλιτέχνες οφείλουν να παίρνουν θέση, να είναι δεσμευμένοι στον αγώνα ενάντια στα δεσμά τους και να πάψουν να υποδύονται απολιτίκ ρόλους, σα να μην τους αγγίζουν τα εγκόσμια.
Κι αν όλα αυτά μοιάζουν ψηλά κι άπιαστα νοήματα – σα να λέμε “θολοκουλτουριάρικα”- αν δεν καταλαβαίνουν ότι τέχνη είναι οι αγώνες του λαού – κι από αυτούς πρέπει να εμπνέονται οι καλλιτέχνες – και πως οι κοινωνικοί αγώνες είναι κι αυτοί μια μορφή υψηλής τέχνης, είναι δική μας δουλειά να δείξουμε ότι η τέχνη είναι κι αυτή κάτι παραπάνω από ζήτημα ζωής και θανάτου, δηλαδή επιβίωσης. Γιατί όταν φτιάχνεις αγγεία – κιούπια πχ για να αποθηκεύσεις το λάδι της χρονιάς, κάνεις μια δουλειά γιατί πρέπει, όταν αρχίζεις όμως να τα διακοσμείς, να βάζεις σχέδια και χρώματα που σου αρέσουν, και προπαντός μεράκι, τότε ανακαλύπτεις τη χαρά της δημιουργίας και το νόημα της ζωής. Κι όταν εμείς παλεύουμε να αλλάξουμε τον κόσμο, δε διεκδικούμε απλώς λίγο καλύτερους όρους επιβίωσης, αλλά μια αληθινή ζωή, πραγματικά ελεύθερη.
Αφού η τέχνη είναι περιττή για την οικονομική δραστηριότητα και την επιβίωση, είναι προφανώς άχρηστη για το φτηνό ευέλικτο εργατικό δυναμικό που θέλει να βγάλει το Λύκειο. Αντιθέτως, τα θρησκευτικά χρησιμεύουν για να εμπεδώσουν την αντίληψη ότι ο κόσμος αυτός δεν αλλάζει, είναι δοσμένος μια για πάντα κι όλα ακολουθούν τη θεία βούληση – αν θεός είναι το χρήμα.
Ούτως ή άλλως τα καλλιτεχνικά πολλοί τα θεωρούσαν “ώρα του παιδιού”, ευκαιρία για χαλάρωση απ’ την πίεση και τις απαιτήσεις των υπό εξέταση μαθημάτων. Τα παιδιά τα έπαιρναν σαν ευκαιρία για χαβαλέ, κάποιοι καθηγητές συμβιβάζονταν με την ιδέα και σύντομα τα παρατούσαν, η κυβέρνηση κάνει το δικό της χαβαλέ στους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς κι έτσι εξαφάνισε τα μαθήματα που θεωρούσε της πλάκας, για να μας πει για τις πλάκες του Μωυσή. Ίσως η τέχνη μας κάνει αριστερούς σαν την κοινωνιολογία, γι’ αυτό πρέπει να εξαλειφθεί από τα σχολεία.
Έτσι κι αλλιώς το σχέδιο της κυβέρνησης είναι να κάνει τα περισσότερα μαθήματα της πλάκας, απλό συμπλήρωμα των φροντιστηρίων για τις εξετάσεις. Κι όταν ισοπεδωθούν τελείως σαν πλάκες, να καταργηθούν κι αυτά, και να μείνουν μόνο τα πρότυπα σχολεία των αρίστων.