«Καινούριος Ουρανός» – Ντοκιμαντέρ του Γ. Ξύδα και του Τ. Κωνσταντόπουλου
Ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ για τις ατρόμητες γυναίκες ενός Δημοκρατικού Στρατού που κανείς δεν μπορούσε να τα βάλει μαζί του, ενός Στρατού που μπροστά του οι στρατιώτες και οι χωροφύλακες εξαφανιζόντουσαν, που οι Άγγλοι τα βρήκαν σκούρα και που ηττήθηκε τελικά σε έναν άνισο αγώνα, από τις ναπάλμ και την υπεροπλία των Αμερικάνων.
Είχαν για πάπλωμα τον ουρανό και για στρώμα τη γη. Και εκεί τις άγριες νύχτες του πολέμου κάτω από την σκέπη εκείνου του ουρανού ονειρευόντουσαν έναν καινούριο ουρανό…
Ήταν οι γυναίκες μαχήτριες του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας.
Τον Γιάννη Ξύδα τον έχουμε γνωρίσει από το ντοκιμαντέρ του 2018, «Οι Παρτιζάνοι των Αθηνών» που το συν-σκηνοθετούσε με τον Ξ. Βαρδαρό. Εκεί, 14 αγωνιστές μέσα από τις μαρτυρίες τους μας φώτιζαν τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου 1941- 1944 στην Αθήνα. Βιωματικές μαρτυρίες –ντοκουμέντα αφού οι ίδιοι είχαν λάβει μέρος την περίοδο εκείνη, μετέχοντας στις Λαϊκές Επιτροπές των συσσιτίων στην Εθνική Αλληλεγγύη, στον ΕΛΑΣ, στην ΟΠΛΑ, στην ΕΠΟΝ, στο ΕΑΜ έχοντας έναν και μοναδικό σκοπό: την καταπολέμηση του ναζισμού- φασισμού. Ο αγώνας τους δεν ήταν αγώνας μόνο κατά των Γερμανών αλλά κατά και των «πατριωτών» που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, κατά όλων των φασιστών φανερών και κρυφών (οι δεύτεροι ήταν και οι πιο επικίνδυνοι, ανέφεραν στο ντοκιμαντέρ εκείνο οι αγωνιστές). Εκείνο το ντοκιμαντέρ έκλεινε με την πικρία των αγωνιστών και τη μεγάλη απογοήτευσή τους από ό, τι ακολούθησε τον αγώνα τους. Τα Δεκεμβριανά, τη συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων. Έκλεινε με την προδοσία που δεν μπορούσαν να χωνέψουν, που δεν μπορούσαν να κατανοήσουν από το «τέρας»- έτσι αποκαλούσε μία αγωνίστρια τον «Γέρο της Δημοκρατίας»- που μίλησε για λαοκρατία και λίγους μήνες αργότερα θα βασιζόταν στο στρατό των Άγγλων για να επιβληθεί και αργότερα να κατακτήσει ξανά την εξουσία…
Στο νέο του ντοκιμαντέρ «Καινούριος Ουρανός» που αυτή τη φορά ο Γ. Ξύδας το συν-σκηνοθετεί με τον Τάσο Κωνσταντόπουλο, τη σκυτάλη των βιωματικών μαρτυριών παίρνουν οι γυναίκες του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας, συνεχίζοντας την αφήγηση από τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων. Από τον Φεβρουάριο του 1945 και μετά. Από εκεί που οι αγωνιστές του ΕΛΑΣ παρέδωσαν τα όπλα και επέστρεψαν στα χωριά τους. Μόνο που δεν επέστρεψαν μόνο εκείνοι στα χωριά. Επέστρεψαν και οι αστυνομικοί και οι ταγματασφαλίτες και οι χαφιέδες, «ελεύθεροι και ωραίοι» και ζητούσαν από τους αντάρτες να παρουσιαστούν στην αστυνομία και να απολογηθούν! Το πογκρόμ κατά των ανταρτών είχε ξεκινήσει! Τα χωριά γεμίσανε με παρακρατικούς, όλα τα κατακάθια που τους όπλισε το ίδιο το κράτος και δεν σκότωναν απλώς, αλλά ξεσκίζανε τους ανθρώπους. Βιάζανε μικρά κορίτσια και γυναίκες, σκότωναν με μαρτυρικό θάνατο και πρωτοφανή αγριότητα.
Οι γυναίκες του Δημοκρατικού Στρατού αφηγούνται με απόλυτη ειλικρίνεια, με έναν λόγο που ρέει, συναισθηματικά φορτισμένο και πολύ ζωντανό. Μέσα από τον ρεαλισμό της αφήγησής τους ζούμε τα γεγονότα ξανά. Και καταγοητευόμαστε από αυτές τις γυναίκες που επέλεξαν να πάρουν τον δρόμο για τα βουνά, τον Ταΰγετο, τον Παρνασσό, τον Ελικώνα, τον Γράμμο, το Βίτσι, τις απάτητες κορυφές ενταγμένες στους κόλπους του Δημοκρατικού Στρατού. Ενός Στρατού που η οργάνωσή του ήταν αξιοθαύμαστη. Που μαζί με το όπλο έδινε σε κάθε γυναίκα και ένα βιβλίο. Που δεν παρέλειπε να τους υπενθυμίζει ότι όπου βρεθούν και όπου σταθούν το βιβλίο θα το μελετούν διαρκώς γιατί ήταν πρωταρχικό τους χρέος να γνωρίζουν γιατί πολεμούν και ποιο σύστημα αγωνιζόντουσαν να χτίσουν. Ενός Στρατού που τους μίλησε για πράγματα που δεν είχαν ξανακούσει. Για τιμιότητα, για δικαιοσύνη, για σεβασμό απέναντι στον άνθρωπο , ακόμα και αν αυτός προέρχεται από εχθρικό στρατόπεδο. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τις βασικές αρχές και διαταγές του Αρχηγείου ήταν να μην υπάρξει κακομεταχείριση αιχμαλώτου.
Αυτά και πολλά άλλα μας διηγούνται οι γυναίκες που καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα τους ούτε στιγμή δεν ένιωσαν ότι είναι κατώτερες από τους άνδρες συναγωνιστές τους, που ούτε στιγμή δεν τέθηκε θέμα διακρίσεων. Γιατί η οργάνωση, το σύστημα του Στρατού αυτού, δεν επέτρεπε κάτι τέτοιο. Γιατί η κοινωνία που οραματιζόταν ο Στρατός αυτός, δεν επέτρεπε κάτι τέτοιο. Δεν μας καταγοητεύουν μόνο αυτές οι ενενηντάχρονες και παραπάνω ίσως γυναίκες. Δεν εγείρουν μόνο τον απεριόριστο θαυμασμό μας προς το πρόσωπό τους. Μας τροφοδοτούν ταυτόχρονα και με το μεγαλείο της τεράστιας ψυχικής τους δύναμης που τις έκανε να μην λογαριάζουν την πείνα, τις κακουχίες, τις πολυήμερες πορείες με το βάρος του εξοπλισμού που κουβαλούσαν πάνω στα κακοτράχαλα βουνά, που ακόμα και όταν πέθαιναν τραγουδούσαν το παραδοσιακό «Απόψε θα πλαγιάσουμε σε μαλακό χορτάρι θα δώσει και θα πάρει το γλέντι μας παιδιά. Ας έρθει ο Χάρος για να δει με τι κορμιά θα μπλέξει. Ας έρθει να διαλέξει πριν μπει στη μαύρη γη».
Που ζωή και θάνατος για αυτές ήταν ένα ενιαίο σύνολο. Την ώρα που πέθαιναν τραγουδούσαν. Την ώρα που έχαναν τα αδέλφια τους γλεντούσαν. Οι λύπες διαδέχονταν τις χαρές και οι χαρές τις λύπες. Γιατί τον αψηφούσαν τον θάνατο. Τίποτα δεν ήταν για αυτές μπροστά στον ιερό, τον υπέρτατο σκοπό της δημιουργίας ενός αταξικού κόσμου, δίκαιου, όπου μόνο η ισότητα, η ελευθερία και η δικαιοσύνη θα είχαν θέσεις σε αυτόν.
Με δέος στεκόμαστε μπροστά σε αυτές τις γυναίκες που υπήρξαν και στιγμές που διέσχιζαν τα βουνά ξυπόλητες και από τα τρίσβαθα της ψυχής τους μας λένε «Αλλά άντεχα…». Μαθήματα ψυχικής αντοχής μας δίνουν και μας μαθαίνουν τι θα πει αληθινός αγώνας. Αυτές οι γυναίκες που ανάμεσά τους υπάρχουν και εκείνες που μπορεί και να μην πήγαν καν δημοτικό. Ο Στρατός όμως δεν τις άφησε απαίδευτες. Φρόντισε να τις μάθει να γράφουν και να διαβάζουν. Γιατί παρτιζάνα και αγράμματη δεν συμβάδιζαν…
Ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ για τις γυναίκες «που είχαν του αετού το πέταγμα και του ελαφιού το σάλτο». Για τις ατρόμητες γυναίκες ενός Δημοκρατικού Στρατού που κανείς δεν μπορούσε να τα βάλει μαζί του, ενός Στρατού που μπροστά του οι στρατιώτες και οι χωροφύλακες εξαφανιζόντουσαν, που οι Άγγλοι τα βρήκαν σκούρα και που ηττήθηκε τελικά σε έναν άνισο αγώνα, από τις ναπάλμ και την υπεροπλία των Αμερικάνων.
Ένα υπέροχο ντοκιμαντέρ που δείχνει την αληθινή όψη της ιστορίας, αυτής που θα έπρεπε να διδάσκεται σε κάθε σχολείο σε κάθε γωνιά αυτής της χώρας.
Πάνω από 3.500 γυναίκες του ΔΣΕ έχασαν τις ζωές τους, όμως πανάξια κατέκτησαν τον σεμνό αλλά μεγάλο τίτλο της «αγωνίστριας» και παρόλο που ο αγώνας τους δεν έφερε τα προσδοκώμενα, δεν ένιωσαν, δεν βίωσαν ούτε για μια στιγμή την ηττοπάθεια. Παρόλο που δεν ήρθαν οι μέρες που θα κορόιδευαν τις λέξεις «πόλεμος» και «μιζέρια» (στίχοι από το ποίημα του Paul Eluard που ακούμε στο ντοκιμαντέρ να μας το απαγγέλει με το μοναδικό του τρόπο ο αξέχαστος Θάνος Μικρούτσικος) έχουν κερδίσει την αιώνια ευγνωμοσύνη μας και ο ταξικός τους αγώνας, πάντα διαχρονικός, σηματοδοτεί και δίνει το κουράγιο στις νέες γενιές να συνεχίσουν…
Προβάλλεται στο 23ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.