Η καλύτερη δημοκρατία που είχε ποτέ η αστική τάξη
Το στιγμιότυπο του Τσίπρα δίπλα στον Μπακογιάννη, μπορεί να είναι εικόνα από τα προσεχώς αλλά μάλλον αργεί ακόμα. Όχι γιατί τους χωρίζει κάποιο ιδεολογικό χάσμα που είναι δύσκολο να γεφυρωθεί, αλλά γιατί αυτό θα έφερνε πιο κοντά την πολιτική τους χρεοκοπία και μια πιθανή αποσταθεροποίηση της… καλύτερης δημοκρατίας που είχε ποτέ η ελληνική αστική τάξη.
Η πολιτική συρρίκνωση, στα όρια της εξαφάνισης, το ΠΑΣΟΚ έβαλε οριστικά ταφόπλακα στον ήδη τελειωμένο κύκλο της Μεταπολίτευσης και του πολιτικού της συστήματος, που ουσιαστικά κινούταν γύρω από το ΠΑΣΟΚ και τις μετεξελίξεις του. Και τώρα τι; Το ΠΑΣΟΚ πέθανε, ζήτω το (νέο) ΠΑΣΟΚ, για να παραφράσουμε το ρητό για το βασιλιά, που ζει -χωρίς να βασιλεύει πια- και είχε πεθάνει πολιτικά στο τέλος του προηγούμενου κύκλου, πριν τη Μεταπολίτευση. Μια νέα εκδοχή του ΠΑΣΟΚ προσαρμοσμένη στα δεδομένα της συγκυρίας. Με όλα τα δημαγωγικά χαρακτηριστικά του αυθεντικού ΠΑΣΟΚ (τις απατηλές υποσχέσεις, τον εκμαυλισμό συνειδήσεων, το βρώμικο ρόλο για το χτύπημα του μαζικού κινήματος), αλλά χωρίς τα δικά του περιθώρια ευελιξίας και το ριζοσπαστικό μανδύα, που υπαγόρευε μια διαφορετική συγκυρία, με άλλο συσχετισμό δύναμης.
Μαζί με τη θέση του ΠΑΣΟΚ, η κυβερνώσα Αριστερά κληρονόμησε και τα υπαρξιακά αδιέξοδα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας, που ψάχνει εναγώνια λόγο ύπαρξης, έναν τρόπο να δικαιολογήσει την αξία χρήσης της για το σύστημα και να διαφοροποιηθεί από το νεοφιλελεύθερο χώρο, που είναι λογικό να επικρατεί και να προτιμάται από τις σοσιαλδημοκρατικές απομιμήσεις του. Γιατί να στραφεί κανείς στους σοσιαλδημοκράτες για να εφαρμόσουν ένα νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα; Μα γιατί μπορούν να το περάσουν πιο εύκολα στις συνειδήσεις ενός ανήσυχου κόσμου, χωρίς να ανοίξει μύτη, όπως είχε πει και μια γνωστή φράση του Ανιέλι (ακόμα και αν η ακριβής διατύπωσή της έχει υποστεί μερικές αλλαγές στο πέρασμα του χρόνου, η σημασία της παραμένει αναλλοίωτη και άκρως επίκαιρη). Και αυτή είναι η διαχρονική αξία του σοσιαλδημοκρατικού πυλώνα στο εκάστοτε πολιτικό σύστημα μιας χώρας και πολύ περισσότερο, στην Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών.
Αυτός είναι κι ο λόγος που οι διάφορες εκδοχές των “Παραιτηθείτε” αδυνατούν να πιάσουν τη μαζικότητα των “Αγανακτισμένων”, να μεταφέρουν στο δρόμο και την πραγματική ζωή την εικονική πραγματικότητα των social media. Εδώ το υπαρξιακό δίλημμα της σοσιαλδημοκρατίας αντιστρέφεται, αφού ο νεοφιλελεύθερος χώρος πρέπει να βρει τρόπο να κάνει αντιπολίτευση σε μια δύναμη που εφαρμόζει κατά γράμμα το πρόγραμμά του. Από την άλλη, η σύγχρονη εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας επέδειξε σαφώς μεγαλύτερες ικανότητες στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης από τα social media -με το επιτελείο της και τα διάφορα έμμισθα τρολ- καθώς και στην εκλογική αξιοποίηση της λαϊκής δυσαρέσκειας και των μαζικών κινητοποιήσεων, τις οποίες κατάφερε εξίσου εύκολα και σε μεγάλο βαθμό να στείλει στον καναπέ, από τη στιγμή που έγινε κυβέρνηση και δεν της ήταν πια χρήσιμες, ούτε καν ως… “ανάσες αξιοπρέπειας”.
Έχει όμως κι η γραφική, υστερική αντιπολίτευση την πρακτική της αξία για τη σταθεροποίηση και τη διαιώνιση του πολιτικού συστήματος. Πρέπει να οξυνθούν τεχνητά τα πνεύματα, να τηρηθούν τα προσχήματα, να αναδειχτούν οι… τεράστιες διαφορές των δύο πόλων του δικομματισμού, που ψηφίζουν από κοινού μια σειρά αναδιαρθρώσεις, για να διασφαλιστεί η συνέχεια, οι ισορροπίες κι ο πιο αποτελεσματικός εγκλωβισμός συνειδήσεων. Έστω κι αν αυτό περνά μέσα από υστερικές αντιδράσεις, κουτσομπολιό για πολιτικά άρλεκιν, ατάκες και εξυπνάδες, αβάσιμους, κωμικούς παραλληλισμούς με τη Βενεζουέλα, κοκ.
Από τη στιγμή που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ευθυγραμμίζεται πλήρως με τη γραμμή του ευρωνατοϊκού ιμπεριαλισμού, το ενδεχόμενο να δούμε στη χώρα μας σκηνές μιας παρδαλής, εισαγόμενης “επανάστασης” τύπου Ουκρανίας, Βενεζουέλας, κτλ, δεν είναι πολύ κοντινό. Παράλληλα βέβαια δε φαίνεται (ακόμα) πολύ κοντινό και το ενδεχόμενο ενός μεγάλου κυβερνητικού συνασπισμού. Το στιγμιότυπο του Τσίπρα δίπλα στον Μπακογιάννη, μπορεί να είναι εικόνα από τα προσεχώς (τι έχουν να χωρίσουνε ροζ και γαλάζιοι στυλοβάτες…) αλλά μάλλον αργεί ακόμα. Όχι γιατί τους χωρίζει κάποιο ιδεολογικό χάσμα που είναι δύσκολο να γεφυρωθεί, αλλά γιατί αυτό θα έφερνε πιο κοντά την πολιτική τους χρεοκοπία και μια πιθανή αποσταθεροποίηση του συστήματος και της… καλύτερης δημοκρατίας που είχε ποτέ η ελληνική αστική τάξη στην υπηρεσία της.