Καμμιά νυχτωδία το φως σου δεν θα πάρει…
Φεύγεις την ώρα που η χώρα γίνεται απ’ άκρου σ´ άκρο ένα φαιό νταμάρι κι έχει φτύσει την ποίηση που κουβαλάει χιλιετίες μέσα της. Αχ, μωρέ Θάνο, ευτυχώς χιονίζει για να κατανοήσουν κάποιοι νιούτσικοι, πόσο παγερή είναι η Απουσία όσων ίσα μ’ εσένα, αφήνουν ίχνος δυσθεόρατα τεράστιο, ευθέως δυσανάλογο με το δέμας τους.
Φεύγεις την ώρα που η χώρα γίνεται απ’ άκρου σ´ άκρο ένα φαιό νταμάρι κι έχει φτύσει την ποίηση που κουβαλάει χιλιετίες μέσα της. Αχ, μωρέ Θάνο, ευτυχώς χιονίζει για να κατανοήσουν κάποιοι νιούτσικοι, πόσο παγερή είναι η Απουσία όσων ίσα μ’ εσένα, αφήνουν ίχνος δυσθεόρατα τεράστιο, ευθέως δυσανάλογο με το δέμας τους.
Είχες πάντα την ικανότητα, το ταλέντο, το ιερό δαιμόνιο, να δένεις σε εξισώσεις αρμονίας το μάγμα απ’ τα έγκατα της γης με τις μαύρες τρύπες στον ουρανό των ανθρώπων. Κι έτσι το ’κανες δύσκολο αλλά και χωνευτικό μαζί, να μην μπορεί να ξεχωρίσει καμμιά γραμμή ανάμεσα στο φως της μουσικής σου κι αυτό της ποίησης.
Η ζωή σου έδωσε ωραίο ταξίδι. Το πηδάλιο της πιρόγας σου, ακόμα και στις άπνοιες, ανεμολάμνοντας όποτε χρειαζόταν, το κράτησες στη ρότα που γούσταρες. Δεν θα σε πενθήσω λοιπόν απλώνοντας τις κουβέντες μας, τη σχέση μας, τις ώρες που μαζί ξοδέψαμε για να κατανοήσεις όπως απαιτούσες απ’ τον εαυτό σου, τον εαυτό των άλλων. Άμα κληρώνει να γνωρίσει κανείς καλά, κάποιον μεγάλο, τεράστιο σε όγκο έργου και προσωπικότητας άνθρωπο, εγώ προτιμώ να τον κρατάω άφθαρτο σα φυλαχτό μνήμης και ξόρκι ζωής, εκτός θανατηφόρας επικαιρότητας. Καμμιά νυχτωδία το φως σου δεν θα πάρει Θάνο μου. Γιατί όσο σε παίζουνε και σε τραγουδάνε αι γενεαί αι πάσαι, ακόμα κι όταν αραιώνουν οι Πρώτοι Αριθμοί στη μέτρηση, δε θα ξεφύγεις απ’ τη λούπα της αθανασίας ευτυχώς.
Κι επειδή η μάνα μου έφυγε ακριβώς τέτοιες μέρες, απ´ την ίδια αρρώστια, στην ίδια ηλικία, είκοσι χρόνια πίσω, στη στέλνω ως μνήμη αληθή, να συμπαρασταθεί στον πόνο των αγαπημένων σου, που έστερξαν στη γωνιά του ρινγκ, όταν έριχνες, κατά πως είπες μονάχος σου, μπουνιές με κατακόκκινα γάντια, στο θηριώδη θεριστή αντίπαλό σου. Πέθανες όπως έζησες. Ένδοξα εν μάχη. Κι αποθησαυρίστηκες, μετά Μουσικής, εντός μας.