Λάρισα, η εξαπατημένη
Εδώ λοιπόν αυτές τις μέρες όλοι πανηγυρίζουν, έχουν ξεχυθεί στους δρόμους μες στον ενθουσιασμό, αφού η Λαρισάρα μας θα ηγηθεί του πολέμου ενάντια στους Χούθι. Γιατί αν δεν μπορεί η Λάρισα που αντιμετώπισε έναν Ντάνιελ, να αντιμετωπίσει έναν Χούθι, τότε ποιος μπορεί; Και κάπου εδώ τελειώνουν τα αστεία και οι σαρκασμοί
Εντάξει, το θέατρο του παραλόγου έχει και εξέχουσες δραματουργικές στιγμές και υπέροχα κείμενα. Το πολιτικό επικοινωνιακό όμως σενάριο είναι κακογραμμένο κι ανεβαίνει στη σκηνή των μυαλών μας κυριολεκτικά με τη βία. Πάμε παράδειγμα στη Λάρισα, την καρδιά του μεγαλύτερου κάμπου της χώρας.
Εδώ λοιπόν αυτές τις μέρες όλοι πανηγυρίζουν, έχουν ξεχυθεί στους δρόμους μες στον ενθουσιασμό, αφού η Λαρισάρα μας θα ηγηθεί του πολέμου ενάντια στους Χούθι. Γιατί αν δεν μπορεί η Λάρισα που αντιμετώπισε έναν Ντάνιελ, να αντιμετωπίσει έναν Χούθι, τότε ποιος μπορεί; Και κάπου εδώ τελειώνουν τα αστεία και οι σαρκασμοί, κι αν δεν απομυθοποιηθεί έγκαιρα το επικοινωνιακό παιχνίδι, τότε τα θύματα εντός – εκτός κάμπου θα είναι πολύ περισσότερα, καθώς βουτάμε με το κεφάλι σε μακρινές συγκρούσεις για αλλότρια και αντίπαλα ταξικά συμφέροντα.
Ας πιάσουμε το νήμα από την προσωποποίηση. Η ονοματοδοσία των φυσικών καταστροφών καλμάρει τις μάζες, τις εξοικειώνει, και στρέφει τη μνήμη, όποτε είναι χρήσιμο, στην καταστροφή αλλά όχι στην αποκατάσταση και στην αποζημίωση. Ετσι, η φράση ο Ντάνιελ μας κόστισε χ δισεκατομμύρια, απορροφά ένα μέρος της οργής αλλά δεν μπορείς να του τα ζητήσεις κιόλας του κυρίου Ντάνιελ. Κι έρχεται η κυβέρνηση να δώσει δίκιο με ψίχουλα, αντιμετωπίζοντας σθεναρά, ως καλή αυτή, τον κακό κύριο Ντάνιελ. Ασε που δεν ήρθε κι η Αυγή, όχι η εφημερίδα, η μίνι κακοκαιρία της εβδομάδας, αλλά μια και πρόκειται για κυρία δεν ξεμαλλιάστηκε μαζί της η μετεωρολογική υπηρεσία.
Πάμε τώρα στον υποφώσκοντα ναπολεοντισμό που διατρέχει τα αστικά κόμματα και βεβαίως την κυβέρνηση. Προσφέρουμε το αρχηγείο στη Λάρισα για να συντονίζεται η αντιμετώπιση των Χούθι, που κι εδώ σε μια έμμεση προσωποποίηση χάνεται το κράτος της Υεμένης. Οι νωθροί Ευρωπαίοι χάρηκαν τα μάλα. Κι έτσι, εκτός από τα νερά που έπνιξαν το Στεφανοβίκειο, και την Κάρλα που κατάπιε τη μισή καλλιεργήσιμη γη, και τα …αμερικανικά ελικόπτερα που την έκαναν για λίγο βορειότερα, και τις αποθήκες των πυρομαχικών που αποδείχτηκαν αφύλακτες και ακατάλληλες, έρχονται τώρα τα ηγετικά λοφία ως παρηγορητική αμνησία.
Παραμερίζοντας τα τρικ, η ουσία είναι το τεράστιο ελληνικό αλλά και ευρωπαϊκό αγροτικό ζήτημα, δημιούργημα της λυκοφωλιάς που λέγεται ΕΕ. Ο πρωτογενής τομέας που συμπιέζεται ήδη από την επέλαση της πράσινης ψευδοανάπτυξης, είδε να έρχεται κι ο πόλεμος στην Ουκρανία, και κατάλαβε κι ο καθένας, στην τσέπη και το πιάτο του, τι σημαίνει να πανηγυρίζουν στις Βρυξέλλες που συμφώνησαν να δώσουν πενήντα δισεκατομμύρια φέτος στον Ζελένσκι για αυτόν τον διεφθαρμένο πόλεμο που συν τα σαράντα πέντε περίπου δισ. των Αμερικανών, απορροφά σαν άβυσσος όλο εκείνο το χρήμα που θα στήριζε με έργα υποδομής, φθηνά λιπάσματα, δωρεάν πετρέλαιο και ουσιαστικές αποζημιώσεις έναν φθίνοντα απογοητευμένο, και συχνά σε έσχατη δυσπραγία, αγροτικό πληθυσμό.
Δεν ξέρω τώρα που γράφω τι καθρεφτάκια θα προσφέρει όπως παλιά οι πειρατές στους ιθαγενείς, ο πρωθυπουργός στους αγρότες. Πιθανόν και με μοναδικό στόχο να μην κρατήσουν για πολύ τα μπλόκα στους δρόμους. Με μερικές δεκάδες εκατομμύρια πάλι θα μπει μια γάζα στην πληγή των αγροτών, που αν δεν επαναστατήσουμε όλοι μας και θα κακοφορμίσει και θα πεινάσουμε. Κοιτάζω και ξανακοιτάζω αυτά τα πενήντα δισ. και μετράω αναρίθμητα κρεβάτια ΜΕΘ, ξεχρεωμένα τρακτέρ, θηριώδη αρδευτικά έργα, μέτρα για την ξηρασία, επαρκή πυροσβεστικά, σχολεία και ιατρεία με τοπική συγκοινωνία σε απομονωμένα χωριά, εκεί που τώρα βιαστικά αγοράζονται βλήματα, πύραυλοι, βαρβαρότητα και αίμα. Λαϊκίστικο; Δεν ξέρω, μπορεί. Αλλά το θέατρο του παραλόγου που θέλει έναν ηγέτη της αντιπολίτευσης να ενημερώνεται στο Πεντάγωνο για την αναβαθμισμένη μας στρατιωτική θέση απ’ τη Λάρισα ως την Ερυθρά Θάλασσα, λίγες μέρες πριν παρουσιαστεί για εικοσαήμερο Instagram απλό φανταριλίκι, με κάνει να ξέρω και να ξεχωρίζω το λαϊκίστικο από το λαϊκό.