Μέρες Ανατριχίλας

«Όταν γεννιέται ο άνθρωπος ένας καημός γεννιέται, όταν φουντώνει ο πόλεμος το αίμα δεν μετριέται…, μα εσύ βαθιά στην κόλαση την αλυσίδα σπάσε, κι αν με τραβήξεις δίπλα σου ευλογημένος να ‘σαι».

Μέρες ανατριχίλας. Τέτοιες διανύουμε. Και μεγάλης μάλιστα. Εξ ορισμού δεν είναι κακό πράγμα η ανατριχίλα. Μπορεί και να ‘ναι από συγκίνηση κι από ευαισθησία μπροστά στο κάλλος. `Η την απέχθεια απ’ την άλλη. Την αλλεργία ή την αρρώστια. Όπως άλλωστε και το ρίγος. Μπορεί από δέος ή από ξεπάγιασμα φτώχειας και πυρετό. Μόνο τυχαία δεν είναι πάντως, καθώς υπάρχουν δυο προαπαιτούμενα, όπως το να είσαι ζωντανός κι οπωσδήποτε όχι αναίσθητος. Το… σύμπτωμα αυτό είναι καταρχήν υποκειμενικό, αλλά όχι σπάνια μετατρέπεται και σε συλλογικό, αντιληπτό ή μη. Τώρα το γεγονός ότι κουβέντες περί ρίγους και ανατριχίλας και ειδικά για τις λεπτομέρειες πετιούνται ανέξοδα και φτηνιάρικα, είναι μια άλλη ιστορία, υφασμένη με τις βαθιές ή ρηχές κλωστές του πολιτισμικού υπόβαθρου των σύγχρονων κοινωνιών.

Ανατρίχιασαν τόσοι πολλοί με την κατάσταση των βασιλικών τάφων στο Τατόι, όσοι δεν τα κατάφεραν να νιώσουν έτσι με το θέαμα της καρβουνιασμένης πέριξ γης, όχι μόνο εκεί αλλά και σ’ άλλα σημεία, σαν κι αυτά που περιγράφονται αλλά υπολείπονται σε δημοσιότητα στη δίκη Πισπιρίγκου, όπως σε αυτή που τρέχει για το δολοφονικά εγκαυματικό Μάτι. Κι όμως, υπάρχουν λόγοι πολύ μεγάλης ανατριχίλας, αν σκεφτεί κανείς ότι οι αποζημιώσεις για το Μάτι, ξέρετε αυτής της …φυσικής καταστροφής, δεν έχουν δοθεί ακόμη «ες ολόκληρον», ενώ αντιθέτως τις έχουν εισπράξει οι τιτλούχοι συγγενείς του καταργημένου με δημοψήφισμα βασιλιά. Γιατί από τα κονδύλια αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών τούς πλήρωσε ο ελληνικός λαός, μετά από ένα δημοψήφισμα το οποίο ευτυχώς δεν έγινε από όχι, ναι. Και… ριγώ στην ιδέα ότι τόσοι απόγονοι του στέμματος, με τόσα λεφτά, δεν πήγαν μετά τις φωτιές στο δικό τους νεκροταφείο (;), να φυτέψουν δυο λουλούδια, και να τσαπίσουν τ’ αποκαΐδια ως απλοί συγγενείς, όπως κάνει κι ο έσχατος των πολιτών, που πληρώνει κι από πάνω για ν’ ανάβει ένα καντήλι στον τάφο των δικών του. Θα μου πεις περίμεναν υπηρέτες να το κάνουν, τζάμπα και ως τέως υπήκοοι. Μπρρρρρρ!

Κι εκεί, όπου μόνο κι η ιδέα του σου φέρνει και ρίγος και ανατριχίλα και φόβο και πάσχεις, ακόμα κι όταν είναι μακριά, του πολέμου η ιδέα εννοώ, που σε κάνει να μετράς τη ζωή με τις πιο απλές και συνάμα θεόρατες ομορφιές της, όπως ένα λουλούδι στη ρωγμή του τσιμέντου κι ένα πέταγμα πεταλούδας στην κάπνα και τη σκοτεινιά, έρχεται μια τεχνολογική δυνατότητα που παίζει σαν σε ρουλέτα τη ζωή, τον θάνατο και την ψευδαίσθηση της αθανασίας και σε κάνει να ανατριχιάσεις, χωρίς όμως να ξέρεις γιατί. Διάβασα και μου σηκώθηκε η τρίχα πως στη μεγαλύτερη κλινική γονιμότητας της Ουκρανίας, που έως τώρα είχε πελάτες λέει από το εξωτερικό, που έσπευδαν λόγω ευέλικτης εμπορικά νομοθεσίας εκεί για να γίνουν γονείς, τρέχει ένα πρόγραμμα παραγωγής παιδιών μελλοθανάτων… Γεμίζει κάθε μέρα από άνδρες και γυναίκες στρατιώτες, που καταψύχουν δωρεάν σπέρμα και ωάρια, ώστε αν σκοτωθούν, να αποκτήσουν παιδιά οι σύντροφοί τους με εκπτωτικά προγράμματα. Όλο αυτό το αποθηκευτικό σύστημα μεταθανάτιας γονεϊκότητας έχει βαφτιστεί «ηρωικό έθνος». Η περιγραφή της έκφρασης στο πρόσωπο αυτών που πάνε στη σφαγή για να αφήσουν πίσω τους παιδί, που θα γεννηθεί μετά την ταφή τους, μ’ έκανε να γλιστράω στην κόψη ενός ξυραφιού μην μπορώντας να απαντήσω στην ανατριχίλα των λέξεων. Ίσως είναι η ανατριχίλα μιας πικρής κυνικής ειρωνείας που κρύβει η γλώσσα όταν περιγράφει ως «φυσική καταστροφή» το πέρασμα και την κατάργηση της βασιλείας κι ως «ηρωικό έθνος» μια πολεμική λαϊκή αγορά που προοικονομεί την επόμενη γενιά τροφής για τα κανόνια.

Οπότε προτιμώ να ριγάω όμορφα με την τέχνη και να τραγουδάω τιμώντας με το Κόμμα τον Ξαρχάκο: «Όταν γεννιέται ο άνθρωπος ένας καημός γεννιέται, όταν φουντώνει ο πόλεμος το αίμα δεν μετριέται…, μα εσύ βαθιά στην κόλαση την αλυσίδα σπάσε, κι αν με τραβήξεις δίπλα σου ευλογημένος να ‘σαι».

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: