Μετά το πτυχίο, τι;
Στις μέρες μας, λέμε ότι το πτυχίο είναι το κλειδί με το οποίο θα κλειδώσεις σε ένα συρτάρι μαζί του τα όνειρά σου και θα ριχτείς στη φουρτούνα, εκεί όπου θα ψάχνεις να κρατηθείς από τον εαυτό σου και εκεί όπου θα παλεύεις να μην τον χάσεις
Πέρασαν τα τέσσερα χρόνια, πέρασες κι εσύ τα μαθήματα που έπρεπε κι έφτασε η ώρα να κάνεις τα χαρτιά σου ώστε να ορκιστείς. Να ορκιστείς και να πάρεις πλέον στα χέρια σου αυτό που λέγεται πτυχίο. Κάποτε θα λέγαμε ότι το πτυχίο είναι το κλειδί με το οποίο ξεκλειδώνεις τα όνειρά σου και ανοίγεσαι σε μια θάλασσα ευκαιριών να “κουμπώσεις” εκεί όπου θα νιώθεις ο εαυτός σου και εκεί όπου θα γίνεις η καλύτερή σου εκδοχή. Στις μέρες μας, λέμε ότι το πτυχίο είναι το κλειδί με το οποίο θα κλειδώσεις σε ένα συρτάρι μαζί του τα όνειρά σου και θα ριχτείς στη φουρτούνα, εκεί όπου θα ψάχνεις να κρατηθείς από τον εαυτό σου και εκεί όπου θα παλεύεις να μην τον χάσεις.
Πέρασαν τα τέσσερα χρόνια με τα σκαμπανεβάσματά τους. Μήπως δε μου αρέσει τόσο; Μήπως έκανα λάθος επιλογή; Μήπως δε θα τα καταφέρω; Μήπως τελικά δεν είναι όλα όπως ακριβώς τα περίμενα; Έψαχνες να βρεις ένα παρακλάδι της σχολής, κάτι να σε γεμίζει. Μερικές φορές αυτό ήταν το ραδιόφωνο, άλλες φορές αυτό ήταν τα μαθήματα για την τέχνη, κάποια εργασία που μόνη επέλεγες και έδινες το 150% του εαυτού σου.
Έκανες υπομονή. “Δε γίνεται”, έλεγες, “στο επόμενο εξάμηνο όλα θα φτιάξουν”. Και ξαναέκανες υπομονή, κάθε φορά που το μάθημα ακυρωνόταν τελευταία στιγμή, κάθε φορά που κάτι έμενε μισοτελειωμένο, κάθε φορά που ο οδηγός σπουδών τροποποιούνταν – ελλείψεις καθηγητών, βλέπεις. Έκανες υπομονή κάθε φορά που πήγαινες στο μάθημα για να ακούσεις τους καθηγητές να… αντιστέκονται στο σύστημα. Πότε φλυαρώντας για τα προβλήματα της καθαριότητας, την ασυνέπεια, την κατάντια του εκπαιδευτικού συστήματος, τη μιζέρια που έχει κατακλύσει όλη την οικουμένη. “Δε δέχομαι να κάνω μάθημα και κάτω να υπάρχουν αποτσίγαρα και άδεια ποτήρια καφέ” – έλεγε ενώ κάθε φορά ξεχνούσε το άδειο ποτήρι καφέ στα μπροστινά έδρανα. “Θέλω όλοι να είστε εδώ στις 07:50” – έλεγε ενώ σπανίως κατέφθανε στην αίθουσα πριν η ώρα δείξει 08:30. “Όλα λάθος σε αυτή τη χώρα. Το σύστημα ζέχνει υποκρισία” – έλεγε ενώ το υπηρετούσε κάτι πάραπάνω από φανερά (ζούμε στην εποχή του διαδικτύου, τίποτα δεν κρύβεται). “Πρέπει να ξέρετε πως το επάγγελμα του δημοσιογράφου είναι κάτι παραπάνω από κορεσμένο: είναι αποτελειωμένο. Μην περιμένετε να βγάλετε τη σχολή και να βρείτε δουλειά, αυτά είναι ουτοπίες” – έλεγε ενώ παράλληλα μισούσε να βλέπει παιδιά να απογοητεύονται.
Έκανες υπομονή ώσπου έφτασες στο τελευταίο έτος. Επέλεξες να κάνεις την πτυχιακή σου εργασία, παρόλο που μπορούσες με περισσή ευκολία να την αποφύγεις, δίνοντας απλά δύο ακόμα μαθήματα στη θέση της. “Θέλω να έχω ένα δείγμα γραφής, κάτι να δείξω αν με ρωτήσει κανείς τι έκανα όλα αυτά τα χρόνια”. Αυτό απαντούσες σε όποιον σε ρωτούσε αν αποτρελάθηκες και θες να “μπλέξεις”. Απόπειρα μία, απόπειρα δύο, απόπειρα τρίτη. Κυνηγούσες τους καθηγητές για μιαν απάντηση. Τρεις αποτυχημένες απόπειρες, αλλά στο τέλος κατάφερες να καταλήξεις σε θέμα και συνεργασία με τον επιβλέποντα καθηγητή. Λίγο ακόμα και θα τελείωνε κι αυτό το κεφάλαιο. Κι έλεγες πως θα είναι όλα καλύτερα όταν βγεις στην πραγματική αγορά εργασίας. Πραγματική… Κατάλαβες – όταν θα έψαχνες δουλειά στο αντικείμενό σου. Ωστόσο δούλευες από τα 18 σου, ήθελες να είσαι ανεξάρτητος. Πολλές φορές στην είπανε γι’ αυτό καθηγητές και συμφοιτητές, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Το κεφάλαιο έκλεισε. Και είχε απ΄όλα μέσα. Είχε ανυπομονησία, άγχος, τρέξιμο, προθεσμίες, απογοήτευση, άπειρες ώρες στα ΜΜΜ μες στη ζέστη, περπάτημα στην πλυμμηρισμένη Αδριανού για τα εργαστήρια, νεύρα, ασυνεννοησία, διαφωνίες, αργοπορία στη δουλειά.
Αλλα είχε και χαμόγελα, ικανοποίηση, άπειρα λίτρα καφέ, παγωτά, φαγητά στην εστία, νερωμένη λεμονάδα, πολύ σουσάμι ανάμεσα στις σημειώσεις, νέους φίλους, νέους γνωστούς, ξάπλες στο γρασίδι. Μα πάνω απ’ όλα, είχε αυτό το μεγαλοπρεπές “ναι ρε γαμώτο, τα κατάφερα!” που ήθελες να τρίψεις στα μούτρα του καθενός που αμφέβαλλε για την αξία σου, που σε μείωσε, που σε γέμισε απογοήτευση και μαυρίλα. Αυτό το “ναι ρε γαμώτο!”, που κράτησες τελικά μόνο για τους δικούς σου ανθρώπους που σε είδαν να πετάς από χαρά την πρώτη στιγμή που πέρασες το κατώφλι της σχολής και σε είδαν να πετάς ακόμα ψηλότερα τη στιγμή που πέρασες το τελευταίο μάθημα. Κι αυτό το δεκάρι της πτυχιακής που έκανε το χαμόγελό σου να ξεπεράσει τα αυτιά σου – όχι μόνο να τα φτάσει!
Μετά το πτυχίο τι, λοιπόν; Κανείς δε ξέρει ακριβώς, θα δείξει. Η ζωή θα δείξει.