Νίκος Σεργιανόπουλος: Όταν η διασημότητα σε κάνει ευάλωτο στο διασυρμό και μετά θάνατον
”Α, τελικά ήταν ομοφυλόφιλος ρε παιδί μου κρίμα!”, ” Ναρκομανής από τους λίγους! Το ‘ξερα!”,” Τα΄θελε! Τι έφερνε αλλοδαπούς στο χώρο του;”, ”Ο μόνος με τέτοια κουσούρια είναι ;” Λίγα από όσα ακούστηκαν για τον Νίκο Σεργιανόπουλο μετά την δολοφονία του, σαν ο τρόπος που φεύγεις από τη ζωή να ΄ναι ικανός να σβήσει οτιδήποτε έκανες πριν και αν το τέλος σου δεν είναι αρεστό στην κοινή γνώμη, μπορούν όλοι να φτύσουν στο τάφο σου χολή.
Σαν σήμερα πριν από 12 χρόνια έφυγε με τραγικό τρόπο από τη ζωή ο Νίκος Σεργιανόπουλος και θέλω να σταθώ σε αυτό τον θάνατο γιατί μου δίνει αφορμή να μιλήσω για πολλά θέματα και για πολλά κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας.
Βέβαια, το ψάξιμο των άπλυτών των διάσημων προσώπων γίνεται κατά μήκος και κατά πλάτος της γης, αλλά εγώ ζω στην Ελλάδα και για την Ελλάδα θα ενδιαφερθώ. Οφείλουμε να αρχίσουμε να συμπεριφερόμαστε σε τέτοιες καταστάσεις ως άνθρωποι και όχι ως έντομα που τρώνε πτώματα και αγαπούν την δυσωδία που αναδύουν.
Δεν ξέρω πότε ο Σεργιανόπουλος κατακρεουργήθηκε πιο πολύ. Όταν ο δολοφόνος του τον κατέσφαξε με 21 μαχαιριές ή όταν τα ΜΜΕ ξεψάχνισαν κάθε πτυχή της προσωπικής του ζωής; Γιατί πρέπει ένας διάσημος, ακόμα και αν δολοφονείται με τον σκληρό τρόπο που δολοφονήθηκε ο Σεργιανόπουλος, να τον περνούν από τη μηχανή του κιμά; Να ψάχνουν με ποιους και πόσους κοιμήθηκε, όχι ιδιωτικά για χάρη των ερευνών, αλλά δημόσια; Τι ένοιαζε την Μαιρούλα από το Παγκράτι αν είχε σχέση πριν 2-3 χρόνια με ένα γυμναστή ή με ένα σεναριογράφο; Γιατί μας αρέσει η κλειδαρότρυπα; Γιατί πρέπει ο άλλος ακόμα και μετά θάνατον να τον ”λυπούνται” που δεν ήταν όσο άνδρας έδειχνε;
Το έχω ακούσει μπροστά μου να γίνεται διάλογος στο ταχυδρομείο από γυναίκες υπαλλήλους. Πόσο κρίμα έλεγαν, που δεν ήταν άνδρας και να κάνουν λογικά άλματα στην σκέψη τους πως αν ήταν άνδρας θα ζούσε τώρα και δε θα τον είχε σφάξει αλλοδαπός!
Όταν άκουσα την είδηση του θανάτου του στις 5 Ιουνίου του 2008, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα στο άκουσμα της είδησης ήταν πόσο πόνο θα ένιωσε στις τελευταίες του στιγμές και πόσο άδικο είναι να πονάς με αυτόν τον τρόπο. Να νιώσεις αυτόν τον τρόμο πως κάποιος σε μαχαιρώνει ξανά και ξανά. Δε με ένοιαζε αν ο δολοφόνος ήταν αλλοδαπός, δεν με ένοιαζε αν ο Σεργιανόπουλος ήταν ομοφυλόφιλος και τον είχε “ψωνίσει” από την πλατεία ένα τυχαίο βράδυ. Με σπάραζε ο πόνος. Αν το μυαλό σου δεν σταματά στο πόνο, αλλά σε ενδιαφέρουν όλα τα άλλα τα γαργαλιστικά, τι σόι άνθρωπος είσαι;
Έχουν ακουστεί διάφορες φήμες πως μπορεί να τον έφαγαν για τα ναρκωτικά και ακόμα-ακόμα πως δεν ήταν ομοφυλόφιλος. Εμένα δεν με ενδιαφέρει τι ήταν, με ενδιαφέρει να μην στεκόμαστε στο δέντρο και να χάνουμε το δάσος.
Για μένα αυτός ο άνθρωπος εγκλωβίστηκε μέσα σε μια συγκεκριμένη εικόνα του ”σκληρού αρρενωπού αρσενικού” από το κοινό που τον ήθελε ταυτόσημο με το ρόλο του Κωνσταντίνου Μαρκορά. Από ένα κοινό που δεν θέλει να αποδεχτεί με τίποτα πως η ομοφυλοφιλία δε μεταφράζεται πάντα με το στερεότυπο της ”φτερά και πούπουλα”, αλλά μπορεί να εμφανίζεται με μεγάλη αρρενωπότητα. Γιατί πρέπει ένας ομοφυλόφιλος να μπαίνει σε συγκεκριμένα καλούπια και όταν αυτός δεν μπαίνει εμείς να σχολιάζουμε ”Ρε, το περίμενες; Και έδειχνε τόσο άνδρας!”.
Η κοινωνική συμπεριφορά που έχουμε συνηθίσει ως ”ανδρική” στην κοινωνία μας στα στενά μυαλά μας δεν μπορεί να μπει σε διαφορετικά καλούπια. Μια στρέιτ γυναίκα δεν μπορεί να έχει ”ανδρικά χαρακτηριστικά” στην κοινωνία, αν είναι έτσι χάνει την ”θηλυκότητά” της, ένας ομοφυλόφιλος άνδρας δεν μπορεί να παρουσιάζεται με ”ανδρικά χαρακτηριστικά”. Η λεσβία γυναίκα δεν μπορεί να συμπεριφέρεται θηλυκά… Μια σειρά από πρέπει και στερεότυπα που υποτίθεται έχουν ξεπεραστεί στο σήμερα, αλλά καταδυναστεύουν ακόμα. Τον αποδέχεσαι ως ομοφυλόφιλο μόνο αν κολλά στο στερεότυπο του ”ομοφυλόφιλου”, αλλιώς σου ‘ναι δύσκολο να τον αποδεχτείς. Η σεξουαλικότητα του άλλου δεν έχει να κάνει με την κοινωνική του συμπεριφορά.
Δεν μπορώ να γνωρίζω τι προσωπικούς δαίμονες είχε, αλλά από τα πλάνα του σε συνεντεύξεις του έβγαζε πάντα μια ”ευαισθησία” και έναν εσωτερικό πόνο. Ο άνθρωπος άλλωστε που εθίζεται στο οτιδήποτε είναι ένας εύθραυστος άνθρωπος. Κάνουμε λάθος να ταυτίζουμε τον εθισμό με τον ”κακό ” της υπόθεσης. Ο εθισμένος είναι ο καλός, ο δυστυχής, εκείνος που δεν έχει το ψυχικό σθένος να σταθεί στα πόδια του χωρίς το ποτό, το ναρκωτικό και τον τζόγο.
Προσφάτως, κατηγορήθηκα από αριστεριστή σε μια συζήτηση επειδή χρησιμοποίησα την λέξη ”πρεζόνι” , την οποία θεώρησε υποτιμητική. Υποτιμητικές δεν είναι οι λέξεις, αλλά οι πράξεις που ονοματίζονται από αυτές. Όταν σε ολόκληρες ομάδες υπάρχει η καλλιέργεια της ναρκοκουλτούρας και το ”ε, τι έγινε;” και αφήνουν δίπλα τους άτομα να βουλιάζουν στους εθισμούς, δεν είναι η λέξη εκείνη που υποτιμά τον εθισμένο, αλλά η χαλαρή έως αδιάφορη στάση μας, απέναντι σε εκείνο το βαθύτερο που τον τυραννά και τον εθίζει.
Τον βλέπεις τον Σεργιανόπουλο μετά την σύλληψή του για ναρκωτικά να προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εθισμό του πως “ναι μεν είναι κακούργημα αλλά δεν είμαι εγκληματίας” και ναι δεν είναι εγκληματίας ο εθισμένος, εμείς σαν κοινωνία εγκληματούμε όταν αφήνουμε αυτό το πράγμα να θεριεύει γύρω μας και να παρασύρει βαθιά ευαίσθητους ανθρώπους στα δίκτυα του.
Εμείς οι ”δυνατοί” ψυχικά οφείλουμε να αγκαλιάζουμε και να σώζουμε τους ανθρώπους από τον εθισμό, αντί να τους τιμωρούμε γι’ αυτή τους την αδυναμία και να είμαστε σκληροί απέναντι στο πόλεμο κατά των ναρκωτικών, ο οποίος λιώνει ψυχές γύρω μας.
Ο θάνατος του Σεργιανόπουλου αντί να είναι το the talk of the town θα έπρεπε να γίνει σύμβολο. Δείχνει με το πιο σκληρό τρόπο πως ένας άνθρωπος όταν δεν έχει βοήθεια από πουθενά ή όταν πιστεύει πως δεν έχει βοήθεια από πουθενά, μπορεί να βουλιάξει και να βρεθεί μπροστά σε ένα φρικτό και άδικο θάνατο.
Όπως ακριβώς ο Μένης Κουμανταρέας, όπως ακριβώς ο Κώστας Ταχτσής και τόσοι άλλοι ανώνυμοι χάνονται μέσα σε σκοτεινούς διαδρόμους της ψυχής τους, είτε επειδή οι ίδιοι δεν αποδέχονται τους εαυτούς τους είτε γιατί φοβούνται πως η κοινωνία δεν θα τους δεχτεί, έτσι ακριβώς και ο Νίκος Σεργιανόπουλος αφέθηκε να οδηγηθεί σαν Ιφιγένεια σε ένα βέβαιο θάνατο. Ήξερε τα ρίσκα των επιλογών του, σίγουρα είχε σκεφτεί πως θα μπορούσε να του συμβεί κάτι άσχημο, πιθανόν όχι φόνος, αλλά ήταν τέτοιο το σημείο της αυτοκαταστροφικότητας που είχε φτάσει μήνες πριν το συμβάν, που ήταν σαν ο ίδιος να ‘χε μπουχτίσει και να ‘χε αφεθεί να του συμβεί.
Αυτή υπόθεση έχει ένα μπουκέτο θεμάτων. Πέρα από την ομοφυλοφιλία και κατά πόσο αυτή είναι αποδεχτή από τους γύρω και από το ίδιο το άτομο και το θέμα των ναρκωτικών και του εθισμού υπάρχει και το κομμάτι της ψυχικής ασθένειας, εξίσου ταμπού για την ελληνική κοινωνία. Στο αίμα του βρέθηκαν και αντικαταθλιπτικά και αντιψυχωσικά φάρμακα, ενδεικτικό πως ο άνθρωπος υπέφερε από ψυχολογικά προβλήματα τα οποία προσπαθούσε να παλέψει ιατρικά, αλλά παράλληλα κάνοντας χρήση ναρκωτικών ουσιών ήταν δώρο άδωρον η όποια προσπάθειά του.
Πάλι θα μιλήσω για τις ευθύνες της ελληνικής κοινωνίας. Το κομμάτι της ψυχικής υγείας σε ολόκληρο τον κόσμο θεωρείται πολυτέλεια. Μας νοιάζει το υγιές σώμα, αλλά όχι η υγιής ψυχή αλλά η ψυχή νοσεί το σώμα 8 φορές στις 10. Στην Ελλάδα, η ψυχική υγεία πέρα από πολυτέλεια θεωρείται και ταμπού. Δύσκολα κάποιος ζητά βοήθεια. Δύσκολα κάποιος παραδέχεται πως υποφέρει ψυχικά. Δύσκολα κάποιος αποδέχεται πως ο φίλος του έχει πρόβλημα και αντέχει να του συμπαρασταθεί μένοντας δίπλα του. Μέχρι και σήμερα υπάρχει το κοινωνικό στίγμα του ”τρελού” ή του ”ανισόρροπου” που παίρνει χάπια για να ‘ναι καλά. Όμως δεν είναι έτσι.
Τα φάρμακα αυτά ισορροπούν τις ουσίες που σου λείπουν για να είσαι λειτουργικός. Όπως παίρνεις μια ασπιρίνη για το κεφάλι σου, έτσι, τόσο απλά και τόσο απενοχοποιημένα πρέπει να καταλάβουμε πως το αντικαταθλιπτικό ή το αντιαγχολυτικό ισορροπεί μια ουσία που σου λείπει. Δεν είναι λόγος η ψυχική ασθένεια να σε απομονώνει, να σε περιθωροποιεί, να βουλιάζει και να αφήνεσαι σε ”τελειωμένα” μονοπάτια χωρίς ελπίδα.
Ο Νίκος Σεργιανόπουλος ήταν πρωτίστως θύμα των εσωτερικών του δαιμόνων, έπειτα μιας σκληρής, ημι-αμόρφωτης κοινωνίας που της αρέσει το κίτρινο και το ροζ στις ζωές των άλλων και τέλος του δολοφόνου του.